12. Η οικονομική και πολιτική σημασία της εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση
12.3 Ας προσπαθήσουμε να «μπούμε», όμως, τώρα, στη «λογική» της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ (ΙΕ) για να μπορέσουμε να την αποσαφηνίσουμε και καλύτερα. Επειδή, όπως ισχυρίζεται, δημιουργείται σύγχυση ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και την ιμπεριαλιστική δύναμη αναλαμβάνει να ξεκαθαρίσει τα πράγματα. Ο ισχυρισμός αυτός, πράγματι, είναι αληθινός. Υπήρχε και υπάρχει σύγχυση γύρω από τις έννοιες αυτές. Το επιβεβαιώνουμε και από την πλευρά μας. Όμως, πρέπει να διαπιστώσουμε και να προσδιορίσουμε και το ποιοι άλλοι έχουν την ευθύνη ή και σπέρνουν τη σύγχυση, εκτός από αυτούς που κατηγορεί η ΙΕ, γιατί και αυτό έχει τη σημασία του.
Η ΙΕ, ταυτόχρονα, φροντίζει να μας πληροφορήσει και που οφείλεται αυτή η σύγχυση και μας εξηγεί ότι οφείλεται στο ότι ο ιμπεριαλισμός εκλαμβάνεται κυρίως ως επεκτατισμός. Για αυτόν το λόγο στην πράξη διαχωρίζει τον επεκτατισμό από τον ιμπεριαλισμό για να επικεντρωθεί, κυρίως, «στα γνωρίσματα που αφορούν στην ωρίμανση των οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων του καπιταλισμού».
Αλλά…
Εδώ ακριβώς είναι που η ΙΕ διαπράττει το λάθος με τις προσθαφαιρέσεις. Αλλού αφαιρεί και αλλού προσθέτει για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιεί. Έτσι, εκ των πραγμάτων, είναι υποχρεωμένη να καταφύγει στα βασικά γνωρίσματα της ιμπεριαλιστικής εποχής που, υποτίθεται, τα διαθέτουν όλες οι χώρες(!;), ανεξάρτητα από τη θέση τους «στο ιμπεριαλιστικό σύστημα»! Και κατά την άποψη της ΙΕ αυτά είναι: (α) η συγκέντρωση της παραγωγής, από την οποία προκύπτει το (όχι κατά κυριολεξία) μονοπώλιο, (β) ο εταιρισμός και (γ) η κοινωνικοποίηση της παραγωγής.
Είναι φανερό ότι η ΙΕ αντιμετωπίζει τον ιμπεριαλισμό από την άποψη της ιστορικής οικονομικής ωρίμανσης, ως ένα βήμα πριν από το σοσιαλισμό, που αυτό, κατ’ αρχήν, δεν είναι λάθος, αλλά «σπάζοντας» τα βασικά του γνωρίσματα. Δεν κατανοεί ότι ο επεκτατισμός στον οποίο αναφέρεται είναι ώριμο οικονομικό γνώρισμα του καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο.
Ο τρόπος, όμως, αυτός που παρουσιάζεται ο ιμπεριαλισμός, διαχωρισμένος από τον επεκτατισμό του, αποκομμένος, στην ουσία, από το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς, περί αυτού πρόκειται, προσιδιάζει στην περιγραφή γενικά του προηγούμενου σταδίου του καπιταλισμού, γιατί σε όλη τη διάρκεια της εξέλιξής του ο καπιταλισμός χαρακτηρίζεται από τη διαδικασία της συγκέντρωσης της συγκεντροποίησης της παραγωγής και του κεφαλαίου, από την κοινωνικοποίηση της παραγωγής και της εργασίας, και από ένα σημείο και μετά, από την αποκοπή του ιδιοκτήτη από την παραγωγή (όχι από την ιδιοκτησία).
Αυτός ο τρόπος μας γυρνάει «πίσω» ως προς την ουσία του ιμπεριαλισμού, δεν μπορεί να παρακολουθήσει την ιστορική εξέλιξη του καπιταλισμού και το πώς εξελίσσονται τα βασικά του χαρακτηριστικά και αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι η ΙΕ εξακολουθεί να μιλάει για τον εταιρισμό και σε δεύτερο τόνο για τη βασική οικονομική κατηγορία του ιμπεριαλιστικού σταδίου το μονοπώλιο, που είναι και ο κύριος οικονομικός μοχλός του επεκτατισμού (ακριβώς γιατί, γενικά και στο αφαιρετικό επίπεδο, θέλει να τονίσει την αποκοπή του ιδιοκτήτη από την παραγωγή και κατά προέκταση να υπαινιχτεί τη γενίκευση της αποκοπής της ατομικής ιδιοκτησίας από την παραγωγή, την αντικατάστασή της από την κοινωνική ιδιοκτησία, δηλαδή το σοσιαλισμό).
Ο Φ. Ένγκελς, όμως, έρχεται από το μακρινό παρελθόν, πολύ πριν τον Β. Ι. Λένιν, θέλοντας να τονίσει τις ποιοτικές αλλαγές στην εξέλιξη του καπιταλισμού να μας πει: «… Όταν περνάμε από τις μετοχικές εταιρίες στα τραστ, που υποτάσσουν και μονοπωλούν ολόκληρους βιομηχανικούς κλάδους, εδώ σταματάει όχι μόνο η ιδιωτική παραγωγή, αλλά και η έλλειψη σχεδιασμού» (από Β. Ι . Λένιν, Άπαντα, Τόμος 33, σελ. 67, υπογράμμιση δική μας).
Επομένως, όταν από τη συγκέντρωση προκύπτει το μονοπώλιο, ως νέα οικονομική κατηγορία, στο ιμπεριαλιστικό στάδιο, σαφώς ο καπιταλισμός έχει προχωρήσει σε υψηλότερο επίπεδο συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης της παραγωγής και του κεφαλαίου, σαφώς έχει προχωρήσει ως προς την κοινωνικοποίηση της παραγωγής και της εργασίας, αλλά σαφώς έχει προχωρήσει και ως προς τον εταιρισμό ως οικονομική κατηγορία, γιατί μονοπώλιο σημαίνει κατά κυριολεξία κυριαρχία πάνω σε ένα τμήμα της παραγωγής (και συνολικά της παραγωγής) και του κεφαλαίου ανεξάρτητα από τη μορφή ιδιοκτησίας. Είναι σαφές ότι η ΙΕ επιδίδεται σε λεκτικά παιχνίδια ανάξια του έργου, το οποίο, υποτίθεται, θεραπεύει.
Ο Β. Ι. Λένιν είναι εξαιρετικά σαφής σε ότι αφορά τα παραπάνω: «Ο καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο οδηγεί άμεσα στην πιο ολόπλευρη κοινωνικοποίηση της παραγωγής, τραβάει, μπορούμε να πούμε, τους καπιταλιστές, παρά τη θέληση και τη συνείδησή τους, σε κάποια νέα κοινωνική κατάσταση πραγμάτων, που είναι μεταβατική από την πλήρη ελευθερία του συναγωνισμού προς την πλήρη κοινωνικοποίηση» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 27, σελ. 327).
Και παρακάτω… «Το μονοπώλιο είναι η άμεση αντίθεση του ελεύθερου συναγωνισμού. Ο τελευταίος αυτός όμως άρχισε μπροστά στα μάτια μας να μετατρέπεται σε μονοπώλιο, δημιουργώντας τη μεγάλη παραγωγή, εκτοπίζοντας τη μικρή, αντικαθιστώντας τη μεγάλη με την πολύ μεγάλη, οδηγώντας τη συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου ως το σημείο που απ’ αυτήν αναπτυσσόταν και αναπτύσσεται το μονοπώλιο: τα καρτέλ, τα συνδικάτα, τα τραστ και το συγχωνευμένο μ’ αυτά κεφάλαιο καμιάς δεκάρας τραπεζών που διαχειρίζονται δισεκατομμύρια. Ταυτόχρονα τα μονοπώλια, ξεπηδώντας από τον ελεύθερο συναγωνισμό, δεν τον καταργούν, μα υπάρχουν πάνω σ’ αυτόν και δίπλα σ’ αυτόν, γεννώντας έτσι μια σειρά οξείες και βίαιες αντιθέσεις, προστριβές, συγκρούσεις. Το μονοπώλιο είναι το πέρασμα από τον καπιταλισμό σ’ ένα ανώτερο σύστημα» (στο ίδιο, σελ 392, υπογράμμιση δική μας).
Με αυτό το δεύτερο απόσπασμα ο Β. Ι. Λένιν μας αποδεικνύει τη νέα κατάσταση που δημιουργείται στον καπιταλισμό, το πέρασμα του καπιταλισμού από τον ελεύθερο συναγωνισμό στον μονοπωλιακό ανταγωνισμό για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς, γεγονός που είναι η κύρια αιτία για το ξέσπασμα των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι είναι βασικό στοιχείο του ιμπεριαλιστικού επεκτατισμού.
Από αυτήν την άποψη είναι λάθος να αναφέρεται κανείς αποκλειστικά και μόνο στον ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό. Η θέση μας είναι απολύτως σαφής και κατηγορηματική. Όσο λάθος είναι να στέκεται κανείς μόνο στον ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό άλλο τόσο λάθος είναι να τον αποκόβει από τα άλλα οικονομικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού και να αντιμετωπίζει αυτοτελώς. Γιατί…
Γιατί αν αναφερθεί κανείς μόνο στον ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό, τότε, «πέφτει», θέλει δεν θέλει, στον ορισμό του Κ. Κάουτσκι, που θεωρούσε τον ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό ως πολιτικό στοιχείο του ιμπεριαλισμού, ενώ είναι οικονομικό του γνώρισμα. Η ΙΕ δεν έχει αντιληφθεί(;) ότι ο επεκτατισμός δεν είναι τίποτα άλλο από την προσπάθεια για οικονομική επέκταση, ανεξάρτητα από τα πολιτικά μέσα που χρησιμοποιεί. Και αυτό έχει ως συνακόλουθη συνέχεια τη διαρκή προσπάθεια των μονοπωλιακών ενώσεων και των αντίστοιχων κρατών για το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς.
Από την άλλη αν αποκόψει κανείς τον ιμπεριαλιστικό επεκτατισμό από τα άλλα γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού και επικεντρωθεί σε αυτά που επικεντρώνεται η ΙΕ και με τον τρόπο που τα αντιμετωπίζει, τότε, μοιραία, θα περιγράφει γνωρίσματα γενικά του καπιταλισμού (που βασικά υπάρχουν από τον προμονοπωλιακό καπιταλισμό), όπως ακριβώς συνέβη με την έκδοση της ΙΕ.
Σ’ αυτό το σημείο παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα, για τα βασικά γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού, από τη μελέτη του Β. Ι. Λένιν «Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού»:
«Αν θα χρειαζόταν να δοθεί ένας όσο το δυνατό πιο σύντομος ορισμός του ιμπεριαλισμού, θα έπρεπε να πούμε ότι ο ιμπεριαλισμός είναι το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού. Ο ορισμός αυτός θα περιείχε το κυριότερο, γιατί, από τη μια μεριά, το χρηματιστικό κεφάλαιο είναι το τραπεζικό κεφάλαιο μερικών πάρα πολύ μεγάλων μονοπωλιακών τραπεζών, που έχει συγχωνευτεί με το κεφάλαιο των μονοπωλιακών ενώσεων των βιομηχάνων και από την άλλη, το μοίρασμα του κόσμου είναι το πέρασμα από την αποικιακή πολιτική, που επεκτείνεται ανεμπόδιστα πάνω σε περιοχές πάνω σε περιοχές που δεν τις έχει αρπάξει καμιά καπιταλιστική Δύναμη, στην αποικιακή πολιτική της μονοπωλιακής κατοχής των εδαφών της γης, που έχει ολότελα μοιραστεί.
Οι πολύ σύντομοι όμως ορισμοί, αν και βολικοί, γιατί συνοψίζουν το κυριότερο, είναι ωστόσο ανεπαρκείς, όταν πρόκειται να συναγάγουμε ιδιαίτερα απ’ αυτούς τα πιο ουσιαστικά γνωρίσματα του φαινομένου που έχουμε να καθορίσουμε. Γι’ αυτό, χωρίς να ξεχνάμε τη συμβατική και σχετική σημασία των ορισμών γενικά, που ποτέ δεν μπορούν ν’ αγκαλιάσουν τις ολόπλευρες σχέσεις του φαινομένου στην πλήρη ανάπτυξή του, πρέπει να δόσουμε έναν τέτιο ορισμό του ιμπεριαλισμού, που θα περιέκλεινε τα παρακάτω πέντε βασικά του γνωρίσματα: 1) συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, που έχει φτάσει σε τέτια υψηλή βαθμίδα ανάπτυξης, ώστε να δημιουργεί μονοπώλια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή· 2) συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του «χρηματιστικού κεφαλαίου»· 3) εξαιρετικά σπουδαία σημασία αποκτάει η εξαγωγή κεφαλαίου σε διάκριση από την εξαγωγή εμπορευμάτων· 4) συγκροτούνται διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών, οι οποίες μοιράζουν τον κόσμο· 5) έχει τελειώσει το εδαφικό μοίρασμα της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές Δυνάμεις. Ο ιμπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στο στάδιο εκείνο της ανάπτυξης, στο οποίο έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία των μονοπωλίων και του χρηματιστικού κεφαλαίου, έχει αποκτήσει εξαιρετική σημασία η εξαγωγή κεφαλαίου, έχει αρχίσει το μοίρασμα του κόσμου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το μοίρασμα όλων των εδαφών της γης από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμος 27, σελ. 392 – 393).
Είναι φανερές οι διαφοροποιήσεις ανάμεσα στο πως αντιμετωπίζει το ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού ο Β. Ι. Λένιν από ό, τι το αντιμετωπίζει η ΙΕ. Επομένως ο διαχωρισμός που επιχειρεί η ΙΕ και ο τρόπος που αντιμετωπίζει τον ιμπεριαλισμό είναι αυθαίρετοι και αντιεπιστημονικοί και οδηγούν στα παρακάτω παρεπόμενα λάθη:
Πρώτο: Ομογενοποιούν τους διαφορετικούς καπιταλισμούς των διαφορετικών χωρών στη βάση της συγκέντρωσης της παραγωγής και του κεφαλαίου, της εμφάνισης των μονοπωλίων, της κοινωνικοποίησης της παραγωγής και της εργασίας (προκειμένου να αποδείξουν την καπιταλιστική ωρίμανση), υποβιβάζοντας, όμως, έως μηδενισμού στην πράξη τη διαφορά πραγματικής οικονομικής ισχύος του κάθε ξεχωριστού καπιταλισμού (που καθορίζει και τη θέση του στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα) σε σχέση με τους άλλους, που προκύπτει από το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και την ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού, σπέρνοντας σύγχυση γύρω από την «ωρίμανση» και τη «θέση» του κάθε ξεχωριστού καπιταλισμού, αποδίδοντας τη θέση της κάθε χώρας στο καπιταλιστικό σύστημα με θολό και παραπλανητικό τρόπο (π.χ. «ενδιάμεση», που παραπέμπει, στηρίζει και δικαιολογεί την υποτιθέμενη θεωρία της «ιμπεριαλιστικής πυραμίδας»), με αποτέλεσμα να εξαφανίζουν τελικά την οικονομική και πολιτική εξάρτηση των αδύναμων κρατών από τις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Συμπερασματικά προκύπτει μια επίπλαστη εικόνα ισοτιμίας (και ανισοτιμίας) των διαφορετικών αστικών τάξεων, η οποία επιχειρείται να διασκεδαστεί – γιατί η πραγματικότητα είναι πάντα πραγματικότητα – μέσα από το σχήμα της «αλληλεξάρτησης», που διαστρέφει το μαρξιστικολενινιστικό περιεχόμενό της, και την επίκληση μιας «ανισοτιμίας» των διαφορετικών αστικών τάξεων, που, όμως, κατανοείται και αντιμετωπίζεται μόνο σε αφαιρετικό επίπεδο και ποτέ δεν συγκεκριμενοποιείται ως συνολικό φαινόμενο δια μέσου των διάφορων τομέων του κράτους (πολιτικό, οικονομικό, στρατιωτικό, διπλωματικό, διεθνών σχέσεων, γεωστρατηγικών επιλογών κτλ) και όταν συγκεκριμενοποιείται ανάγεται στο αφηρημένο σχήμα των «εξαρτήσεων» (διατροφική εξάρτηση, ενεργειακή εξάρτηση κτλ), που δεν αποδίδει το συνολικό καθεστώς της εξάρτησης.
Δεύτερο: Παράγωγο αποτέλεσμα αυτής της «λογικής» είναι να υποβιβάζονται πολιτικά και οικονομικά καθήκοντα που άπτονται της εθνικής ανεξαρτησίας, της υπεράσπισης κυριαρχικών δικαιωμάτων, των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, που, βέβαια, «καταχωρούνται» ως αστικά καθήκοντα στη συγκρότηση των εθνικών κρατών και στην επίλυση του εθνικού ζητήματος. Εδώ θα χρειαστεί να αναφερθούμε στις δύο ιστορικές τάσεις που γνωρίζει ο καπιταλισμός στο εθνικό ζήτημα: «Ο αναπτυσσόμενος καπιταλισμός γνωρίζει δύο ιστορικές τάσεις στο εθνικό ζήτημα. Η πρώτη: ξύπνημα της εθνικής ζωής και των εθνικών κινημάτων, πάλη ενάντια σε κάθε εθνικό ζυγό, δημιουργία εθνικών κρατών. Η δεύτερη: ανάπτυξη και επιταχυνόμενη σύσφιξη των κάθε λογής σχέσεων ανάμεσα στα έθνη, σπάσιμο των εθνικών φραγμών, δημιουργία της διεθνούς ενότητας του κεφαλαίου, της οικονομικής ζωής γενικά, της πολιτικής, της επιστήμης κτλ. Και οι δύο τάσεις αποτελούν παγκόσμιο νόμο του καπιταλισμού. Η πρώτη επικρατεί στην αρχή της ανάπτυξής του, η δεύτερη χαρακτηρίζει τον ώριμο καπιταλισμό, που πάει να μετατραπεί σε σοσιαλιστική κοινωνία» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 24, σελ. 123). Βρισκόμαστε ακριβώς στην εποχή, στην εποχή του ιμπεριαλισμού, που η δεύτερη ιστορική τάση του καπιταλισμού εξελίσσεται ραγδαία, που έχουν σπάσει οι εθνικοί φραγμοί, που έχει διαμορφωθεί η ενότητα του διεθνούς κεφαλαίου απέναντι στην εργατική τάξη, έχουν διαμορφωθεί οι μονοπωλιακές ενώσεις, οι καπιταλιστικές διακρατικές συμμαχίες, που ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός οξύνεται, που οι Λενινιστικές επεξεργασίες για τον ιμπεριαλισμό αποκτούν ιδιαίτερη επικαιρότητα. Αυτό δε σημαίνει ότι καθήκοντα που απορρέουν από την πρώτη ιστορική τάση του καπιταλισμού πρέπει να παραμερίζονται ή και να υποβιβάζονται σαν να μην υπάρχουν. Αντίθετα αυτά τα καθήκοντα τα αναλαμβάνει να τα υπερασπιστεί η εργατική τάξη, γιατί η αστική τάξη έχει παραιτηθεί από αυτά. Παραπέρα τα καθήκοντα αυτά αποτελούν μέρος του προγράμματος ενός προλεταριακού κόμματος, γιατί μέσα από αυτά δημιουργεί προϋποθέσεις για:
- την άνοδο της ταξικής πάλης, της ταξικής και πολιτικής συνείδησης της ίδιας της εργατικής τάξης και συνολικά του εργαζόμενου λαού,
- να μπορέσει αναγορευτεί η εργατική τάξη ως «εθνική δύναμη» που εκπροσωπεί συνολικά τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού,
- τη σφυρηλάτηση της κοινωνική συμμαχίας, μεταξύ της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, και κατ’ επέκταση και των πολιτικών συμμαχιών.
Τρίτο: Ως συνέχεια της απόσπασης του επεκτατισμού του ιμπεριαλισμού ακολουθεί η απόσπαση ενός άλλου γνωρίσματος του ιμπεριαλιστικού σταδίου, αυτό της εξαγωγής κεφαλαίων, που του αποδίδεται γενικά ιδιαίτερη σημασία (και σωστά). Η Λενινιστική ανάλυση είναι γνωστό ότι αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην εξαγωγή κεφαλαίων αλλά πάντα σε σχέση με την εξαγωγή εμπορευμάτων. Κατά τον Β. Ι. Λένιν η εξαγωγή κεφαλαίων παίρνει κυρίαρχη θέση ως προς την εξαγωγή εμπορευμάτων. Εδώ πρέπει να κάνουμε την εξής παρατήρηση. Πράγματι υπάρχουν χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και με διαμορφωμένο μονοπωλιακό καπιταλισμό που προβαίνουν σε εξαγωγή κεφαλαίων. Παράδειγμα η χώρα μας. Υπάρχουν, παραπέρα, χώρες, που δεν διαθέτουν καν μέσο επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, που επίσης προβαίνουν σε εξαγωγή κεφαλαίων (για να μη μιλήσουμε για ορισμένα νησιά, που αποτελούν φορολογικούς παραδείσους, και που η διακίνηση χρηματικών κεφαλαίων έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις με τις Off shore εταιρείες, π.χ. Κύπρος κ.α.). Στη σημερινή καπιταλιστική πραγματικότητα το γεγονός αυτό διευκολύνεται από την ανάπτυξη της τεχνολογίας, την ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του σπασίματος των οικονομικών φραγμών μεταξύ των κρατών, αν και αυτό το χαρακτηριστικό μπορεί να συνοδεύεται και από προστατευτισμό (την ίδια στιγμή που σπάνε οι οικονομικοί φραγμοί μπορεί και να επιβάλλονται, ανάλογα με τη θέση της κάθε χώρας, χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ΗΠΑ). Αυτό, όμως, που έχει σημασία και πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα είναι ότι τελικά αυτή η εξαγωγή κεφαλαίων που γίνεται από μικρότερες χώρες δεν αλλάζει τη σχέση μεταξύ του «κράτους πιστωτή» και του «κράτους οφειλέτη». Πολύ περισσότερο η εξαγωγή κεφαλαίων δεν είναι μια σταθερή κατάσταση. Η χώρα μας, για παράδειγμα, δανείζεται σταθερά (ακόμα και όταν παρουσίαζε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης δανειζόταν). Τώρα βρίσκεται υπό καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Εξακολουθεί να δανείζεται. Πιστώνεται και οφείλει. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε παρά το κούρεμα που έγινε. Μετά μάλιστα από τη μετατροπή του δημόσιου χρέους σε διακρατικό χρέος μεγάλωσε η ανάγκη για νέο δανεισμό και κατ’ επέκταση εντάθηκε και η εξάρτησή της. Την ίδια στιγμή, ιδιαίτερα μετά την εκδήλωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αντιστράφηκε η εξαγωγή κεφαλαίων για τη χώρα μας με αποτέλεσμα να φτάσει σε αρνητικό πρόσημο, γεγονός που αποδεικνύει ότι ελληνικές επιχειρήσεις επέστρεψαν κεφάλαια στις μητρικές επιχειρήσεις που διαθέτουν στην Ελλάδα προκειμένου να τις ενισχύσουν.
Τέταρτο: Ενώ, από τη μια μεριά, αποκόπτεται ο ιμπεριαλισμός από τον επεκτατισμό, ενώ, από την άλλη μεριά, η εξαγωγή κεφαλαίων δεν αντιμετωπίζεται σε παραλληλία με τη σχέση του κράτους πιστωτή και του κράτους οφειλέτη, η «λογική» αυτής της θεώρησης από την πλευρά της ΙΕ οδηγεί «αναγκαστικά» σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα: στην υποβάθμιση και στην αλλοίωση των όρων και των προϋποθέσεων που διεξάγεται και πραγματοποιείται το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς. Απ’ όσο έχουμε υπόψη μας η χώρα μας δεν ανήκει ούτε στην Ομάδα των 20, πολύ περισσότερο δεν ανήκει στην Ομάδα των 8. Επίσης, απ’ όσο έχουμε υπόψη μας, ούτε καν παρευρίσκεται στις συναντήσεις των δύο Ομάδων αυτών ως προσκαλεσμένη (θεσμός που υπάρχει, π.χ. όταν συνεδριάζει η Ομάδα των 8 μπορούν να παρευρίσκονται ως προσκαλεσμένοι η Κίνα ή Ευρωπαϊκή Ένωση κλπ). Επομένως η χώρα μας δεν αντιμετωπίζεται ως παγκόσμια δύναμη που μπορεί να έχει κάποιο ρόλο στο μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς εκ μέρους των άλλων καπιταλιστικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Με δυο λόγια η Ελλάδα δεν παίζει κάποιο άμεσο ρόλο στο μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς, γιατί δεν διαθέτει την οικονομική – με τις αντίστοιχες μονοπωλιακές ενώσεις, ούτε την πολιτική, στρατιωτική, διπλωματική δύναμη με τις αντίστοιχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για να μπορεί να παίξει τον ανάλογο παγκόσμιο ρόλο. Με την έννοια αυτή δεν είναι ακριβής η θέση ότι η Ελλάδα (ο ελληνικός καπιταλισμός) διαθέτει όλα τα γνωρίσματα του ιμπεριαλισμού. Γιατί, προφανώς, όταν μια χώρα (ο καπιταλισμός αυτής της χώρας) διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ιμπεριαλιστικού σταδίου είναι και ιμπεριαλιστική. Προκειμένου να καλυφτεί αυτή η κραυγαλέα «έλλειψη» αντικαταστάθηκε η δυνατότητα μοιράσματος της παγκόσμιας αγοράς από τη χώρα μας με τη συμμετοχή ή και τη συμβολή της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Από το «μυαλό» της ΙΕ δεν περνάει καθόλου η ιδέα ότι είναι διαφορετικό πράγμα το μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς από τις χώρες εκείνες που παίζουν παγκόσμιο ρόλο με τις αντίστοιχες μονοπωλιακές ενώσεις που διαθέτουν, γεγονός που εξηγεί και τον ανταγωνισμό μεταξύ τους, οπότε μπορεί να εξαπολύουν και τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους για να κατοχυρώσουν το ξαναμοίρασμα, ως αποτέλεσμα των πολέμων, και διαφορετικό πράγμα η συμμετοχή ή συμβολή χωρών (όπως π.χ. η χώρα μας) στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, που εξαπολύουν οι χώρες που παίζουν παγκόσμιο ρόλο («η χούφτα» των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων) στο μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς και διεξάγουν με δική τους πρωτοβουλία και τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Αυτής της κατηγορίας οι χώρες (όπως η Ελλάδα) είναι χώρες τραβηγμένες από την ιμπεριαλιστική πολιτική των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και φυσικά η συμμετοχή ή συμβολή τους στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο γίνεται με τη θέληση των αστικών τους τάξεων, ευελπιστώντας σε ανταλλάγματα ή ψίχουλα της μοιρασιάς. Ο Β. Ι. Λένιν μας ξεκαθαρίζει τα πράγματα με το γνωστό παστρικό του τρόπο: «Η εποχή του νεότατου καπιταλισμού μας δείχνει ότι ανάμεσα στις ενώσεις των καπιταλιστών διαμορφώνονται ορισμένες σχέσεις πάνω στη βάση του οικονομικού μοιράσματος του κόσμου, και παράλληλα και σε σχέση μ’ αυτό ανάμεσα στις πολιτικές ενώσεις, ανάμεσα στα κράτη, διαμορφώνονται ορισμένες σχέσεις πάνω στη βάση του εδαφικού μοιράσματος του κόσμου, της πάλης για τις αποικίες, της «πάλης για οικονομικό χώρο» (Β. Ι . Λένιν, Άπαντα, Τόμος 27, σελ. 379). Σε άλλο σημείο ο Β. Ι. Λένιν αποδίδει πολύ συγκεκριμένα αυτές τις σχέσεις: «Μια και γίνεται λόγος για την αποικιακή πολιτική της εποχής του καπιταλιστικού ιμπεριαλισμού, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι το χρηματιστικό κεφάλαιο και η αντίστοιχη σ’ αυτό διεθνής πολιτική, που οδηγεί στον αγώνα των μεγάλων δυνάμεων για το οικονομικό και πολιτικό μοίρασμα του κόσμου, δημιουργούν ολόκληρη σειρά από μεταβατικές μορφές κρατικής εξάρτησης. Χαρακτηριστικές γι’ αυτή την εποχή δεν είναι μόνο οι δύο βασικές ομάδες χωρών: οι χώρες που κατέχουν αποικίες και οι αποικιακές χώρες, αλλά και οι ποικίλες μορφές των εξαρτημένων χωρών, που πολιτικά, τυπικά είναι και ανεξάρτητες, στην πράξη όμως είναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματιστικής και διπλωματικής εξάρτησης» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 27, σελ. 389, υπογράμμιση δική μας). Αργότερα η Κομμουνιστική Διεθνής πρόσθεσε άλλη μια κατηγορία, αυτή των καθυστερημένων χωρών, εννοώντας κυρίως τις χώρες της Αφρικής στις οποίες η εργατική τάξη ήταν ακόμη στα σπάργανα. Στην εποχή μας η κατάταξη που πραγματοποίησε ο Β. Ι. Λένιν έχει ριζικά αλλάξει. Το αποικιακό ζήτημα έχει ουσιαστικά πάρει τέλος, η κρατική συγκρότηση των εθνών έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και τα εθνικά κράτη έχουν κατακτήσει την ανεξαρτησία τους, έστω και τυπικά. Επομένως η κατάταξη που πρόβλεπε τις ιμπεριαλιστικές χώρες, τις αποικιακές χώρες και τις εξαρτημένες χώρες στη σύγχρονη εποχή δεν υφίσταται ολοκληρωτικά ως τέτοια. Αυτό που προκύπτει είναι ότι υπάρχει μια ομάδα χωρών, η Ομάδα των 8 με κυρίαρχη δύναμη τις ΗΠΑ, που είναι οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, που παίζουν παγκόσμιο ρόλο και επιβάλλουν το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς, που εξαπολύουν τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Παραπέρα υπάρχει μια δεύτερη βασική ομάδα χωρών, που είναι η πολυπλυθέστερη και που είναι οι εξαρτημένες χώρες. Η Ομάδα των 20 είναι μια ετερόκλητη ομάδα που αποτελείται από χώρες με διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών τους δυνάμεων και που οι περισσότερες από αυτές, αν εξαιρέσουμε την Ομάδα των 8, δεν είναι σε θέση να επιβάλουν το (ξανα)μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς. Οι πολιτικές και οικονομικές ενώσεις που δημιουργούνται – όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν αλλάζουν τις σχέσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων με τις άλλες χώρες, που είναι εξαρτημένες, ακόμη και εάν συμμετέχουν στις ενώσεις αυτές. Όσο για χώρες όπως η Ινδία, η Βραζιλία, η Ινδονησία, η Νότιος Αφρική κτλ, που θεωρούνται αναδυόμενες καπιταλιστικές δυνάμεις, δε μπορούν να χαρακτηριστούν ως ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, μόνο και μόνο επειδή εξάγουν κεφάλαια. Δηλαδή, το βασικό κριτήριο στην εποχή μας, με τη γενικευμένη απελευθέρωση της παγκόσμιας αγοράς στην κίνηση των κεφαλαίων και στην εξαγωγή, για να μπορεί μια χώρα να χαρακτηριστεί ως ιμπεριαλιστική δύναμη είναι το εάν μπορεί να παίζει παγκόσμιο και άμεσο ρόλο στο μοίρασμα και ξαναμοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς (διαθέτοντας παράλληλα και όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά γνωρίσματα). Προς επίρρωση της άποψής μας παραθέτουμε την αντίστοιχη θέση του Β. Ι. Λένιν: «Για τον ιμπεριαλισμό είναι χαρακτηριστικό κάτι άλλο, που προηγούμενα, πριν από τον 20ο αιώνα, δεν υπήρχε, και συγκεκριμένα: το οικονομικό μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στα διεθνή τραστ, το μοίρασμα με βάση μια συμφωνία χωρών μεταξύ τους, σαν περιοχών πούλησης» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 34, σελ. 370, υπογράμμιση δική μας), ενώ η εξαγωγή κεφαλαίων – όπως τα γνωστά δάνεια στη χώρα μας, υπήρχε και πριν τη διαμόρφωση του ιμπεριαλιστκού σταδίου του καπιταλισμού. Στην Ομάδα των 8 συμμετέχουν ταυτόχρονα οι χώρες που αποτελούν το βασικό πυρήνα του ΝΑΤΟ, που παίζει το ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και που κατοχυρώνει στρατιωτικά το μοίρασμα της παγκόσμιας αγοράς.
Συμπερασματικά: Ο σύγχρονος ιμπεριαλισμός, που είναι το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού χαρακτηρίζεται, ως προς την κατάταξη των χωρών, από δύο βασικές ομάδες χωρών. Την Ομάδα των ιμπεριαλιστικών χωρών (Ομάδα των 8) και την πολυπληθή ομάδα των εξαρτημένων χωρών, έστω και εάν αυτές είναι τυπικά ανεξάρτητες χώρες, έστω και εάν ορισμένες από αυτές φιλοδοξούν να παίξουν ισχυρό περιφερειακό ρόλο. Με αυτήν την έννοια δεν υπάρχει καμία δυνατότητα να στοιχειοθετηθεί η θεωρία της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, γιατί αλλοιώνει κατάφωρα τα βασικά γνωρίσματα της ιμπεριαλιστικής εποχής.
Απομένει να σχολιάσουμε ένα ακόμη ζήτημα, που συγκεντρώνεται στο παρακάτω ερώτημα. Οι εξαρτημένες χώρες από την άποψη της «ωρίμανσης», για την οποία μας μιλάει η ΙΕ, σε τι κατάσταση βρίσκονται; Η απάντηση είναι σαφής. Ορισμένες χώρες από αυτές που ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτημένων χωρών (που δεν μπορούμε να καθορίσουμε τον ακριβή αριθμό τους – εδώ χρειάζεται μια πιο λεπτομερής μελέτη, που να αποδίδει με σαφήνεια την οικονομική κατάσταση της κάθε χώρας) πράγματι έχουν φτάσει την οικονομία τους στο επίπεδο του μονοπωλιακού και κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, γεγονός που αποδεικνύει και την ωρίμανση της υλικής βάσης του καπιταλισμού για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Σε αυτήν την κατάσταση βρίσκεται και η χώρα μας. Με δυο λόγια οι αντικειμενικοί όροι για το πέρασμα στο σοσιαλισμό έχουν δημιουργηθεί στη χώρα μας και επομένως η επικείμενη επανάσταση δεν μπορεί παρά να έχει μόνο προλεταριακό – σοσιαλιστικό χαρακτήρα. Περί αυτού δεν μπορεί να υπάρχει καμία αμφιβολία. Αυτός ο παράγοντας που καθυστερεί είναι ο υποκειμενικός παράγοντας.
Το Πρόγραμμα, κατά συνέπεια, του Κόμματος, το καθήκον του, που πρέπει να υπηρετήσει, είναι να φέρει σε αντιστοιχία τους αντικειμενικούς όρους της επανάστασης με τους υποκειμενικούς. Με την έννοια αυτή πρέπει να υιοθετήσει την κατάλληλη επαναστατική τακτική, που να μας οδηγήσει στην υλοποίηση του στρατηγικού του στόχου. Και στο προκείμενο ζήτημα η Λενινιστική επαναστατική τακτική είναι αναντικατάστατη.
Και εδώ υπάρχουν οι διαφορές με την ηγεσία του Κόμματος, η οποία επιχειρεί και αναγάγει τις υπάρχουσες διαφορές στο επίπεδο της τακτικής σε στρατηγικού χαρακτήρα διαφορές. Πολύ άχαρο έργο, που ορισμένες φορές παίρνει και ανήθικο χαρακτήρα με τις συκοφαντίες, τα εσκεμμένα τσουβαλιάσματα και τις παραχαράξεις των θέσεών μας. Τα αδιέξοδα, όμως, στην πολιτική του Κόμματος δεν είναι δικά μας και η δικαίωση των θέσεών μας είναι ήδη γεγονός και αυτό καταφαίνεται από τα σύγχρονα οικονομικά φαινόμενα που εξελίσσονται με την ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη αλλά και με τις άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
COMMENTS