Οι νέες συνομιλίες για το Συριακό ζήτημα στη Γενεύη

Χωρίς τη συμμετοχή του κουρδικού Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης αναμένεται να ξεκινήσουν τελικά αύριο Παρασκευή οι ειρηνευτικές συνομιλίες της Γενεύης για το Συριακό ζήτημα. Οι συνομιλίες θα είναι έμμεσες, με τις δύο πλευρές να συνδιαλέγονται μέσω του ΟΗΕ, και θα διαρκέσουν περί τους έξι μήνες και στις οποίες θα όφειλαν αρχικά να παραβρεθούν οι εκπρόσωποι της αυτοαποκαλούμενης Συριακής αντιπολίτευσης και της Συριακής κυβέρνησης.

Είναι γνωστό ότι για τη συμμετοχή της η Συριακή αντιπολίτευση έχει θέσει ως όρους την απαίτηση να σταματήσουν οι Ρωσικοί βομβαρδισμοί, να αρθεί ο αποκλεισμός από το Συριακό στρατό 15 υπό πολιορκία θέσεων της αντιπολίτευσης καθώς και την προϋπόθεση την αποπομπής του Μπασάρ Αλ Άσαντ για την πολιτική μετάβαση στη Συρία, θέσεις που δεν έγιναν αποδεκτές και αποτελούσαν σημεία έντονης αντιπαράθεσης με αποτέλεσμα να αναβληθούν οι συνομιλίες αλλά και να μην είναι και πολύ καθαρή η συνέχειά τους.

Από την άλλη και η Συριακή κυβέρνηση είχε ενστάσεις ως προς τη σύνθεση της αντιπροσωπείας, με την οποία είχε ανακοινωθεί ότι θα συμμετέχει η Συριακή αντιπολίτευση, καθώς σε αυτήν συμπεριλαμβάνονται εκπρόσωποι ισλαμικών οργανώσεων όπως ο Ισλαμικός Στρατός της Jaysh al Islam, της οποίας ένας από τους αρχηγούς της ο Mohammed Alloush, διορίστηκε διαπραγματευτής από το συντονιστικό της αντιπολίτευσης στη σύσκεψη, που έγινε πρόσφατα στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας.

Η Ρωσική πλευρά επιδίωκε να μετάσχουν και άλλες οργανώσεις της αντιπολίτευσης και κυρίως οι Κούρδοι της Συρίας, αίτημα που προσέκρουσε στην άρνηση τόσο της ήδη σχηματισμένης αντιπολίτευσης όσο -και κυρίως- στην άρνηση της Τουρκίας αλλά και της Σαουδικής Αραβίας, που απείλησαν να τορπιλίσουν την διαδικασία. Τελικά, όπως ήδη αναφερθήκαμε δεν στάλθηκε πρόσκληση προς τους Κούρδους της Συρίας.

Οι ΗΠΑ από την πλευρά τους δεν θεωρούν ότι οι οργανώσεις Ισλαμικός Στρατός και η Harakat Ahrar ash-Sham που μετέχουν στη σύνθεση της αντιπροσωπείας από πλευράς Συριακής αντιπολίτευσης είναι τρομοκρατικές, βρίσκοντας αντίθετες τη Συριακή και τη Ρωσική πλευρά.

Ο αμερικανός ΥΠΕΞ John Kerry, είχε δηλώσει από το Λάος ότι πύκνωσε τις επαφές του τις τελευταίες ημέρες με τους ομολόγους του της Γαλλίας, της Τουρκίας, της Ρωσίας και της Σαουδικής Αραβίας, καθώς και του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ για το Συριακό ζήτημα Staffan de Mistura ώστε να επιτευχθεί η έναρξη της διαπραγμάτευσης, ασκώντας παράλληλα πίεση και στον Munzer Makhos, τον άτυπο «πρέσβη» της Εθνικής Συριακής Συμμαχίας στο Παρίσι, του κυριότερου οργάνου της αυτοαποκαλούμενης αντιπολίτευσης, για να παραιτηθεί από τον όρο να σταματήσει ο Συριακός στρατός να βάλει κατά θέσεων των «ανταρτών». Ο ίδιος επιχείρησε να επηρεάσει και ως προς την σύνθεση της αντιπροσωπείας της αντιπολίτευσης για να γίνει άρση του αδιεξόδου.

Με βάση τα παραπάνω, γίνεται σαφές ότι η διάσκεψη της Γενεύης ακόμη και αν πραγματοποιηθεί θα είναι πολύ δύσκολη υπόθεση, καθώς οι αντιθέσεις είναι μεγάλες και κανένας συμβιβασμός στο Συριακό δε μπορεί ακόμα να επιτευχθεί, όσο οι εξελίξεις στα πεδία των πολεμικών επιχειρήσεων, εκεί όπου καθορίζεται η πραγματική διαπραγματευτική ισχύς των εμπλεκόμενων στη Συριακή αναμέτρηση δεν έχει γείρει την πλάστιγγα αποφασιστικά προς τη μια ή την άλλη πλευρά. Από την άλλη, καμία συμφωνία δε μπορεί να έχει ολοκληρωτική ισχύ από τη στιγμή που αποκλείονται σημαντικοί παράγοντες του συριακού προβλήματος όπως οι Κούρδοι, πράγμα που δικαιώνει τις θέσεις της Ρωσίας.

Με τους ρωσικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς να κλείνουν τετράμηνο και παρά την επιτυχημένη δραστηριότητα από σχετικά περιορισμένες στρατιωτικές δυνάμεις, ο Συριακός στρατός να έχει ανακτήσει θέσεις, ορισμένες από αυτές να είναι στρατηγικής σημασίας, αυτές οι στρατιωτικές επιχειρήσεις δε φαίνονται να είναι σε θέση να επιφέρουν από μόνες τους το αποφασιστικό πλήγμα για την επικράτηση της Συριακής κυβέρνησης. Επομένως το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει παρά την ενίσχυση του Άσσαντ και με τον ISIS να έχει δεχτεί πλήγματα.

Από την άλλη, με δεδομένο ότι οι ΗΠΑ δεν επεμβαίνουν άμεσα στρατιωτικά λόγω της ιδιαίτερης κατάστασης στη Συρία και των τετελεσμένων της Ρωσικής παρουσίας, της οποίας η στρατιωτική ισχύς έχει αποκατασταθεί σε σημαντικό βαθμό, περιφερειακές δυνάμεις όπως το Ιράν η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία προβάλλουν έχοντας και τις δικές τους φιλοδοξίες, ενώ τα άμεσα συμφέροντα των ΗΠΑ δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τα στενά συμφέροντα των συμμάχων τους.

Παράλληλα είναι σε πλήρη εξέλιξη η πλαγιοκόπηση της Ρωσίας και του Ιράν κρατώντας τες μπλεγμένες σε ένα πόλεμο που μοιάζει να μην έχει τέλος, αλλά και με αιχμή τις τιμές του πετρελαίου, ως βασικό οικονομικό εργαλείο επίτευξης πολιτικής με τη στρατιωτική δράση να πραγματοποιείται κυρίως από τους συμμάχους, την Τουρκία και τη Σαουδική Αραβία. Είναι σαφές ότι η πολιτική των ΗΠΑ αναγκαστικά έχει συγκεκριμένους περιορισμούς. Ταυτόχρονα όμως και η Ρωσική πολιτική υπόκειται σε αντίστοιχους περιορισμούς.

Η Σαουδική Αραβία βρίσκεται μπλεγμένη σε ένα πόλεμο στον οποίο δεν μπορεί να επιβληθεί, δεχόμενη ισχυρά χτυπήματα στην Υεμένη, διαθέτοντας όμως σημαντικά συναλλαγματικά αποθέματα, τα οποία έχουν αρχίσει να μειώνονται, αλλά παραμένουν ακόμα ισχυρά ώστε να εξακολουθεί να υποστηρίζει στρατιωτικά πανάκριβες αποστολές τόσο στην Υεμένη όσο και τη χρηματοδότηση των ισλαμιστών σε Συρία και Ιράκ. Έχοντας ταυτόχρονα ανοιχτό το εσωτερικό μέτωπο με τη Σιιτική μειονότητα και κάνοντας εξαγωγή των εσωτερικών της προβλημάτων παίζει το ρόλο του κυματοθραύστη στη Ρωσική και Ιρανική επιρροή στη Μέση Ανατολή. Τα συμφέροντά της όμως δεν ταυτίζονται μακροπρόθεσμα με την άλλη βασική σύμμαχο των ΗΠΑ, στην περιοχή, την Τουρκία, με την οποία διατηρεί σχέσεις βασιζόμενες στην ανάγκη.

Η Τουρκία, η εμπλοκή της οποίας στο πλευρό της ένοπλης αντιπολίτευσης και η εμμονή στην ανατροπή του Άσσαντ, της κόστισε στις σχέσεις της με όλη την περιοχή. Ταυτόχρονα, με την αναζωπύρωση του πολέμου στις κατοικούμενες από Κούρδους επαρχίες, τείνει να αποσταθεροποιείται και η ίδια. Παράλληλα το συνολικό οικονομικό κόστος της χρηματοδότησης των πολεμικών επιχειρήσεων, της διαχείρισης του προσφυγικού, της διατάραξης των Ρωσοτουρκικών εμπορικών σχέσεων, είναι δύσκολο να υπολογιστεί.

Η Ρωσία, για την οποία πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι διατηρεί το τελευταίο της έρεισμα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής «με νύχια και με δόντια» το οποίο ταυτόχρονα είναι και το μοναδικό εκτός του πρώην Σοβιετικού χώρου, δίνοντας ανάσα ζωής στη κυβέρνηση Άσσαντ η οποία ήταν πολύ κοντά στην κατάρρευση, προβάλλει την αναγκαιότητα της διατήρησης των συνόρων των κρατών της περιοχής, αποτελώντας έτσι τον ισχυρότερο ανασταλτικό παράγοντα στην κατάρρευση των κρατών της Μέσης Ανατολής, η οποία θα επέφερε μια μεγάλη οπισθοδρόμηση ιστορικών διαστάσεων, για την οποία οι ΗΠΑ φέρουν ακέραιη την ευθύνη.

Οι Κούρδοι της Συρίας, οι οποίοι διατηρούν σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με την κυβέρνηση Άσσαντ και κατ’ επέκταση τη Ρωσία, συμμαχούν επίσης και με κάποιες δυνάμεις της Συριακής αντιπολίτευσης εξασφαλίζοντας την υποστήριξη της Ουάσιγκτον, έχουν καταλάβει σημαντικά εδάφη κατοικούμενα και από Άραβες των οποίων η ενοποίησή τους σε ευθεία γραμμή θα απέκοβε οριστικά την Τουρκία από τις Συριακές υποθέσεις, βάζοντας ταφόπλακα στα όνειρα της αναβίωσης της Οθωμανικής ισχύος στη Μέση Ανατολή.

Αυτός είναι ο λόγος ο οποίος οδήγησε τη Τουρκία να πραγματοποιήσει ακόμα μια χερσαία εισβολή στο σημείο επαφής των δυνάμεων του ISIS και του μετώπου των αντάρτικων δυνάμεων, που στοιχίζονται με την Άγκυρα, δηλώνοντας ότι η Τουρκία δεν θα επιτρέψει την ενοποίηση των Κουρδικών περιοχών αλλά και την κατάρρευση ενός από τους εναπομείναντες διαύλους εφοδιασμού των «ανταρτών» στην περιοχή του Χαλεπίου.

Αυτή η ενέργεια προκάλεσε την άμεση αντίδραση της Ρωσίας, αποστέλλοντας στρατιωτικές δυνάμεις στο αεροδρόμιο του Καμισλί, θέτοντας με αυτό τον τρόπο φραγμό στην Άγκυρα, προκαλώντας την οργισμένη της αντίδραση. Αλλά και οι ΗΠΑ από την πλευρά τους μετατρέπουν ένα μικρό αεροδρόμιο κοντά στην ίδια περιοχή σε δική τους βάση ανεφοδιασμού των Κούρδων, οι οποίοι λίγες μέρες πριν κατέλαβαν ένα σημαντικό υδροηλεκτρικό φράγμα που χωρίζει τις επαρχίες της Ράκκα και Χαλεπίου έργο υποδομής υψίστης σημασίας και ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί ενόψει της Γενεύης.

Την ίδια στιγμή ο Μεσούντ Μπαρτζανί δήλωνε ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για την ανακήρυξη ενός Κουρδικού κράτους και ότι προσανατολίζεται σε ένα δημοψήφισμα στο Ιρακινό Κουρδιστάν. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Μπαρτζανί είναι στενός σύμμαχος της Τουρκίας, και σε αυτή τη δήλωση θέτει ευθέως θέμα ακύρωσης της χάραξης των συνόρων βάση της πολυσυζητημένης συμφωνίας Sykes – Picot με τη οποία καθορίστηκαν τα σύνορα της περιοχής για περίπου 100 χρόνια.

Ο Jorge Cadima του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων του Πορτογαλικού Κομμουνιστικού Κόμματος μέσα από την εφημερίδα “Avante” παρατηρεί σχετικά:

 «Περίπου πριν από μια δεκαετία (Ιούνιος 2006), το περιοδικό των Βορειο-αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων δημοσίευσε ένα χάρτη, για τον επανασχεδιασμό των κρατών στη Μέση Ανατολή. Από τότε, οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι έχουν αποξηλώσει το Ιράκ και τη Συρία και στη θέση τους έχει δημιουργηθεί ένα “ισλαμικό χαλιφάτο”, το λεγόμενο ISIS. Οι επί του παρόντος ημι-επίσημες δημόσιες εξομολογήσεις για τους στόχους αυτούς έχουν αρχίσει να πραγματοποιούται. Ο Τζον Μπόλτον, ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, έγραψε (στους NY Times, στις 24/11/2015) «Η αλήθεια είναι ότι η Συρία και το Ιράκ, όπως είναι γνωστό, δεν υπάρχουν πια”. Και για το λεγόμενο «Άξονα Ρωσίας-Ιράν και τους μεσαζοντές τους», δηλώνει χωρίς δισταγμό: «ο στόχος της ανάκτησης για τις κυβερνήσεις του Ιράκ και της Συρίας, των προηγούμενων συνόρων τους, αποτελεί θεμελιώδη στόχο, σε αντίθεση με την αμερικανική πολιτική, αυτή του Ισραήλ και των φιλικά διακείμενων Αραβικών κρατών». Και ο Bernard Bajolet, ο Γάλλος Αρχηγός Πληροφοριών για το Εξωτερικό (DGSE), δήλωσε: «Η Μέση Ανατολή που ξέραμε τελείωσε και αμφιβάλλω αν θα επιστρέψει […]. Αλλά, έτσι όπως είναι, θα έπρεπε να υπάρξει ένα διαφορετικό μοντέλο από αυτό που δημιουργήθηκε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», όταν οι χώρες αυτές έπαψαν να είναι γαλλικές και βρετανικές αποικίες. Η δικτυακή πύλη του Βελγίου που αναπαράγει αυτές τις δηλώσεις (www.rtl.be 28.10.2015) προσθέτει ότι «ο διευθυντής της CIA John Brennan εξέφρασε παρόμοια άποψη». Ο ίδιος στόχος εκφράστηκε από τον William Hague, τον Βρετανό πρώην υπουργό Εξωτερικών, μιλώντας στο House of Lords, προς υποστήριξη των Βρετανικών βομβαρδισμών στη Συρία: «Πρέπει να είμαστε ανοικτοί σε νέες λύσεις. Μετά από όλα αυτά, αν οι κοινότητες και οι ηγέτες δεν είναι σε θέση να ζουν ειρηνικά μέσα σε Συρία και το Ιράκ, πρέπει κανείς να τους κάνει να ζήσουν σε συνθήκες ειρήνης, αλλά χωριστά, υποβάλλοντας αυτές τις χώρες σε διαμερίσματα» (BBC, 12/2/2015). Αξίζει να σημειωθεί το θράσος αυτών που προσποιούνται ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα, που αφορά ιθαγενείς ανίκανους να κυβερνήσουν τον εαυτό τους, μετά από δύο δεκαετίες πολέμων, εισβολές και επιθέσεις, κατά την οποία ο Βρετανικός ιμπεριαλισμός έπαιξε σημαντικό ρόλο.

Είναι σαφές ότι η ιδέα της επαναχάραξης των συνόρων, στην οποία φαίνεται πως κατευθύνονται περισσότερο από ποτέ οι εξελίξεις, είναι ο βασικός παράγοντας της διατήρησης της Μέσης Ανατολής για πολλά ακόμα χρόνια στη δίνη των πολεμικών συγκρούσεων. Με δεδομένες τις προθέσεις των ΗΠΑ αλλά παράλληλα και με την ισχυρή αντίσταση που εκδηλώνεται από την άλλη, κανένας συμβιβασμός δεν είναι εύκολο να πραγματοποιηθεί. Με την έννοια αυτή δεν υπάρχει καμία βεβαιότητα για το αποτέλεσμα των συνομιλιών στη Γενεύη.

Είναι προφανές ότι η ευόδωση των παραπάνω σχεδιασμών, θα εξασφάλιζε μονάχα νέα ανυπέρβλητα εμπόδια για τους λαούς της Μέσης Ανατολής, καταδικάζοντάς τους σε χρόνιες συγκρούσεις και υπό το διαρκή παρεμβατισμό των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Μια τέτοια εξέλιξη θα ανέτρεπε το συσχετισμό ισχύος υπέρ του Ισραήλ και των συμμάχων των ΗΠΑ, με σημαντικές συνέπειες για το Παλαιστινιακό ζήτημα μεταξύ των άλλων.

Το πλέον σίγουρο είναι ότι οι συγκρούσεις θα κορυφωθούν το επόμενο διάστημα με την κάθε πλευρά να επιδιώκει της ανάκτηση των διαπραγματευτικών πλεονεκτημάτων που θα τους παρέχει η κατάκτηση θέσεων επί του πεδίου της μάχης.

Πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι επίλυση της εξαιρετικά περίπλοκης κατάστασης, όπως αυτή που έχει διαμορφωθεί στη Μέση Ανατολή, δεν θα είναι καθόλου εύκολη ακόμα και αν οι διαπραγματεύσεις δεν καταρρεύσουν εν τω μεταξύ. Είναι ξεκάθαρο ότι και στην πραγματικότητα καμία βιώσιμη λύση δεν μπορεί να προσφέρει ο ιμπεριαλισμός ιδιαίτερα οι ΗΠΑ, οι οποίες φέρουν και ακέραια την ευθύνη για την τεράστια καταστροφή που εξελίσσεται στη Μέση Ανατολή. Προκύπτει αναπόφευκτα το συμπέρασμα ότι μέσα από την αδυναμία του ιμπεριαλισμού να επιλύσει τα προβλήματα που δημιουργεί φαίνονται και τα ιστορικά του όρια, φέρνοντας στην επικαιρότητα το ζήτημα του σοσιαλισμού.

Τα λαϊκά κινήματα και οι κομμουνιστές της περιοχής, οφείλουν να εντείνουν τη δράση τους στην κατεύθυνση της υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών, της μη επαναχάραξης των συνόρων και την ταυτόχρονη πάλη για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων όλων των εθνοτήτων και λαών της περιοχής, ως τη μόνη βιώσιμη πρόταση, που θα μπορέσει να επουλώσει τις πληγές της περιοχής ανατρέποντας ταυτόχρονα τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.

COMMENTS