Επανερχόμαστε στη σειρά των άρθρων μας «Για την ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος». Η διακοπή οφείλεται στο γεγονός της παρεμβολής πολιτικών γεγονότων που έπρεπε να σχολιάσουμε. Επειδή υπάρχει χρονικό χάσμα στη σειρά των άρθρων στο τέλος αυτής της συνέχειας θα υπάρχουν οι αναγκαίες συνδέσεις με τις τρεις προηγούμενες.
Το βασικό συμπέρασμα που βγαίνει από τα όσα αναφερθήκαμε μέχρι τώρα στις προηγούμενες συνέχειες, για την ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος, είναι ότι το ΠΑΜΕ βρέθηκε μπροστά σ’ ένα πολλαπλό πρόβλημα:
Κατ’ αρχάς, ουσιαστικά αναιρέθηκε ο ρόλος του μέσα στο Εργατικό Κίνημα, ως ταξικός πόλος συσπείρωσης Σωματείων, Ομοσπονδιών και Επιτροπών Αγώνα, αφού τελικά καταγράφηκε ως παράταξη του ΚΚΕ.
Κατά δεύτερο, δε μπόρεσε να αναπτύξει τους αγώνες της εργατικής τάξης με την ανάλογη δυναμική και με τόσες δυνάμεις, που να μπορέσει να αντιπαρατεθεί απέναντι στις αντεργατικές πολιτικές, που εφάρμοζαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, πολύ περισσότερο δε μπόρεσε να τις ματαιώσει.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτός ο ρόλος, της αντιπαράθεσης απέναντι στην πολιτική που εφάρμοζαν οι διάφορες κυβερνήσεις ανήκε κυρίαρχα στο ΠΑΜΕ με δεδομένο το ρόλο του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, που εκφραζόταν βασικά από τη στάση της ΓΣΕΕ.
Κατά τρίτο ο ρόλος του ΠΑΜΕ δεν περιοριζόταν στο να αντιμετωπίσει μόνο τις κυβερνητικές πολιτικές, αλλά να δημιουργήσει και τους όρους ενότητας της εργατικής τάξης, συσπείρωσης γύρω από το ΠΑΜΕ, που σε συνδυασμό με την ΠΑΣΥ, το ΜΑΣ, την ΠΑΣΕΒΕ και την ΟΓΕ θα δημιουργούσαν τους όρους του μετώπου των κοινωνικών δυνάμεων, της λαϊκής συμμαχίας μέσα από την οποία οι επαναστατικές δυνάμεις θα προχωρούσαν στη σοσιαλιστική επανάσταση.
Τελικά, ούτε ο βασικός στόχος, ως ταξικός πόλος, για τον οποίο δημιουργήθηκε το ΠΑΜΕ προχώρησε σε τέτοιο βαθμό και έκταση, που απαιτούσαν οι συγκεκριμένες πολιτικές συνθήκες, ούτε οι κυβερνητικές πολιτικές συνάντησαν στην εφαρμογή τους κάποια σοβαρή αντίσταση, εάν εξαιρέσουμε τη διετία ’10 – ’12, ούτε και ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός σταμάτησε να ελέγχει βασικές συνδικαλιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης, με κορυφαία τη ΓΣΕΕ.
Πολύ περισσότερο το ΠΑΜΕ και οι άλλες μετωπικές οργανώσεις, που δημιουργήθηκαν με πρωτοβουλία του ΚΚΕ ή υπήρχαν από παλιότερα, σε σχέση με τον τελικό στόχο, τη δημιουργία της κοινωνικής συμμαχίας και τη σοσιαλιστική επανάσταση, παρέμειναν σε εμβρυώδη κατάσταση.
Όπως γίνεται αντιληπτό η σημερινή κατάσταση που βρίσκεται το Εργατικό Κίνημα δε μπορεί να εξηγηθεί με το επιχείρημα, που χρησιμοποιείται με αρκετή ευκολία συνήθως, ότι η βασική αιτία βρίσκεται στις ξεχωριστές συγκεντρώσεις που πραγματοποιούνται στις εργατικές κινητοποιήσεις.
Δε μπορεί, επίσης, να εξηγηθεί με την εκτίμηση που επικαλείται η ευρεία Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος του Δεκέμβρη του 2015 ότι: «Αν και υπήρξε σχετική πρόβλεψη για την εκδήλωση της κρίσης και τις συνέπειες της στρατηγικής του κεφαλαίου σε βάρος των μισθωτών, των συνταξιούχων και των νεοεισερχόμενων στην αγορά εργασίας, δεν ήμασταν επαρκώς έτοιμοι για γρήγορες προσαρμογές στις νέες συνθήκες, που δημιουργούσε η βαθιά και παρατεταμένη οικονομική κρίση. Δεν ήμασταν έτοιμοι ή δεν είχαμε μελετήσει ορισμένους νέους περιορισμούς ή δυσκολίες για την αφομοίωση και υλοποίηση του σχεδιασμού για την ανασύνταξη».
Δεν επρόκειτο για την έλλειψη «γρήγορων προσαρμογών»! Επρόκειτο για την ίδια τη στάση του Κόμματος απέναντι στην οικονομική κρίση, για αδυναμία καθορισμού των κοινωνικών αντιθέσεων στη χώρα μας, του καθορισμού των κοινωνικών δυνάμεων, που πλήττονταν βίαια από την οικονομική κρίση, που θα συσπειρώνονταν γύρω από μια προγραμματική πρόταση εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, στην κατεύθυνση αλλαγής των τάξεων στην πολιτική εξουσία, του καθορισμού των καθηκόντων του Κόμματος μπροστά στην πολιτική κρίση που προκάλεσε η οικονομική κρίση, μια πολιτική κρίση, που δεν την αποδέχτηκε η ηγεσία του Κόμματος ανοιχτά ποτέ.
Επομένως δεν αρκεί να λέγεται ότι: «Δεν είχαμε μελετήσει, κυρίως, τα νέα δεδομένα που δημιουργούσε η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ και οι σημαντικές απώλειες της ΝΔ, που διοχετεύτηκαν στην ανασυγκρότηση του ρεφορμισμού και του οπορτουνισμού (ΣΥΡΙΖΑ), στην άνοδο του ναζισμού (Χρυσή Αυγή), κ.ά, τα δεδομένα που έφεραν καινούρια προβλήματα στο εργατικό – συνδικαλιστικό, αλλά και συνολικά στο λαϊκό κίνημα».
Ήταν επόμενο, από τη στιγμή που οι λαϊκές μάζες δεν έβλεπαν μια διέξοδο να προβάλλεται από το Κόμμα μας, να μειωθούν οι δυνατότητες συσπείρωσής τους γύρω από την πολιτική του Κόμματος και να αυξηθεί ο κίνδυνος απώλειας των δυνάμεών του.
Και αυτή η αδυναμία του Κόμματος να καταθέσει μια συγκεκριμένη πρόταση ήταν επόμενο να εκφραστεί και στην ίδια τη δυναμική του Εργατικού Κινήματος, στην ανασυγκρότησή του, στο ίδιο το ΠΑΜΕ και τη δράση του. Το Εργατικό Κίνημα δεν είχε «μπούσουλα».
Κατ’ επανάληψη από την αρθρογραφία της «Νέας Σποράς» είχε επισημανθεί η αδυναμία ανάπτυξης της δράσης του ΠΑΜΕ. Η αδυναμία συσπείρωσης της εργατικής τάξης από την πλευρά του. Μέχρι που και επίσημα, μέσα από τα ίδια τα ντοκουμέντα του Κόμματος, ήρθε και η εκτίμηση για την ύφεση του Εργατικού Κινήματος.
Αυτή η ύφεση, βέβαια, ως εκτίμηση, δεν αφορά γενικά και αόριστα το Εργατικό Κίνημα αλλά το αφορά πολύ συγκεκριμένα, και μέσα στα «συγκεκριμένα» είναι και το ΠΑΜΕ και η εργατική πολιτική του Κόμματος, οι προτάσεις του, η διέξοδος που προτείνει.
Είναι ένα ζήτημα, κατά τη γνώμη μας ιδιαίτερα σοβαρό, να υπάρχει ο ισχυρισμός ότι: «Τα μέτρα που οδήγησαν σε μεγάλες ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, στους μισθούς, στις Συλλογικές Συμβάσεις, στις συντάξεις, στις κοινωνικές παροχές, κ.α., είχαν προσχεδιαστεί πολύ πριν από την κρίση, με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και πιο ειδικά από το 1993, με τη «Λευκή Βίβλο», δηλαδή αφορούσαν στο σύνολο των χωρών της ΕΕ και ήταν ανεξάρτητα από τη φάση στον κύκλο της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Πρόκειται για τις λεγόμενες καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις και τις αντεργατικές μεταρρυθμίσεις. Ο στρατηγικός αυτός σχεδιασμός προωθείται στοχευμένα, μεθοδικά και σε βάθος χρόνου από την ΕΕ και τις αστικές κυβερνήσεις σε κάθε χώρα. Τα μέτρα αυτά βρήκαν την ταχύτερη και πλήρη ανάπτυξή τους, ειδικά στην Ελλάδα, από το 2010 και μετά», δηλαδή, να έχεις προβλέψει την οικονομική κρίση, να έχεις επίγνωση των μέτρων που παίρνονται, που εφαρμόζονται αυτά σ’ ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και πολιτικά το Κόμμα να ισχυρίζεται, αρχικά, ότι δεν είχε εκτιμήσει σωστά την πτώση των αστικών δυνάμεων, ειδικά του ΠΑΣΟΚ, και στη συνέχεια να ισχυρίζεται ότι δεν είχε μελετήσει «τα νέα δεδομένα» από την πτώση του ΠΑΣΟΚ, τη Νέας Δημοκρατίας και την ισχυροποίηση του ΣΥΡΙΖΑ!
Με δυο λόγια, ενώ το Κόμμα παρουσιάζεται να έχει πλήρη επίγνωση του οικονομικού ζητήματος της χώρας μας, της οικονομικής κρίσης και των μέτρων που έχουν σχεδιαστεί, την ίδια στιγμή παρουσιάζεται ανέτοιμο πολιτικά. Δε μπορεί να εκτιμήσει σωστά πολιτικά τις εξελίξεις. Και μ’ έναν τρόπο το παραδέχεται, έστω και εάν αυτό το γεγονός το παρουσιάζει ως αποτέλεσμα μη μελέτης.
Εδώ είναι και η διαφωνία μας. Δεν ήταν ζήτημα λάθους εκτιμήσεων γενικά. Έλλειψης μελέτης. Το Κόμμα πήγαινε πολιτικά προετοιμασμένο και με συγκεκριμένες πολιτικές επεξεργασίες. Οι λάθος εκτιμήσεις έχουν τη βάση τους στην πολιτική του ανάλυση και στον τρόπο που θέλει να αντιμετωπίσει γενικότερα την οικονομική κρίση, στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τις κοινωνικές αντιθέσεις, στο ποια είναι η επαναστατική διαδικασία που θα οδηγήσει στην επίλυση της βασικής αντίθεσης της κοινωνίας.
Και όλα τα παραπάνω, όπως είναι φυσικό, μεταφέρονται και στο ΠΑΜΕ, οπότε εξ αντικειμένου προκύπτει η σύγχυση γύρω από το ρόλο του. Μεταφέρονται και μέσα στο ίδιο το Εργατικό Κίνημα. Τα αποτελέσματα κάποια στιγμή θα έβγαιναν στην επιφάνεια. Και εισπράττονται, αλλά είναι πολύ δύσκολο να δικαιολογηθούν.
Αντί, λοιπόν, να αναζητηθούν οι αιτίες της κατάστασης του Εργατικού Κινήματος (και) στον τρόπο που αναλύει τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις η ηγεσία του Κόμματος, στην πολιτική που προωθεί, στον τρόπο που αντιλαμβάνεται το ρόλο του ΠΑΜΕ, επικαλείται λαθεμένες εκτιμήσεις!
Δεν είναι απλώς λάθος η παραπάνω επιχειρηματολογία. Βρισκόμαστε στο 2017 και όχι στο 2008. Δεν είναι καν καλή δικαιολογία. Και θα επιχειρήσουμε στη συνέχεια να δούμε το γιατί δεν είναι καν καλή δικαιολογία.
Ακολουθεί το Ε’ Μέρος
Για την ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος – A’ Μέρος
COMMENTS