Η επίσκεψη του πρωθυπουργού στο Βερολίνο χτες Δευτέρα και η συνάντησή του με την καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ, κάτω από τους όρους των γεγονότων, που δημιουργήθηκαν τις προηγούμενες μέρες, εκ των πραγμάτων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ελληνική κυβέρνηση αποδέχτηκε τον ηγεμονικό ρόλο της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μέχρι και αυτή τη στιγμή δεν έχουν γίνει σαφείς οι λεπτομέρειες των πολύωρων συζητήσεων, ούτε καν οι άξονες των θεμάτων, που ανέπτυξαν σ’ αυτές τις συνομιλίες ο Αλέξης Τσίπρας και η Άγκελα Μέρκελ. Ωστόσο έχουμε ένα σαφές περίγραμμα της κατεύθυνσης των συζητήσεων με βάση τις κοινές δηλώσεις, που έγιναν πριν από το δείπνο τη Δευτέρα το βράδυ, αν και θα πρέπει να συμπληρώσουμε εδώ, ότι από την πληροφόρηση των αστικών ΜΜΕ εξάγεται το συμπέρασμα, ότι επί θύραις βρίσκονται συγκεκριμένα μέτρα, στο πλαίσιο των «μεταρρυθμίσεων», που αφορούν στον ΕΝΦΙΑ, τον ΦΠΑ, τις ιδιωτικοποιήσεις, το ασφαλιστικό κλπ..
Το πρώτο και ουσιαστικά το κύριο συμπέρασμα αυτού του κύκλου των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους εταίρους, χωρίς την κατανόηση του οποίου τίποτε άλλο δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό για τα όσα προηγήθηκαν και όσα θα ακολουθήσουν, είναι το γεγονός ότι από τις ίδιες τις εξελίξεις καταρρίφθηκε η βάση πάνω στην οποία στηριζόταν όλη η στρατηγική σύλληψη του ΣΥΡΙΖΑ για τη σκληρή διαπραγμάτευση στο πλαίσιο της «ισότιμης συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη», στο πλαίσιο της οποίας οικοδομήθηκε η κυβερνητική επιχειρηματολογία για το διπλό σεβασμό αφενός στους «κανόνες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη «λειτουργία των θεσμών» αφετέρου στη «λαϊκή κυριαρχία» και το αποτέλεσμα των εκλογών.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός, επί της ουσίας, μετατοπίστηκε από την αρχική-προεκλογική του θέση ότι η Γερμανία είναι ένα από τα 19 κράτη-μέλη της ευρωζώνης, όπως η Ελλάδα. Η διαρροή στους Financial Times, της επιστολής του πρωθυπουργού προς την Άγκελα Μέρκελ, τον Φρανσουά Ολάντ και τον Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ στις 15 Μαρτίου ενισχύει την παραπάνω άποψη γιατί μας βοηθάει να δούμε την ακολουθία των γεγονότων.
Στην επιστολή αυτή ο Αλ. Τσίπρας περιγράφει την οικονομική ασφυξία, το πρόβλημα ρευστότητας της Ελλάδας και επισείει τον κίνδυνο της στάσης πληρωμών προς τους δανειστές ζητώντας πολιτική παρέμβαση από τους ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας καθώς και από τον επικεφαλής της Κομισιόν.
Αμέσως μετά ακολούθησε το τηλεφώνημα της Γερμανίδας καγκελάριου στον Έλληνα πρωθυπουργό, που τον προσκαλεί να επισκεφτεί το Βερολίνο για μια κατ’ ιδίαν συνάντηση. Στη συνέχεια υποβάλλεται το Ελληνικό αίτημα για mini Σύνοδο Κορυφής. Τα αστικά ΜΜΕ υπαινίχτηκαν και δικαιολόγησαν την κίνηση αυτή ότι υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να μην εγκλωβιστεί ο πρωθυπουργός στις εντυπώσεις, που θα προκαλούσε η συνάντησή του με την Άγκελα Μέρκελ.
Την επόμενη μέρα βγαίνει ο επικεφαλής του Eurogroup και με δηλώσεις απαντά στην Ελληνική «απειλή» για στάση πληρωμών με την απειλή για κούρεμα καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, κατά το πρότυπο της Κύπρου και τελικά καταλήγουμε την προηγούμενη Πέμπτη στη mini Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες για το Ελληνικό ζήτημα με τη συμμετοχή, της Ελλάδας, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Eurogroup (υπουργοί οικονομικών της ευρωζώνης) και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Αυτή η ακολουθία των γεγονότων οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι κάτω από την οξύτητα του οικονομικού προβλήματος της Ελλάδας η κυβέρνηση αποδέχεται τον ιδιαίτερο ρόλο της Γερμανίας αλλά και της Γαλλίας στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ουσιαστικά πάει περίπατο η προηγουμένη ρητορεία της περί διαπραγμάτευσης αποκλειστικά στο πλαίσιο των θεσμών και των οργάνων του «κοινού μας σπιτιού». Μέσα από αυτήν την αλληλοδιαδοχή των γεγονότων φτάνουμε στη χτεσινή κατ’ ιδίαν συνάντηση του Βερολίνου.
Αυτή η προηγούμενη ρητορεία του Αλέξη Τσίπρα καταρρίπτεται και από την αντιμετώπιση, που του επιφύλαξε η Άγκελα Μέρκελ, η οποία του αντέστρεψε ακριβώς αυτό το επιχείρημα της «ισοτιμίας» των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να το καταστήσει δικό της αντεπιχείρημα, προκειμένου να του διαμηνύσει ότι πρέπει να ακολουθήσει την μνημονιακή πολιτική των προκατόχων του αν θέλει την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ.
«Η Γερμανία είναι ένα από τα κράτη της ευρωζώνης με μία ψήφο όπως και τα άλλα 18 κράτη», είπε η Καγκελάριος θυμίζοντας και με μια δόση, ας πούμε, «μετριόφρονος» υπεροχής, το γεγονός ότι ο συσχετισμός στο Eurogroup είναι 18-1 σε βάρος της Ελλάδας και με τον τρόπο αυτό η Γερμανία επιβάλλει την πολιτική της και εδραιώνει την κυριαρχία της στην Ευρώπη, προκειμένου να διασφαλίσει και τον παγκόσμιο ρόλο της ως ιμπεριαλιστική δύναμη.
Το αποτέλεσμα είναι πλέον, στο πλαίσιο της «πολιτικής διαπραγμάτευσης στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο», να μιλάει ο πρωθυπουργός για θετικά, που είχε η μνημονιακή πολιτική του Αντώνη Σαμαρά και για τα οποία δεσμεύτηκε –ενώπιον της Άγκελα Μέρκελ– ότι δε θα γκρεμίσει η κυβέρνηση «με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ» και πλέον η ανατροπή της λιτότητας και η αλλαγή κατεύθυνσης της οικονομικής πολιτικής να μετατρέπεται στην πρόθεση για «αλλαγή του μίγματος πολιτικής»!
Η συνάντηση έρχεται να μας υπενθυμίσει για άλλη μια φορά την ανάγκη της αποδέσμευσης της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, γιατί ανέδειξε με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο, ότι ακόμη και αυτή η διεκδίκηση της ισοτιμίας καταλήγει να γίνεται τεκμήριο της ανισοτιμίας, που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στα θεσμικά της όργανα, αναδεικνύοντας τις ανύπαρκτες δυνατότητες για την εφαρμογή φιλολαϊκών πολιτικών ακόμη και περιοριστικών κυβερνητικών προγραμμάτων, που στην πραγματικότητα επισημοποιούν τη λιτότητα μέσα από την περιορισμένη αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων φτώχιας.
COMMENTS