Σταθερός o προσανατολισμός μας

Αμέσως μετά και τη ψήφιση του τρίτου μνημονίου παρατηρήθηκε μια έντονη κινητικότητα στο χώρο της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Αφορμή γι’ αυτήν την κινητικότητα στάθηκε η στάση της «Αριστερής Πλατφόρμας» και ορισμένων άλλων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, που καταψήφισαν το τρίτο μνημόνιο ή και ψήφισαν «παρών».

Έκτοτε άνοιξε μια συζήτηση, η οποία έκανε λόγο για την ανάγκη δημιουργίας ενός Μετώπου, που θα εκφράσει το «ΟΧΙ» και το 62% του Ελληνικού λαού. Ένα Μέτωπο που θα συσπειρώσει, με κορμό την «Αριστερή Πλατφόρμα», κινήσεις, συλλογικότητες, κόμματα και προσωπικότητες.

Έγινε και ένα βήμα παραπάνω. Πέρα από τα πολλά άρθρα, που δημοσιεύτηκαν σε αντίστοιχες ιστοσελίδες, υπογράφηκαν και κείμενα, που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο πρόβαλαν και μια πολιτική βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να υπάρξει, κατ’ αρχήν, η ανάπτυξη κοινών δράσεων.

Στη συνέχεια η συζήτηση επεκτάθηκε. Αφορούσε και στην κοινή κάθοδο στις βουλευτικές εκλογές, μια και το ενδεχόμενο αιφνίδιων εκλογών με πρωτοβουλία της κυβέρνησης δεν ήταν έξω από τις επιλογές της. Άλλωστε η κυβέρνηση, μέσα από τη διαδικασία της ψήφου εμπιστοσύνης, σπρώχνει συστηματικά την «Αριστερή Πλατφόρμα» στο να διαχωριστεί από την κυβέρνηση και το ΣΥΡΙΖΑ για να απαλλαγεί από την παρουσία της. Παραπέρα, άνοιξε και η συζήτηση για την ανάγκη δημιουργίας κόμματος, ακόμη και για την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου κομμουνιστικού κόμματος.

Απ’ όλες τις οργανώσεις, που υπέγραψαν τα διάφορα κείμενα που κυκλοφόρησαν, εμφανίζονται ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά:

Το πρώτο: Όλες ξεκινούν από τη φιλοδοξία να εκπροσωπηθεί πολιτικά το «ΟΧΙ». Αυτός, βέβαια, είναι ένας ισχυρός ενοποιητικός παράγοντας, που δεν αίρει, όμως, και τις πολιτικές διαφορές, που υπάρχουν μεταξύ τους και που είναι ισχυρές, γεγονός, που δεν επιτρέπει, τουλάχιστον μέχρι τώρα, την κοινή εμφάνιση κάτω από ένα κείμενο.

Το δεύτερο: Μεταξύ αυτών των οργανώσεων υπάρχει μια σημαντική διαφορά, που κατά τη γνώμη μας θα κρίνει και το υπό συζήτηση εγχείρημα, γιατί είναι κεντρικό πολιτικό ζήτημα. Αφορά στο εάν η δημιουργία του Μετώπου θα περιοριστεί στην έξοδο από το ευρώ ή θα επεκταθεί και στην αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Αυτή είναι η κυρίαρχη διαφορά αλλά δεν είναι η μόνη.

Όπως γίνεται κατανοητό αλλάζει τελείως ο χαρακτήρας της συζήτησης εάν ένα Μέτωπο δημιουργηθεί με κεντρικό άξονα της δράσης του την έξοδο από το ευρώ και την αντιμετώπιση των μνημονίων, αλλά δεν επιδιώκει την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς ή την επιδιώκει σε μέλλοντα χρόνο, απ’ ότι εάν εξ αρχής κεντρικός άξονας του Μετώπου θα είναι η αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Η σημασία αυτού του ζητήματος συγκεντρώνεται όχι μόνο στο χαρακτήρα του Μετώπου και το ποιες κοινωνικές δυνάμεις θα εκπροσωπεί, αλλά και στο τι κυβέρνηση θα προκύψει, στο χαρακτήρα της πολιτικής εξουσίας αλλά και στο χτύπημα της εξάρτησης.

Πάνω απ’ όλα, όμως, το ζήτημα αυτό βάζει προς απάντηση ένα άμεσο κεντρικό ερώτημα: Το Μέτωπο αυτό θα δημιουργηθεί με κεντρικό άξονα τη νομισματική πολιτική και την πάλη για να αποτραπούν οι συνέπειες από την εφαρμογή του νέου μνημονίου;

Και αυτό το λέμε, γιατί διαπιστώνουμε τοποθετήσεις, που κάνουν αναφορά για την ανάγκη της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως: «Η ΕΕ αποτελεί το βασικότερο πυλώνα της αστικής στρατηγικής(ΣΣ: ο δεύτερος πυλώνας της αστικής στρατηγικής, που είναι το ΝΑΤΟ ξεχάστηκε;) και κατά συνέπεια η αμφισβήτηση του σημαίνει αμφισβήτηση της ίδιας της αστικής κυριαρχίας, ενώ εντός της ΕΕ όχι μόνο οικοδόμηση του σοσιαλισμού δεν νοείται, αλλά ούτε στοιχειώδης φιλολαϊκή πολιτική. Πέραν αυτών όσο και αν οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν τις διαθέσεις του ελληνικού λαού υπέρ της παραμονής στην ΕΕ και μάλιστα με πολύ υψηλά ποσοστά, δεν είναι αυτή η πραγματική εικόνα. Ένα κύμα αντίΕΕ διαθέσεων ανεβαίνει και στο κατάλληλο κλίμα και με τις ανάλογες προϋποθέσεις μπορεί να τροποποιήσει ριζικά τις λαϊκές διαθέσεις. Ο κεντρικός στόχος της αποδέσμευσης από την ΕΕ πρέπει να πλαισιωθεί με ένα πλέγμα άλλων στόχων και αιτημάτων ώστε να διαμορφωθεί ένα συνεκτικό προγραμματικό πλαίσιο ρεαλιστικό και συνάμα προοπτικής που κατευθύνει την πάλη στην ίδια την αμφισβήτηση του καπιταλισμού. Τέτοια αιτήματα έχουν διατυπωθεί και μεταξύ των άλλων είναι η μονομερής διαγραφή του εξωτερικού χρέους της χώρας, η κρατικοποίηση καταρχήν του τραπεζικού συστήματος, ώστε να αποφευχθεί η κατάρρευση του και να χρηματοδοτηθεί η οικονομία, η εθνικοποίηση επιχειρήσεων και τομέων στρατηγικής σημασίας της οικονομίας, η ικανοποίηση βασικών αιτημάτων των εργαζομένων και η ανάπτυξη του βιοτικού τους επιπέδου, η αντιμετώπιση της τεράστιας ανεργίας, ένα δίκαιο κοινωνικά φορολογικό σύστημα κ.λπ. Αυτή θεωρούμε ότι πρέπει να είναι η προγραμματική βάση του μετώπου. Άλλες προτάσεις που διατυπώνονται είναι πίσω από τις ανάγκες γι’ αυτό και είναι αναποτελεσματικές και ατελέσφορες». (Εργατικός Αγώνας, Δ. Δημητριάδης)

Ταυτόχρονα, στο ίδιο άρθρο γράφεται: «Το ζήτημα που ανακύπτει είναι το εξής: Υπάρχουν αυτή τη στιγμή οι προϋποθέσεις για να περάσουμε στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου κοινωνικού και πολιτικού μετώπου με αυτά τα χαρακτηριστικά; Είναι έτοιμες οι πολιτικές δυνάμεις και οργανώσεις για μια ολοκληρωμένη συμφωνία σε αυτή τη βάση;

Αυτά που βλέπουμε και ακούμε μέχρι στιγμής μας πείθουν για το αντίθετο και επειδή η υπόθεση κοινή ενωτική δράση ως και τη δημιουργία μετώπου πρέπει να προχωρήσει και να μην υπονομευθεί, θεωρούμε ότι αυτή τη στιγμή ώριμο είναι να διευκολυνθεί η κοινή δράση πάνω σε μια από κοινού συμφωνημένη βάση και πλαίσιο, η οποία τουλάχιστον θα αμφισβητεί τα μνημόνια, τη λιτότητα και το διαμορφωθέν μνημονιακό πλαίσιο και θα αγωνίζεται για την ανατροπή τους, θα θέτει και θα διεκδικεί το ζήτημα του χρέους και άλλους στόχους και φυσικά θα αναδεικνύει τον καταστροφικό ρόλο της ΕΕ, χωρίς ίσως να θέτει συνολικά το ζήτημα της αποδέσμευσης, εάν ένα τέτοιο ζήτημα δεν βοηθάει στη συγκέντρωση δυνάμεων ή εμποδίζει την πλατιά κοινή δράση από τα κάτω. Εννοείται πως κάθε πολιτική δύναμη που συμμετέχει σ’ αυτή τη δράση διατηρεί στο ακέραιο τις θέσεις και τις απόψεις τις οποίες μπορεί ελεύθερα να ζυμώνει είτε η ίδια είτε σε συνεργασία με άλλες δυνάμεις. Εννοείται επίσης ότι χρειάζεται μια βαθιά, επιστημονικά τεκμηριωμένη πρόταση για την έξοδο από το ευρώ, της ευρωζώνη και την ΕΕ. Ο διακηρυκτικός χαρακτήρας του στόχου, όπως προβάλλεται μέχρι στιγμής αποδεικνύεται ανεπαρκής για να απαντήσει στην κυρίαρχη πολιτική της άρχουσας τάξης και των πολιτικών δυνάμεων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στηρίζουν την παραμονή στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα» (στο ίδιο, υπογράμμιση δική μας).

Επομένως το Μέτωπο αυτό τι ρόλο θα παίξει; Θα είναι ένα είδος εφαλτηρίου για την κοινή δράση των δυνάμεων που θα συγκροτήσουν το Μέτωπο, όταν «Ο διακηρυκτικός χαρακτήρας του στόχου, όπως προβάλλεται μέχρι στιγμής αποδεικνύεται ανεπαρκής για να απαντήσει στην κυρίαρχη πολιτική της άρχουσας τάξης και των πολιτικών δυνάμεων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στηρίζουν την παραμονή στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα»;

Το τρίτο: Οι αντιφάσεις στα κείμενα που κυκλοφορούν είναι τόσο εμφανείς, που «βγάζουν μάτι». Παραθέτουμε ένα απόσπασμα, που αν μη τι άλλο παραδέχεται την ύπαρξη αυτών των αντιφάσεων παρά την υπογραφή τους: «Πρόσφατα είδαν το φως της δημοσιότητας δύο καλέσματα: το πρώτο από έναν αριθμό 13 αγωνιστών από διάφορες οργανώσεις και το δεύτερο από οργανώσεις της αριστεράς. Ο Εργατικός Αγώνας υπέγραψε και τα δύο κείμενα και αυτό δεν είχε την έννοια της έγκρισης και των δύο, αλλά ήθελε να υπογραμμίσει την ανάγκη και τη σημασία να προχωρήσει η κοινή δράση άμεσα ως και τη δημιουργία του μετώπου. Δεν μας διαφεύγει ότι το ένα κείμενο είναι πολύ αόριστο και ανεπαρκές, είναι μόνο μια γενική δήλωση προθέσεων, ενώ το δεύτερο κείμενο θέτει μεν ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο το οποίο δύσκολα μπορεί να απορριφθεί, δεν λύνει όμως το πρόβλημα πώς θα διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για να στεφθεί με επιτυχία όλο αυτό το εγχείρημα και δεν θα ακυρωθεί η προσπάθεια αυτή επιμένοντας κάθε δύναμη στην άποψη της» (στο ίδιο, υπογράμμιση δική μας).

Την ίδια στιγμή σε άλλο κείμενο, υπογραμμένο από διαφορετικές οργανώσεις τονίζεται:

«Οι δυνάμεις που υπογράφουν αυτό το κείμενο θα συμβάλλουν για μια  μετωπική αριστερά, που θα παλέψει για ένα πρόγραμμα ρήξης με βασικά σημεία:

  • άμεση, «μονομερή» ικανοποίηση των αιτημάτων του εργατικού και λαϊκού κινήματος, όπως την προστασία των ανέργων, τις αυξήσεις των μισθών, των συντάξεων και του λαϊκού εισοδήματος, σε πλήρη αντίθεση με όλα τα μνημονιακά μέτρα νέα και παλιά, την διεκδίκηση των δικαιωμάτων της νέας γενιάς, την υπεράσπιση των μικρομεσαίων στρωμάτων και της φτωχής και φτωχομεσαίας αγροτιάς από την μνημονιακή τους καταστροφή.
  • να μην περάσει και να ανατραπεί το τρίτο, ακόμη πιο βάρβαρο μνημόνιο, της κοινωνικής καταστροφής και της επιτροπείας.
  •  εθνικοποίηση  του τραπεζικού συστήματος και στρατηγικών επιχειρήσεων χωρίς αποζημίωση, με εργατικό και λαϊκό έλεγχο.
  • την παύση πληρωμών στους δανειστές τοκογλύφους, την μη αναγνώριση και τη διαγραφή του χρέους.
  • την άμεση έξοδο από το ευρωζώνη, την ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ.
  • Την υπεράσπιση και διεύρυνση των εργατικών και λαϊκών δημοκρατικών δικαιωμάτων ενάντια στην εργοδοτική βία, την κρατική καταστολή, τον μνημονιακό εξευτελισμό της Βουλής, στη δικτατορία των μιντιοκρατών, τη συρρίκνωση των συνδικαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, την αστυνομοκρατία και το νεοφασισμό.

Αυτό το πρόγραμμα μπορεί να επιβληθεί από ένα πλατύ μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων,  στηριγμένο στη δύναμη του οργανωμένου,  αγωνιζόμενου και ενωμένου λαού, της εργατικής τάξης και της μαχητικής νεολαίας.. Τώρα είναι η ώρα ευθύνης. Καλούμε να πάρουν θέση όλες οι δυνάμεις και οι αγωνιστές της Αριστεράς και του λαϊκού κινήματος που κατανοούν την ανάγκη της δημιουργίας του. Για να δικαιωθεί το μεγάλο λαϊκό ΟΧΙ. Για να ανοίξουμε δρόμους  για την ζωή που να μας αξίζει(το απόσπασμα είναι από κείμενο που υπογράφεται από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την ΜΑΡΣ, τον “ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ”, το “ΚΙΝΗΜΑ ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ”).

Το ερώτημα είναι συγκεκριμένο: Τα αιτήματα αυτά ποια κυβέρνηση και ποια πολιτική εξουσία θα τα πραγματοποιήσει; Το κείμενο αυτό προβλέπει την ανατροπή της κυβέρνησης, χρησιμοποιεί ορισμένες εκφράσεις με αμφίσημες ερμηνείες, όπως: ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ, ΤΟΥ «ΟΧΙ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ»”(τι σημαίνει ακριβώς αυτό το σύνθημα;) αλλά θέση για το ποια κυβέρνηση και ποια πολιτική εξουσία θα υλοποιήσει όλα τα παραπάνω (μεταβατικά;) αιτήματα δεν παίρνει.

Την ίδια στιγμή διαβάζουμε: «Σήμερα μπροστά στον λαό ανοίγονται καθαρά δύο δρόμοι: Από την μια ο δρόμος των φρικτών μνημονίων, της ανεργίας, της διαρκούς επιτροπείας. Και από την άλλη ο δρόμος της ρήξης με ΕΕ, ΔΝΤ, με τις πολυεθνικές και τους τραπεζίτες, έξω από ευρώ – ΕΕ, χρέος και μνημόνια. Ο δρόμος της ανατροπής της αντιδραστικής πολιτικής σήμερα, με προοπτική και στρατηγικό στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού, και του μετασχηματισμού της κοινωνίας σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση» (στο ίδιο).

Και η απορία που δημιουργείται είναι, νομίζουμε, εύλογη. Η φράση «Ο δρόμος της ανατροπής της αντιδραστικής πολιτικής σήμερα» τι ακριβώς σημαίνει ως προς  το αποτέλεσμα της ανατροπής; Οδηγεί σε μια κυβέρνηση και επαναστατική εξουσία, που ανοίγει το δρόμο στην ανατροπή του καπιταλισμού και το σοσιαλισμό ή σημαίνει άμεσος σοσιαλισμός; Και εάν δε σημαίνει άμεσο σοσιαλισμό τότε ποιος θα είναι ο χαρακτήρας της εξουσίας με την ανατροπή «της αντιδραστικής πολιτικής;

Τρίτο: Το προαναφερόμενο κείμενο το υπογράφουν και οργανώσεις, που χρησιμοποιούν ορισμένα από τα λεγόμενα «μεταβατικά αιτήματα», που, όμως, τα χρησιμοποιούν με τέτοιο τρόπο μη αναγνωρίζοντας την ανάγκη μιας επαναστατικής εξουσίας, που δεν θα είναι η δικτατορία του προλεταριάτου, αλλά θα είναι μια επαναστατική εξουσία τύπου Κομμούνας, μια Αντιιμπεριαλιστική, Αντιμονοπωλιακή, Δημοκρατική εξουσία της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων της πόλης και του χωριού – των κατώτερων και μεσαίων, που θα ανοίξει το δρόμο για το σοσιαλισμό. Πως αυτό το κείμενο, που υπογράφουν, εναρμονίζεται με την παραπάνω θέση τους;

Όταν δεν αναγνωρίζεις ή τουλάχιστον δεν κάνεις αναφορά στην ανάγκη μιας κυβέρνησης και της αντίστοιχης πολιτικής εξουσίας, που θα υλοποιήσει τα μεταβατικά αιτήματα, τότε δύο πράγματα μπορούν να συμβαίνουν: ή τα χρησιμοποιείς ως συνθήματα ζύμωσης οπότε δεν ανταποκρίνεσαι στα καθήκοντα της συγκεκριμένης περιόδου ή αφήνεις τα πράγματα απροσδιόριστα για να δημιουργήσεις ένα Μέτωπο στην ελάχιστη δυνατή πολιτική βάση.  Και επειδή υπάρχει και η πίεση των αιφνίδιων εκλογών, τότε αυτή η βάση μπορεί να είναι μια εκλογική βάση που θα ανταποκρίνεται αποκλειστικά και μόνο στις ανάγκες της στιγμής. Οπότε σ’ αυτήν την περίπτωση πληθαίνουν οι υποκριτικές επικλήσεις για ενότητα με βάση βέβαια το μνημόνιο.

Τέταρτο: Η «Νέα Σπορά» εκτιμάει ότι έχουν εμφανιστεί θέσεις και απόψεις κριτικές προς την πολιτική της κυβέρνησης, και από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που όμως δεν καταλήγουν στο «δια ταύτα» ή καταλήγουν σε λάθος, κατά τη γνώμη της, συμπεράσματα. Γι’ αυτό άλλωστε δημοσίευσε το πρώτο μέρος της κριτικής, που διατύπωσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Λαπαβίτσας, που τη θεωρεί σωστή.

Διαφωνεί, όμως, ριζικά στη δημιουργία ενός κόμματος του «ΟΧΙ» με κορμό τη θέση για την έξοδο από το ευρώ και την παραμονή, έστω και προσωρινά, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πρόβλημα δεν είναι να απαλλαγεί η χώρα μας από την κυριαρχία του ευρώ, αλλά, ταυτόχρονα, πρέπει να αντιμετωπίσει την ιμπεριαλιστική εξάρτηση – πολιτική, οικονομική, στρατιωτική, να αντιμετωπίσει την εξουσία της αστικής τάξης, η οποία ευθύνεται για τη χρεοκοπία της χώρας μας. Και ένας σοβαρός παράγοντας, που οδήγησε στη χρεοκοπία, στη συρρίκνωση των παραγωγικών της δυνάμεων, στον άκρατο δανεισμό είναι και η ένταξη και παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και σ’ αυτό το ζήτημα απάντηση μέχρι τώρα δεν υπάρχει από την πλευρά της «Αριστερής Πλατφόρμας», αντίθετα, οργανώσεις, που είχαν ως αίτημα την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση,   τώρα το αποποιούνται στην πράξη στο όνομα της κοινής δράσης και της δημιουργίας του Μετώπου. Με δυο λόγια με τον έναν ή άλλο τρόπο «πέφτουν» πάνω στη θέση της «Αριστερής Πλατφόρμας», μια θέση που η «Νέα Σπορά» την έχει υποβάλει σε κριτική και τη θεωρεί ανεπαρκή και αναποτελεσματική πολιτικά και οικονομικά και προπαντός  δε δίνει καμία διέξοδο στο ζήτημα της εξάρτησης.

Πέμπτο: Είναι ολοφάνερο ένα άγχος που διακατέχει όλες αυτές τις οργανώσεις, που υπογράφουν διάφορα κείμενα, που θα το ονομάζαμε «άγχος εμφάνισης»  σε μια κρίσιμη περίοδο, όπου, κατά τη γνώμη τους, υπάρχει «κρίση αντιπροσώπευσης» και σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνουν και το ΚΚΕ για την «ανεπάρκειά» του.

Απ’ ότι φαίνεται, όμως, αυτό το άγχος της εμφάνισης οδηγεί αυτές τις οργανώσεις σε σοβαρές πολιτικές παραλείψεις και λάθη. Προπαντός τις οδηγεί σε απαράδεκτους συμβιβασμούς αρχών. Φυσικά, φανταζόμαστε ότι τα κείμενα που εμφανίζονται μαρτυρούν ότι έχει ξεκινήσει και μια συζήτηση εσωτερική, μη δημόσια.

Και από την πλευρά μας θα περιμένουμε, εάν καταλήξει και μεταξύ ποιων θα καταλήξει, το αποτέλεσμα τόσο αυτής της εσωτερικής συζήτησης όσο και της δημόσιας για να την κρίνουμε και να εκφράσουμε τη θέση μας.

Έκτο: Όλες αυτές οι οργανώσεις που εμπλέκονται σ’ αυτές τις συζητήσεις έχουν κοινή στάση απέναντι στο ΚΚΕ. Θεωρούν ότι το ΚΚΕ είναι πρακτικά «τελειωμένο» κόμμα και κατά τη γνώμη μας είναι ένα πρόσθετο λάθος που κάνουν. Γι’ αυτό απευθύνονται σε δυνάμεις, που έχουν διαχωρίσει τη θέση τους από το ΚΚΕ, αλλά ομιλούν εξ ονόματος ενός «ΚΚΕ έτσι όπως το ξέραμε», ή σε δυνάμεις στο εσωτερικό του ΚΚΕ και τις καλούν να «συνεισφέρουν» στην προσπάθεια δημιουργίας του Μετώπου.

Η «Νέα Σπορά» είναι μια ιστοσελίδα γνώμης, και μόνο, που έχει υποβάλει την ηγεσία του ΚΚΕ σε κριτική, και σε πολλές περιπτώσεις σε πολύ σκληρή κριτική. Δε θεωρεί, όμως, το ΚΚΕ ένα τελειωμένο κόμμα. Επομένως η όποια συζήτηση γύρω από τη δημιουργία ενός Μετώπου θεωρεί ότι το αφορά.

Και εδώ θέλουμε να θίξουμε μια διχοστασία στις θέσεις, που παρουσιάζονται σ’ αυτές τις οργανώσεις, που έχουν ανοίξει τη συζήτηση για τη δημιουργία του Μετώπου και έχουν κοινή στάση απέναντι στο ΚΚΕ στη βάση της πολιτικής του «ανεπάρκειας» (είναι αλήθεια ότι ορισμένες φορές την έχουμε χρησιμοποιήσει και εμείς από την πλευρά μας αυτήν την έννοια).

Από τη μια μεριά υπάρχει η «Αριστερή Πλατφόρμα», που μέχρι τώρα, τουλάχιστον, δεν μετατοπίζεται από τη γνωστή της θέση, περί εξόδου από το ευρώ. Από πού και ως που αυτή η θέση μπορεί να είναι η βάση για τη δημιουργία ενός Μετώπου, που θα ανταποκρίνεται στα ώριμα προς επίλυση πολιτικά και οικονομικά ζητήματα της συγκεκριμένης περιόδου που διανύουμε;

Από την άλλη υπάρχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που παρακολουθεί αυτήν τη συζήτηση, υπογράφει κατ’ επιλογήν κείμενα, που, όμως, στη βασική της στρατηγική σύλληψη δεν είναι και πολύ μακριά από το ΚΚΕ.

Και η «Αριστερή Πλατφόρμα» και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όπως και άλλες οργανώσεις, κάνουν λόγο για μεταβατικά αιτήματα, όπως είναι η κρατικοποίηση των τραπεζών, η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας κ.α.. Το ερώτημα είναι συγκεκριμένο: Ποιο είναι το νόημα των μεταβατικών αιτημάτων χωρίς έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Αυτό το ερώτημα αφορά προφανώς την «Αριστερή Πλατφόρμα». Ποιο είναι το νόημα των μεταβατικών αιτημάτων, όταν δεν προβλέπεται αντίστοιχη πολιτική εξουσία και κυβέρνηση, που θα τα υλοποιήσει; Αυτό το ερώτημα αφορά προφανώς την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Είναι φανερό ότι η εισαγωγή στον πολιτικό λόγο ενός κόμματος ή μιας πολιτικής οργάνωσης των μεταβατικών αιτημάτων δεν λύνει κανένα πρόβλημα εάν δεν ακολουθούν τη συγκεκριμένη Λενινιστική αντίληψη για τα μεταβατικά αιτήματα.

Από αυτήν την άποψη η «ανεπάρκεια» του ΚΚΕ, που δεν βάζει καθόλου μεταβατικά αιτήματα και τα «περνάει» όλα στον άμεσο σοσιαλισμό είναι η ίδια ή περίπου η ίδια με την «ανεπάρκεια» της «Αριστερής Πλατφόρμας», που βάζει μεταβατικά αιτήματα, αλλά δεν υιοθετεί την άμεση αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, οπότε τα καθιστά άχρηστα, είναι η ίδια με την «ανεπάρκεια» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που δεν προβλέπει πολιτική εξουσία και κυβέρνηση, που θα τα πραγματοποιήσει και τα χρησιμοποιεί αποκλειστικά και μόνο ως συνθήματα ζύμωσης, οπότε τα καθιστά το ίδιο άχρηστα, είναι η ίδια με την «ανεπάρκεια» του «Εργατικού Αγώνα», που κάνει κριτική στο ΚΚΕ για την έλλειψη μεταβατικών αιτημάτων, περιέχει στον πολιτικό του λόγο μεταβατικά αιτήματα, μιλάει εξ ονόματος του 15ου Συνεδρίου και της Τρίτης Διεθνούς, αλλά είναι έτοιμος να τα θυσιάσει στο όνομα της κοινής δράσης υπογράφοντας κείμενο, που ο ίδιος το βρίσκει «αόριστο και ανεπαρκές», κείμενο «γενικών προθέσεων», που, όμως, έχει το ίδιο αποτέλεσμα, να καθιστά άχρηστα τα μεταβατικά αιτήματα.

Η με αυτόν τον τρόπο «τεκμηρίωση» της πολιτικής ανεπάρκειας του ΚΚΕ, μακριά από τη Λενινιστική αντίληψη για μια επαναστατική τακτική, με όποια λάθη (και πολλά κατά τη γνώμη μας) κάνει το ΚΚΕ δεν καθιστά επαρκή και έγκυρη τη συζήτηση για τη δημιουργία του Μετώπου για την επίλυση του Ελληνικού ζητήματος από τις οργανώσεις, που έχουν ανοίξει αυτήν τη συζήτηση για τη δημιουργία του Μετώπου.

Η «Νέα Σπορά» έχει καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση για το ποια είναι η διέξοδος από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία και θα μείνει σταθερά προσανατολισμένη σ’ αυτήν. Διαφέρει, αυτή η πρόταση, ουσιαστικά από όσα έχουν ακουστεί μέχρι τώρα από διάφορες οργανώσεις και ιστοσελίδες.

Και το κύριο σημείο της διαφοράς είναι ότι, πέρα από την ηγεσία του ΚΚΕ, που έχει εγκαταλείψει την επαναστατική Λενινιστική τακτική, κατά τη γνώμη της, και άλλοι πολιτικοί φορείς έχουν εγκαταλείψει την επαναστατική Λενινιστική τακτική, έστω και εάν κάνουν λόγο για μεταβατικά αιτήματα.

Στις πολιτικές δυνάμεις, που αφορούν στο Μέτωπο, η «Νέα Σπορά» συμπεριλαμβάνει και το ΚΚΕ, πρωτίστως το ΚΚΕ, με την προϋπόθεση ότι θα αλλάξει την πολιτική του. Την ίδια προϋπόθεση θέτει και για τις άλλες πολιτικές οργανώσεις, που αυτήν τη στιγμή συζητούν για τη δημιουργία του Μετώπου.

Από αυτήν την άποψη δε θεωρεί αρνητική τη συζήτηση που έχει ανοίξει, αντίθετα θα συνεισφέρει σ’ αυτήν, πάντα έχοντας ως κύριο στόχο την επαναφορά του ΚΚΕ στις Λενινιστικές αντιλήψεις. Το στοίχημα δεν είναι κερδισμένο εκ των προτέρων, γι’ αυτό έχουμε διευκρινίσει ότι αυτή η μάχη πρέπει να δοθεί.

Το ΚΚΕ έχει περάσει και άλλες περιόδους αριστερισμού αλλά αυτό δεν το εμπόδισε να γράψει λαμπρές σελίδες στη νεότερη ιστορία του τόπου μας. Το στοίχημα δεν είναι κερδισμένο ούτε και για όσους άνοιξαν τη συζήτηση για τη συγκρότηση του Μετώπου, γιατί υπάρχουν και δεξιές (και πολύ σοβαρές) και «αριστερές» αποκλίσεις.

Η επίκληση των μεταβατικών αιτημάτων δεν είναι αρκετή για να στοιχειοθετήσει μια επαναστατική τακτική στη σύγχρονη φάση εξέλιξης του καπιταλισμού. Γι’ αυτό το λόγο η γνωστή απαξία που χαρακτηρίζει τον πολιτικό λόγο ορισμένων οργανώσεων, ανακοινώσεων και αρθρογράφων για το ΚΚΕ δεν τους «σώνει» ούτε από τις δεξιές παρεκκλίσεις ούτε από τις αντίστοιχες «αριστερές».

Η «Νέα Σπορά», στο μέτρο των δυνάμεών της και των γνώσεών της, με την αρθρογραφία της προσπαθεί ακριβώς να εξηγήσει τη συνολική Λενινιστική αντίληψη για την επαναστατική τακτική. Εκεί πιστεύει ότι θα κριθούν τα πράγματα μπροστά στη ζωντανή πραγματικότητα, που είναι και το καλύτερο πρόγραμμα από «χίλια προγράμματα».

Και μερικοί να είναι σίγουροι. Αυτή η πραγματικότητα δεν θα επιτρέψει την επανάληψη ενός διφορούμενου, πολύ περισσότερο, εκλογικίστικου πολιτικού λόγου, γιατί τα προβλήματα των εργαζομένων και του τόπου είναι τεράστια και οι αντίπαλοι πολύ ισχυροί.

COMMENTS