Βρισκόμαστε στα πρόθυρα της υπογραφής της νέας συμφωνίας ή θα προτιμηθεί η «λύση» της παράτασης του υπάρχοντος μνημονίου και παράλληλα θα αναζητηθεί και ένας συγκεκριμένος τρόπος χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση των άμεσων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας μας, προκειμένου να καλυφθούν οι οφειλές προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα;
Αν και η δεύτερη περίπτωση υπάρχει ως αχνό ενδεχόμενο δεν πρέπει να αποκλείεται. Ανεξάρτητα, όμως, από το ποια θα είναι η επιλογή, δηλαδή η κατάληξη μιας συμφωνίας ή η μετατόπισή της για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, η κυβέρνηση θα βρίσκεται πάντα μπροστά στο κείμενο της «πενταμερούς», που θα αποτελεί τη βάση της συμφωνίας για τους εταίρους.
Η κυβέρνηση, βέβαια, δήλωσε ότι δεν κάνει αποδεκτό αυτό το κείμενο. Σ’ ένα non paper που διένειμε τονίζει ότι: «Μετά και την προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή είναι σαφές ότι για την Ελλάδα η πρόταση των τριών θεσμών δεν μπορεί να γίνει στο σύνολό της αποδεκτή. Κανένα κόμμα στη Βουλή δεν είπε, ούτε καν υπονόησε, ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό αυτό το κείμενο στο σύνολό του». Ας προσέξουμε τη φράση: «δεν μπορεί να γίνει στο σύνολό της αποδεκτή».
Η σύγκληση της πενταμερούς την προηγούμενη εβδομάδα – Άνγκελα Μέρκελ, Φρανσουά Ολάντ, Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, Κριστίν Λαγκάρντ και Μάριο Ντράγκι, χωρίς την παρουσία του Αλέξη Τσίπρα – κατέληξε σ’ αυτό το κείμενο, που είναι αξεπέραστο για την Ελληνική κυβέρνηση, όσο και εάν η κυβέρνηση, πιθανώς, έτρεφε ελπίδες για κάτι διαφορετικό. Τώρα αναγνωρίζει και η ίδια, μ’ αυτό το non paper που εξέδωσε, ότι η βάση συζήτησης δεν είναι το κείμενο που απέστειλε η ίδια στους εταίρους αλλά το κείμενο των εταίρων.
Το κείμενο συμφωνίας, που είχε αποσταλεί προς τους «θεσμούς» από την Ελληνική κυβέρνηση, απορρίφτηκε «αυθωρεί και παραχρήμα» από τους εταίρους, γιατί κρίθηκε ανεπαρκές. Η εκ νέου σύγκληση της πενταμερούς και οι προσεχείς συναντήσεις του πρωθυπουργού δεν υποδηλώνουν μια νέα συζήτηση, που θα αλλάζει τα μέχρι τώρα δεδομένα, παρά την πρόθεση των εταίρων να λειάνουν, ίσως, λίγο τις πολύ οξείες γωνίες της πρότασης, ενδεχομένως με την απόσυρση της απαίτησης για την κατάργηση του ΕΚΑΣ, πιθανώς και κάποιας διευθέτησης ως προς τον ΦΠΑ στο ρεύμα.
Η βάση συζήτησης, λοιπόν, είναι το κείμενο της πενταμερούς, που από μόνο του το γεγονός ότι δεν προσκλήθηκε σ’ αυτήν και ο πρωθυπουργός της χώρας μας (για να είναι ενήμερος, τουλάχιστον και να μην πληροφορείται το περιεχόμενό του από τα ΜΜΕ, όπως ο ίδιος ομολόγησε), δείχνει την αντιμετώπιση της χώρας μας από την πλευρά των δανειστών και ισχυρών εταίρων, στη βάση των όποιων αποφάσεων λαμβάνουν για τη χώρα μας εν αγνοία της Ελληνικής κυβέρνησης.
Δηλαδή, για να κυριολεκτούμε: Βρισκόμαστε στα πρόθυρα της κατάληξης και της υπογραφής ενός νέου μνημονίου, ανεξάρτητα από το πότε θα υπογραφεί, μια και η νέα συμφωνία δε θα θίγει κανέναν από τους μνημονιακούς νόμους, που ψηφίστηκαν από την προηγούμενη κυβέρνηση, αντίθετα θα συμπληρώνει αυτό το μνημονιακό νομοθετικό πλαίσιο με νέους νόμους και νέα αντιλαϊκά μέτρα.
Επομένως είναι ζήτημα χρόνου να αποσαφηνιστούν πλήρως οι όροι της νέας συμφωνίας, ενώ δε χρειάζεται καθόλου χρόνος για να αποσαφηνιστεί ο χαρακτήρας της νέας συμφωνίας, ο οποίος θα είναι αντιλαϊκός και θα δεσμεύει τη χώρα μας για τα επόμενα χρόνια από τους δανειστές.
Το γεγονός αυτό αναγνωρίζεται και από τα αστικά ΜΜΕ, τα οποία πιέζουν συντονισμένα την κυβέρνηση να προχωρήσει και να λήξει το ζήτημα της συμφωνίας, αναγνωρίζοντας ότι θα υπάρχουν επώδυνα μέτρα για τους εργαζόμενους και πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση.
Ό,τι και να αποσπάσει η κυβέρνηση «έναντι», όπως π.χ. μια δήλωση για ρύθμιση του χρέους, που στην καλύτερη περίπτωση θα είναι μια επιμήκυνση με αντίστοιχη ρύθμιση των επιτοκίων, που δε θα απαλλάσσει τη χώρα μας από το βάρος του χρέους, ή κάποια εκδήλωση πρόθεσης για ένα υποτιθέμενο αναπτυξιακό πακέτο, τα πράγματα για τους εργαζόμενους δεν αλλάζουν. Θα υποστούν τις συνέπειες των νέων επώδυνων μέτρων. Τις συνέπειες ενός νέου επαχθούς μνημονίου. Αυτό πρέπει να είναι ξεκάθαρο.
Οι όποιες «παραχωρήσεις» από την πλευρά των εταίρων σαφώς θα αξιοποιηθούν από την κυβέρνηση για να «κάτσει» η συμφωνία στη λαϊκή συνείδηση και να αντισταθμίσει την κατάργηση στην πράξη των όποιων «κόκκινων γραμμών» υποστήριζε ότι έχει. Η πείρα δείχνει ότι οι κόκκινες γραμμές μπαίνουν για να καταπατηθούν, χρησιμεύουν σαν προπαγανδιστικό πυροτέχνημα για να αποπροσανατολίζουν τους εργαζόμενους.
Η εξέλιξη αυτή δεν πρέπει και δεν πρόκειται να διαφοροποιήσει σε τίποτα τη στάση, που πρέπει να κρατήσει το Λαϊκό, Εργατικό και ιδιαίτερα το Επαναστατικό Κίνημα απέναντι στην κυβερνητική πολιτική και τη νέα συμφωνία – μνημόνιο, μια και θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο η θέση των εργαζομένων και των μικροαστικών στρωμάτων, θα ενταθεί ακόμη πιο πολύ η εξαθλίωσή τους. Πρέπει να απορρίψουν και να αντιταχτούν στη νέα συμφωνία – μνημόνιο και κάθετα να διαχωριστούν από την πολιτική της κυβέρνησης.
Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση με τη στάση, που κράτησε απέναντι στους δανειστές, στο πλαίσιο «να μη διαιρεθεί η Ευρώπη», οδηγήθηκε να καταθέσει – και από μόνη της – μια πρόταση, που δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ένα μνημόνιο και οι εταίροι να της αντιπροτείνουν ένα άλλο πολύ πιο επαχθές μνημόνιο, που δεν έχει τα περιθώρια να το απορρίψει, εάν και εφόσον επιμείνει στην αποδοχή της αστικής στρατηγικής, στην παραμονή στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί αυτή η απόρριψη θα σήμαινε και απ’ ευθείας σύγκρουση με τους εταίρους και αρχή του ξηλώματος «του πλεχτού». Αυτή τη σύγκρουση η κυβέρνηση δεν τη θέλει. Το δηλώνει άλλωστε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος: «Επιθυμούμε λύση και όχι ρήξη».
Στην ουσία η σημερινή κυβέρνηση αντέγραψε τη στάση της προηγούμενης κυβέρνησης, που οι δανειστές της έβαζαν τους όρους τους και αυτή απαντούσε με το e-mail του Γκίκα Χαρδούβελη, το οποίο δεν είχε γίνει αποδεκτό από τους εταίρους.
Όλοι, όμως, γνωρίζουμε, ότι, στο πλαίσιο της πιστωτικής γραμμής, η διαπραγμάτευση και της προηγούμενης κυβέρνησης θα κατέληγε σ’ ένα νέο μνημόνιο και σε μια νέα δανειακή σύμβαση. Και μάλιστα με τους ίδιους ή παρόμοιους επαχθείς όρους, γιατί οι εταίροι ποτέ δεν έκαναν πίσω από τους όρους που έβαζαν από τον Νοέμβρη του 2014. Οι πολιτικές εξελίξεις πρόλαβαν την κατάληξη μιας συμφωνίας και τη «φόρτωσαν», μεθοδευμένα ή όχι, δεν έχει σημασία, στη σημερινή κυβέρνηση.
Με παραλλαγές, λοιπόν, η νέα κυβέρνηση ακολούθησε την ίδια πορεία. Οι εταίροι έχουν ήδη έτοιμο το νέο μνημόνιο, η κυβέρνηση κατέθεσε και αυτή μια πρόταση, αλλά οι εταίροι έχουν ήδη ξεκαθαρίσει ότι η πρόταση της κυβέρνησης είναι ανεπαρκής, επομένως, στην πραγματικότητα, έφεραν την κυβέρνηση στη θέση του “take it or leave it”. Και αυτή είναι αναγκασμένη να επιλέξει το “take it” εάν επιμείνει στη στρατηγική της. Και επιμένει.
Το ερώτημα, συνεπώς, είναι: Στο πλαίσιο του κάθετου διαχωρισμού από τη μέχρι τώρα πολιτική της κυβέρνησης, πως συγκεκριμενοποιείται αυτή η στάση, που πρέπει να κρατήσει το Λαϊκό, Εργατικό και Επαναστατικό Κίνημα και ποιοι παράγοντες την καθορίζουν, πως αυτή θα καταλήξει σε μια πολιτική πρωτοβουλία άμεσης παρέμβασης για έξοδο από την οικονομική κρίση, τη χρεοκοπία και τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Από τον απεγκλωβισμό του θανάσιμου εναγκαλισμού της χώρας μας από τα καταστρεπτικά και αντιλαϊκά μνημόνια;
Για την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα η «Νέα Σπορά» συνυπολογίζει τους παρακάτω παράγοντες:
- Πρώτο: Στο τετράμηνο που πέρασε οι εργαζόμενοι απέκτησαν μια πολύπλευρη καινούργια πείρα, που είναι αναντικατάστατη. Παρά τις προσπάθειες, που έγιναν από τα αστικά ΜΜΕ, για να αποπροσανατολιστούν και να υποταχτούν, αυτό δεν έγινε κατορθωτό. Οι εργαζόμενοι είναι ενάντια στην υπογραφή ενός νέου μνημονίου. Δεν είναι τυχαίο ότι για να κάμψουν το αντιστασιακό φρόνημα των εργαζομένων τα αστικά ΜΜΕ χρησιμοποιούν δόλια έως και εκβιαστικά «επιχειρήματα». Αυτήν την πείρα, που βέβαια, έχει ανεβάσει την πολιτική συνείδηση των λαϊκών μαζών, πρέπει το Επαναστατικό Κίνημα να την βαθύνει ακόμη περισσότερο. Από «αντιμνημονιακή» να την ωθήσει προς την ανάγκη συνειδητοποίησης της αποδέσμευσης. Να την καθοδηγήσει και να την φτάσει μέχρι τη ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο χρειάζεται και η πολιτική παρέμβαση του ΚΚΕ με μία συγκεκριμένη πρόταση. Απέναντι σ’ αυτήν την ανάγκη πρέπει να θέσει το ΚΚΕ και τον Ελληνικό λαό και την κυβέρνηση. Να θέσει το δίλημμα ή κατάργηση των μνημονίων, που σημαίνει σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, ή μνημόνια και επ’ αόριστον εξαθλίωση και υποταγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους λεγόμενους εταίρους.
- Δεύτερο: ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΚΦΡΑΣΜΕΝΗ ΛΑΪΚΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ, η οποία αρνείται τη συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων. Αυτό ήταν το νόημα των εκλογών του περασμένου Γενάρη. Αυτό επιβεβαιώνεται από τη μέχρι τώρα πορεία των διαπραγματεύσεων. Αυτή τη λαϊκή πλειοψηφία, αδιαμόρφωτη ως προς το τι θα θέλαμε και ως «Νέα Σπορά» και ως ΚΚΕ, θα πρέπει να σεβαστεί η κυβέρνηση, η οποία αναδείχτηκε στην εξουσία με βάση αυτήν την εντολή, παρόλο, που δεν έμπαινε ζήτημα άμεσης αποχώρησης από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έμπαινε, όμως, το ζήτημα της αποχώρησης από το ευρώ στην περίπτωση, που η συμφωνία θα ήταν επώδυνη για τον Ελληνικό λαό και τους εργαζόμενους. Ακόμη και οι δημοσκοπήσεις ήταν απόλυτα σαφείς και εμφάνιζαν αυτήν τη διαπίστωση, αναγνώριζαν αυτήν την πραγματικότητα, ακόμη και οι πιο πρόσφατες. Η λαϊκή εντολή εξακολουθεί να είναι ρήξη με το ευρώ εάν υπάρξει επώδυνη συμφωνία, ένα νέο μνημόνιο, παρόλο που έγιναν και εξακολουθούν να γίνονται οι προσπάθειες εγκλωβισμού των εργαζομένων. Αυτό το ζήτημα δημοκρατίας δε μπορεί να θεωρηθεί ήσσονος σημασίας. Αναιρείται η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, έστω και στην περίπτωση, που δεν εκφράζει ολοκληρωμένα την ανάγκη ουσιαστικής αντιμετώπισης του Ελληνικού ζητήματος, την ανάγκη ξεπεράσματος της οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας, με μια θέση που θα πρόβλεπε την αποδέσμευση της χώρας μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη μονομερή διαγραφή του χρέους, την ανάγκη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της υλικής βάσης της χώρας μας, για κάλυψη των κοινωνικών αναγκών των εργαζομένων, την ανάγκη μιας ανάπτυξης προς όφελος του λαού και του τόπου. Η λαϊκή κυριαρχία επιβάλλει, εδώ και τώρα, η κυβέρνηση να μην υπογράψει καμία συμφωνία με τους εταίρους. Ούτε στη βάση της δικής της κατατεθειμένης πρότασης, γιατί η ίδια η κυβέρνηση ομολογεί ότι έχει υποχωρήσει από τις προεκλογικές της δεσμεύσεις. Παραβιάζει, δηλαδή, η κυβέρνηση τη λαϊκή εντολή, που έλαβε από τον Ελληνικό λαό. Μια τέτοια επιχειρηματολογία, εμείς πιστεύουμε ως «Νέα Σπορά», θα βρει ανταπόκριση στους εργαζόμενους και τις λαϊκές μάζες γενικότερα.
Τρίτο. Εάν αποδείχτηκε κάτι, αυτό το τετράμηνο που βρίσκεται στη διακυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ, είναι ότι οι εταίροι δεν υποχώρησαν σε τίποτα από τις αρχικές τους απαιτήσεις, ότι κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης οι απαιτήσεις τους αυξάνονταν συνεχώς, γεγονός που ομολογείται και απ’ όλα τα αστικά ΜΜΕ και από την ίδια την κυβέρνηση. Αυτό δείχνει ότι οι εταίροι ενδιαφέρονται, πάνω απ’ όλα, για το «οικόπεδο», που λέγεται Ελλάδα, για τη γεωστρατηγική της θέση, να τη διατηρούν στη θέση του «αγκιστρωμένου ψαριού» και να την αρμέγουν, να βρίσκεται στη θέση της ελεγχόμενης χρεοκοπίας, να τροφοδοτούνται τα πλεονάσματα των κυρίαρχων κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά της Γερμανίας, να εισπράττονται οι τόκοι και τα τοκοχρεολύσια από τα δάνεια, να υπάρχει νέος δανεισμός για την εξόφληση του χρέους, που δημιουργεί νέο χρέος και να διαιωνίζεται ο φαύλος κύκλος της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης. Απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι επιμένουν με ιδιαίτερη σφοδρότητα στο δανειακό πακέτο, που κατά ορισμένες πηγές αγγίζει το ιλιγγιώδες ποσό των 50δισ. ευρώ, στις αποκρατικοποιήσεις, παρόλο που το αντίτιμο, που θα εισπράξει η χώρα μας απ’ αυτές, είναι ένα απειροελάχιστο ποσό απ’ αυτά που χρειάζεται για να ορθοποδήσει. Η απαίτηση να εφαρμοστεί και να συνεχιστεί η μνημονιακή πολιτική, από την πλευρά των εταίρων, αποτελεί μια ωμή καταπάτηση της θέλησης του Ελληνικού λαού, της λαϊκής κυριαρχίας, της εθνικής της ανεξαρτησίας. Ο Γόρδιος δεσμός, που αποτελεί η ιμπεριαλιστική κυριαρχία πάνω στη χώρα μας, κόβεται μόνο με την αποδέσμευση της χώρας μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και όλους τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Αυτό αποδείχτηκε και από το τετράμηνο των διαπραγματεύσεων. Το ΚΚΕ οφείλει να βάλει την κυβέρνηση απέναντι σ’ αυτήν την πραγματικότητα, αλλά και τον Ελληνικό λαό πάνω απ’ όλα.
Τέταρτο. Αυτό που ισχύει διαχρονικά, που είναι γνωστό και έγινε απολύτως καθαρό κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, όπου η χώρα μας στην πραγματικότητα χρεοκόπησε, αλλά και ιδιαίτερα το τελευταίο τετράμηνο, είναι ότι οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δείχνουν σταθερά έντονο ενδιαφέρον για τη γεωστρατηγική θέση της χώρας μας και παρεμβαίνουν τόσο στις οικονομικές όσο και στις πολιτικές εξελίξεις. Εδώ διασταυρώνονται γεωστρατηγικές επιδιώξεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Ο μόνος τρόπος για να απαλλαγεί ο τόπος από το να σύρεται πότε στο άρμα των αντίθετων επιδιώξεων της μιας ή της άλλης ιμπεριαλιστικής δύναμης είναι η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Μόνο έτσι μπορεί η χώρα μας να κατοχυρώσει την εθνική της ανεξαρτησία ουσιαστικά και όχι τυπικά. Διαπιστώνουμε στην πράξη ότι οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται να κρατήσουν την Ελλάδα ως πολεμικό ορμητήριο για λογαριασμό τους στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, της Μεσογείου και της Εγγύς Μέσης Ανατολής. Αυτό εξυπηρετεί η πρόθεση της κυβέρνησης να παραχωρήσει και άλλη στρατιωτική βάση στην Κάρπαθο. Ταυτόχρονα ενδιαφέρονται για τους ορυκτούς πόρους της χώρας μας, ιδιαίτερα στο Αιγαίο. Το ίδιο ενδιαφέρον δείχνουν και οι άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συζήτηση, επομένως, γύρω από την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας δεν είναι χωρίς αντικείμενο, δε μπορεί να υποτιμάται και ιστορικά πάντα ο Ελληνικός λαός έδειχνε ιδιαίτερη ευαισθησία γι’ αυτό το θέμα. Το ΚΚΕ, λοιπόν, πρέπει να μιλήσει ανοικτά στον Ελληνικό λαό γι’ αυτό το ζήτημα και να θέσει την κυβέρνηση απέναντι στις ευθύνες της.
Πέμπτο. Πέρα από τα παραπάνω, που αναφέρθηκαν για το ζωτικό ενδιαφέρον των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τη χώρα μας, υπάρχει και ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον που αφορά στην οικονομική της κατάσταση σε σχέση με τη θέση της στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ΗΠΑ, Γερμανία, Ευρωπαϊκή Ένωση, πρωτίστως, ενδιαφέρονται για τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια έξοδος της χώρας μας από το ευρώ είναι βέβαιο ότι θα έχει ευρύτερη επίδραση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όχι μόνο. Με την έννοια αυτή δε γίνεται μόνο προσπάθεια να κρατηθεί η χώρα μας μέσα στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και να ικανοποιηθούν οι αντίθετες γεωστρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ και της Γερμανίας, τόσο σε ό,τι αφορά την ηγεμονία μέσα στην Ευρωπαϊκή ένωση, της Γερμανίας ή των ΗΠΑ, όσο και την οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης – την περιοριστική ή την επεκτατική οικονομική πολιτική. Αυτό το γεγονός, βέβαια, τις αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ – Γερμανίας, προσπαθεί να αξιοποιήσει η κυβέρνηση, αλλά το αποτέλεσμα είναι να χώνεται πιο βαθιά στην οικονομική και πολιτική εξάρτηση, γιατί η βάση συμφωνίας των ΗΠΑ και Γερμανίας ως προς την Ελλάδα είναι η παραμονή της στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πηγή των δεινών της χώρας μας είναι η ίδια η συμμετοχή της στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό δεν αλλάζει τις συνέπειες που «εισπράττει» η χώρα μας, όποια και εάν είναι η έκβαση των αντιθέσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Οι δηλώσεις της Άνγκελα Μέρκελ και του Μπαράκ Ομπάμα στη Σύνοδο των G7 δεν αφήνουν καμία αμφιβολία.
Έκτο: Είναι γνωστή η πρωτοβουλία της Άνγκελα Μέρκελ και του Φρανσουά Ολάντ για το βάθεμα της πολιτικής ένωσης συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης ιδιαίτερα, η οποία έχει μορφοποιηθεί και σε συγκεκριμένη συμφωνία ανάμεσα στους δύο ηγέτες. Ο στόχος αυτής της πρωτοβουλίας είναι να εξασφαλιστεί η κυριαρχία του Γαλλογερμανικού άξονα σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση για τον έλεγχο κυρίως πάνω στην οικονομική πολιτική και τη δημοσιονομική πειθαρχία. Εμπνευστής αυτής της κίνησης είναι η Γερμανική ηγεσία και πρέπει να σημειώσει κανείς ότι πέρα από την πρωτοκαθεδρία της Γερμανίας, στο πλαίσιο του Γαλλογερμανικού άξονα, διαλύεται οριστικά πλέον ο μύθος της δημοκρατικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εξασφαλίζει την ισοτιμία των μελών κρατών. Επισημοποιούνται οι ταχύτητες μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η χώρα μας δεν πρόκειται να έχει καμία τύχη ως προς την αναπτυξιακή της πορεία. Θα υπακούει σε πολιτικές, που θα έχουν αποφασιστεί από τους ισχυρούς της ευρωζώνης, Γερμανία – Γαλλία, και θα υποταχτεί σε έναν καταμερισμό εργασίας ακόμα πιο πολύ ανισότιμο και επαχθή σε βάρος των εργαζομένων. Ακριβώς αυτή η εξέλιξη αναδεικνύει για ακόμα μια φορά τον αντιδραστικό χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι αυτός έχει ανεπίστρεπτο χαρακτήρα, παραπέρα επιβεβαιώνει ότι οι διακηρύξεις για τη δημοκρατική Ευρώπη της Ελληνικής κυβέρνησης και των άλλων πολιτικών δυνάμεων είναι φτηνά φληναφήματα για τον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας. Είναι ένας άλλος πρόσθετος λόγος για να τονιστεί προς τον Ελληνικό λαό η ανάγκη της άμεσης αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση της χώρας μας.
Έβδομο: Έχουμε τονίσει κατ’ επανάληψη ότι η οικονομική κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι καλή. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της ευρωζώνης και συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν συνηγορούν ότι έχει ξεπεραστεί η οικονομική στασιμότητα. Ιδιαίτερα ορισμένες χώρες έχουν κολλήσει στην κυριολεξία, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, που ανήκουν στο G7, που συμμετέχουν οι πιο 7 αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Το δημόσιο χρέος αποτελεί μεγάλο βραχνά για την Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν επιλύεται, ενώ τα προβλήματα ανεργίας δεν αντιμετωπίζονται, ιδιαίτερα της νεολαίας, που δεν βλέπει να έχει κανένα μέλλον.
Όγδοο: Μπροστά σ’ αυτήν την πραγματικότητα αποτελεί παραμύθι η δυνατότητα της χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση της χώρας μας για να ξεπεράσει την οικονομική της κρίση. Αυτό που θα γίνει είναι ότι η όποια χρηματοδότηση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αφορά πριν απ’ όλα τους ίδιους τους δανειστές, την αποπλήρωση των χρεών, να αντιμετωπίσουν τη διατάραξη της σταθερότητας της ευρωζώνης, λύση, που θα κοστίσει ακριβά στους εργαζόμενους της χώρας μας και σε μεγάλο βάθος χρόνου, ενώ η εκδοχή ενός Grexit θα είναι πάντα παρούσα, γιατί η Ελλάδα θα βρίσκεται σε κατάσταση ελεγχόμενης χρεοκοπίας, γεγονός που θα κρατάει τη χώρα μας σε οικονομική και πολιτική εξάρτηση.
Ένατο: Η χρεοκοπία της χώρας μας δεν αναδεικνύει τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από τη χρεοκοπία της αστικής της τάξης, των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό με τη σειρά του αναδεικνύει την ανάγκη να έρθει στο προσκήνιο η εργατική τάξη με τους συμμάχους της, τα μικροαστικά στρώματα, τα κατώτερα και μεσαία. Σ’ αυτό το καθήκον πρέπει να ανταποκριθεί το ΚΚΕ, που ιστορικά δικαιώθηκε για την κριτική που άσκησε για τις γεωστρατηγικές επιλογές της αστικής τάξης και τις αντιλαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν. Από αυτήν την άποψη το άμεσο καθήκον της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων είναι να αναλάβουν την εξουσία της χώρας μας. Αυτή είναι η μόνη φιλολαϊκή διέξοδος.
Δέκατο: Στο πλαίσιο αυτό η «Νέα Σπορά» παίρνει υπόψη της το πώς διαγράφονται οι πολιτικές τάσεις σήμερα στη χώρα μας τόσο μέσα στον Ελληνικό λαό όσο και στις πολιτικές δυνάμεις. Αυτό που φαίνεται πλέον φανερά είναι ότι η πολιτική αντιπαράθεση πολώνεται γύρω από το δίλημμα της παραμονής στο ευρώ ή όχι. Στην πραγματικότητα αυτό το δίλημμα είναι μια άλλη ανάγνωση του διλήμματος, εάν πρέπει να παραμείνει η χώρα μας μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή όχι, γιατί είναι βέβαιο ότι μια έξοδος από το ευρώ βάζει επί τάπητος και τροφοδοτεί την έξοδο της χώρας μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το βέβαιο είναι ότι ενισχύεται σταθερά η τάση που αμφισβητεί την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από την πλευρά, τώρα, των πολιτικών δυνάμεων αυτό που διαφαίνεται καθαρά είναι ότι: τα δύο παραδοσιακά κόμματα του δικομματισμού βρίσκονται το μεν ΠΑΣΟΚ σε πορεία διάλυσης η δε Νέα Δημοκρατία να έχει σοβαρές απώλειες ακόμη και από τις πρόσφατες εκλογές του Γενάρη του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ συντηρεί τις δυνάμεις του, ενώ στο εσωτερικό του έχει ανοίξει σοβαρή συζήτηση, που περιλαμβάνει και την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από αυτήν την άποψη δεν πρέπει να μας προκαλεί εντύπωση η παρέμβαση με ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας, που σ’ αυτήν την καθοριστική στιγμή βγήκε να υπενθυμίσει ότι η θέση της χώρας μας βρίσκεται μέσα στην ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, φροντίζοντας να το συνδυάσει με το ρετουσάρισμα της γνωστής παλαιοκαραμανλικής δήλωσης ότι «Η Ελλάδα ανήκει στη Δύση».
Απ’ όλα τα παραπάνω το κύριο συμπέρασμα που βγαίνει είναι η αναγκαιότητα της κατάθεσης μιας συγκεκριμένης πρότασης εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, που θα δίνει τη δυνατότητα να βάλει τις λαϊκές μάζες σε κίνηση, να οδηγήσει στη συσπείρωση της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, των κατώτερων και μεσαίων, έχοντας στο επίκεντρο την αποδέσμευση της χώρας μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θεωρούμε ότι το μόνο κόμμα που μπορεί να καταθέσει μια τέτοια πρόταση είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, όπως θεωρούμε ότι η θέση της «Νέας Σποράς» ότι η πόλωση στο πολιτικό σκηνικό γίνεται γύρω από την παραμονή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δικαιώνεται. Έχουμε υποστηρίξει κατ’ επανάληψη ότι η αποδέσμευση είναι ο κρίκος μέσα από τον οποίο περνάνε όλες οι πολιτικές εξελίξεις της χώρας μας.
Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζουμε τη θέση της «Νέας Σποράς» για τη σημερινή κυβέρνηση. Έχουμε, ήδη, καθορίσει, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, το χαρακτήρα της κυβέρνησης, ως κυβέρνησης αστικής διαχείρισης. Αυτή αποτελείται από ένα μικροαστικό κόμμα, το ΣΥΡΙΖΑ, και ένα αστικό κόμμα, τους ΑΝΕΛ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που αποτελεί και τον κύριο κορμό της κυβέρνησης, επηρεάζει σημαντικά τμήματα των μικροαστικών στρωμάτων και της εργατικής τάξης. Αυτή είναι η λαϊκή της βάση. Από την άποψη της ιστορικής προέλευσης ο ΣΥΡΙΖΑ καταστάλαξε να σχηματιστεί, από τμήματα του Κομμουνιστικού Κινήματος, με βάθος χρόνου το 1968, και αργότερα με τη διάλυση του ενιαίου Συνασπισμού – στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Αυτή ήταν η ιστορική βάση του ΣΥΡΙΖΑ, ως κομματικού σχηματισμού. Προγραμματικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ ήταν (και άρρητα εξακολουθεί να είναι) ο σοσιαλισμός, ο οποίος θα ερχόταν μέσα από τη λεγόμενη Ευρωπαϊκή πορεία της χώρας μας, γεγονός που πολιτικά καθόρισε και τη στρατηγική του, της αποδοχής της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως παλιότερα το λεγόμενο ΚΚΕεσ δεχόταν την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ. Τα τμήματα αυτά του Κομμουνιστικού Κινήματος, που αποσπάστηκαν από το ΚΚΕ αντιπροσώπευαν, κατά βάση, μικροαστικά στρώματα, κυρίως ανώτερα, πιο συγκεκριμένα: μικροαστικά στρώματα τμημάτων επιστημόνων, διανοουμένων, αλλά και τμήματα της εργατικής αριστοκρατίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια, ειδικά μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, και ειδικότερα μετά το 2010 δέχτηκε στις τάξεις του πολλά στελέχη της εργατικής αριστοκρατίας του ΠΑΣΟΚ, αλλά και αστικά στελέχη. Την ίδια στιγμή, όμως, επέκτεινε την επιρροή του στην εργατική τάξη, στα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού.
Οι ΑΝΕΛ, προέρχονται από τη Νέα Δημοκρατία, κατά βάση, και εκπροσωπούν τμήματα της αστικής τάξης που είναι προσανατολισμένα κυρίως προς το δολάριο. Με τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση και την ανάληψη του υπουργείου άμυνας έδωσαν νέα ώθηση στην στρατιωτική εξάρτηση της χώρας από το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Βάθυναν τη σχέση στο στρατιωτικό τομέα με το Ισραήλ. Πρόκειται για ένα αντιδραστικό κόμμα, που επενδύει στον εθνικισμό, στη θρησκοληψία και στην εχθρότητα προς τους μετανάστες. Η αντιμνημονιακή του ρητορεία χρησίμευσε ως πρόσχημα και ήταν η βάση της συνεργασίας του με το ΣΥΡΙΖΑ για το σχηματισμό της «πρώτης αριστερής κυβέρνησης»!
Η κυβέρνηση, στηρίζεται από την αστική τάξη της χώρας και εφαρμόζει μια πολιτική που την υπηρετεί. Η αστική τάξη πιέζει την κυβέρνηση για μια γρήγορη συμφωνία με τους «θεσμούς», δηλαδή την τρόικα, που θα δώσει τη δυνατότητα χρηματοδότησης του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου, θα δώσει νέα ώθηση στην οικονομική εξάρτηση της χώρας με την εκχώρηση σημαντικών τομέων της οικονομίας, θα εξασφαλίσει φθηνή εργατική δύναμη, θα διατηρήσει για μακρό χρονικό διάστημα τον οικονομικό έλεγχο της χώρας μας, η οποία θα τελεί υπό συνθήκες ουσιαστικά ελεγχόμενης χρεοκοπίας, μια και το χρέος και η διαχείρισή του θα επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω από την Ελλάδα.
Στο κοινωνικό επίπεδο, ως προς τις σχέσεις των τάξεων, η σημερινή κατάσταση αναδεικνύει την αδυναμία των μικροαστικών στρωμάτων να παίξουν ηγετικό απελευθερωτικό ρόλο στην κοινωνία, αναδεικνύει τις ταλαντεύσεις των μικροαστικών στρωμάτων, που αυτή τη στιγμή τελούν κάτω από την ηγεμονία της αστικής τάξης, αναδεικνύει, επίσης, την έλλειψη μιας συγκεκριμένης πρότασης από την πλευρά της εργατικής τάξης και του Κόμματός της, που θα δίνει τη δυνατότητα στη διαμόρφωση της κοινωνικής συμμαχίας μεταξύ της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, κύρια των κατώτερων και μεσαίων, που θα διεκδικήσουν την εξουσία ενάντια στην αστική τάξη και την εξουσία της, ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τα μονοπώλια, ανοίγοντας το δρόμο στο σοσιαλισμό.
Στο πολιτικό επίπεδο, απαιτείται ο κάθετος διαχωρισμός από την πολιτική της κυβέρνησης, για να μην κατακλυστεί η χώρα μας από τη μικροαστική πλημμυρίδα, η ανάληψη συγκεκριμένων πολιτικών πρωτοβουλιών, που θα δίνουν τη δυνατότητα να συσπειρωθεί η εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα, να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, να αναπτυχθούν οι διεκδικητικοί αγώνες για την επίλυση των άμεσων και καυτών προβλημάτων τους, να βάλουν την κυβέρνηση μπροστά στις ιστορικές της ευθύνες, να δώσουν διέξοδο στις αναζητήσεις των λαϊκών μαζών.
Βρισκόμαστε μπροστά σε πολύ σημαντικές στιγμές για την πορεία της χώρας μας. Η ανοικτή χρεοκοπία της χώρας μας δεν έχει απομακρυνθεί, ενώ υπάρχουν και τα σχέδια για χρεοκοπία της χώρας μας τύπου Καλιφόρνιας. Δηλαδή χρεοκοπία εντός ευρώ. Αυτή τη στιγμή έχει σημασία ο Ελληνικός λαός να βρει τον προσανατολισμό του και να μην κατακλύζεται από την ιδεολογική και πολιτική εκδοχή της αστικής τάξης.
Στο πλαίσιο αυτό επαναφέρουμε την πρόταση που έχουμε καταθέσει υπενθυμίζοντας και πάλι ότι την πρόταση αυτή μπορεί η ηγεσία του Κόμματος να την επεξεργαστεί και να την εμπλουτίσει πολύ καλύτερα. Την επαναφέρουμε υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα και τις βασικές μας διαπιστώσεις για τις πολιτικές εξελίξεις:
- Παίρνοντας υπόψη τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, και κυρίως τις πιθανές πολιτικές εξελίξεις που έρχονται, ότι η πολιτική κρίση δεν εξέλειπε και ότι περιλαμβάνει και τον ΣΥΡΙΖΑ.
- Ότι το πολιτικό σύστημα είναι μακριά από το να σταθεροποιηθεί και να δώσει μια εναλλακτική λύση ως προς τον παραδοσιακό δικομματισμό.
- Τη στάση των λαϊκών μαζών και την εμπειρία που αποκόμισαν από την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου και του τετράμηνου της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ.
- Τις αντιστάσεις που συναντάει η ενσωμάτωση των λαϊκών μαζών που ακολουθούν το ΣΥΡΙΖΑ, παρά το γεγονός ότι η σημερινή κυβέρνηση υπηρετεί την αστική πολιτική.
- Το γεγονός της έλλειψης γενικότερης εμπιστοσύνης των λαϊκών μαζών στο αστικό πολιτικό σύστημα, έτσι όπως καταγράφεται αυτή ακόμη και στις δημοσκοπήσεις.
- Τις έντονες διεργασίες που αναπτύσσονται αυτή τη στιγμή μέσα στους εργαζόμενους και γενικότερα στον Ελληνικό λαό,
Στην κατεύθυνση αυτή το ΚΚΕ οφείλει να απαιτήσει από την κυβέρνηση να μην υπογράψει καμία συμφωνία όχι μόνο με βάση την πρόταση της πενταμερούς αλλά και με τη δική της πρόταση και να αρθεί στο ύψος των ιστορικών της ευθυνών. Στο πλαίσιο της αυτοτελούς πολιτικής του δράσης, που αντανακλά και την αυτοτελή δράση της εργατικής τάξης και την ανάγκη προσέγγισης των μικροαστικών στρωμάτων, την ανάγκη αποκατάστασης των δεσμών του με τις λαϊκές μάζες, να καταθέσει ένα πολιτικό πλαίσιο μέτρων και στόχων εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, που ενδεικτικά είναι οι παρακάτω:
1. Μονομερής διαγραφή του δημόσιου χρέους και κατάργηση της δανειακής σύμβασης. Κατάργηση όλων των μνημονιακών και εφαρμοστικών νόμων
2. Άμεση έξοδος από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ανάκτηση των οικονομικών εργαλείων για την άσκηση οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής προς όφελος των εργαζομένων και των μικροαστικών στρωμάτων.
3. Άμεσα μέτρα ελέγχου διαφυγής κεφαλαίων από τη χώρα. Κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος.
4. Κατάθεση συγκεκριμένου σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας, με έμφαση στην πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών και της έρευνας. Αύξηση των δημόσιων επενδύσεων σε βασικούς παραγωγικούς τομείς, που θα φέρουν την ανάκαμψη της οικονομίας.
5. Άμεσα μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων και των μικροαστικών στρωμάτων.
6. Άμεσα μέτρα μείωσης της ανεργίας, άμεση μείωση των ωρών εργασίας στην προοπτική επαναφοράς και γενίκευσης του 35ωρου, καθιέρωση κατώτατου μισθού, που θα καλύπτει τις βασικές ανάγκες των εργαζομένων, αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, κατάργηση των ατομικών συμβάσεων, κατάργηση των ευέλικτων και ελαστικών μορφών εργασίας, σταμάτημα των απολύσεων, επίδομα ανεργίας στο 80% του βασικού μισθού.
7. Κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και διαμόρφωση ενός νέου φορολογικού συστήματος, που θα φορολογεί το μεγάλο κεφάλαιο και θα ανακουφίζει τις λαϊκές μάζες. Μείωση των άμεσων φόρων για τους εργαζόμενους και τα μικροαστικά στρώματα, μείωση των έμμεσων φόρων και στη συνέχεια κατάργησή τους. Ρύθμιση των «κόκκινων δανείων» για τους εργαζόμενους και για τους επαγγελματοβιοτέχνες, τις μικρές επιχειρήσεις. Προστασία της πρώτης κατοικίας.
8. Άμεσο σταμάτημα των αποκρατικοποιήσεων, επιστροφή όλων των πρώην ΔΕΚΟ στο δημόσιο χωρίς αποζημίωση. Αποκλειστική χρήση από το δημόσιο των τηλεπικοινωνιακών δικτύων, των δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Κατάργηση του ΤΑΙΠΕΔ. Δημιουργία ενιαίου δημοσίου φορέα ενέργειας, δημόσιου ενιαίου φορέα τηλεπικοινωνιών και δικτύων, δημόσιου ενιαίου φορέα μεταφορών.
9. Ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας με κριτήρια την ολόπλευρη αξιοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας και τις διατροφικές ανάγκες του λαού μας, την προστασία του περιβάλλοντος. Μείωση του κόστους παραγωγής. Αύξηση των αγροτικών συντάξεων, μείωση των ορίων συνταξιοδότησης. Προώθηση του παραγωγικού συνεταιρισμού. Επαναλειτουργία και κρατικοποίηση βιομηχανικών μονάδων της αγροτικής οικονομίας, που ιδιωτικοποιήθηκαν ή έκλεισαν (Δωδώνη, Όλυμπος, Βιομηχανία Ζάχαρης κλπ.).
10. Μείωση του χρόνου συνταξιοδότησης των εργαζομένων, αύξηση των συντάξεων, εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος, εξασφάλιση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων με εγγύηση του κράτους.
11. Δημόσιο σύστημα υγείας, αποκατάσταση της λειτουργίας του με έμφαση στην πρωτοβάθμια και προληπτική περίθαλψη. Αποκατάσταση και ενίσχυση της δημόσιας μέριμνας. Δημιουργία δημόσιου ενιαίου φορέα φαρμακοβιομηχανίας.
12. Δημόσιο σύστημα παιδείας με την καθιέρωση του ενιαίου δωδεκάχρονου σχολείου, ενιαία ανώτατη εκπαίδευση, δημόσιο σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης, άμεση αντιμετώπιση των προβλημάτων σίτισης, στέγασης και υποτροφιών, των αναγκών σε υλικοτεχνική υποδομή, κάλυψη όλων των εκπαιδευτικών κενών σ’ όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης με σταθερές σχέσεις εργασίας.
13. Αποκατάσταση του δημόσιου χαρακτήρα των οδικών δικτύων, κατάργηση των διοδίων, επαναφορά λιμανιών και αεροδρομίων στο κράτος.
14. Άμεση δημιουργία δημόσιας τηλεόρασης για δημοκρατική ενημέρωση, πρόσληψη των απολυθέντων από την ΕΡΤ, κατάργηση της ΝΕΡΙΤ, αντιμετώπιση του ισχύοντος παράνομου καθεστώτος στα τηλεοπτικά ΜΜΕ.
15. Κρατικοποίηση του ορυκτού πλούτου και εκμετάλλευσή του κύρια από κρατικές επιχειρήσεις. Επαναδιαπραγμάτευση των όρων παροχής έρευνας και εκμετάλλευσης του υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου με πλειοψηφική συμμετοχή του δημοσίου, που έχουν παραχωρηθεί μέχρι τώρα μέσα στην Ελληνική ΑΟΖ. Καθορισμός της ΑΟΖ.
16. Μέτρα υπεράσπισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, των δημοκρατικών ελευθεριών, των συνδικαλιστικών ελευθεριών, αντιμετώπιση του φασιστικού κινδύνου. Διάλυση των παρακρατικών οργανώσεων.
17. Καμία συνταγματική αναθεώρηση που θα οδηγεί σε ενίσχυση των εξουσιών του Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα μετατρέπει την Προεδρευόμενη Δημοκρατία σε Προεδρική Δημοκρατία. Άμεση ψήφιση της απλής και άδολης αναλογικής.
18. Μέτρα υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, πολιτική ισότιμης συνεργασίας κύρια με τους γειτονικούς λαούς.
19. Απεμπλοκή απ’ όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς στρατιωτικούς και μη. Κατάργηση των ξένων στρατιωτικών βάσεων. Αυστηρός προσανατολισμός των ενόπλων δυνάμεων στην ασφάλεια της χώρας και στην υπεράσπιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Αύξηση των μισθών. Κατάργηση της επαγγελματικής θητείας. Διάλυση φασιστικών θυλάκων. Κάλυψη όλων των αναγκών των στρατευμένων παιδιών του Ελληνικού λαού. Ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας. Ακύρωση των ιδιωτικοποιήσεων και στον τομέα της άμυνας.
20. Περιορισμός των Σωμάτων Ασφαλείας στο ρόλο της καταπολέμησης του κοινού εγκλήματος, αύξηση των μισθών των εργαζομένων σ’ αυτά, αντιμετώπιση των φασιστικών θυλάκων, κατάργηση των ΜΑΤ.
21. Διεκδίκηση του κατοχικού δανείου και των πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία.
22. Ανακήρυξη της χώρας μας σε κράτος ενεργούς ουδετερότητας και υπεράσπισης της ειρήνης, ιδιαίτερα στην περιοχή μας.
23. Άρνηση των συμφωνιών του Δουβλίνου για του μετανάστες και αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος σύμφωνα με τις ισχύουσες προτάσεις του Κόμματος.
24. Μέτρα για την ανάπτυξη του πολιτισμού και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς.
25. Άρνηση του σχεδίου Ανάν 2 και επίλυση του Κυπριακού προβλήματος στη βάση ενός ενιαίου κράτους, με ενιαία ιθαγένεια, μιας δικοινοτικής ομοσπονδίας για μια Κύπρο ανεξάρτητη και αποστρατιωτικοποιημένη, έξω από στρατιωτικούς συνασπισμούς.
26. Αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, μέτρα προστασίας της λαϊκής οικογένειας, της μητρότητας.
27. Διαχωρισμός του κράτους από την Εκκλησία, κρατικοποίηση της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας.
Στο πλαίσιο αυτό ένα από τα άμεσα καθήκοντα του Κόμματος είναι να αναδείξει με πρακτικό και κατανοητό τρόπο τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας μας για να αντιμετωπίσει το κύμα της καταστροφολογίας που έχει εξαπολυθεί από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις. Σημειώνουμε επίσης ότι στο παραπάνω άρθρο δε γίνεται λόγος γεωστρατηγική των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, θέμα που ελπίζουμε να καλύψουμε σε άλλο μας άρθρο, σε συνάρτηση με την πολιτική της κυβέρνησης.
Τέλος έχει ειδική σημασία να καθοριστεί πολύ συγκεκριμένα ποια πρέπει να είναι η στάση, αυτή τη στιγμή, του ΚΚΕ απέναντι στην κυβέρνηση και ειδικά στο ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό επίπεδο, θέμα που θα είναι το επόμενο άρθρο μας.
COMMENTS