H τελευταία απόφαση της ΕΚΤ στη Λευκωσία επιβεβαιώνει το γεγονός πως η χώρα μας και για το τετράμηνο μέχρι και τον Ιούνη -που αναμένεται να οριστικοποιηθεί μια νέα «συμφωνία» της κυβέρνησης με τους «θεσμούς»- θα βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο. Η Ελλάδα συνεχίζει να τελεί υπό τη δαμόκλειο σπάθη μιας πραγματικής απειλής, που αφορά: την έλλειψη ρευστότητας των τραπεζών και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικονομίας αλλά και την αδυναμία να πληρώσει τις δόσεις από τη λήξη των ομολόγων.
Οι λέξεις «πιστωτική ασφυξία» και «χρηματοδοτικό κενό» επανήλθαν για τα καλά στο δημόσιο διάλογο. Ήδη, τις προηγούμενες ημέρες η Γερμανική ηγεσία επανέφερε σενάρια χρεοκοπίας και απαίτησε την πλήρη εφαρμογή των συμφωνηθέντων, ενώ στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προκύπτει από τις αλληλοσυγκρουόμενες δηλώσεις παραγόντων του Eurogroup και της Κομισιόν, διεξάγονται, καταρχήν παρασκηνιακά, συζητήσεις για ένα νέο δάνειο, άρα και ένα 3ο επίσημο μνημόνιο. Η κυβέρνηση φυσικά διαψεύδει το ότι υπάρχουν ανάλογες συνομιλίες.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε μια κραυγαλέα αντίφαση καθώς συνεχίζει να υποστηρίζει ότι έχει υπάρξει αλλαγή πολιτικής, η οποία εκφράζεται με την περιβόητη φράση «τα μνημόνια τέλος». Όλα αυτά, φυσικά, μέσα στο πλαίσιο του «σεβασμού των κανόνων» της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή η αντίφαση εκφράζεται με τον πιο απόλυτο τρόπο στα «μπρος πίσω» και στα «πήγαινε έλα» των νομοσχεδίων, που προτίθεται να καταθέσει η κυβέρνηση και τα οποία απέχουν ακόμη και από αυτές τις προεκλογικές της υποσχέσεις.
Αυτήν την πραγματικότητα εμμέσως πλην σαφώς την έχει παραδεχτεί η κυβέρνηση, όταν μετά τις πρώτες θριαμβολογίες για την επίτευξη της συμφωνίας του Eurogroup στα τέλη του προηγούμενου μήνα και κάτω από το βάρος των έντονων αντιδράσεων που προκάλεσε στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, η ηγεσία της κυβέρνησης αναδιπλώθηκε και άρχισε να προβάλλει την άποψη ότι: «η διαπραγμάτευση δεν τέλειωσε αλλά συνεχίζεται τους επόμενους μήνες».
Αυτή η «ανώμαλη προσγείωση» όπως χαρακτηρίστηκε από βασικά συγκροτήματα του αστικού Τύπου εκφράστηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό αλλά και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης την προηγούμενη εβδομάδα στα κομματικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί ο Αλέξης Τσίπρας είχε πει ότι «βρεθήκαμε απέναντι και σε ένα άξονα δυνάμεων, με πρωτεργάτες τους Ισπανούς και τους Πορτογάλους, που για ευνόητους πολιτικούς λόγους, επιχειρούσαν να οδηγήσουν όλη τη διαπραγμάτευση στο χείλος του γκρεμού, παίρνοντας το ρίσκο μιας ανεξέλεγκτης εξέλιξης, προκειμένου να αποφύγουν το εσωτερικό πολιτικό ρίσκο».
Το γεγονός αυτό μάλιστα προκάλεσε την αντίδραση των πρωθυπουργών της Ισπανίας και της Πορτογαλίας οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν με επιστολή τους προς την ΕΕ για τη στάση του Έλληνα πρωθυπουργού, ενώ η κυβέρνηση δέχτηκε και τις επικρίσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφανγκ Σόιμπλε, ο οποίος «υπενθύμισε» στην κυβέρνηση ότι αποτελεί «πιστωτικό γεγονός» η αδυναμία αποπληρωμής των δόσεων των ομολόγων, που λήγουν αυτό το τετράμηνο, και με τον τρόπο αυτό επιχείρησε να ξεκόψει κάθε συζήτηση και σκέψη, που εκφράστηκε από την ελληνική κυβέρνηση για μετάθεση του χρόνου αποπληρωμής των συγκεκριμένων ομολόγων.
Ο πρόεδρος της Κομισιόν έσπευσε δε να αδειάσει τον Αλέξη Τσίπρα για τα όσα κατήγγειλε σε σχέση με τη στάση των κυβερνήσεων της Ισπανίας και της Πορτογαλίας και φρόντισε παράλληλα ενόψει εκλογικών αναμετρήσεων σε άλλες χώρες της ΕΕ να σημειώσει ότι «δεν μπορεί κάθε φορά που γίνονται εκλογές στα κράτη μέλη της ΕΕ να αλλάζουν οι κανόνες».
Αυτήν τη δυσάρεστη για την κυβέρνηση πραγματικότητα υποχρεώθηκαν να ομολογήσουν τόσο ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Γιάννης Δραγασάκης στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής αλλά και της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ισχυρές διαφωνίες για το περιεχόμενο της συμφωνίας στο Eurogroup, που εκφράστηκαν από σημαντική μερίδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκεί ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης είπε ωμά ότι «στις διαπραγματεύσεις που κάναμε μας οδηγούσαν σε εκβιασμό: ή υπογράφετε νέο μνημόνιο ή χρεοκοπείτε» και πρόσθεσε ότι «η μεταβατική συμφωνία είναι προωθητικός συμβιβασμός. Κερδίσαμε χρόνο».
Ακόμα πιο αποκαλυπτικός και περιγραφικός, θα προσθέταμε και καταγγελτικός από μια άποψη, ήταν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας ο οποίος στην εισήγησή του είπε χωρίς περιστροφές ότι «πήγαμε στη μάχη της Ευρώπης με ναρκοθετημένο κάθε μας βήμα. Μας είχαν στήσει παγίδα οι πιο επιθετικές συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης, σε συνεργασία με την κυβέρνηση Σαμαρά, για να μας ρίξουν στα βράχια πριν καλά-καλά αναλάβουμε την κυβέρνηση. Με στόχο τη χρηματοπιστωτική ασφυξία και την ανατροπή της κυβέρνησης. Με στόχο δηλαδή τη λεγόμενη αριστερή παρένθεση».
Από όλα αυτά όμως προκύπτει ένα βασικό συμπέρασμα, που συνίσταται στη χρεοκοπία της στρατηγικής σύλληψης του ΣΥΡΙΖΑ για αλλαγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης «από τα μέσα» στο όνομα του ότι «η Ευρώπη είναι το πεδίο της ταξικής πάλης». Στο πλαίσιο αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν και συνεχίζει να υπόσχεται «ανάσες», καθώς επίσης και το τέλος της λιτότητας και του μνημονίου με ταυτόχρονη παραμονή της χώρας στο ευρώ και στην ΕΕ. Και σήμερα βρίσκεται μπροστά στην ανάγκη να χρησιμοποιήσει ένα νόμο του πρώην υπουργού Οικονομικών του «μνημονιακού ΠΑΣΟΚ» και υπόδικου πλέον Γιώργου Παπακωνσταντίνου για να μην φέρει καν στη βουλή προς ψήφιση τη νέα συμφωνία του Eurogroup.
Το κλίμα στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ είναι άκρως αποκαλυπτικό για κυβερνητική πολιτική. Το 40% των μελών της ΚΕ –ακόμα και στελέχη που πρόσκειται στη λεγόμενη προεδρική πλειοψηφία- καταψήφισαν την απόφαση της ΚΕ, ενώ και η ίδια αυτή απόφαση της πλειοψηφίας που υπεραμύνεται της συμφωνίας που πέτυχε ο Γιάνης Βαρουφάκης στο Eurogroup, κάνει λόγο ευθέως για «δύσκολο και σε ορισμένες περιπτώσεις επώδυνο συμβιβασμό».
Αυτή η εκτίμηση ουσιαστικά βρίσκεται σε απόσταση από τις πρώτες πανηγυρικές αντιδράσεις και θριαμβολογίες της κυβέρνησης, η οποία πλέον αρκείται να λέει μόνο ότι «κερδίσαμε χρόνο» στο όνομα της «εποικοδομητικής ή δημιουργικής ασάφειας» της συμφωνίας. Παράλληλα δε η περιβόητη «λίστα μεταρρυθμίσεων» τελεί υπό την έγκριση των «θεσμών» κατά το ΣΥΡΙΖΑ ή της τρόικας κατά την Άγκελα Μέρκελ.
Στο τετράμηνο αυτό της παράτασης του μνημονίου (κατά τον αντιπρόεδρο της βουλής Αλέξη Μητρόπουλο «του ολίγον μνημονίου») και ενόψει μιας νέας συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε ένα οικονομικό και πολιτικό ναρκοπέδιο και οι εξελίξεις είναι ανοιχτές από κάθε άποψη.
Η αντιμετώπιση των επερχόμενων εξελίξεων, από την πλευρά του ΚΚΕ, δε μπορεί να περιοριστεί και να γίνει μόνο με την αποκάλυψη του συμβιβασμού της σημερινής συγκυβέρνησης με το «καθεστώς του μνημονίου», που παρέλαβε από την προηγούμενη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Είναι φανερό ότι τώρα από ποτέ άλλοτε χρειάζεται να αναληφθούν συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα συνοδευτούν και από την κατάθεση μιας συγκεκριμένης πρότασης διεξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, εάν δε θέλουμε η κυβέρνηση και οι δυνάμεις που τη στηρίζουν να αποτελέσουν το μοχλό για τον εγκλωβισμό των λαϊκών μαζών, γεγονός που θα έχει ως αποτέλεσμα τη σταθεροποίηση του αστικού πολιτικού συστήματος.
COMMENTS