Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση: «Ο Λένιν εξιστορεί» (2)

Φλεβάρης-Οκτώβρης 1917: Από την πτώση του Τσάρου στην προλεταριακή εξέγερση

Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΗ

Στο μεταξύ, στα μέσα του Απρίλη η εξέλιξη του πολέμου και η στάση της αστικής τάξης, που απολαμβάνει ακόμη την υποστήριξη των Σοβιέτ, προκαλούν μια πολύ σοβαρή πολιτική κρίση. Η Προσωρινή κυβέρνηση εκδίδει το λεγόμενο «Δάνειο της Ελευθερίας» (Άπαντα Λένιν, τόμος 31, «Πως προσδέθηκαν στους καπιταλιστές», ΣΕ, σελ. 283-285) και στις 18 του Απρίλη στη διακοίνωσή της μιλάει για τη συμμετοχή στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο «ως την αποφασιστική νίκη» τονίζοντας ότι «θα τηρήσει απόλυτα τις ανειλημμένες υποχρεώσεις απέναντι στους συμμάχους μας» (Άπαντα Λένιν, τόμος 31, «Η διακοίνωση της προσωρινής κυβέρνησης», ΣΕ, σελ. 297). Οι Μπολσεβίκοι είναι οι μόνοι που έχουν καθαρή στάση άρνησης του δανείου και ζητούν να μην ψηφίσουν υπέρ του τα Σοβιέτ, ζητώντας παράλληλα με απόφαση της Κεντρικής τους Επιτροπής δημοψήφισμα (Άπαντα Λένιν, τόμος 31, «Απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΔΕΚΡ (μπ) που πάρθηκε στις 21 του Απρίλη (4 του Μάη) 1917», ΣΕ, σελ. 309-311). Οι Μενσεβίκοι και οι Εσέροι ταλαντεύονται. Ξεσπά πολιτική κρίση. Από τις 18 του Απρίλη και ειδικότερα στις 20-21 του ίδιου μήνα, αυθόρμητα διοργανώνονται συλλαλητήρια και διαδηλώσεις στις οποίες οι Μπολσεβίκοι προσπαθούν να προσδώσουν ειρηνικό χαρακτήρα, αποδίδοντας στην Προσωρινή κυβέρνηση κάθε ευθύνη για «εμφύλιο πόλεμο».

Το Σοβιέτ της Πετρούπολης με απόφασή του στις 21 του Απρίλη απαγορεύει τις εκδηλώσεις των αγανακτισμένων μαζών. Οι Μπολσεβίκοι με νέα απόφαση της ΚΕ πειθαρχούν στην απόφαση της απαγόρευσης και εστιάζουν τη δράση τους στην προπαγάνδα και τη διαφώτιση για την ουσία των γεγονότων (Άπαντα Λένιν, τόμος 31, «Απόφαση της ΚΕ του ΣΔΕΚΡ (μπ) που πάρθηκε το πρωί της 22 του Απρίλη (5 του Μάη) 1917», ΣΕ, σελ. 319-320).

Οι εκδηλώσεις των μαζών ξεκίνησαν ως στρατιωτικές διαδηλώσεις με το «αντιφατικό», όπως το χαρακτηρίζει, ο Λένιν σύνθημα «κάτω ο Μιλιουκόφ». Αυτά από τη μια πλευρά. Από την άλλη, στις πλούσιες συνοικίες της Πετρούπολης οι διαδηλωτές υποστηρίζουν την προσωρινή κυβέρνηση και στα συνθήματά τους ξεχωρίζει και το «κάτω ο Λένιν»! Οι Μπολσεβίκοι μπαίνουν στις διαδηλώσεις των μη πλούσιων και των φτωχών συνοικιών της Πετρούπολης για να τους προσδώσουν ειρηνικό χαρακτήρα και σ’ αυτές, τις πιο μαζικές διαδηλώσεις ξεχωρίζει το σύνθημα «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών». Μεταξύ των δύο διαδηλώσεων ακολουθούν και ένοπλες αψιμαχίες στις οποίες βάζει τέρμα η απόφαση της απαγόρευσης από την Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ.

Για την ουσία αυτής της πρώτης πολιτικής κρίσης μετά την αστικοδημοκρατική επανάσταση, της κρίσης εξουσίας ο Λένιν θα γράψει στο άρθρο του «Διδάγματα από την κρίση» (Άπαντα Λένιν, τόμος 31, «Διδάγματα από την κρίση», ΣΕ, σελ. 324-327) ότι η μικροαστική μάζα «ταλαντεύτηκε από τους καπιταλιστές προς την πλευρά των επαναστατών εργατών. Αυτή η ταλάντευση, η κίνηση της μάζας, της ικανής με τη δύναμή της να κρίνει τα πάντα, δημιούργησε αυτή την κρίση. Τότε άρχισαν να μπαίνουν σε κίνηση, να κατεβαίνουν στους δρόμους και να οργανώνονται όχι τα μεσαία στοιχεία, αλλά τα άκρα, όχι η ενδιάμεση μικροαστική μάζα, αλλά η αστική τάξη και το προλεταριάτο». Αιτία αυτού του «επεισοδίου», «όταν στους δρόμους της Πετρούπολης ήταν έτοιμος να ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος» «είναι η λεγόμενη δυαδική εξουσία, είναι η ασταθής ισορροπία που προέκυψε σαν αποτέλεσμα της συμφωνίας ανάμεσα στα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών και στην Προσωρινή κυβέρνηση».

Αυτή η κρίση εξουσίας μπορεί να λυθεί με τρεις τρόπους γράφει ο Λένιν: είτε με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη των Σοβιέτ προς την προσωρινή κυβέρνηση, είτε με κυβέρνηση συνασπισμού μεταξύ Προσωρινής κυβέρνησης και Σοβιέτ, είτε όπως πρότειναν οι Μπολσεβίκοι με το «πέρασμα όλης της κρατικής εξουσίας στα Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών». (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Κρίση εξουσίας», ΣΕ, σελ. 1-3).

Τελικά στις 6 του Μάη οι Μενσεβίκοι και οι Εσέροι προχωρούν σε κυβέρνηση συνασπισμού με την αστική τάξη, αναβαθμίζοντας έτσι την υποστήριξη που παρείχαν τα -υπό την ηγεσία τους- Σοβιέτ στην ως τότε Προσωρινή κυβέρνηση, η οποία «βρισκόταν στο χείλος της καταστροφής». Ωστόσο η «τωρινή δυαδική εξουσία» δε χάθηκε, αλλά όπως σημειώνει ο Λένιν «δεν μπορεί να κρατήσει για πολύ» (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Εξαφανίστηκε η δυαδική εξουσία;», ΣΕ, σελ. 127-130).

 

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΗ ΣΤΟΝ ΙΟΥΛΗ – ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΡΙΣΕΙΣ

Τα γεγονότα της 18-21 του Απρίλη ήταν η πρώτη από μια αλυσίδα πολιτικών κρίσεων που θα κρατήσουν ως τα γεγονότα της 3-5 του Ιούλη, τα οποία αποτελούν αποφασιστικό σημείο στροφής στην πορεία της ρωσικής επανάστασης. Σ’ αυτές τις κρίσεις εξουσίας «το κοινό ήταν δυσαρέσκεια των μαζών που ξεχείλιζε, ο αναβρασμός τους ενάντια στην αστική τάξη και την κυβέρνησή της» (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Τρεις κρίσεις», ΣΕ, σελ. 429), διότι κανένα από τα αιτήματα της επανάστασης για ειρήνη, γη, ψωμί και ελευθερία δεν ικανοποιούνταν. Και όχι μόνο δεν ικανοποιούνταν, αλλά η κατάσταση χειροτέρευε εξαιτίας των όλο και μεγαλύτερων διαθέσεων συμβιβασμού με την αστική τάξη που έδειχναν οι Μενσεβίκοι και οι Εσέροι. (Αναλυτικότερα στο ίδιο, σελ. 428-432).

Σ’ αυτή την περίοδο των πολιτικών κρίσεων το ζήτημα του περάσματος «όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ» τίθεται με όρους κινητοποίησης των μαζών και οι Μπολσεβίκοι βρίσκονται στο πλευρό των μαζών ζυμώνοντας τα συνθήματά τους και κάνουν ταυτόχρονα κριτική στις ηγεσίες των Μενσεβίκων και Εσέρων στη βάση του ότι, έπαψαν να είναι επαναστάτες όχι με την έννοια του σοσιαλισμού αλλά με την έννοια της «επαναστατικής δημοκρατίας». Η άρνηση της παράδοσης «όλης της κρατικής εξουσίας στα χέρια αυτών των Σοβιέτ» είναι «άρνηση της δημοκρατίας!» επισημαίνει ο Λένιν (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», ΣΕ, σελ. 408-409).

Η κριτική του Λένιν εστιάζει στην ανάγκη να εμφανίσει την εργατική τάξη ως την τάξη εκείνη που μπορεί να εγγυηθεί τις κατακτήσεις της επανάστασης του Φλεβάρη και κατηγορεί τις ηγεσίες των μικροαστικών κομμάτων ότι σύρονται απ’ την αντεπαναστατική αστική τάξη προδίδοντας τα συμφέροντα των μικροαστών που εκπροσωπούν. «Άλλαξε η μορφή του συμβιβασμού» σε συνθήκες «ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας» παρατηρεί ο Λένιν σε σχέση με την περίοδο της μοναρχίας (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Ταξικές ανακατατάξεις», ΣΕ, σελ. 383-386).

Μετά το «δάνειο της ελευθερίας» η κυβέρνηση συνασπισμού, ουσιαστικά η αστική τάξη βάζει επί τάπητος την έναρξη επίθεσης στο πολεμικό μέτωπο ως ένα πρακτικό πολιτικό ζήτημα με στόχο να ηττηθεί η επανάσταση. (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Συμμαχία για το σταμάτημα της επανάστασης», ΣΕ, σελ. 300-301). Την ίδια στιγμή η αστική τάξη με μια σειρά άλλων μέτρων, που παίρνει από τα παρασκήνια, προχωρεί και στον αφοπλισμό επαναστατικών συνταγμάτων του ρώσικου στρατού.

Οι μηχανορραφίες αυτές σε συνδυασμό με τα προβλήματα επισιτισμού προκαλούν δυσφορία και νέα αγανάκτηση των μαζών και ξεσπούν απεργίες στις αρχές του Ιούνη. Οι Μπολσεβίκοι αποφασίζουν να προχωρήσουν σε διαδήλωση ειρηνική στις 10 του Ιούνη,την οποία ωστόσο απαγορεύει το συνέδριο των Σοβιέτ. Οι Μπολσεβίκοι για ακόμα μια φορά αποφασίζουν να μην αντιταχθούν στην απόφαση του Σοβιέτ και κάνουν ζύμωση για την ανάγκη αναστολής της διαδήλωσης, αποκαλύπτοντας παράλληλα τη συμβιβαστική στάση των ηγεσιών των μικροαστικών κομμάτων. Στην απόφασή του το Σοβιέτ, δηλαδή η πλειοψηφία των Μενσεβίκων και των Εσέρων, αναγνωρίζουν ότι οι Καντέτοι και συνολικά οι αστοί με τους οποίους συνεργάζεται στην κυβέρνηση έχουν περάσει στην αντεπανάσταση, τονίζοντας ότι τη διαδήλωση των μπολσεβίκων «θέλουν να την εκμεταλλευτούν οι κρυμμένοι αντεπαναστάτες…» (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Συγχυσμένοι και τρομαγμένοι», ΣΕ, σελ. 321-323).

Στη συνέχεια, το πρώτο πανρωσικό συνέδριο των Σοβιέτ αποφασίζει τη διοργάνωση διαδήλωσης στις 18 του Ιούνη. Οι ηγεσίες των Εσέρων και των Μενσεβίκων επιδιώκουν με τη διαδήλωση αυτή να εκφραστεί η υποστήριξη των μαζών στην κυβέρνηση συνασπισμού και στην απόφασή της για συνέχιση του πολέμου. Τελικά οι 500χιλιάδες διαδηλωτές της Πετρούπολης στις 18 του Ιούνη ακολουθούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα συνθήματα των Μπολσεβίκων, οι οποίοι ζητούν να περάσει όλη η κρατική εξουσία στα Σοβιέτ για να ικανοποιηθούν τα αιτήματα της επανάστασης.

Ο αναβρασμός των επαναστατημένων μαζών σε συνδυασμό με τις πρώτες ειδήσεις για την αποτυχία της επίθεσης του Ιούνη στο στρατιωτικό μέτωπο που φτάνουν στις 2 του Ιούλη, αποτελούν αφορμή για να αποκαλυφθούν οι πραγματικές αντεπαναστατικές διαθέσεις της αστικής τάξης. Οι Καντέτοι υπουργοί υποβάλλουν τις παραιτήσεις τους με πρόσχημα το «ουκρανικό ζήτημα». Στην πραγματικότητα επιχειρούν να ασκήσουν πίεση στους Εσέρους και Μενσεβίκους της κυβέρνησης συνασπισμού να συμφωνήσουν στην εφαρμογή του αντεπαναστατικού προγράμματος των Καντέτων, το οποίο βασικά συνίσταται στην αποχώρηση του επαναστατικού στρατού από την Πετρούπολη και στην απαγόρευση της δράσης των Μπολσεβίκων.

Ουσιαστικά η αστική τάξη προχωράει σε μια κίνηση (υποβολή παραιτήσεων Καντέτων υπουργών), που είναι «αποτέλεσμα υπολογισμού», με την οποία στοχεύει στο άνοιγμα του δρόμου για την πλήρη συντριβή της επανάστασης, τη συντριβή των Σοβιέτ. Ο δρόμος αυτός περνάει μέσα από την άσκηση πίεσης πάνω στα μικροαστικά στρώματα και η αστική τάξη προσπαθεί να αξιοποιήσει τις ταλαντεύσεις των μικροαστών για να καταστείλει την επανάσταση που φουντώνει. Η κίνηση αυτή από την πλευρά της αστικής τάξης υπαγορεύεται από την αδυναμία της κυβέρνησης συνασπισμού να εξασφαλίζει την πλήρη ταξική συνεργασία αστικής τάξης και μικροαστικών στρωμάτων. (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Σε τι μπορούσαν να υπολογίζουν οι Καντέτοι αποχωρώντας από την κυβέρνηση;», ΣΕ, σελ. 406-407 και σελ. 509-510. Βλέπε επίσης, στο ίδιο, «Λόγια και γεγονότα», σελ. 390-392).

Στις 3 του Ιούλη ξεσπούν αυθόρμητα συλλαλητήρια που τείνουν να μετατραπούν σε ένοπλη σύγκρουση κατά της κυβέρνησης. Η ΚΕ των Μπολσεβίκων σε συνεδρίασή της εκτιμάει ότι δεν είναι ακόμα ώριμες οι συνθήκες για ένοπλη εξέγερση και προχωράει τελικά στο να καλέσει το Κόμμα να συμμετέχει στα συλλαλητήρια για να τους προσδώσει ειρηνικό και οργανωμένο χαρακτήρα. Οι διαδηλώσεις έχουν εξίσου μαζική συμμετοχή (500χιλιάδες κόσμος) όπως είχαν τον Απρίλη και τον Ιούνη.

Εμφανίζονται όμως και ορισμένα νέα ποιοτικά στοιχεία σε σχέση με τις προηγούμενες κρίσεις. Οι διαδηλωτές ορίζουν 90 αντιπροσώπους οι οποίοι διαβιβάζουν στην Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ την απαίτηση των εργατών και στρατιωτών για πέρασμα όλης της εξουσίας στα χέρια των Σοβιέτ. Οι ηγέτες των Εσέρων και Μενσεβίκων αρνούνται να πάρουν την εξουσία και δέχονται να ικανοποιήσουν τις αξιώσεις των Καντέτων και της αντεπαναστατικής αστικής τάξης να καταπνίξουν ένοπλα, με τα συντάγματα των Ευέλπιδων και των Κοζάκων, τις ειρηνικές διαδηλώσεις του λαού. Ταυτόχρονα αρχίζουν επιθέσεις στο Κόμμα των Μπολσεβίκων, καταστρέφουν τα τυπογραφεία του, κλείνοντας την εφημερίδα «Πράβντα» και προχωρούν σε συλλήψεις και δολοφονίες Μπολσεβίκων.

Τα ξημερώματα της 5 του Ιούλη οι Μπολσεβίκοι αποφασίζουν να σταματήσουν οργανωμένα τις διαδηλώσεις για να διαφυλάξουν το κίνημα από τη συντριβή. Βασικό στοιχείο των γεγονότων αυτών ήταν και η ανοιχτή εμφάνιση της αριστερής αντιπολίτευσης στο εσωτερικό των Εσέρων και των Μενσεβίκων, η οποία τάσσεται υπέρ του περάσματος όλης της κρατικής εξουσίας στα Σοβιέτ.

Στη διάρκεια αυτών των τριών κρίσεων το κίνημα είχε τη μορφή της διαδήλωσης, διαδήλωσης όμως όχι συνηθισμένου τύπου, αλλά «κυματοειδούς» με γρήγορες εναλλαγές. Ήταν «κάτι περισσότερο από διαδήλωση και λιγότερο από επανάσταση. Είναι έκρηξη επανάστασης και αντεπανάστασης μαζί, είναι έντονη, πότε-πότε σχεδόν ξαφνική η εκτόπιση των μεσαίων στοιχείων, λόγω της ορμητικής εμφάνισης των προλεταριακών και αστικών στοιχείων. Είναι χαρακτηριστικό απ’ αυτή την άποψη ότι όλα τα μεσαία στοιχεία κατηγορούν για καθένα από αυτά τα κινήματα και τις δύο συγκεκριμένες ταξικές δυνάμεις, και την προλεταριακή και την αστική» για «ακρότητες». (Άπαντα Λένιν, τόμος 32, «Τρεις κρίσεις», ΣΕ, σελ. 430)

 

Η ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Τα γεγονότα της 3-5 του Ιούλη του 1917 ολοκληρώνουν την αλυσίδα των πολιτικών κρίσεων και βάζουν την πορεία της επανάστασης σε μια νέα φάση. Η κατάσταση έχει μεταβληθεί και προς το παρόν η αντεπανάσταση φαίνεται να έχει νικήσει, χάρη στην αδυναμία των ηγεσιών των μικροαστικών κομμάτων να κόψουν τον ομφάλιο λώρο με την αστική τάξη. Η επανάσταση δείχνει να κινδυνεύει να χαθεί οριστικά. Η νέα κατάσταση συνίσταται στο ότι «η αντεπανάσταση οργανώθηκε, δυνάμωσε και ουσιαστικά πήρε την κρατική εξουσία στα χέρια της». Το θεμελιακό γεγονός είναι ότι «ουσιαστικά η βασική κρατική εξουσία στη Ρωσία είναι τώρα στρατιωτική δικτατορία, το γεγονός αυτό το συγκαλύπτουν ακόμη μια σειρά θεσμοί, επαναστατικοί στα λόγια, μα ανίσχυροι στην πράξη» (Άπαντα Λένιν, τόμος 34, «Η πολιτική κατάσταση. Τέσσερις θέσεις», ΣΕ, σελ. 1).

Από τη μια μεριά οι τρεις κύριες δυνάμεις της αντεπανάστασης, το Κόμμα των Καντέτων, (αστική τάξη) το Γενικό επιτελείο και η ανώτατη ηγεσία του στρατού με τη βοήθεια του Κέρενσκι και ο μαυροεκατονταρχίτικος-μοναρχικός και αστικός τύπος συνενώθηκαν και από την άλλη οι ηγέτες των Σοβιέτ και των μικροαστικών κομμάτων των Εσέρων και των Μενσεβίκων «πρόδωσαν οριστικά την υπόθεση της επανάστασης και μετέτρεψαν τα κόμματά τους και τα Σοβιέτ «σε φύλλο συκής της αντεπανάστασης» (στο ίδιο, σελ. 2).

Ο Λένιν προτείνει την απόσυρση του συνθήματος «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» γιατί «ήταν σύνθημα ειρηνικής εξέλιξης της επανάστασης, κι’ αυτό θα μπορούσε να γίνει τον Απρίλη, το Μάη, τον Ιούνη, ως τις 5-9 του Ιούλη, δηλ. πριν περάσει η πραγματική εξουσία στα χέρια της στρατιωτικής δικτατορίας». Τώρα «κάθε ελπίδα για ειρηνική εξέλιξη της ρώσικης επανάστασης χάθηκε οριστικά. Η αντικειμενική κατάσταση –συνεχίζει– παρουσιάζεται έτσι: είτε ολοκληρωτική νίκη της στρατιωτικής δικτατορίας, είτε νίκη της ένοπλης εξέγερσης των εργατών, που είναι δυνατή μόνο αν η εξέγερση συμπέσει με ένα ισχυρό μαζικό ξεσηκωμό ενάντια στην κυβέρνηση και ενάντια στην αστική τάξη πάνω στη βάση του οικονομικού χάους και της παράτασης του πολέμου». «Τώρα το σύνθημα αυτό (σ.σ. «όλη η εξουσία στα σοβιέτ») δεν είναι πια σωστό, γιατί δεν παίρνει υπόψη του το συντελεσμένο αυτό πέρασμα, ούτε και την πλήρη προδοσία στην πράξη της επανάστασης από τους εσέρους και τους μενσεβίκους». Τώρα ακόμα και «το πέρασμα της γης στους αγρότες είναι αδύνατο χωρίς ένοπλη εξέγερση, γιατί η αντεπανάσταση, παίρνοντας την εξουσία, ενώθηκε πέρα για πέρα με τους τσιφλικάδες, σαν τάξη».

«Ο σκοπός της ένοπλης εξέγερσης μπορεί να είναι μόνο ένας: Το πέρασμα όλης της εξουσίας στα χέρια του προλεταριάτου, που το υποστηρίζει η φτωχή αγροτιά, για την πραγματοποίηση του προγράμματος του Κόμματός μας» τονίζει ο Λένιν και συστήνει αναπροσαρμογή της τακτικής των Μπολσεβίκων η οποία συνίσταται στο συνδυασμό νόμιμης και παράνομης δουλειάς. Λέει συγκεκριμένα «Το κόμμα της εργατικής τάξης, χωρίς να εγκαταλείπει τη νομιμότητα, μα και χωρίς ούτε στιγμή να την υπερτιμά, πρέπει να συνδυάσει τη νόμιμη με την παράνομη δουλειά, όπως το 1912-1914. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε ούτε για μια στιγμή τη νόμιμη δουλειά. Δεν πρέπει όμως και να τρέφουμε καθόλου συνταγματικές και ειρηνιστικές αυταπάτες». (Άπαντα Λένιν, τόμος 34, «Η πολιτική κατάσταση», ΣΕ, σελ. 1-5).

Αυτή είναι η αποτίμηση που κάνει ο Λένιν και για ακόμα μια φορά δεν φαίνεται να υπάρχει πλήρης συμφωνία με την άποψή του από το σύνολο του Μπολσεβίκικου κόμματος σ’ αυτή την «απότομη στροφή της ιστορίας». Ο Λένιν αναλαμβάνει να εξηγήσει πιο εμπεριστατωμένα αυτή τη στροφή στην πορεία των επαναστατικών γεγονότων με το άρθρο του «Σχετικά με τα συνθήματα» που γράφτηκε αμέσως μετά τα γεγονότα του Ιούλη και εκδόθηκε σε μπροσούρα με την ευθύνη της ΚΕ του ΣΔΕΚΡ(μπ) (Άπαντα Λένιν, τόμος 34, ΣΕ, σελ. 10-17). Επισημαίνει ότι το βασικό ζήτημα κάθε επανάστασης είναι το ζήτημα της κρατικής εξουσίας και από τις 27 Φλεβάρη με την πτώση του τσάρου κυριαρχούσε η δυαδική εξουσία «που έκφραζε και από υλική και από τυπική άποψη μια ακαθόριστη-μεταβατική κατάσταση της κρατικής εξουσίας […] Τότε η εξουσία ήταν ασταθής. Την μοιράζονταν η Προσωρινή κυβέρνηση και τα Σοβιέτ πάνω στη βάση μιας εθελοντικής συμφωνίας μεταξύ τους» (Στο ίδιο, σελ. 10).

Ο Λένιν όμως εμβαθύνοντας στο ζήτημα αυτό κάνει μια ουσιαστική και πάρα πολύ σημαντική παρατήρηση που συνίσταται στο γεγονός ότι «τα όπλα βρίσκονταν στα χέρια του λαού, εξωτερική βία πάνω στο λαό δεν υπήρχε» και «αυτό άνοιγε και εξασφάλιζε τον ειρηνικό δρόμο εξέλιξης όλης της επανάστασης προς τα μπρος». Το σύνθημα «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» ήταν «σύνθημα ειρηνικής εξέλιξης της επανάστασης» (στο ίδιο, σελ. 10) δίνοντας και μια παραπέρα διάσταση στο συλλογισμό του αυτό συνεχίζει: «Ειρηνικής όχι μόνο με την έννοια ότι κανείς, καμιά τάξη, καμιά σοβαρή πολιτική δύναμη δε θα μπορούσε τότε (από τις 27 του Φλεβάρη ως τις 4 του Ιούλη) να αντισταθεί και να εμποδίσει το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ. Και όχι μόνο αυτό. Η ειρηνική εξέλιξη θα ήταν τότε δυνατή, ακόμη και από την άποψη ότι η πάλη των τάξεων και των κομμάτων μέσα στα Σοβιέτ θα μπορούσε τότε να συνδυάζεται με τον πιο ειρηνικό και ανώδυνο τρόπο, με τον όρο ότι όλη η κρατική εξουσία θα είχε περάσει έγκαιρα σ’ αυτά» (Στο ίδιο, σελ. 11).

Η παραπέρα διάσταση στο συλλογισμό του Λένιν αφορά την αντίληψή του για τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος στη Λαϊκή και Σοσιαλιστική Δημοκρατία και είναι άκρως υποτιμημένη για να μην πούμε άγνωστη στο ευρύ κοινό.

Όπως εξηγεί, ο ίδιος ο Λένιν παραπέρα «τα Σοβιέτ από την ταξική τους σύνθεση ήταν όργανα του κινήματος των εργατών και των αγροτών, έτοιμη μορφή της δικτατορίας τους. Αν είχαν όλη την εξουσία, η κύρια αδυναμία των μικροαστικών στρωμάτων, το κύριο αμάρτημά τους, η ευπιστία προς τους καπιταλιστές, θα ξεπερνιόταν στην πράξη, θα υποβαλλόταν σε κριτική με την πείρα που θα αποκόμιζαν από τα ίδια τους τα μέτρα. Η διαδοχή των τάξεων και των κομμάτων που βρίσκονται στην εξουσία θα μπορούσε να γίνει μέσα στα Σοβιέτ ειρηνικά πάνω στη βάση της αποκλειστικής και απόλυτης εξουσίας των Σοβιέτ. Η σύνδεση όλων των σοβιετικών κομμάτων με τις μάζες θα μπορούσε να παραμείνει γερή και σταθερή. Δεν πρέπει ούτε στιγμή να μας διαφεύγει αυτό το γεγονός ότι μονάχα αυτή η στενότατη και ελεύθερα αναπτυσσόμενη σε πλάτος και σε βάθος σύνδεση των σοβιετικών κομμάτων με τις μάζες θα μπορούσε να βοηθήσει να ξεπεραστούν ειρηνικά οι αυταπάτες της μικροαστικής πολιτικής του συμβιβασμού με την αστική τάξη. Το πέρασμα όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ αυτό καθαυτό δεν θα άλλαζε και ούτε θα μπορούσε να αλλάξει το συσχετισμό των τάξεων, δεν θα άλλαζε τίποτε από το μικροαστισμό της αγροτιάς. Θα έκανε όμως έγκαιρα ένα μεγάλο βήμα προς την κατεύθυνση της απόσπασης των αγροτών από την αστική τάξη, της προσέγγισης και σε συνέχεια της συνένωσής τους με τους εργάτες» (Στο ίδιο, σελ. 11-12)

Σήμερα (Ιούλης 1917) –γράφει στο ίδιο άρθρο ο Λένιν– ο ειρηνικός δρόμος εξέλιξης της επανάστασης έκλεισε γιατί «η εξουσία στο αποφασιστικό της μέρος πέρασε στα χέρια της αντεπανάστασης» και μαζί μ’ αυτό έκλεισε και «ο κύκλος της ανάπτυξης των σχέσεων ανάμεσα στα κόμματα» γιατί τώρα «η αντεπαναστατική αστική τάξη, χέρι-χέρι με τους μοναρχικούς και τις μαύρες εκατονταρχίες, πήρε μαζί της αφού εν μέρει τους τρομοκράτησε, τους μικροαστούς εσέρους και μενσεβίκους και παρέδωσε την πραγματική κρατική εξουσία στα χέρια των Καβενιάκ, στα χέρια μιας στρατιωτικής σπείρας που τουφεκίζει στο μέτωπο όσους δεν υπακούουν σ’ αυτή και εξοντώνει τους μπολσεβίκους στην Πετρούπολη. Το σύνθημα για το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ θα ηχούσε σήμερα σαν δονκιχωτισμός ή σαν κοροϊδία. […] Η ουσία της υπόθεσης –τονίζει με έμφαση– βρίσκεται στο ότι τώρα πια κανείς δεν μπορεί να πάρει την εξουσία ειρηνικά… …Η ουσία της υπόθεσης βρίσκεται στο ότι μπορούν να νικήσουν τους νέους αυτούς κατόχους της κρατικής εξουσίας μόνο οι επαναστατημένες μάζες του λαού, με τον όρο ότι για να μπουν αυτές σε κίνηση πρέπει όχι μόνο να καθοδηγούνται από το προλεταριάτο, μα και να γυρίσουν τις πλάτες στα Κόμματα των εσέρων και των μενσεβίκων, που πρόδωσαν την υπόθεση της επανάστασης» (Στο ίδιο, σελ. 12-13).

Το καθήκον πλέον είναι η αναδιοργάνωση των δυνάμεων σε όλα τα επίπεδα για την απόκρουση της αντεπανάστασης και αυτό το καθήκον μπορεί να το σηκώσει αποφασιστικά μόνο η εργατική τάξη, μόνο με μια ΝΕΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ που θα της δώσει την κρατική εξουσία και σχετικά μ’ αυτό ο Λένιν υπογραμμίζει: «Τα Σοβιέτ μπορούν και πρέπει να εμφανιστούν στη νέα αυτή επανάσταση, όχι όμως τα σημερινά Σοβιέτ, όχι τα όργανα συμβιβασμού με την αστική τάξη, αλλά τα όργανα επαναστατικής πάλης εναντίον της. Ότι εμείς θα ζητήσουμε και τότε να συγκροτηθεί ολόκληρο το κράτος κατά το πρότυπο των Σοβιέτ, αυτό είναι σωστό. Εδώ δεν πρόκειται για τα Σοβιέτ γενικά, αλλά για τον αγώνα ενάντια στη δοσμένη αντεπανάσταση και την προδοσία των δοσμένων Σοβιέτ», (στο ίδιο, σελ. 16-17) τα οποία Σοβιέτ, σύμφωνα με το Λένιν, χρεοκόπησαν όχι γενικά, αλλά συγκεκριμένα γιατί σ’ αυτά κυριαρχούσαν τα μικροαστικά κόμματα των Εσέρων και Μενσεβίκων και η πολιτική του συμβιβασμού με την αστική τάξη που εξέφραζαν οι ηγεσίες τους.

COMMENTS