Με ποια προοπτική;

Οι απεργιακές αγωνιστικές κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης της 4ης του Φλεβάρη, καθώς και οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις των μικρομεσαίων αγροτών, που αποτελούν την πολύ μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών, απέδειξαν μια πάγια θέση της «Νέας Σποράς», ότι οι αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων και των μικρομεσαίων αγροτών είναι ζωντανές και αναζητούν πολιτική διέξοδο.

Τα προβλήματα και οι συνέπειες από τη μνημονιακή πολιτική πνίγουν στην κυριολεξία τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους αγρότες (γενικότερα τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού), που με γρήγορους ρυθμούς εξαθλιώνονται και καταστρέφονται.

Το σημαντικότερο γεγονός, που θέλουμε να σημειώσουμε και που νομίζουμε ότι κυριαρχεί στη συνείδηση των εργαζομένων και των μικροαστικών στρωμάτων είναι ότι η χώρα μας με την ένταξη και την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ έχει έρθει στο πλήρες αδιέξοδο.

Πιστεύουμε ότι για πρώτη φορά είναι τόσο κατανοητό αυτό το αδιέξοδο στις λαϊκές μάζες, και να προσθέσουμε εδώ, ότι εάν προηγούμενα η αντίθεση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση εκφραζόταν με τη «διαμεσολάβηση» του ευρώ, δηλαδή: ως αντίθεση κατ’ αρχάς απέναντι στο ευρώ και με μια τάση, ακαταστάλακτης ακόμη, επιθυμίας επιστροφής στη δραχμή, τώρα αυτή η αντίθεση, πλέον, έχει αρχίσει να μορφοποιείται και να εκφράζεται απ’ ευθείας απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με άρνηση, και να έχει πάρει τη μορφή της διαπίστωσης ότι: «δεν πάει άλλο μ’ αυτήν την κατάσταση, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει γίνει μια θηλιά για τη χώρα μας»!

Πιο ελεύθερα και πιο συνειδητά τώρα οι εργαζόμενοι και τα μικροαστικά στρώματα διαφοροποιούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση γι’ αυτό και έχουν εμφανιστεί και οι διαφοροποιήσεις και μέσα στα μικροαστικά στρώματα σε σχέση με τα ανώτερα μικροαστικά στρώματα και σε σχέση με την αστική τάξη. Και αυτή η διαφοροποίηση, που εκφράζεται και στα μπλόκα των αγροτών, δεν εκφράζει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο παρά τη διαλεκτική ενότητα της κυρίαρχης και της βασικής αντίθεσης, το πώς η κυρίαρχη αντίθεση τροφοδοτεί και την όξυνση της βασικής αντίθεσης.

Θα ήταν, όμως, τραγικό λάθος να νομίζει κανείς ότι η βασική αντίθεση έχει ωριμάσει τόσο πολύ, ώστε να είναι αυτή αποκλειστικά, που δίνει τον τόνο στη κίνηση των λαϊκών μαζών, ότι μπορεί κανείς να ξεπεράσει την κυρίαρχη αντίθεση, όταν, μάλιστα, αυτή αποτελεί τον πιο κρίσιμο, αυτήν τη στιγμή, παράγοντα διαμόρφωσης της κοινωνικής συνείδησης.

Και αυτό το γεγονός μπορεί να το διαπιστώσει κανείς (με βάση και τα καθήκοντα, που βάζει και το ΚΚΕ στην εργατική τάξη), από την έλλειψη του αναγκαίου βαθμού ετοιμότητας και ανάδειξης της εργατικής τάξης στο ρόλο της βασικής δύναμης, που δίνει τη μάχη ενάντια στη μνημονιακή πολιτική – πάντα εννοούμενης ως την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης προσαρμοσμένης στις συνθήκες στη χώρας μας, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής, που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλες τις χώρες – μέλη της, ως της βασικότερης κοινωνικής και καθοδηγητικής δύναμης στη κίνηση των λαϊκών μαζών, γύρω από την οποία πρέπει να  συσπειρώνονται τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα. Δεν έχουμε φτάσει ακόμη σ’ αυτό το σημείο ως προς την ενιαία στάση της εργατικής τάξης και της ενότητάς της. Και αυτό το γεγονός καταδείχτηκε και από την γενική απεργία της 4ης του Φλεβάρη.

Και σ’ αυτό το σημείο από την πλευρά μας οφείλουμε να καταθέσουμε ορισμένες παρατηρήσεις, που νομίζουμε ότι αποτυπώνουν το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης των λαϊκών μαζών.

Το αδιέξοδο, που κατανοούν τώρα καλύτερα οι λαϊκές μάζες, γίνεται αντιληπτό με δύο τρόπους: ο πρώτος, από την πλευρά της εμμονής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ στις απαιτήσεις τους, που δε χάνουν ευκαιρία να μας τις υπενθυμίζουν, αλλά και από τη στάση  της κυβέρνησης, που δε χάνει και αυτή την ευκαιρία να μας υπενθυμίζει ότι διαθέτει τη λαϊκή έγκριση για την πολιτική, που εφαρμόζει για την τήρηση της συμφωνίας, που υπέγραψε, μια συμφωνία, βέβαια, που υλοποιεί στην πράξη τα όσα απαιτούν η αστική τάξη και η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ.

Στη λαϊκή έκφραση για μεν το κουαρτέτο «ένα τους δίνεις τρία σου ζητάνε», για δε την κυβέρνηση  «είπα ξείπα» μπορεί κανείς να διακρίνει τη «διαδρομή»  της εικόνας που έχουν σχηματίσει οι εργαζόμενοι και τα μικροαστικά στρώματα τόσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και για τη στάση της κυβέρνηση, που διέψευσε, έστω και αυτές τις λίγες ελπίδες, που έτρεφαν για καλυτέρευση της θέσης τους.

Ο δεύτερος τρόπος είναι ότι η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ συναρτώνται με γενικότερους γεωπολιτικούς στόχους, που έχουν να κάνουν με την περιοχή μας και κυρίως με τον πόλεμο στη Συρία και τις γεωπολιτικές ισορροπίες, που κρίνονται και έχουν ως αποτέλεσμα και τη δημιουργία του πελώριου ζητήματος, των προσφύγων, που για τη χώρα μας, όλα τα στοιχεία το δείχνουν, ότι επιφυλάσσεται ένας ρόλος αποθήκευσης και εγκατάστασής τους, προκειμένου να μειωθεί η πίεση, που δέχονται χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως η Γερμανία.

Κατά τη γνώμη μας δεν υπάρχει σήμερα Έλληνας που να μην κατανοεί αυτά τα ζητήματα ως κυρίαρχα προβλήματα της χώρας μας και να μην διακρίνει το πολιτικό αδιέξοδο της χώρας μας αλλά και των δυνάμεων, που υποστήριξαν τη μνημονιακή πολιτική και ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο, ανεξάρτητα από τις δικαιολογίες που βρήκαν για την πολιτική στάση που κράτησαν.

Από την άλλη μεριά διαπιστώνουμε την πολιτική παρέμβαση της Χρυσής Αυγής, που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, που έχει δημιουργηθεί, και με μια ενεργητική παρέμβαση, που καταλήγει και στην πραγματοποίηση συγκεκριμένου πολιτικού χαρακτήρα τραμπούκικων επεισοδίων, τόσο για το προσφυγικό ζήτημα όσο και στις κινητοποιήσεις των αγροτών, που στοχεύουν στο να ενισχύσει τη θέση της.

Δε θεωρούμε ότι η πρόσβασή της στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων και των αγροτών είναι ιδιαίτερα μεγάλη, θεωρούμε, όμως, ότι είναι υπαρκτός ο κίνδυνος για να αποπροσανατολίσει ένα τμήμα καθυστερημένων πολιτικά στρωμάτων, που προσλαμβάνουν σε πρώτο βαθμό τα σημερινά πολιτικά αδιέξοδα, λόγω της πολιτικής που εφαρμόζεται. Γι’ αυτό και το άμεσο καθήκον των μπλόκων των αγροτών ιδιαίτερα είναι να εκδιώκουν και να μη δέχονται εκπροσώπους της Χρυσής Αυγής να τα επισκέπτονται. Αυτή πρέπει να είναι ρητή και ξεκάθαρη κατεύθυνση.

Την ίδια στιγμή, όμως, τον καταλυτικό ρόλο για τον προσανατολισμό και την προοπτική των αγωνιστικών κινητοποιήσεων τόσο της εργατικής τάξης όσο και της μικρομεσαίας αγροτιάς θα τον παίξει η στάση του ΚΚΕ. Είναι μια θέση, που η «Νέα Σπορά» την έχει υποστηρίξει από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής της και νομίζουμε ότι με τις εξελίξεις επιβεβαιώνεται τώρα περισσότερο από ποτέ. Και αυτό γιατί το κυρίαρχο ερώτημα των κοινωνικών δυνάμεων, στις οποίες απευθύνεται το ΚΚΕ, είναι η αναζήτηση διεξόδου από τη σημερινή κατάσταση.

Είναι ενδεικτικό το τι αναφέρει στο κύριο άρθρο του το περιοδικό «Επίκαιρα», που είναι φίλα προσκείμενο προς την κυβέρνηση: «Αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι διανύουμε ίσως τον πιο κρίσιμο μήνα της διακυβέρνησης Τσίπρα. Αγρότες στα μπλόκα, επαγγελματίες και επιστημονικοί φορείς στους δρόμους, μεγάλες απεργίες και διαδηλώσεις απέναντι σε μια αριστερή κυβέρνηση , κάτι που μόλις έναν χρόνο πριν δεν θα μπορούσαμε να είχαμε φανταστεί. Τα σενάρια περί εκλογών πυκνώνουν τις τελευταίες μέρες και ώρες, τη στιγμή που η κυβέρνηση δίνει μάχη ζωής ή θανάτου για την ίδια και για τη χώρα: μια μάχη για να αποφευχθούν η κατάρρευση και η άνευ όρων παράδοση».

Η κυβέρνηση, βέβαια, απορρίπτει ότι υπάρχει αδιέξοδο με την πολιτική που εφαρμόζει και καταγγέλλει συνολικά την αντιπολίτευση, ότι καλλιεργεί κλίμα πολιτικής αβεβαιότητας και αστάθειας. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες, που αφορούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο ΔΝΤ και στα μνημονιακά κόμματα έχουν δημιουργήσει ένα πραγματικό αδιέξοδο για τη χώρα, τους εργαζόμενους και τα μικροαστικά στρώματα.  Και εδώ γίνεται και ο πραγματικός κοινωνικός και ταξικός διαχωρισμός ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και στα κοινωνικά στρώματα.

Με αυτήν την έννοια τα καθήκοντα του ΚΚΕ είναι αυξημένα, ενώ σαφώς τα αποτελέσματα της πολιτικής του παρέμβασης στην ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων σχετίζονται με τη μέχρι τώρα πολιτική, που εφαρμόζει και που αυτή η πολιτική έχει φέρει το Κόμμα σε θέση, που οι ίδιες οι εξελίξεις μπορούν και να το ξεπεράσουν.

Σε κάθε περίπτωση η κατεύθυνση που περιέχεται στην τελευταία Ανακοίνωση του Κόμματος: «Σήμερα, υπάρχουν καλύτερες προϋποθέσεις να γίνει ένα ουσιαστικό βήμα στη συσπείρωση, στη μαζικότητα, στην ανασύνταξη του εργατικού κινήματος. Στην αλλαγή του συσχετισμού δύναμης υπέρ της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, στην ενίσχυση της αντικαπιταλιστικής γραμμής της ρήξης και ανατροπής. Στην ενδυνάμωση της κοινωνικής λαϊκής συμμαχίας της εργατικής τάξης μαζί με τους αυτοαπασχολούμενους βιοπαλαιστές, τη φτωχομεσαία αγροτιά, τους νέους και τις γυναίκες των λαϊκών οικογενειών για τη δική τους εργατική – λαϊκή εξουσία. Σ’ αυτόν το δρόμο μπορούμε και να καθυστερούμε αντιλαϊκά μέτρα, να βάζουμε εμπόδια, να διεκδικούμε βελτίωση της ζωής μας, να έχουμε κατακτήσεις», ενώ, πράγματι, περιέχει μιαν αλήθεια, ταυτόχρονα, αποσιωπά μιαν άλλη, ωστόσο συνεχίζει στην αλυσιτελή αντικαπιταλιστική ρητορεία.

Η αλήθεια βρίσκεται στο ότι, πράγματι, έχουν δημιουργηθεί συνθήκες να εκφραστούν οι αγωνιστικές διαθέσεις των λαϊκών μαζών, να γίνει ένα βήμα στην αυτοτελή τους δράση, να αρχίσουν να απεγκλωβίζονται «από τους πάνω», τα κόμματα που υπηρετούν την αστική πολιτική, να δράσουν «από τα κάτω», κάνοντας ένα αποφασιστικό βήμα και στην ανασυγκρότηση και στην κοινωνική συμμαχία, αλλά παίρνοντας πάντα υπόψη ότι είναι αδύνατον να «υπερπηδήσεις» πάνω από τα μικροαστικά στρώματα αλλά και τη μικροαστικές συνήθειες, που υπάρχουν στην ίδια την εργατική τάξη. Και αυτή είναι η αλήθεια που αποσιωπάται και αντικαθίσταται από την αντικαπιταλιστική ρητορεία. Μια απλή απόδειξη για όσα υποστηρίζουμε είναι η κατάσταση, που επικρατεί στα αγροτικά μπλόκα και τα αιτήματά τους. Είναι αιτήματα αντιμονοπωλιακά και αντιιμπεριαλιστικά γιατί στρέφονται ενάντια στα μονοπώλια και ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με την έννοια αυτή και στο πλαίσιο της κοινωνικής συμμαχίας με την εργατική τάξη η κατεύθυνση αυτή πρέπει να βαθύνει για να οδηγήσει στη ρήξη και την ανατροπή. Η κατεύθυνση αυτή είναι καθήκον του Κόμματος να βαθύνει στην προοπτική ανατροπής της αστικής εξουσίας. Και μια δεύτερη – και ιδιαιτέρως πολύ ουσιαστική απόδειξη – είναι οι δυνάμεις, ως απόρροια της μέχρι τώρα πολιτικής του Κόμματος, που διαθέτει για να καθοδηγήσει τους αγώνες που ξεσπάνε.

Όσο, λοιπόν, και εάν αναμένει κανείς και αναφέρεται στην αντικαπιταλιστική ρήξη και ανατροπή, χωρίς να παίρνει υπόψη του τη ζωντανή πραγματικότητα, χωρίς να ανταποκρίνεται στα άμεσα ζητήματα, που τίθενται από τις ίδιες τις εξελίξεις, χωρίς να βγάζει συμπεράσματα για το ποια, στην πραγματικότητα, πολιτική γραμμή εφαρμόζεται, τότε, θα αναμένει και απλώς θα αναφέρεται στην αντικαπιταλιστική ρήξη και ανατροπή.

Και σήμερα η ζωντανή πραγματικότητα βάζει ζητήματα άμεσα και καυτά, που αφορούν στην καθημερινότητα των εργαζομένων, το μεροκάματο και την ασφάλιση, τη φορολογία, ζητήματα που αφορούν στην οικονομία της χώρας μας, την παραγωγική της διαδικασία, στην ένταξη της χώρας και την παραμονή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ, αφορούν στην εδαφική της κυριαρχία, στα δημοκρατικά δικαιώματα, με τον κοινωνικό αυτοματισμό αλλά και το νεοφασιστικό κίνδυνο, αφορούν στην εθνική ανεξαρτησία σε σχέση με τα γενικότερα γεωπολιτικά παιχνίδια του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη μετατροπή της χώρας μας σε αποθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με το προσφυγικό κύμα.

Πάνω σ’ αυτά τα άμεσα ζητήματα αναπτύσσονται οι αγώνες και πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα πρέπει να υπάρξει μια προγραμματική πρόταση, που θα συσπειρώσει τις κοινωνικές δυνάμεις της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων, την ίδια στιγμή που δεν ξέρουμε με ποια κυβέρνηση θα ξημερώσουμε την επόμενη ημέρα. Αν θα είναι τύπου Λουκά Παπαδήμου, αν θα είναι οικουμενική, αν θα είναι συνεργασίας με τη συμμετοχή του Τσίπρα ή χωρίς τη συμμετοχή Τσίπρα.

Αυτήν την επόμενη ημέρα θα περιγράφει η προγραμματική πρόταση του Κόμματος, που τώρα επείγει πολύ περισσότερο από ποτέ, μια πρόταση πάνω στην οποία θα στηριχτεί η λαϊκή δράση, η ανάπτυξη των αγώνων και ο απεγκλωβισμός των λαϊκών μαζών, που θα συνδράμουν αποφασιστικά στην ανάπτυξη ενός αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού κινήματος και της αντίστοιχης κοινωνικής συμμαχίας, που θα έχει ως στόχο την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και της διακυβέρνησης της χώρας.  Και αυτή θα είναι η διέξοδος στα πολιτικά αδιέξοδα που έχουν δημιουργήσει τα κόμματα που υπηρετούν την αστική τάξη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και το ΔΝΤ.

COMMENTS