Τραβάτε μας και ας …βριζόμαστε

Το βέβαιο είναι ότι η αντιπαράθεση ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ και στη Νέα Δημοκρατία έχει φτάσει και ξεπεράσει πλέον τα όρια της γελοιότητας. Επειδή δεν έχουν που να αντιπαρατεθούν έχουν επιδοθεί σ’ ένα παιχνίδι αποδόμησης ό ένας του άλλου.

Την ίδια στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας δίνει τη μάχη της αυτοδυναμίας ή έστω των 151 βουλευτών με τους ΑΝΕΛ (εάν εισέλθουν στη βουλή) και αφήνει ανοιχτό και το ενδεχόμενο συνεργασίας με άλλα κόμματα, αποκλείοντας τη Νέα Δημοκρατία. Στην έσχατη περίπτωση, ο Αλέξης Τσίπρας, έριξε άλλο ένα δίλημμα στην προεκλογική αντιπαράθεση: «Τι θα κάνουν; Εάν μου λείπουν λίγοι βουλευτές δε θα με στηρίξουν;».

Έριξε το μπαλάκι της ακυβερνησίας στους άλλους μνημονιακούς συμμάχους του, μια και όλοι έχουν δεσμευτεί ότι «η χώρα θα κυβερνηθεί» και δεν πρόκειται να πάνε σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση.

Παράλληλα όλη του η επιχειρηματολογία για το «παλιό» και το «νέο» αποσκοπεί στο να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους, που ακόμη ταλαντεύονται και είναι αναποφάσιστοι, ενώ στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ (Σκουρλέτης) δηλώνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές, αλλά η αυτοδυναμία απομακρύνεται. Επομένως τι απομένει; Η κυβέρνηση συνεργασίας.

Από την άλλη, από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας, περιέργως, υπάρχει ένα κλίμα ανείπωτης πολιτικής γενναιοδωρίας! Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ακόμη και εάν είναι η Νέα Δημοκρατία είναι πρώτο κόμμα διατίθεται να παραχωρήσει την πρωθυπουργία στον …Αλέξη Τσίπρα!

Η τακτική της Νέας Δημοκρατίας, πέρα από την αποδόμηση του Αλέξη Τσίπρα, είναι απλή στη σύλληψη. Δείχνει από την πλευρά της τη διάθεση να συνεργαστεί με το ΣΥΡΙΖΑ σε μια κυβέρνηση, που θα περιλαμβάνει αξιόλογες προσωπικότητες πέραν του κομματικού φάσματος της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί η κατάσταση που θα αντιμετωπίσει η χώρα μας θα είναι πολύ δύσκολη.

Μέσα από αυτήν την τακτική ποντάρει στο γεγονός ότι ο Ελληνικός λαός έχει κατανοήσει πολύ καλά τι τον περιμένει και επομένως «μέσα από την κυβερνητική συνεργασία να γίνει το παν για να μειωθούν οι συνέπειες από το νέο μνημόνιο και να διασφαλιστεί η πορεία της χώρας μέσα στο ευρώ, γιατί ο κίνδυνος του Grexit εξακολουθεί να παραμένει».

Στο μεταξύ τα «μαντάτα» είναι πολύ συγκεκριμένα. Η «Νέα Σπορά» εγκαίρως πληροφόρησε τους αναγνώστες της γι’ αυτά. Στη συνάντηση που είχε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης με τις «παραγωγικές τάξεις» οι εκπρόσωποί τους, μηδενός εξαιρουμένου, μίλησαν για την ανάγκη κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Μάλιστα ο εκπρόσωπος της ΕΣΕΕ (Κορκίδης) μίλησε για κυβέρνηση «Εθνικής Ελλάδας».

Την ίδια στιγμή όλα τα αστικά ΜΜΕ αναγνωρίζουν πλέον ότι οι Βρυξέλες σπρώχνουν τα πράγματα σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, με κορμό τα δύο «μεγάλα» κόμματα, γιατί δεν προτίθενται να «χαρίσουν» την όποια ρύθμιση του χρέους, που θα γίνει μετά την επιτυχή πρώτη αξιολόγηση, σ’ ένα κόμμα αποκλειστικά.

Καταλαβαίνουμε πολύ καλά ότι οι Βρυξέλλες δεν επιθυμούν μια παραπέρα αποδυνάμωση του δικομματικού συστήματος και με μοχλό το δημόσιο χρέος και την όποια ρύθμιση αποφασιστεί – για την ακρίβεια θα ανοίξει η συζήτηση χωρίς να γνωρίζουμε στο που θα καταλήξει, ενώ το πρόγραμμα θα εφαρμόζεται κανονικά (αυτό ως προϋπόθεση για να ανοίξει η συζήτηση), πιέζουν για να υπάρξει μια κυβέρνηση συνεργασίας, που δε θα αφήνει έξω τη Νέα Δημοκρατία ή μάλλον θα στηρίζεται κατ’ εξοχήν στο ΣΥΡΙΖΑ και στη Νέα Δημοκρατία.

Όλη αυτή η συζήτηση αναδεικνύει μια ζοφερή πραγματικότητα για το αστικό πολιτικό σύστημα, πολιτικής κρίσης και αδιεξόδων, που προσπαθεί να ξεπεράσει. Ακόμη και οι προσπάθειες, που κάνουν ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία για να παρουσιάσουν κάποιο πρόγραμμα μακράς πνοής, σε βάθος τετραετίας, σκοντάφτουν πάνω στο νέο μνημόνιο. Η μνημονιακή πραγματικότητα και οι συνέπειες που θα έχει είναι αξεπέραστη.

Πολύ περισσότερο βυθίζει τη χώρα μας στην πολιτική και οικονομική εξάρτηση αποδιαρθρώνοντας και συρρικνώνοντας παραπέρα τις παραγωγικές της δυνάμεις, κάνοντας ακόμη πιο δύσκολη την έξοδο από την οικονομική ύφεση.

Το μνημόνιο αποδιαρθρώνει τον οποιοδήποτε πολιτικό λόγο, ακόμη και προγραμματικό, των αστικών κομμάτων. Από μόνο του αυτό αναδεικνύει το πόσο «δεμένη» είναι η χώρα μας από τους δανειστές και την ανάγκη της κατάθεσης μιας άλλης συγκεκριμένης πρότασης εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία. Η ανάγκη αυτή είναι πασιφανής πλέον.

Δυστυχώς η τακτική που ακολουθεί η ηγεσία του Κόμματος δυσκολεύει τα πράγματα προς αυτήν την κατεύθυνση και όχι μόνο αυτό, αλλά αφήνει το περιθώριο στη ΛΑΕ να συγκρατήσει έναν κόσμο που ακόμη δε μπορεί να προσεγγίσει τη «συνολική πρόταση» του Κόμματος, παρ’ όλο, που αυτός ο κόσμος παρουσιάζει ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά.

Παρά τη σταθερή θέση της «Νέας Σποράς» σε κάθε εκλογική αναμέτρηση σε σχέση με το Κόμμα μας, δε μπορούμε παρά να επισημάνουμε ότι και για το Κόμμα μας η τακτική που κρατάει έχει φτάσει και αυτή σε οριακές συνθήκες.

Και αυτό γιατί το αποτέλεσμα του Κόμματος στις εκλογές δε θα συγκριθεί με μια ορισμένη αύξηση του ποσοστού του, που μπορεί να παρουσιαστεί και ως επιτυχία (και να χρησιμεύσει και ως άλλοθι) αλλά σε σχέση με το συνολικό αποτέλεσμα μετά από επτά χρόνια οικονομικής κρίσης και χρεοκοπίας και πέντε χρόνια μνημονιακής πολιτικής, που έφερε τους εργαζόμενους στην πλήρη εξαθλίωση και τα μικροαστικά στρώματα στη σχεδόν καθολική καταστροφή. Παραπέρα κινδυνεύουμε να δούμε τη Χρυσή Αυγή στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης!

COMMENTS