Ο πρωθυπουργός πραγματοποιεί συναντήσεις με τους αρχηγούς των κομμάτων για την αλλαγή του εκλογικού νόμου και τη Συνταγματική αναθεώρηση. Υπόσχεται αναλογικότερο εκλογικό νόμο, θα μειώσει το μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, φέρεται ακόμη και να συζητάει υπό όρους ακόμη και την κατάργησή του, θα προωθήσει την κατάτμηση των εκλογικών περιφερειών, ενώ ως προς το Σύνταγμα δεν υπάρχει ακόμη κάτι σαφές.
Ως προς τον εκλογικό νόμο η κυβέρνηση δεν προτίθεται να φέρει την άδολη και ανόθευτη απλή αναλογική. Και κάτι κουβέντες που πέταξε, μέσω διαρροών, ότι σκέφτεται ακόμη και την απλή αναλογική διατηρώντας το κατώφλι του 3% για την εισαγωγή ενός κόμματος στη βουλή, αλλά, ταυτόχρονα, προωθώντας την κατάτμηση των εκλογικών περιφερειών πάλι δεν πρέπει να θεωρείται βέβαιο.
Η θέση αυτή πλησιάζει τη θέση, που πήρε δημόσια η Φώφη Γεννηματά, η οποία προβάλλει την ανάγκη πλέον να υπάρξει η απλή αναλογική, να διατηρηθεί το κατώφλι του 3% και να κατατμηθούν οι εκλογικές περιφέρειες. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο Πάνος Καμένος, που δήλωσε ότι θα μπορούσε να αποδεχτεί αυτές τις αλλαγές, ενώ απέκλεισε κάθε ενδεχόμενο για κατάργηση του 3%. Ταυτόχρονα κατέθεσε και 18 προτάσεις που αφορούν στη συνταγματική αναθεώρηση, για το νόμο περί ευθύνης των υπουργών, της ασυλίας των βουλευτών κ.α..
Όπως γίνεται κατανοητό τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμη και ότι προκύψει θα κριθεί από τις συμφωνίες που θα προκύψουν μεταξύ των κομμάτων και τις πιθανές πολιτικές συμμαχίες. Με την έννοια αυτή μπορεί να διατηρηθεί, έστω και μειωμένο, και να αφρά σε πιθανές συμμαχίες, που θα συγκεντρώνουν πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσοστό, το 40% π.χ..
Η Νέα Δημοκρατία αντέδρασε αμέσως, γιατί κατάλαβε ότι η αλλαγή του εκλογικού νόμου την αφορά άμεσα. Επανέλαβε την πάγια θέση της, υπέρ της ενισχυμένης αναλογικής, της διατήρησης του μπόνους των 50 εδρών, γιατί θεωρεί ότι προηγείται στις δημοσκοπήσεις και ότι μπορεί να κερδίσει τις επόμενες εκλογές, αναμένει νέα αύξηση της λαϊκής δυσαρέσκειας λόγω των μέτρων, που θα αρχίσουν να εφαρμόζονται, κάτι που το λέει ευθέως, ενώ για τη συνταγματική αναθεώρηση δεν έχει ακόμη καταλήξει σε οριστικές αποφάσεις, αλλά υπενθυμίζει ότι δε νοείται συνταγματική αναθεώρηση εάν δεν αλλάξει το άρθρο 16 του Συντάγματος και δεν κατοχυρωθεί και συνταγματικά η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Καταλαβαίνουμε ότι κάθε συνταγματική αναθεώρηση για τη Νέα Δημοκρατία κινείται σε χειρότερη κατεύθυνση από το σημερινό Σύνταγμα.
Το βασικό ζήτημα στον εκλογικό νόμο είναι η κατάτμηση των εκλογικών περιφερειών και ο αριθμός των βουλευτών που θα εκλέγονται σ’ αυτές. Μέσα από την κατάτμηση των εκλογικών περιφερειών, από ενοποιήσεις που θα γίνουν, μπορεί εύκολα να τροποποιηθεί η δύναμη σε έδρες των κομμάτων.
Αν πάρεις π.χ. ένα τμήμα της Α’ Αθήνας και το ενοποιήσεις με κάποιο άλλο τμήμα της Β’ Αθήνας, έχοντας ταυτόχρονα και κατάτμηση και ενοποίηση, τότε είναι φανερό ότι μπορείς να ανεβάζεις ή να κατεβάζεις τους μέσους όρους στα ποσοστά των κομμάτων και επομένως να ελέγχεις και τις έδρες που θα παίρνει κάθε κόμμα ή να αποκλείεις από κάποιο κόμμα να βγάλει έδρα.
Είναι φανερό ότι το άνοιγμα της συζήτησης γύρω από τη συνταγματική αναθεώρηση και τον εκλογικό νόμο, πρωτίστως έχει να κάνει με τη σταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος της χώρας μας. Και εδώ η «κυβερνώσα Αριστερά» θα βάλει τελικά «το χεράκι της».
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα καταφέρει να «γυρίσει σελίδα», ότι θα πετύχει να περάσει στην πολυπόθητη ανάπτυξη και αυτό θέλει να το αξιοποιήσει και να το συνδυάσει και με την επανεκλογή της. Ταυτόχρονα παίρνει υπόψη της ότι έχει προκαλέσει μεγάλη δυσαρέσκεια στους εργαζόμενους, ότι έχει σοβαρό πρόβλημα με την εκλογική της βάση και έτσι καταφεύγει και στην αλλαγή του εκλογικού νόμου. Από μόνο του αυτό θα ήταν μια πολιτική πρόκληση γι’ αυτό το συνδυάζει και με την αναθεώρηση του Συντάγματος.
Δύσκολος ο συνδυασμός, αλλά ελπίζει να προσεγγίσει δυνάμεις που θα επιτρέψουν την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη θέση, βλέποντας ότι και η Νέα Δημοκρατία δε δημιουργεί, ακόμη τουλάχιστον, ένα καθαρό λαϊκό ρεύμα υπέρ της, να προσεγγίσει δυνάμεις που θα επιτρέψουν το σχηματισμό κυβέρνησης.
Και αυτό το γεγονός, όσο και εάν είναι προϊόν της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ για μια σίγουρη επανεκλογή, είναι, όμως, μια κίνηση που αυξάνει τη σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, γιατί περνάει, υποτίθεται, στην εποχή των προγραμματικών συγκλίσεων.
Τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ «πήρε πάνω του» την οικονομική κρίση με την υπογραφή του Γ’ μνημονίου, ικανοποιώντας όλες τις απαιτήσεις των δανειστών και δεσμευόμενος ότι θα το εφαρμόσει, έχει ήδη δεσμευτεί και για περαιτέρω «μεταρρυθμίσεις, και τώρα «παίρνει πάνω του» και τη συνταγματική αναθεώρηση, την αλλαγή του εκλογικού νόμου, τη σταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος. Πάντα ως δύναμη της …Αριστεράς!
Που να αναζητήσουμε άραγε την παλιά του θέση για την άδολη απλή αναλογική; Μάλλον εκεί που πήγαν και όλες οι άλλες του δεσμεύσεις. Στις Ελληνικές καλένδες.
Το Κομμουνιστικό και Επαναστατικό Κίνημα δε θα εξαρτήσει την τύχη του από το εκλογικό σύστημα. Η επαναστατική του δράση πρέπει να γίνεται και εντός και εκτός βουλής, και κυρίως εκτός βουλής. Ενδιαφέρεται, όμως, μέσα σ’ ένα αστικό καθεστώς να αποτυπώνονται με τη μεγαλύτερη ακρίβεια οι συσχετισμοί των δυνάμεων, και οι εκλογικοί. Γι’ αυτό το λόγο δε μπορεί να υποστηρίξει καμία άλλη θέση πέρα από την υιοθέτηση της άδολης και ανόθευτης απλής αναλογικής. Για τα υπόλοιπα τον πρώτο λόγο τον έχουν οι εργαζόμενοι και οι αγώνες τους. Και αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά το πώς ξεπερνιόνται όλα τα εκλογικά συστήματα. Η Ιστορία είναι πολύ διδακτική.
COMMENTS