Μετά το «ΟΧΙ» … «βιώσιμη συμφωνία»

Το πρώτο πράγμα που έκανε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο μήνυμα, που απηύθυνε στον Ελληνικό λαό, ήταν να ξεκαθαρίσει ότι: «Το σημερινό δημοψήφισμα δεν έχει νικητές και ηττημένους»!!!

Παράξενα πράγματα, γιατί εμείς νομίζαμε ότι ζητούσε να ηττηθούν όλοι εκείνοι, που υποστήριζαν το «ΝΑΙ», οι οποίοι, με την απεριόριστη βοήθεια των αστικών ΜΜΕ και των εταίρων, εξαπέλυσαν ένα κύμα τρομοκρατίας και κινδυνολογίας, που μπορεί ως κύριο επιχείρημα να είχε τη λειτουργία των τραπεζών αλλά ως βασικό στόχο είχε την πτώση της κυβέρνησης, η οποία αρνιόταν να υπογράψει την πρόταση του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ.

Δεν καταλαβαίνουμε αυτήν την αποστροφή από το μήνυμα του πρωθυπουργού, όταν Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι τάχθηκαν με το πιο κατηγορηματικό τρόπο υπέρ του «ΝΑΙ». Η πολιτική αυτή δεν ηττήθηκε; Αυτό είναι το ερώτημα.

Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Τη φράση αυτή δεν την εκλαμβάνουμε, επίσης, ως έκφραση αβρότητας προς τον Ελληνικό λαό. Θεωρούμε ότι το «ΟΧΙ», με το πολύ μεγάλο ποσοστό που πήρε, διέψευσε και όλο το στημένο παιχνίδι περί «εθνικού διχασμού, γιατί ακόμη και στο πλαίσιο της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας η απόφαση του Ελληνικού λαού δε μπορεί να είναι διχαστική.

Βέβαια από την πλευρά μας, ως «Νέα Σπορά», δε δίνουμε την ίδια ερμηνεία στο «ΟΧΙ», που προσπαθούν να δώσουν η κυβέρνηση και οι υποστηρικτές του «ΝΑΙ», γιατί όποιος παρατηρήσει τον κοινωνικό χάρτη του «ΟΧΙ» θα διαπιστώσει ότι η εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα προσανατολίστηκαν μαζικά προς το «ΟΧΙ», προσδίδοντας το δικό τους περιεχόμενο σ’ αυτό.

Και εμείς σ’ αυτόν το διαχωρισμό θα παραμείνουμε, γιατί αντιπροσωπεύει τις κοινωνικές δυνάμεις, που μας ενδιαφέρουν πρωτίστως για την οικοδόμηση του Αντιιμπεριαλιστικού, Αντιμονοπωλιακού, Δημοκρατικού Μετώπου.

Το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός αισθάνεται την ανάγκη να δηλώσει ότι δεν υπάρχουν «νικητές και ηττημένοι» έχει ιδιαίτερα μεγάλη πολιτική σημασία, γιατί πλέον δεν επιδιώκει μόνο μια «βιώσιμη συμφωνία», που όλοι καταλαβαίνουμε ότι θα είναι ένα νέο μνημόνιο. Επιδιώκει να ξεπεράσει το «ΟΧΙ» του Ελληνικού λαού.

Την ίδια στιγμή ο πρωθυπουργός είναι πολύ σαφής και ως προς την ερμηνεία των κυριότερων πλευρών του «ΟΧΙ». Δηλώνει απερίφραστα: « (…) έχω πλήρη συνείδηση ότι η εντολή που μου δίνετε δεν είναι εντολή ρήξης με την Ευρώπη αλλά εντολή ενίσχυσης της διαπραγματευτικής μας δύναμης για την επίτευξη βιώσιμης συμφωνίας. Με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, με όρους προοπτικής και απεγκλωβισμού από τον φαύλο κύκλο της λιτότητας. Και αυτή την εντολή θα την υπηρετήσω χωρίς χρονοτριβή».

Ο πρωθυπουργός γνωρίζει πολύ καλά ότι δε μπορεί να εξασφαλίσει μια «βιώσιμη συμφωνία» χωρίς λιτότητα και ότι τα περί «κοινωνικής δικαιοσύνης» με την αναπόφευκτη λιτότητα, που θα έρθει οπωσδήποτε με ένα νέο μνημόνιο, αυτά που ισχυρίζεται είναι παραμύθια και δεν του επιτρέπεται να οικειοποιείται το «ΟΧΙ» μ’ αυτόν τον τρόπο. Για να το διαστρέψει.

Αποδεικνύεται πλέον ότι αυτός που παραπλάνησε τον Ελληνικό λαό είναι η κυβέρνηση, γιατί ζητούσε ένα «ΟΧΙ» για να περάσει ένα μνημόνιο που θα ισοδυναμούσε με το «ΝΑΙ». Η «Νέα Σπορά» πολύ έγκαιρα είχε ξεκαθαρίσει τους πραγματικούς στόχους της κυβέρνησης μέσα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.

Και εδώ θέλουμε να τονίσουμε τρεις πλευρές αυτού του ζητήματος:

Πρώτη: Οι δηλώσεις κορυφαίων αξιωματούχων, με πρώτη τη διαρροή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που δήλωσε ότι: «το δημοψήφισμα σημαίνει διαζύγιο με την ευρωζώνη», δίνουν την ερμηνεία ότι το αποτέλεσμα περιέχει το μήνυμα της ρήξης με το ευρώ.

Δεύτερη: Ο πρωθυπουργός κάνει μεγάλο λάθος εάν νομίζει ότι η απόρριψη της πρότασης των εταίρων σημαίνει αποδοχή της κυβερνητικής πρότασης, που ήδη έχει καταθέσει στους λεγόμενους εταίρους. Η κυβέρνηση έχει ήδη ομολογήσει δημόσια ότι η πρόταση, που κατέθεσε, περιέχει το 90% – 95% της πρότασης των εταίρων.

Και αυτό το γεγονός σημαίνει ότι η πρόταση της κυβέρνησης είναι ένα άλλο μνημόνιο. Το θέλει ή δεν το θέλει ο πρωθυπουργός ο Ελληνικός λαός απορρίπτοντας την πρόταση των εταίρων απέρριψε, ταυτόχρονα, και την πρόταση της κυβέρνησης. Κάθε άλλη ερμηνεία του «ΟΧΙ» αποτελεί παραχάραξη της απόφασης του δημοψηφίσματος.

Τρίτη: Το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός δεσμεύεται ότι θα υπηρετήσει τη λαϊκή εντολή, όπως αυτός την ερμηνεύει, «χωρίς χρονοτριβή», προδιαθέτει ότι ο πρωθυπουργός επιχειρεί να προχωρήσει σε μια «βιώσιμη συμφωνία», η οποία δε θα έχει καμία σχέση με την απόφαση του Ελληνικού λαού. Και αυτό το κάνει σε μια στιγμή που «ακόμα κρατάνε οι γιορτές» και θα μας επιτραπεί να πούμε ότι γράφει στα παλιά του τα παπούτσια το «ΟΧΙ» του Ελληνικού λαού.

Έτσι, τώρα, εξηγείται η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού για την εσπευσμένη σύγκληση του Συμβουλίου των αρχηγών των κομμάτων, όπου θα επιχειρήσει να εκφράσει ότι, από τη μια μεριά, δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι, και από την άλλη μεριά, την «εθνική συμφιλίωση»!

Όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχε τελειώσει ακόμη το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών. Αυτό που ξέραμε ήταν ότι γίνονταν εντατικές επαφές με κορυφαίους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να καταλήξουν οι πολιτικοί αρχηγοί, με εξαίρεση τον Δημήτρη Κουτσούμπα, σε μία πρόταση προς τους εταίρους, που θα εξέφραζε την εθνική συμφιλίωση και την άμεση αντίδραση της κυβέρνησης για συμφωνία εντός 48 ωρών. Μην ξεχνάμε ότι ήδη έχει καθοριστεί Συνάντηση Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Από τα αστικά ΜΜΕ, κατά πληροφορίες, μαθαίνουμε ότι τελικά οι πολιτικοί αρχηγοί, πάντα με εξαίρεση του Δημήτρη Κουτσούμπα, συμφώνησαν στην τελευταία «βελτιωμένη» πρόταση του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, η οποία, βέβαια, απορρίφθηκε επί της ουσίας από τον Ελληνικό λαό.

Τελικά η κυβέρνηση οδήγησε τον Ελληνικό λαό σ’ ένα δημοψήφισμα το αποτέλεσμα του οποίου δεν το έλαβε καθόλου υπόψη, γιατί όλα αυτά που προτείνονται από την κυβέρνηση και από τους αρχηγούς της αστικής αντιπολίτευσης ήταν γνωστά εκ των προτέρων.

Αυτό σημαίνει ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι μια εύκολη υπόθεση για την κυβέρνηση και την αστική αντιπολίτευση; Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική, γιατί το μνημόνιο που έρχεται θα είναι μια νέα πολύ ισχυρότερη δοκιμασία για τους εργαζόμενους και τα μικροαστικά στρώματα , που θα τους οδηγήσει σε περαιτέρω εξαθλίωση.

Κλείνοντας αυτό το άρθρο έχουμε να τονίσουμε το εξής σημαντικό, για μας, γεγονός. Πριν τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος έγινε σαφώς αντιληπτή από τον Ελληνικό λαό η ωμή και επαίσχυντη παρέμβαση της ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας μας απαιτώντας τη ματαίωση του δημοψηφίσματος. Την ίδια στιγμή και σε συμμαχία με την Ευρωπαϊκή ελίτ η αστική τάξη της χώρας μας και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, τα αστικά ΜΜΕ, απαιτούσαν το ίδιο πράγμα.

Από κοινού έφτασαν να δημιουργήσουν συνθήκες ενός νέου ’65, αφού, φαίνεται, βρήκαν μερικούς πρόθυμους μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, που θα αναλάμβαναν να παίξουν αυτό το ρόλο, και τελικά, να οδηγήσουν στη ματαίωση του δημοψηφίσματος και στο σχηματισμό κυβέρνησης «εθνικής ενότητας».

Αυτή τη στιγμή, και μετά το συντριπτικό αποτέλεσμα υπέρ του όχι, δεν έχουμε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, έχουμε, όμως, μια πρόταση από το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών για αποδοχή της πρότασης Γιουνκέρ, που την στηρίζουν κυβέρνηση και αστική αντιπολίτευση. Έχουμε εθνική ενότητα χωρίς κυβέρνηση εθνικής ενότητας.

Παράλληλα έχουμε και ένα άλλο γεγονός, που θυμίζει, λίγο – πολύ το ’65. Κατ’ απαίτηση των εταίρων απολύθηκε ο Γιάννης Βαρουφάκης για να διευκολυνθούν οι διαπραγματεύσεις. Η κυβέρνηση υποχώρησε στις πιέσεις της ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αστικής αντιπολίτευσης, που το έβαλαν ως όρο για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων και για να πάρει «σάρκα και οστά» η εθνική ενότητα.

Η κυβέρνηση ανέλαβε να φέρει σε πέρας μετά το δημοψήφισμα ό,τι της απαιτούσαν οι εταίροι και η αστική αντιπολίτευση πριν το δημοψήφισμα. Κανείς πλέον δε «δικαιούται» να μη βλέπει αυτήν την πραγματικότητα.

COMMENTS