Η έρευνα του ευρωβαρομέτρου


Ά
κρως ενδιαφέροντα είναι τα αποτελέσματα της πρόσφατης έρευνας του ευρωβαρομέτρου, η οποία διεξήχθη το φθινόπωρο του 2015 κατόπιν αιτήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με σειρά ερωτημάτων που αφορούσαν την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην εν λόγω έρευνα, εμφανίζονται ενδιαφέροντα ευρήματα, που αφορούν, εμμέσως πλην σαφώς, και το Κόμμα μας, το ΚΚΕ, καθώς ο Ελληνικός λαός δείχνει να είναι ο πλέον απογοητευμένος και προβληματισμένος για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ταυτόχρονα, εμφανίζεται να απορρίπτει συντριπτικά τους αστικούς θεσμούς, αλλά και τα πολιτικά κόμματα με μεγάλα ποσοστά άρνησης.

Την ίδια στιγμή είναι πρόδηλη η απογοήτευση, κάνοντας εμφανή την πολιτική κρίση, με τα αστικά κόμματα να δυσκολεύονται να ενσωματώσουν στην πολιτική τους τα λαϊκά στρώματα, επιβεβαιώνοντας και με αυτό τον τρόπο την εκτίμηση, που έχει κάνει η «Νέα Σπορά», ότι η πολιτική κρίση έχει μεγάλη διάρκεια και εξακολουθεί να παραμένει παρούσα. Ταυτόχρονα όμως διαφαίνεται ότι τα λαϊκά στρώματα δεν δείχνουν εμπιστοσύνη και στο ΚΚΕ, γεγονός που ισχύει και για το σύνολο των Κομμουνιστικών Κομμάτων της Ευρώπης.

Στο Ελληνικό τμήμα της έρευνας, οι Έλληνες εμφανίζονται να μην εμπιστεύονται κανέναν από τους θεσμούς, οι οποίοι σε αξιολογική σειρά είναι: τα πολιτικά κόμματα 92%, η Βουλή των Ελλήνων 83%, η ελληνική κυβέρνηση 82% οι περιφερειακές και τοπικές δημόσιες αρχές 82%.

Η αντίστοιχη εικόνα για το μέσο όρο των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι: πολιτικά κόμματα 78%, αντίστοιχο εθνικό κοινοβούλιο 64%, εθνική κυβέρνηση 66%, περιφερειακές και τοπικές δημόσιες αρχές 51%.

Ως προς την εικόνα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκύπτει ότι οι Έλληνες, περισσότερο από όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, εμφανίζονται απαισιόδοξοι για το μέλλον της Ευρώπης. Ανήσυχοι για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 7 στους 10 Έλληνες πολίτες, εκτιμώντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πάρει λάθος δρόμο. Σημαντική μερίδα εκφράζεται αρνητικά για την εικόνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (38%), με θετική εικόνα να έχει μόνο το 22% των Ελλήνων ερωτηθέντων.

Θετική εικόνα για το ευρώ ως κοινού νομίσματος έχει το 50% των Ελλήνων, με το αντίστοιχο Ευρωπαϊκό μέσο όρο στο 37%, Δυσπιστία εκφράζεται απέναντι στο θεσμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης από 8 στους 10 Έλληνες. Οι Έλληνες δείχνουν και το χαμηλότερο ποσοστό εμπιστοσύνης 18%, με το μέσο Ευρωπαϊκό όρο να είναι μόλις στο 32%.

Όσον αφορά στην αίσθηση του “ανήκειν” στην «Ευρωπαϊκή οικογένεια», ένας στους δύο Έλληνες πολίτες δηλώνει ότι δεν αισθάνεται ως πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όσον αφορά στην οικονομική κατάσταση και στην ποιότητα της ζωής, οι Έλληνες σε ποσοστό 92% ομολογούν ότι η ποιότητα ζωής τους έχει υποτιμηθεί. Αντίστοιχα και το 55% των υπόλοιπων 28 χωρών αισθάνονται το ίδιο.

Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που η απόρριψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των αστικών πολιτικών κομμάτων στη χώρα μας εμφανίζει τόσο υψηλά ποσοστά στη χώρα μας, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι, αυτή συμβαίνει ταυτόχρονα σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα στο ζήτημα του ευρώ, η χώρα μας έχει το παράδοξο να υπολείπεται των υπόλοιπων χωρών.

Θα λέγαμε ότι η πορεία των ερευνών του Ευρωβαρόμετρου, έχει πολλά χρόνια, που τείνει να αποκτά αρνητικό πρόσημο. Η «χρυσή εποχή» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε που θάμπωνε τα λαϊκά στρώματα με τις υποσχέσεις για ευημερία και πλούτο, έχει περάσει οριστικά. Ήδη από πολύ νωρίς στη δεκαετία του 90’ με τη μετατροπή της ΕΟΚ σε Ευρωπαϊκή Ένωση, τον κολοφώνα της «ολοκλήρωσης», αρχίζει και η αντίστροφη μέτρηση, αρχίζει να αναπτύσσεται και η λαϊκή δυσαρέσκεια.

Είναι η ίδια περίοδος, που έχει ολοκληρωθεί η ανατροπή του Σοσιαλιστικού Συστήματος στην Ευρώπη στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, τα Ευρωπαϊκά μονοπώλια γκρεμίζουν τα σύνορα των χωρών, γιγαντώνονται, συγχωνεύονται και κατακτούν την Ανατολική Ευρώπη και μαζί με αυτά, η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα αρχίζουν να συνθλίβονται στις μυλόπετρες ενός καπιταλισμού, που ξεχύνεται πλέον «απελευθερωμένος» και διψασμένος για γιγάντια κέρδη, χωρίς το αντίπαλο δέος.

Η ίδια διαδικασία εξελίσσεται ταυτόχρονα σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, αλλά και παγκόσμια, με τις «τέσσερεις ελευθερίες» να συμπιέζουν όσες ακόμα χώρες έχουν καθυστερήσει, να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα του «απελευθερωμένου» καπιταλισμού.

Ταυτόχρονα, οι εργασιακές σχέσεις αποδιαρθρώνονται, οι ιστορικές κατακτήσεις της εργατικής τάξης εξαϋλώνονται ταχύτατα, παραγωγικές μονάδες μεταναστεύουν σε φθηνότερες χώρες, αλλάζοντας τη φυσιογνωμία ολόκληρων περιοχών και λαών.

Η επίδραση άλλωστε των ανατροπών, που συντελέστηκαν στην Ανατολική Ευρώπη το 89-91’ συμπαρέσυρε όχι μόνο την απήχηση και την επιρροή, που είχαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα, αλλά και τις εργατικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις, επηρεάζοντας καταλυτικά τη δυνατότητα αντίστασης της εργατικής τάξης στην καπιταλιστική έφοδο.

Πρέπει να σημειώσουμε, πως την ίδια περίοδο στη χώρα μας, το Κομμουνιστικό Κόμμα, το ΚΚΕ, αν και σοβαρά πληγωμένο, μπόρεσε και διατήρησε τη φυσιογνωμία του, έκανε μεγάλη προσπάθεια να ανασυγκροτηθεί ιδεολογικά, πολιτικά και οργανωτικά. Σε σημαντικό βαθμό το πέτυχε και σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα, στη βάση των επεξεργασιών του 15ου Συνεδρίου. Σε αντίθεση με τα περισσότερα Κομμουνιστικά Κόμματα της Ευρώπης.

Χάρη στη στάση που κράτησε απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ακολούθησε ανοδική πορεία, ανασυγκροτώντας και το συνδικαλιστικό κίνημα, συσπειρώνοντας τα εργατικά και λαϊκά στρώματα στην πάλη ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, προβάλλοντας το αίτημα της αποδέσμευσης, φτάνοντας με αυτόν τον τρόπο να συγκεντρώνει μέχρι σχεδόν το 10% των ψήφων στις ευρωεκλογές, επηρεάζοντας με τη στάση του και άλλα Κομμουνιστικά Κόμματα και συμβάλλοντας στην ευρύτερη προσπάθεια για ανασύνταξη του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος.

Την ίδια στιγμή, το κύρος και η ακτινοβολία του Κόμματος αναγνωρίζονταν από πλατιές λαϊκές μάζες, που παρέμεναν ακόμα εγκλωβισμένες στο δικομματισμό, είτε επηρεασμένες από τη χίμαιρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα παραπάνω συνέβησαν πριν την έλευση της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, που ακόμα «μεσουρανούσε» στη χώρα μας το «όραμα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι τα χρόνια της ανάπτυξης του 4% του ελληνικού καπιταλισμού, της έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, των μεταναστευτικών ροών.

Όλα αυτά συμβαίνουν μέχρι την έλευση της καπιταλιστικής κρίσης, τη χρεοκοπία, τα μνημόνια. Και μετά από αυτά έρχονται η αποσταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος, με την απομάκρυνση εκατομμυρίων εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων από την επιρροή των αστικών κομμάτων, οι προσπάθειες αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος, με ζητούμενο τη νέα ενσωμάτωση αυτών των στρωμάτων ξανά στο αστικό πολιτικό σύστημα.

Την ίδια περίοδο, συντελούταν η στροφή στην πολιτική του Κόμματος, η εγκατάλειψη της πολιτικής του ΑΑΔΜ, η υιοθέτηση των νέων επεξεργασιών κάτω από το δάνειο όρο του «αντικαπιταλισμού», που επί της ουσίας αποπροσανατολίζει από την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού και συσκοτίζει την προοπτική του σοσιαλισμού (και πριν ακόμα αντικατασταθεί επίσημα το πρόγραμμα του Κόμματος), με άμεσες συνέπειες και στη θέση του Κόμματος απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην πάλη για την αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση γενικότερα όσο και στη χώρα μας, παρά το γεγονός ότι οι εργαζόμενοι βίωσαν με διαφορετικό τρόπο τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης, τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν, πολύ υψηλή απόρριψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της.

Την ίδια στιγμή όμως, απόρριψη εκδηλώνεται τόσο στη χώρα μας όσο και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για τα πολιτικά κόμματα. Τα ποσοστά απόρριψης είναι τόσο υψηλά, που οπωσδήποτε αφορούν και συμπεριλαμβάνουν και τα Κομμουνιστικά Κόμματα.

Και αυτή η εξέλιξη σημειώνεται τόσο σε χώρες όπου το Κομμουνιστικό Κίνημα είτε βρίσκεται υπό διάλυση, είτε είναι κάτω από την διαλυτική επίδραση του οπορτουνισμού. Σαφής και καταγεγραμμένη είναι και η μείωση της επιρροής του Κόμματος και στη χώρα μας, που υποτίθεται ότι οι νέες επεξεργασίες θα του έδιναν τον «αέρα» της παραπέρα ενίσχυσής του και μάλιστα σε συνθήκες οξύτατης οικονομικής κρίσης και χρεοκοπίας της χώρας μας.

Αν κάτι λοιπόν οφείλει να ερμηνεύσει η ηγεσία του Κόμματος, είναι το με ποιο τρόπο προέκυψε η παραπάνω αντίφαση. Και μάλιστα να εξηγήσει, το γιατί η απαξίωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα μάτια των λαϊκών στρωμάτων, συνοδεύεται από ταυτόχρονη μείωση της δύναμης και του ΚΚΕ, τη στιγμή που φαίνεται ότι υπάρχουν μεγάλα τμήματα εργαζομένων που το συμπεριλαμβάνουν στη γενική κατηγορία των πολιτικών κομμάτων που έχουν απαξιωθεί, χωρίς να προχωράνε σε καμία διάκριση μεταξύ των κομμάτων. Πολύ περισσότερο η ηγεσία του Κόμματος πρέπει να μας εξηγήσει το πώς αυτή η μείωση της δύναμης του Κόμματος, ενισχύθηκε μετά την εγκατάλειψη του ΑΑΔΜ, των επεξεργασιών του 15ου Συνεδρίου, που είχε ως πρώτο στόχο την πάλη για την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Θυμίζουμε τη θέση της «Νέας Σποράς» ότι το 15ο Συνέδριο κινούνταν σε θετική Λενινιστική κατεύθυνση, έστω και εάν έπρεπε σαφώς να ξεπεραστούν οι αμφισημίες του και μπροστά στις σημερινές εξελίξεις να εκσυγχρονιστεί.

COMMENTS