Κυβέρνηση και Νέα Δημοκρατία στο ίδιο έργο πρωταγωνιστές

Είχαμε τη σπάνια ευκαιρία να παρακολουθήσουμε ταυτόχρονα την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη συνεδρίαση των τομεαρχών του κόμματός του – που από χθες ορισμένα αστικά ΜΜΕ προσκείμενα στη Νέα Δημοκρατία τη συνεδρίαση αυτή τη μετονόμασαν και έκαναν λόγο για «σκιώδη κυβέρνηση», όχι χωρίς πολιτική σημασία χαρακτηρισμός – και την ομιλία του πρωθυπουργού στο υπουργικό συμβούλιο! Κοινός τόπος και για τους δύο η επόμενη ημέρα και η ανάπτυξη.

Ο πρώτος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στηριγμένος και σε πραγματικά στοιχεία, εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την κατάσταση που έχει περιέλθει ο εργαζόμενος λαός και αφού καταδίκασε την πολιτική της κυβέρνησης για την «αποτυχία» της και την «ανικανότητά» της, για την «εξουσιομανία» της, μπήκε κατ’ ευθείαν στο «ψητό» και υποσχέθηκε ανάπτυξη μέσω της μείωσης των φόρων στις επιχειρήσεις, μείωσης του κράτους και δημιουργίας επενδυτικού κλίματος εμπιστοσύνης, για να έρθουν οι επενδυτές να αφήσουν «τα λεφτά» τους!

Αυτή η τοποθέτηση συνάδει παράλληλα και με όλη την προπαγάνδα των αστικών ΜΜΕ, που έχει ξεσπάσει αυτήν την περίοδο, ότι οι Ελληνικές επιχειρήσεις μεταναστεύουν στη Βουλγαρία λόγω της χαμηλής φορολογίας και των χαμηλών μισθών, που υπάρχουν στη χώρα αυτή. Έτσι, με τη μείωση της φορολογίας, θα έρθει και η ανάπτυξη σε συνδυασμό με την προσπάθεια για χαμηλά δημοσιονομικά πλεονάσματα. Την ίδια στιγμή, βέβαια, έδειξε την έχθρα του στο συνδικαλιστικό κίνημα προδιαγράφοντας τη στάση του απέναντι στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων. Χαμηλοί οι μισθοί και δεμένοι οι εργαζόμενοι! Να τι σημαίνει αναπτυξιακή εμπιστοσύνη για τους επενδυτές και ανάπτυξη για την αστική τάξη.

Η ουσία του ζητήματος είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχείρησε να δώσει ένα περίγραμμα ενός «ρεαλιστικού αφηγήματος», λόγω της πολιτικής που εφαρμόζει η κυβέρνηση, που θα βγάλει τη χώρα από την οικονομική κρίση και θα τη φέρει σε αναπτυξιακή πορεία, την ίδια στιγμή που οι μισθοί και τα ημερομίσθια, οι συντάξεις, έχουν κατρακυλήσει σε ανεπίτρεπτα επίπεδα εξαθλίωσης. Γίνεται κατανοητό ότι ο ρεαλισμός της ανάπτυξης θα πάει παράλληλα με το ρεαλισμό της εξαθλίωσης και με μια ελπίδα ότι θα γίνουν επενδύσεις.

Και δεν αρκείται σ’ αυτά. Δεν τον απασχολεί καθόλου το γεγονός ότι το πρόβλημα των επενδύσεων δεν είναι καθόλου ένα Ελληνικό πρόβλημα. Όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναζητούν επενδύσεις. Επομένως μπαίνει ένα ουσιαστικό ζήτημα που ξεπερνάει τα δεδομένα της Ελλάδας. Κατά δεύτερο ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί ότι θα εφαρμόσει τα μέτρα που θα πάρει η σημερινή κυβέρνηση και που προτείνουν οι δανειστές. Αυτά τα μέτρα που τα έχει χαρακτηρίσει υφεσιακά!

Όλα τα μέτρα που έχουν παρθεί μέχρι τώρα με τα μνημόνια, συν αυτά που προτείνονται από τους δανειστές για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, παίρνονται για να βγει η Ελλάδα από την οικονομική κρίση. Αυτά τα μέτρα είναι και μέσα στο «αφήγημα» της Νέας Δημοκρατίας. Τα χειρίστηκε και αυτή ως κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή τα ίδια μέτρα θεωρούνται υφεσιακά. Και αυτή η οικονομική πολιτική, που ισοδυναμεί με μνημόνια διαρκείας για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση δε βλέπουμε να φέρνει ανάπτυξη.

Ο δεύτερος, ο Αλέξης Τσίπρας, προχώρησε σ’ ένα διαφορετικό «αναπτυξιακό αφήγημα». Θεώρησε ότι ως χώρα έχουμε ξεπεράσει οριστικά τον «κάβο» της ύφεσης και ότι θα μπει η Ελλάδα στη φάση της ανάπτυξης και μάλιστα με πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Γι’ αυτό το λόγο ο πρωθυπουργός έβαλε ως στόχο να αρχίσει η διαβούλευση για την οικονομική – παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μπροστά και στο 2021, που θα γιορταστούν τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821! Ουσιαστικά ο Αλέξης Τσίπρας πολιτικά ήθελε να σηματοδοτήσει μια στροφή στην πορεία της χώρας μας πέρα και έξω από την οικονομική κρίση που βίωσαν και βιώνουν οι εργαζόμενοι και τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού.

Είναι φανερό ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και η αστική αντιπολίτευση έχουν καταλάβει ότι μέσα στην Ελληνική κοινωνία γίνονται σοβαρές διεργασίες. Οι εργαζόμενοι έχουν κουραστεί και εξουθενωθεί από μία συνεχόμενη οικονομική πολιτική που τους οδηγεί στην περαιτέρω ένταση της εξαθλίωσης. Αντιλαμβάνονται ότι αυτή η πολιτική θα συνεχιστεί και την απόδειξη γι’ αυτή τη συνέχεια την έχουν μπροστά τους, τη βλέπουν στις διαβουλεύσεις που διεξάγονται αυτήν τη στιγμή με τους δανειστές και στα μέτρα που προτείνονται, που θα τους χειροτερέψουν την οικονομική τους κατάσταση.

Το γεγονός αυτό δε το διαπιστώνουν μόνο για τη χώρα μας. Τις ίδιες προοπτικές βλέπουν και για τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από την κατάσταση που έχουν περιέλθει οι εργαζόμενοι και των άλλων χωρών – μελών της Ένωσης. Και αυτήν την εκτίμησή τους την εκφράζουν στις αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις που διεξάγονται σε σχέση με το μέλλον της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της οικονομικής κατάστασης των εργαζομένων.

Οι εργαζόμενοι εκφράζουν σε μαζική κλίμακα την έντονη δυσαρέσκειά τους για την οικονομική πολιτική που εφαρμόζεται, δείχνουν να συνειδητοποιούν περισσότερο από κάθε προηγούμενη φορά το ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι’ αυτό το λόγο εάν σε προηγούμενες δημοσκοπήσεις είχε σχηματιστεί ένας πυρήνας μέσα στους εργαζόμενους, που έφτανε μέχρι και το 25%, που τάσσονταν υπέρ της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τώρα αυτό το ποσοστό ξεπερνάει το 40%.

Οι πολιτικοί αναλυτές αρχίζουν να ανησυχούν γι’ αυτήν την εξέλιξη, πολύ περισσότερο τα κόμματα που είναι δέσμια της αστικής στρατηγικής, της παραμονής της χώρας μας στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση και της εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής διαρκείας.

Αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι οι οικονομικές προοπτικές της χώρας μας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι καθόλου ευοίωνες. Το γεγονός αυτό αφορά τόσο στην κυβέρνηση όσο και στη Νέα Δημοκρατία. Αντιμετωπίζουν τις ίδιες οικονομικές συνθήκες, ενώ, παράλληλα, αντιμετωπίζουν και τις ίδιες δεσμεύσεις.

Η διαφορά που παρουσιάζει η κυβέρνηση από τη Νέα Δημοκρατία ή η Νέα Δημοκρατία από την κυβέρνηση, ως προς το «αφήγημα» που προτείνουν, προκύπτει από τη θέση που κατέχουν στο πολιτικό σύστημα.

Η μεν Νέα Δημοκρατία ρίχνει τις ευθύνες στην κυβέρνηση παίρνοντας υπόψη τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν μέσα στους εργαζόμενους για να πείθει στην πολιτική που προβάλλει ενάντια στην κυβέρνηση, η κυβέρνηση ως φορέας μιας συγκεκριμένης πολιτικής προσπαθεί να πείσει ότι έφτασαν στο τέλος τους τα βάσανα των εργαζομένων και «γυρίζει» η κατάσταση.

Η πραγματικότητα βέβαια είναι πολύ πιο ισχυρή, και για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο του Β. Ι. Λένιν, πολύ πιο «πεισματάρα» από τα κατασκευασμένα «αφηγήματα» της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας.

Αυτή η πραγματικότητα αναδεικνύει τρεις βασικούς παράγοντες που είναι κοινοί και για την κυβέρνηση και για τη Νέα Δημοκρατία και οι οποίοι καταρρίπτουν κάθε προσπάθεια αποπροσανατολισμού των εργαζομένων και των μικρομεσαίων στρωμάτων.

Ο πρώτος είναι ότι και η κυβέρνηση και η Νέα Δημοκρατία ρίχνουν τα βάρη της οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας της χώρας μας στις πλάτες των εργαζομένων. Ο δεύτερος είναι ότι, ενώ διαμορφώνουν νέα «αφηγήματα», την ίδια στιγμή η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης φέρνει επισήμως ή ανεπισήμως ένα νέο μνημόνιο, που άλλοι το αποκαλούν τέταρτο μνημόνιο και άλλοι το αποκαλούν μνημόνιο plus. Αυτό σημαίνει νέα μέτρα για τα οποία η δέσμευση εφαρμογής τους είναι ήδη δηλωμένη και από την κυβέρνηση και από τη Νέα Δημοκρατία. Ο τρίτος είναι ότι οι οικονομικές προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και η γενικότερη κατάστασή της, δεν εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη στους εργαζόμενους και όλο και περισσότεροι από αυτούς της γυρίζουν την πλάτη. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα δε μπορεί να «ξεπεταχτεί» ως μια αναπτυξιακή «νησίδα».

Το συμπέρασμα είναι ότι οι ημέρες που θα ακολουθήσουν θα είναι πιο σκληρές για τους εργαζόμενους και το καθήκον του Εργατικού και Κομμουνιστικού Κινήματος είναι να προβάλλει τώρα μια πρόταση διεξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία με βάση την οποία θα αναπτύξουν οι εργαζόμενοι τους αγώνες τους, η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία στρώματα θα σφυρηλατήσουν την κοινωνική τους συμμαχία και θα διεκδικήσουν την εξουσία.

Και όλα αυτά ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της αξιολόγησης, από το εάν κλείσει ή δεν κλείσει ή από το πως θα παρουσιαστεί ότι έκλεισε. Έτσι κι αλλιώς τους εργαζόμενους τους περιμένουν νέα αντιλαϊκά μέτρα.

COMMENTS