Για το χτύπημα ενάντια στο Λ. Παπαδήμο

Μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει από τα αστικά ΜΜΕ για την τρομοκρατία – μετά την έκρηξη της παγιδευμένης επιστολής στα χέρια του Λουκά Παπαδήμου – που επικεντρώνεται κυρίως στο επιχείρημα ότι: «τώρα το πολιτικό σύστημα και ολόκληρος ο Ελληνικός λαός πρέπει να ενωθούν και να καταδικάσουν την τρομοκρατία». Παραπέρα αυτή η κεντρική κατεύθυνση των αστικών ΜΜΕ συμπληρώνεται και με ένα δεύτερο επιχείρημα που αναφέρεται στο συγκεκριμένο περιστατικό και ιδιαίτερα στο πρόσωπο του Λουκά Παπαδήμου. Διατείνονται ότι: «η οποιαδήποτε κριτική απέναντι στο ρόλο του Λουκά Παπαδήμου υποχωρεί και δεν έχει θέση μπροστά στο τρομοκρατικό χτύπημα».

Συμπέρασμα: αυτό που προέχει είναι η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και όχι να κρίνουμε, πέρα από την καταδικαστέα ενέργεια του χτυπήματος σε βάρος του Λουκά Παπαδήμου, την πολιτική που εκπροσωπεί.

Για να μπούμε κατ’ ευθείαν στο θέμα: Θεωρούμε αυτό το χτύπημα ιδιαιτέρως σημαδιακό. Γίνεται σε μια περίοδο που στη χώρα μας ξεκαθαρίζουν πολλά πράγματα γύρω από την προοπτική της με κεντρικό άξονα τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους δανειστές, τη συμμετοχή της στα σχέδια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στην περιοχή μας.

Στο πρόσφατο Eurogroup παρουσιάστηκαν τρία σχέδια απόφασης γύρω από τη ρύθμιση του χρέους. Το τρίτο σχέδιο, που είναι ένας συνδυασμός των δύο πρώτων, προβλέπει ρύθμιση του δημόσιου χρέους της χώρας μας που εκτείνεται μέχρι το 2080! Όλα τα σχέδια προβλέπουν δημοσιονομικά πλεονάσματα που καταδικάζουν τον Ελληνικό λαό στη μόνιμη λιτότητα. Την ίδια στιγμή θα συνεχίζεται η επιτροπεία και θα συνεχίσουν να υπάρχουν μνημόνια. Η πολυπόθητη ανάπτυξη θα κινείται μεταξύ «φθοράς και αφθαρσίας», η είσοδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης είναι περισσότερο αβέβαιη, ενώ η έξοδος στις αγορές θα αυξήσει το δημόσιο χρέος. Το αδιέξοδο είναι προφανές.

Οι διάφοροι πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές, και ενόψει του επόμενου Eurogroup στα μέσα Ιούνη, δε μπορούν να αποκρύψουν την πραγματικότητα. Προβλέπουν ότι μετά τις 15 του Ιούνη θα υπάρξει μια συμφωνία, που θα «είναι πολύ δύσκολη για τους εργαζόμενους και για τη χώρα μας και για μεγάλο χρονικό διάστημα».

Θα τολμήσουμε να πούμε ότι αυτή η παραδοχή της πραγματικότητας εκ μέρους των αναλυτών – και από την κρατική ΕΡΤ, είναι μέρος της προετοιμασίας του Ελληνικού λαού για το τι τον περιμένει τα επόμενα χρόνια.

Και όταν μιλάμε για τα επόμενα χρόνια είναι ευκαιρία να θυμίσουμε τη θέση που έχει εκφράσει η «Νέα Σπορά», εδώ και αρκετό χρόνο πριν, ότι το χρέος θα είναι ένας βραχνάς για όλο τον τρέχοντα αιώνα. Ήδη τα σχέδια των δανειστών εκτείνονται μέχρι το 2080!

Το γεγονός αυτό είναι πολύ δύσκολο να περάσει στη συνείδηση του Ελληνικού λαού, και μάλιστα σε μια στιγμή που η διάρκεια της οικονομικής κρίσης και η εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής τον έχει εξαθλιώσει και τον έχει εξαντλήσει. Πολύ περισσότερο που ήδη η δυσφορία, η κούραση, η απογοήτευση, η αγανάκτηση, η δυσαρέσκεια για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνονται απειλητικά για το αστικό πολιτικό σύστημα και την αστική τάξη και η άρνησή της τείνει να μεταβληθεί σε πολιτικά πολύ σημαντικό αν όχι σε πλειοψηφικό ρεύμα.

Το ερώτημα σε τι μας χρησιμεύει η παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση προβάλλει επίκαιρο και ουσιαστικό, γίνεται ερώτημα των λαϊκών μαζών. Είναι στο στόμα του καθενός.

Από την άλλη ο Λουκάς Παπαδήμος είναι ένα πρόσωπο εμβληματικά σημαντικό για τη χώρα μας. Καθηγητής πανεπιστημίου, πρώην αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οικονομικός σύμβουλος Ελληνικών κυβερνήσεων, υψηλό στέλεχος του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος, πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, δηλαδή αστός διανοούμενος «υπεράνω πάσης υποψίας», που υπεράσπισε σταθερά τα συμφέροντα της αστικής τάξης στην πιο στυγνή εκδοχή τους. Πρόκειται για ένα πρόσωπο με πολύ γνωστές τις απόψεις του για την οικονομική πολιτική, που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα μας.

Και το σημαντικότερο, που έχει πολιτική θεσμική σημασία, και στο πλαίσιο των γνωστών απόψεων που υπερασπίζεται ο Λουκάς Παπαδήμος, διετέλεσε πρωθυπουργός της χώρας μας, ο οποίος κλήθηκε σε μια καθοριστική στιγμή για τη χώρα μας, και με πρωτοβουλία, για να μην πούμε απαίτηση των δανειστών, να παίξει το ρόλο του «συλλογικού πρωθυπουργού» για τις αστικές πολιτικές δυνάμεις και το αστικό πολιτικό σύστημα. Μια ανάλογη κίνηση που έγινε και στην Ιταλία με τον Μάριο Μόντι, ένα άλλο τραπεζικό στέλεχος και Ευρωπαϊκό επίτροπο, που στηρίχτηκε από τα αστικά κόμματα με απαίτηση της Μέρκελ.

Δεν ήταν, επομένως, ένας τυχαίος στόχος ο Λουκάς Παπαδήμος. Η «συνισταμένη» που εκπροσωπεί ο Λουκάς Παπαδήμος είναι μεγάλης πολιτικής σημασίας.

Με το συγκεκριμένο χτύπημα στέλνεται και αντίστοιχα ένα συγκεκριμένο μήνυμα, που αντικειμενικά κατατείνει στην τρομοκράτηση του Ελληνικού λαού, ανεξάρτητα από άλλους ισχυρισμούς, μπροστά σε κρίσιμες εξελίξεις και αποφάσεις που αναμένονται να παρθούν και που θα σημαδεύσουν την πορεία της χώρας μας για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Από την άποψη αυτή μπορεί κανείς να σκεφτεί ποιος είναι αυτός που εκ των πραγμάτων επωφελείται από ένα τέτοιο χτύπημα. Ποιον αντικειμενικά συμφέρει ένα τέτοιο χτύπημα.

Παραπέρα ξανάνοιξε η συζήτηση για την τρομοκρατία και έγινε και εσωτερικό πολιτικό ζήτημα ανάμεσα στις αστικές πολιτικές δυνάμεις (με κατηγορίες που εκτοξεύονται, με δηλώσεις που δείχνουν με το δάχτυλο και λένε πολλά περισσότερα από αυτά που λέγονται επίσημα) , ζήτημα το οποίο ανάγεται στο υπ’ αριθμόν πρώτο πολιτικό ζήτημα. Η ασφάλεια και η καταπολέμηση της τρομοκρατίας έρχεται να καλύψει τα άλλα πολιτικά και οικονομικά θέματα.

Αυτό, όμως, που δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής των εργαζομένων είναι ότι σε ανάλογα ζητήματα δεν υπάρχουν μονοσήμαντες ερμηνείες, αυτές που γίνεται προσπάθεια να κυριαρχήσουν.

Από αυτήν την άποψη οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να αφήνονται στις πρώτες εντυπώσεις, γιατί η Ιστορία έχει αποδείξει ότι από τέτοια χτυπήματα ποτέ δε βγήκε κερδισμένο το Εργατικό Κίνημα, αντίθετα τέτοιου είδους χτυπήματα χρησιμοποιήθηκαν και αξιοποιήθηκαν σε βάρος του. Και στη χώρα μας υπάρχει μια τέτοια εμπειρία στο πρόσφατο παρελθόν. Οι πολιτικοί ρόλοι ξεκαθαρίζουν στην πράξη.

Και αυτή είναι η μόνη σταθερά στην οποία πρέπει να σταθούν οι εργαζόμενοι και να μη μετακινηθούν από αυτήν. Η μόνη απάντηση για τους εργαζόμενους είναι η ένταση των αγώνων τους, η διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους απέναντι σε μια πολιτική που τους έχει εξαθλιώσει, απέναντι σε μια πολιτική προοπτική που είναι βέβαιο ότι θα χειροτερέψει την κατάστασή τους.

Η πορεία των πολιτικών πραγμάτων θα δώσει εξήγηση και για την αρχική αμηχανία που προκάλεσε στα αστικά κόμματα αυτή η προβοκατόρικη ενέργεια, εάν υπήρχαν και άλλοι αποδέκτες του μηνύματος που στάλθηκε μέσα από το συγκεκριμένο χτύπημα. Φαίνεται ότι το πολιτικό παιχνίδι μπορεί να αποδειχτεί ότι είναι υψηλού κόστους.

COMMENTS