Οι αναγνώστες μας θα έχουν πληροφορηθεί ήδη ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης διέλυσε την ΟΝΝΕΔ και θα επιχειρήσει να την «επανιδρύσει» μετά το συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας. Για μια ακόμα φορά μέσα σε λίγους μήνες η Νέα Δημοκρατία καταγράφεται στα ρεπορτάζ του αστικού τύπου για ένα ακόμη «φιάσκο» με αφορμή το συνέδριο της νεολαίας της στη Θεσσαλονίκη το περασμένο Σάββατο, που σημαδεύτηκε από καταγγελίες για «εικονικές ψηφοφορίες» και «φανταστικούς αριθμούς ψηφισάντων». Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας αποδέχτηκε επισήμως τα όσα διαδραματίστηκαν στο συνέδριο της ΟΝΝΕΔ και μίλησε για παρακμιακά φαινόμενα.
Το αποτέλεσμα ήταν ο Κ. Μητσοτάκης να μην αναγνωρίσει τα αποτελέσματα του συνεδρίου και ως εκ τούτου να μην κάνει αποδεκτή τη συμμετοχή των 400 αντιπροσώπων της ΟΝΝΕΔ στο επικείμενο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας και αυτό διότι, όπως διαβάζουμε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δεν κατάφερε να ελέγξει το σώμα των αντιπροσώπων για το συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας.
Το θέμα μάλιστα πήρε τέτοιες διαστάσεις, που οδήγησαν στην παραίτηση του γραμματέα της Νέας Δημοκρατίας και την αποχώρησή του από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ διαγράφτηκε ο πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ. Η γενική διαπίστωση από όσα διαδραματίστηκαν στη Νέα Δημοκρατία και στην Οργάνωση της Νεολαίας της περιγράφεται με μια λέξη: Εκφυλισμός. Για ακόμα μια φορά η ίντριγκα, ο παραγοντισμός και οι παρασκηνιακές συναλλαγές μεταξύ ανεξαιρέτως όλων των πτερύγων της Νέας Δημοκρατίας έφτασαν στο έσχατο σημείο και σφράγισαν τις εσωτερικές διαδικασίες ενός αστικού πολιτικού οργανισμού.
Από τα παραπάνω όμως προκύπτουν και δύο σοβαρά πολιτικά συμπεράσματα.
Το πρώτο: Η Νέα Δημοκρατία παρά τις προσπάθειες της αστικής τάξης και των κυρίαρχων αστικών ΜΜΕ να στηρίξουν την νέα ηγεσία παραμένει σε εσωκομματική κρίση. Οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της είναι παρούσες και εκφράζονται με κάθε αφορμή. Ακόμα και το ότι δεν αντάλλαξαν έστω μια τυπική χειραψία Καραμανλής και Σαμαράς στην κηδεία του Γιάννη Αγγέλου έχει τη σημασία του και τους ιδιαίτερους πολιτικούς συμβολισμούς.
Στην πραγματικότητα η κρίση και η παρακμή της Νέας Δημοκρατίας, που εκφράζεται μέσω των κατά καιρούς «φιάσκων», σε συνδυασμό με το αδιέξοδο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που αποκτά ξανά εσωτερική αντιπολίτευση και σκέφτεται ακόμα και την «ηρωική έξοδο» από την εξουσία, γιατί δεν μπορεί να αντέξει πολιτικά το βάρος της υλοποίησης του μνημονίου, δείχνουν ότι η πολιτική κρίση είναι παρούσα, η αστική τάξη είναι όμηρος της στρατηγικής της και οι εφεδρείες της δεν είναι ανεξάντλητες.
Μια παρακμή που δεν περιορίζεται σε διαδικαστικά ζητήματα ή στον έλεγχο της ΟΝΝΕΔ και της ίδιας της Νέας Δημοκρατίας από τον εκάστοτε αρχηγό του κόμματος. Αγγίζει τον ίδιο τον πυρήνα της πολιτικής της. Και αυτό φαίνεται από τη στάση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στην κυβέρνηση. Η επιχειρηματολογία της Νέας Δημοκρατίας «στέλνει τη μπάλα συνεχώς στην εξέδρα».
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στο τρίτο μνημόνιο, που ψήφισε η Νέα Δημοκρατία υπάρχει πρόβλεψη που επιβάλλει τη λήψη νέων μέτρων στην περίπτωση που η εφαρμογή των μνημονίων δεν αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ό,τι, δηλαδή, γίνεται αυτήν τη στιγμή. Δηλαδή η Νέα Δημοκρατία, εν γνώσει της, έχει ψηφίσει και όσα μέτρα ακολουθήσουν μετά το τρίτο μνημόνιο.
Άλλωστε δεν πρέπει να «παραπονιέται» για τις μέθοδες, που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί τις διδάχτηκε και τις αντιγράφει από τη Νέα Δημοκρατία. Όλοι θα θυμόμαστε ότι την αξιολόγηση του Οκτώβρη του 2014 ο τότε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας την «τράβηξε» και δεν την πραγματοποίησε, με αποτέλεσμα να πάει η χώρα σε εκλογές (και με την επιθυμία των εταίρων μας).
Το δεύτερο: Παρά το γεγονός ότι η οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική χρεοκοπία της ΟΝΝΕΔ, ως απόρροια του χαρακτήρα της ως νεολαίας ενός καθαρόαιμου αστικού κόμματος, όπως είναι η Νέα Δημοκρατία, η φοιτητική της παράταξη η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ εξακολουθεί να παραμένει πρώτη δύναμη σε Πανεπιστήμια και Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Και μάλιστα αυτό συμβαίνει τη στιγμή που η τάση της νεολαίας και των «παραγωγικών ηλικιών» στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο δείχνει σαφή απομάκρυνση από τη Νέα Δημοκρατία, η οποία έχει χαρακτηριστεί ακόμα και από δικά της στελέχη ως «κόμμα συνταξιούχων».
Αυτό ειδικά το δεύτερο στοιχείο, πέρα απ’ ότι δείχνει ότι ο νεοφιλελευθερισμός της Νέας Δημοκρατίας επηρεάζει όλο και λιγότερο τη νεολαία, που είναι θύμα της και οδηγείται μαζικά στην ανεργία και τη μετανάστευση, φέρνει στην επιφάνεια και την αδυναμία του σπουδαστικού και φοιτητικού κινήματος να ανασυνταχθεί και να υπερβεί την παρέμβαση των αστικών δυνάμεων στο εσωτερικό του.
Αλλά αυτό είναι πρωτίστως και κυρίαρχα πρόβλημα της παρέμβασης του Κόμματός μας και κατ’ επέκταση και της ΚΝΕ, της γενικότερης πολιτικής του και της αντίληψής του για την πορεία εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και φυσικά των απόψεων της ηγεσίας του ΚΚΕ για τη σχέση κόμματος-μαζών και ειδικότερα της ΚΝΕ με το νεολαιίστικο, το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα. Δεν είναι άλλωστε καθόλου τυχαίο ότι αυτός ο όρος, του νεολαιίστικου κινήματος σχεδόν έχει εκλείψει τα τελευταία χρόνια από το λεξιλόγιο των κομματικών ντοκουμέντων, καθώς και στο χώρο της νεολαίας και του κινήματός της έχει μεταφερθεί η ίδια αντίληψη της ηγεσίας, που διαπερνάει και την εργατική του πολιτική. Πρόκειται για μία «αντιγραφή» της παρέμβασης στο συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα στο επίπεδο της νεολαίας.
Η κρίση της ΟΝΝΕΔ, ο περιορισμός της σε μια οργάνωση στελεχών, που πρακτικά διορίζονται κατά τις επιθυμίες της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας ακολουθεί την κρίση της νεολαίας του ΠΑΣΟΚ. Τα χαρακτηριστικά είναι σχεδόν τα ίδια και η πορεία προμηνύεται στην ίδια κατεύθυνση.
Η ευθύνη της ΚΝΕ για μια παρέμβαση στο χώρο της νεολαίας μεγαλώνει με την προϋπόθεση, όμως, ότι και η ίδια πρέπει να βγάλει τα δικά της συμπεράσματα για την πολιτική της πορεία όχι μόνο στο φοιτητικό και σπουδαστικό χώρο αλλά κυρίως στο χώρο της εργαζόμενης νεολαίας.
COMMENTS