Οι εκλογές της 25ης του Γενάρη και η προεκλογική περίοδος ανήκουν στο παρελθόν. Η ΝΔ ηττήθηκε στις κάλπες και η νέα κυβέρνηση της χώρας σχηματίστηκε από το ΣΥΡΙΖΑ, το νικητή των εκλογών, με το κόμμα των Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Αυτή η εκλογική αναμέτρηση επικεντρώθηκε περισσότερο σε ζητήματα που αφορούσαν στις σχέσεις της Ελλάδας με την ΕΕ και τους δανειστές της χώρας, σ’ αντίθεση με τις ευρωεκλογές, όπου το θέμα εστιάστηκε περισσότερο στο αν θα άντεχε τελικά η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Την τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου, από τα πολλά που συνέβησαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο και είχαν άμεση σχέση με την Ελλάδα, είναι και μια παρέμβαση που προκάλεσε έκπληξη σε πολλούς, έφερε το ΣΥΡΙΖΑ σε αμηχανία και ανεπιτυχώς προσπάθησε να την εκμεταλλευτεί η κυβέρνηση. Πρόκειται για την δήλωση-παρέμβαση και μάλιστα δύο φορές μέσα σε τρεις μέρες, της ηγέτιδας του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας Μαρίν Λεπέν που τάχθηκε ανοιχτά υπέρ μιας νίκης του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα!
Μάλιστα η Λεπέν χαιρέτισε το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών της Κυριακής της 25ης του Γενάρη και το χαρακτήρισε «ηχηρό δημοκρατικό χαστούκι που ο ελληνικός λαός έδωσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Σημείωσε δε, ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ είναι «η έναρξη της δίκης της ευρω-λιτότητας», αλλά πρόσθεσε με νόημα ότι «όσοι πιστεύουν ότι μπορούν να βελτιώσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση σφάλλουν και θα φέρουν την ευθύνη του χαμένου χρόνου»!
Η συνολική στάση της Λεπέν και αυτού του τύπου οι δηλώσεις της, πέραν του δημαγωγικού τους χαρακτήρα, ως προς τις πραγματικές της προθέσεις και στοχεύσεις, έχουν ευρύτερη σημασία. Δεν αφορούν απλά σε μια συγκεκριμένη στάση της γαλλικής ακροδεξιάς απέναντι σ’ ένα κόμμα, που προσδιορίζεται ως αριστερό και έτσι προβάλλεται και εκλαμβάνεται στο εξωτερικό, που κέρδισε την κυβερνητική εξουσία σε μια άλλη χώρα, όπως η Ελλάδα.
Η συγκεκριμένη τοποθέτηση έχει τη σημασία της, επειδή αφορά στην ένταση και στην εκμετάλλευση, εκ μέρους της ακροδεξιάς, των αντιθέσεων της ΕΕ σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, αφορά στο πως στέκονται δυνάμεις του ιμπεριαλισμού απέναντι σε άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, όπως στην περίπτωση Γαλλίας και Γερμανίας, στο πλαίσιο της ετεροβαρούς σχέσης τους μέσα στην ευρωζώνη.
Παράλληλα αποκρυσταλλώνουν μια συγκεκριμένη πολιτική στάση, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης της ΕΕ και της ευρωζώνης, ενός τμήματος της αστικής τάξης, που εκφράζει ανοιχτά τον ευρωσκεπτικισμό της, απέναντι στη στρατηγική σύλληψη της ηγεσίας ενός κόμματος του μικροαστικού σοσιαλισμού, η οποία εξ ονόματος των λαϊκών και εθνικών συμφερόντων μιας χώρας πλασάρεται ως πολιτικό πλυντήριο της στρατηγικής της αστικής τάξης για τη διάσωση του ευρώ.
Το κύριο, όμως, ζήτημα, που σχετίζεται άμεσα με την πολιτική παρέμβαση της Λεπέν και του τμήματος εκείνου της αστικής τάξης μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης, όπως η Γαλλία, συνδέεται με τη διαπάλη για την κατεύθυνση στην κίνηση των λαϊκών μαζών, που ριζοσπαστικοποιούνται κάτω από το βάρος των αδιεξόδων της ΕΕ και της ευρωζώνης. Υπενθυμίζουμε, σ’ αυτό το σημείο, ότι η «Νέα Σπορά» έχει σε άλλες της αναρτήσεις εξηγήσει ότι μαζί με την τάση ριζοσπαστικοποίησης των λαϊκών μαζών, σε περίοδο οικονομικής κρίσης και ιδιαίτερα παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, εμφανίζεται και η τάση αντιδραστικοποίησης των λαϊκών μαζών, που η βάση της αποτελείται από καταστραμμένα μικροαστικά στρώματα και καθυστερημένα τμήματα της εργατικής τάξης.
Στο πλαίσιο αυτό η ηγέτιδα της γαλλικής ακροδεξιάς, για τους δικούς της σκοπούς, έθεσε ως κεντρικό ζήτημα σ’ αυτήν την κατεύθυνση το κατά πόσο θα αποδειχτεί ρεαλιστική ή ανεδαφική η άποψη ότι μπορεί ν’ αλλάξει και να βελτιωθεί η ΕΕ, άποψη την οποία έχει κάνει σημαία του ο ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό πράγματι είναι το κεντρικό πολιτικό ζήτημα, στο οποίο, αν δεν απαντήσει σωστά και με επαναστατικό τρόπο το Κομμουνιστικό Κίνημα, είναι προφανές – και από τη στάση της Λεπέν, ότι η ακροδεξιά για λογαριασμό της αστικής τάξης …καραδοκεί.
Και αναφερόμαστε στο Κομμουνιστικό κίνημα, γιατί μέχρι τώρα δεν υπάρχει ενιαία στάση των Κομμουνιστικών Κομμάτων γύρω απ’ αυτό το ζήτημα.
Η Μ. Λεπέν, το κόμμα της οποίας είναι η πρώτη πολιτική δύναμη της Γαλλίας με ποσοστό 24,86% στις ευρωεκλογές του 2014, με δηλώσεις της αρχικά στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde», την Τρίτη 20 του Γενάρη, είχε σημειώσει ότι ελπίζει σε νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις Ελληνικές εκλογές, ενώ επανήλθε στο θέμα την Πέμπτη 22 του Γενάρη, δηλώνοντας και πάλι ότι θα επιθυμούσε τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ.
Η δήλωση αυτή προκάλεσε σοκ στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και έσπευσαν να την εκμεταλλευτούν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Ο Δημήτρης Παπαδημούλης χαρακτήρισε «ψεύτικη» και «αηδιαστική» τη «δήθεν συμπάθεια της Λεπέν» και ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης ανέφερε ότι αισθάνεται «άβολα» με τις δηλώσεις Λεπέν. Στην επίσημη τοποθέτησή του ο ΣΥΡΙΖΑ απαντώντας στη σπέκουλα, που θέλησε να κάνει η ΝΔ, τόνισε ότι νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές στη χώρα μας και «η άνοδος των προοδευτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, αποτελεί ανάχωμα στην ακροδεξιά, που εκπροσωπεί η Λεπέν, αλλά και μήνυμα υπεράσπισης της δημοκρατίας από τους εχθρούς της» και καταλήγοντας τόνιζε ότι δε δέχεται υποδείξεις «από το κόμμα του κ. Μπαλτάκου και του κ. Βορίδη», υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι «οι ακραίες πολιτικές λιτότητας διαμορφώνουν το έδαφος ανάπτυξης της ακροδεξιάς».
Ας δούμε, τώρα, πως υποδέχτηκαν τη δήλωση της Λεπέν τα δύο κόμματα της απερχόμενης συγκυβέρνησης. Η ΝΔ υποστήριξε ότι η Λεπέν είναι «η μόνη σύμμαχος του ΣΥΡΙΖΑ στην Ευρώπη» και ότι επιβεβαιώνει πως «ο κ. Τσίπρας θα οδηγήσει την πατρίδα μας στην απομόνωση», αφού η ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση «θα ενισχύσει το στρατόπεδο των ευρωσκεπτικιστών».
Παράλληλα επανέλαβε, πάντα με αφορμή τη δήλωση στήριξης της Λεπέν στο ΣΥΡΙΖΑ, ότι «ο κ. Τσίπρας είναι το ατύχημα που δεν θα συμβεί ποτέ στην Ελλάδα!». Από την πλευρά του το ΠΑΣΟΚ ευχήθηκε «ο ΣΥΡΙΖΑ να αρνηθεί τη στήριξη αυτού του ακροδεξιού κόμματος». Αποφεύγοντας την κατάταξή του στα κόμματα που «αποτελούν απειλή για την ευρωπαϊκή οικογένεια…».
Αν κάποιος δει προσεκτικά την προεκλογική αντίδραση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ θα παρατηρήσει ότι η ΝΔ εστίασε στην «ενίσχυση των ευρωσκεπτικιστών» χαρακτηρίζοντας «ατύχημα» για την Ελλάδα την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ και το ΠΑΣΟΚ έκανε λόγο για «κόμματα που αποτελούν απειλή για την ευρωπαϊκή οικογένεια».
Ας δούμε όμως τι ακριβώς είπε η Λεπέν και πως επιχειρηματολόγησε προεκλογικά για την επιθυμία της να κερδίσει στις Ελληνικές εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ. Στη «Le Monde» σημείωσε ότι: «στην Ευρώπη υπάρχει ένα χάσμα που πρέπει να γεφυρωθεί, με τους λαούς να παίρνουν στα χέρια τους τις τύχες τους ενάντια στον ολοκληρωτισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των συνεργών της, των διεθνών χρηματαγορών». «Η θέση μας –συνέχισε η Λεπέν– είναι απόλυτα συνεκτική. Αυτό δεν με κάνει αγωνίστρια της άκρας Αριστεράς. Δεν συμφωνούμε σε όλο το πρόγραμμα μαζί τους, κυρίως σε ότι αφορά τη μετανάστευση. Θα χαρούμε όμως με τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ».
Παραπέρα, η Λεπέν υποστήριξε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «κινείται μεταξύ Αριστεράς και Άκρας Αριστεράς» προσθέτοντας ωστόσο ότι δεν υπάρχει αντίφαση στη στάση της, γιατί, όπως ισχυρίστηκε, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ μολονότι θέλει την παραμονή στο ευρώ ενισχύει το στρατόπεδο των ευρωσκεπτικιστών. Επιπλέον, η πρόεδρος και ευρωβουλευτής του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας ανέφερε ότι η υποστήριξή της σε αντίπαλη πολιτική οικογένεια είναι «τακτική και ειδικού χαρακτήρα», ενώ εκφράζει την ελπίδα ενός μέρους του κεντροδεξιού Λαϊκού Κόμματος της Ισπανίας, του πιο συντηρητικού, το οποίο θέλει να αλλάξει η στάση του σε σχέση με την «απόλυτη υποστήριξη» προς την ΕΕ.
Προχωρώντας δε, παρακάτω την επιχειρηματολογία της η Λεπέν δήλωσε ότι σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, όπου «δεν υπάρχει ισοδύναμο με το Εθνικό Μέτωπο, τη θέση μας την καταλαμβάνει η άκρα Αριστερά». Μάλιστα η «Le Monde» εκτίμησε ότι η υποστήριξη της Λεπέν στο ΣΥΡΙΖΑ, έχει μεταξύ άλλων και το χαρακτήρα της αποστασιοποίησης από τους νεοναζιστές της Χρυσής Αυγής.
Δύο μέρες μετά, από τις Βρυξέλλες σε συνέντευξη τύπου που έδωσε η Λεπέν επανέλαβε αυτές τις θέσεις της σημειώνοντας ότι «δεν είμαστε φίλοι με το αριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι απόψεις μας διαφέρουν σε πολλά θέματα, όπως αυτό της μετανάστευσης. Δήλωσα ωστόσο την υποστήριξη προς το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ επειδή εκφράζει τη λαϊκή βούληση και εκπροσωπεί το συμφέρον του ελληνικού λαού», συνέχισε λέγοντας ότι «μια πιθανή νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει επιστροφή της δημοκρατίας στη χώρα»! και κατέληξε τονίζοντας ότι «υποστηρίζουμε τη νίκη του αριστερού κόμματος, γιατί αυτό σημαίνει πως ο ελληνικός λαός θα επιλέξει τη μοίρα του αυτοβούλως και όχι όπως αυτή επιβάλλεται από εξωτερικά συμφέροντα, όπως αυτά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της τρόικας».
Το σημαντικότερο όσων είπε η Λεπέν, για να τεκμηριώσει τη στήριξή της στο ΣΥΡΙΖΑ, είναι ότι εκλαμβάνει τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ως ενίσχυση των ευρωσκεπτικιστών, αν και γνωρίζει και όπως η ίδια παραδέχεται ανοιχτά, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται υπέρ του ευρώ.
Το θέμα αυτό, της πολιτικής ερμηνείας, που δίνει η Λεπέν στη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και το τι ακριβώς σημαίνει για την ΕΕ, είναι σημαντικό, γιατί, αν δεν εξηγηθεί ο λόγος, που η Λεπέν καταφεύγει σε τέτοιου είδους δηλώσεις, φαίνεται εντελώς αλλόκοτο και παράλογο ένα ακροδεξιό κόμμα, όπως το Εθνικό Μέτωπο της Λεπέν στη Γαλλία, να εύχεται και να χαιρετίζει για μια άλλη χώρα της ΕΕ, τη νίκη για ένα κόμμα, το οποίο μάλιστα το κατατάσσει κατά δήλωσή της μεταξύ «Αριστεράς και άκρας Αριστεράς».
Μόνο, αν δοθεί εξήγηση σ’ αυτό το θέμα, μπορεί κατ’ επέκταση να αιτιολογηθεί το επίσης παράδοξο και εντελώς τραγελαφικό, από πρώτη ματιά, γεγονός, κατά το οποίο η ΝΔ με την προεκλογική εκστρατεία του «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», του Σαμαρά δίπλα στις χριστιανικές εικόνες και το φράκτη του Έβρου κηρύσσει με ακροδεξιό λόγο τον πόλεμο κατά των μεταναστών, ταυτίζοντας τους με την τρομοκρατία, και το Βορίδη να ξαναπαίρνει το τσεκούρι και να καλεί στα όπλα για να μη νικήσει στις εκλογές η Αριστερά, να έρχεται και να εγκαλεί τώρα το ΣΥΡΙΖΑ για συμμαχίες με την ακροδεξιά!!!
Επιπρόσθετα, δίνοντας κανείς εξήγηση στην ουσία της παρέμβασης της Λεπέν θα καταφέρει να αποκωδικοποιήσει σωστά και το τι πραγματικά ήταν αυτό που προκάλεσε την αμηχανία και το σοκ στο ΣΥΡΙΖΑ. Και επίσης, τότε θα καταλάβει κανείς γιατί η στάση της Λεπέν ερμηνεύεται ως αποστασιοποίηση από τη Χρυσή Αυγή, την οποία με επίσημες δηλώσεις της η ηγέτιδα της γαλλικής ακροδεξιάς έχει αποκηρύξει και έχει χαρακτηρίσει φασιστική, όταν στη Γαλλία επί της ουσίας το «Εθνικό Μέτωπο» είναι το πείραμα, που στην Ελλάδα αποκλήθηκε «σοβαρή Χρυσή Αυγή».
Θα παραπέμπαμε, πριν προχωρήσουμε περαιτέρω στην ανάλυσή μας, στο άρθρο που έχουμε αναρτήσει με τον τίτλο «ακροδεξιά και ευρωσκεπτικισμός» με αφορμή τη Γαλλία καθώς σχετίζεται άμεσα με το θέμα μας. Θα προτείναμε, επίσης, να ανατρέξουν οι αναγνώστες μας συνολικά στη σειρά της αρθρογραφίας μας για το φασισμό με το γενικό τίτλο «Φασισμός και Επιστημονικός Σοσιαλισμός», όπως επίσης και στα άρθρα μας που αναλύαμε το ρόλο της Χρυσής Αυγής και του φασισμού στο πολιτικό σύστημα («Για τη Χρυσή Αυγή και το ρόλο της στο πολιτικό σύστημα» και «Η γκαιμπελική τακτική της Χρυσής Αυγής και ο ρόλος της στο πολιτικό σύστημα»).
Είναι γνωστό ότι η Λεπέν το 2012 κέρδισε την τρίτη θέση στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας με ποσοστό 17,9%, το υψηλότερο που έχει καταγράψει στην ιστορία του το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο, αφήνοντας κατά πολύ πίσω του το Μέτωπο της Αριστεράς, αν και αρχικά φαίνονταν μια αμφίρροπη αναμέτρηση για την τρίτη θέση. Σημείο κλειδί γι’ αυτήν την εξέλιξη ήταν η θέση της Λεπέν για έξοδο της Γαλλίας από το ευρώ και η αντιΕΕ ρητορική της. Μ’ αυτήν τη θέση το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας κατέκτησε την πρώτη θέση στις ευρωεκλογές του 2014 αυξάνοντας κατά πολύ τα ποσοστά του, ενώ, αντίθετα η εκλογική επιρροή του Μετώπου της Αριστεράς, το οποίο δεν αμφισβητεί τη θέση της Γαλλίας στο ευρώ, συρρικνώθηκε σε σχέση με το 2012.
Η Μαρίν Λεπέν και το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας εκφράζει τις διαθέσεις, τουλάχιστον, ενός τμήματος της αστικής τάξης και του γαλλικού ιμπεριαλισμού, που θίγεται από τη Γερμανική ηγεμονία στην ΕΕ. Η Γαλλία βρίσκεται σε πολύ δυσχερή οικονομική κατάσταση και η οικονομική κρίση, που ταλανίζει την ευρωζώνη, συνολικά αποτελούν παράγοντες, που βάζουν σε σκέψεις την αστική τάξη της Γαλλίας, η οποία αξιώνει μια διαφορετική σχέση με τη Γερμανία και τις κατακτητικές διαθέσεις του Γερμανικού ιμπεριαλισμού, που αφαιρούν δύναμη από τη Γαλλία και υποβιβάζουν το ρόλο της στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η Μαρίν Λεπέν θέλει να εκμεταλλευτεί την πολιτική κατάσταση και τις πολιτικές και οικονομικές αντιθέσεις, που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της ΕΕ, με κυρίαρχο στοιχείο την αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της Γερμανίας. Μέσα απ’ αυτήν την εκμετάλλευση των αντιθέσεων κύριος στόχος της Λεπέν είναι η ενίσχυση της θέσης της μέσα στη Γαλλία, σε μια προσπάθεια να γίνει ο εκφραστής συνολικά της αστικής τάξης της Γαλλίας.
Εκμεταλλεύεται, κατά πρώτο λόγο, τη δυσαρέσκεια του Γαλλικού λαού αλλά και τη γενικευμένη δυσαρέσκεια στο επίπεδο της ΕΕ. Οι εκλογές στην Ελλάδα ήταν μια ευκαιρία γι’ αυτήν να αξιοποιήσει τη δυσαρέσκεια του Ελληνικού λαού για τις πολιτικές, που εφαρμόστηκαν από την ΕΕ για να εδραιώσει τη θέση της ακόμη περισσότερο, γνωρίζοντας ότι, επί της ουσίας, η δυσαρέσκεια του Ελληνικού λαού, που θα εκφραζόταν με την εκδίωξη μιας κυβέρνησης, που εφάρμοζε κατά γράμμα την πολιτική της ΕΕ, υπέκρυπτε και ένα πνεύμα έντονου ευρωσκεπτικισμού, έστω και εάν ο ΣΥΡΙΖΑ τάσσεται υπέρ της παραμονής στην ΕΕ και το ευρώ.
Αυτός είναι και ο λόγος που η Λεπέν θέλησε να αξιοποιήσει τις εκλογές στην Ελλάδα και την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχει, όμως, και ένας άλλος λόγος, που επέτρεπε στη Λεπέν να αξιοποιήσει τις εκλογές στη χώρα μας. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπνέεται από μια πολιτική αντίληψη, που εστιάζει το πρόβλημα της ΕΕ και την αρχιτεκτονική της ευρωζώνης στην κυριαρχία του «μερκελισμού», που εξασφαλίζει την ηγεμονία της Γερμανίας, και επαγγέλλεται μια αντινεοφιλελεύθερη πολιτική για τη «διάσωση» του ευρώ. Ο αντιμερκελισμός και ο αντινεοφιλελευθερισμός του ΣΥΡΙΖΑ είναι το σημείο συνάντησης με τις θέσεις της Λεπέν.
Η στάση της ακροδεξιάς Λεπέν, λοιπόν, απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο, επαναλαμβάνουμε, η ίδια κατατάσσει στο χώρο «μεταξύ της Αριστεράς και της άκρας Αριστεράς», αντικατοπτρίζει σε συνθήκες έντασης των εσωτερικών αντιθέσεων στην ΕΕ και έντονης κινητικότητας και αναπροσαρμογής της πολιτικής συμπεριφοράς των μαζών σ’ όλη την Ευρώπη, την ευέλικτη στάση της αστικής τάξης γενικά και του Γαλλικού ιμπεριαλισμού συγκεκριμένα, απέναντι σε άλλα αστικά και μικροαστικά ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα όπως αυτό του μικροαστικού σοσιαλισμού, που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό και η Λεπέν κάνει λόγο για ενίσχυση των δυνάμεων του ευρωσκεπτικισμού, γι’ αυτό και οι αστικές πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα, που ταυτίστηκαν με την υποτέλεια στη Γερμανία και την εφαρμογή της πολιτικής των μνημονίων στην ΕΕ, εστίασαν στο ζήτημα του ευρωσκεπτικισμού.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η παρέμβαση της Λεπέν, με αφορμή τις ελληνικές εκλογές, έχει και μια άκρως εσωτερική διάσταση σε ότι αφορά τη Γαλλία και έγκειται στην αντιπαράθεσή της με το Μέτωπο της Αριστεράς και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας, που αποτελούν συμμάχους του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ).
Η Γαλλική Αριστερά και ο ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζονται ως προς την στρατηγική τους σύλληψη για μια αντινεοφιλελεύθερη αναμόρφωση της ΕΕ και της ευρωζώνης. Δεν είναι τυχαίο ότι η Λεπέν, αφού χαιρέτισε τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ως στοιχείο πολιτικής ήττας των ακολουθούμενων πολιτικών στην ΕΕ άνοιξε και το ζήτημα της δοκιμασίας, στην οποία τίθεται πλέον η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, που υπόσχεται μια διαφορετική ΕΕ χωρίς λιτότητα. Η στάση αυτή την βοηθάει να αντλήσει και άλλες δυνάμεις από το Μέτωπο της Αριστεράς στη Γαλλία, όπως ήδη έχουμε αναφέρει.
Ακριβώς εκεί βρίσκεται και η αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια δίνει όρκους πίστης στο ευρώ από την άλλη επαγγέλλεται μια πολιτική στο όνομα της διάσωσης της ευρωζώνης, η οποία ωστόσο δημιουργεί ρίσκο για την παραπέρα πορεία της ΕΕ και μάλιστα τον φέρνει, όχι επειδή το επιδιώκει ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ, σε «επαφή» με τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις της αστικής τάξης, δείχνοντας και το πόσο έωλες είναι οι πολιτικές του διακηρύξεις για μια διαφορετική ΕΕ χωρίς λιτότητα, λιτότητα που «διαμορφώνει το έδαφος ανάπτυξης της ακροδεξιάς» και οδηγεί σε μια νέα περίοδο έξαρσης των αστικών εθνικισμών, σε συνθήκες κρίσης του καπιταλισμού και έντασης των αντιθέσεων του ιμπεριαλισμού.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να απαντήσει προτάσσοντας το «φιλοευρωπαϊκό» προσανατολισμό του, χαρακτηρίζοντας ανάχωμα στην ακροδεξιά και τους «εχθρούς της δημοκρατίας» τη νίκη του στις εκλογές και κατηγόρησε τις δυνάμεις, που συντάσσονται με την Μέρκελ, δηλαδή τους ακραιφνείς υποστηρικτές της μνημονιακής πολιτικής, ως τους βασικούς υπαίτιους της ανόδου της ακροδεξιάς.
Ουσιαστικά το φαινόμενο Λεπέν στη Γαλλία έρχεται να υπενθυμίσει με πολιτικούς όρους, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης της ΕΕ και της ευρωζώνης, αυτό που ο Λένιν ονόμαζε «απραγματοποίητο» ως προς τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, που οραματίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Να υποδηλώσει, δηλαδή, ότι οι αντιθέσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της ΕΕ είναι αξεπέραστες. Γιατί, στην πραγματικότητα η στάση της Λεπέν τι ακριβώς εκφράζει και επιβεβαιώνει; Την ύπαρξη αυτών των αντιθέσεων, που η Λεπέν επιχειρεί να εκμεταλλευτεί για λογαριασμό του Γαλλικού ιμπεριαλισμού.
Ταυτόχρονα η στάση της Λεπέν, που διαχωρίζει τη θέση της από τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή και διάκειται «φιλικά» σ’ ένα «Αριστερό κόμμα» έχει και μια διπλή στόχευση, που αφορά στην παραπέρα πορεία απενοχοποίησής της στη Γαλλική κοινωνία και το αστικό πολιτικό σύστημα της Γαλλίας, αλλά και στην ΕΕ συνολικά, προκειμένου να διευρύνει την επιρροή αυτού του εθνικιστικού ρεύματος και να αναζητήσει συμμαχίες κατά της Γερμανικής ηγεμονίας στην ΕΕ και την ευρωζώνη.
Ουσιαστικά η Λεπέν μέσω της στήριξής της στο ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου αποτελεί αδελφή πολιτική δύναμη το Μέτωπο της Αριστεράς και το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, επιχειρεί να έρθει σε επαφή και στερεώσει τους δεσμούς της Γαλλικής ακροδεξιάς με τμήματα της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων τα οποία παραμένουν στην επιρροή της Γαλλικής Αριστεράς και του ΚΚ Γαλλίας, του οποίου – για το θέμα που πραγματευόμαστε – η «αχίλλειος πτέρνα» του είναι το γεγονός ότι ταυτίζεται με το ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του για την ΕΕ και το ευρώ και το γεγονός αυτό το μετατρέπει σε ουρά του κυβερνώντος σήμερα Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Γι’ αυτό και η ηγέτιδα της γαλλικής ακροδεξιάς αναδεικνύει την ευρωσκεπτικιστική πλευρά της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ σε ότι αφορά τη σημερινή, και όπως συγκεκριμένα έχει διαμορφωθεί, κατάσταση στην ΕΕ και δε διστάζει να λέει ότι «όπου δεν υπάρχει ισοδύναμο του Εθνικού Μετώπου (σ.σ. δηλαδή της ακροδεξιάς) τη θέση μας καταλαμβάνει η Άκρα Αριστερά». Πρόκειται για τη γνωστή από την εποχή του μεσοπολέμου γκαιμπελική τακτική του φασισμού έναντι του Κομμουνιστικού Κινήματος, που έκφραζε την προσπάθεια του πρώτου να κερδίσει στην επιρροή του εργατικές δυνάμεις και μικροαστικά στρώματα.
Παράλληλα η Λεπέν, εξ’ ονόματος της αστικής τάξης της Γαλλίας –που θίγεται από την πολιτική του Γερμανικού ιμπεριαλισμού– επιχειρεί να παρέμβει στις διεργασίες στο εσωτερικό μιας άλλης αστικής τάξης, όπως της Ελλάδας, και να ωθήσει τις τελικές της επιλογές στην κατεύθυνση, που θα ενισχύουν τη διαπραγματευτική ισχύ της Γαλλίας έναντι της πολιτικής του Βερολίνου και στοχεύει να εμφανιστεί ως εθνική δύναμη της Γαλλίας με απήχηση στο εξωτερικό προκειμένου να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια των λαϊκών μαζών της Γαλλίας από την πολιτική της ΕΕ.
Τη στάση της Λεπέν και της ακροδεξιάς ως ενός εθνικιστικού αστικού ρεύματος, που θέλει να κρατήσει εγκλωβισμένες στην αστική επιρροή τις δυσαρεστημένες λαϊκές μάζες μπορεί να την αναγνωρίσει κανείς και στην ευέλικτη τακτική που ακολούθησε η ίδια η Χρυσή Αυγή στις προηγούμενες εκλογές, ειδικά στις δημοτικές και περιφερειακές, απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά γενικά.
Ταυτόχρονα τέτοιες ομοιότητες θα τις παρατηρήσει και στη στάση των ΑΝΕΛ απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, αν και το κόμμα του Πάνου Καμμένου δεν κατατάσσεται στην πολιτική οικογένεια της ακροδεξιάς, έχει όμως αρκετά κοινά ιδεολογικά στοιχεία, ως κόμμα, που εκφράζει την ιδεολογία τμημάτων της αστικής τάξης, που θίγονται από το καθεστώς της οικονομικής και πολιτικής εξάρτησης, που εξασκεί η ΕΕ ως ιμπεριαλιστικό κέντρο κάτω από την ηγεμονία της Γερμανίας.
Θυμίζουμε δε ότι η Λεπέν χαρακτηρίζει ως «οικονομικό πατριωτισμό» το πολιτικό πρόγραμμα του Εθνικού Μετώπου. Για όσους έχουν καλή μνήμη αυτό το χαρακτηρισμό έδινε στο πρόγραμμα του ακροδεξιού ΛΑΟΣ και ο πρόεδρός του, ο Γιώργος Καρατζαφέρης.
Ο προσεκτικός αναγνώστης των δηλώσεων της Λεπέν θα παρατηρήσει δύο κοινά σημεία με τους ΑΝΕΛ, ως προς το πώς εμφανίζονται στις μάζες. Από τη μια διαχωρίζουν απόλυτα τη θέση τους έναντι της Χρυσής Αυγής και του νεοναζισμού, από την άλλη θεωρούν κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που εκφράζουν ένα λανθάνοντα ευρωσκεπτικισμό, που αντανακλά τον πραγματικό ευρωσκεπτικισμό των λαϊκών μαζών, ως συμμαχικές δυνάμεις απέναντι στη Μέρκελ. Απευθύνονται δε, στα λαϊκά στρώματα διατυμπανίζοντας ότι συμφωνούν σε πολλά, όπως το οικονομικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όχι σε όλα και κυρίως διαφωνούν σε θέματα όπως η μετανάστευση.
Αν προκύπτει ένα βασικό συμπέρασμα που μας αφορά άμεσα ως Κομμουνιστικό Κίνημα είναι το γεγονός ότι καθοριστικό στοιχείο για το χαρακτήρα της κίνησης των λαϊκών μαζών σε προοδευτική και σοσιαλιστική κατεύθυνση είναι η στάση, που παίρνουν τα ΚΚ απέναντι στην ΕΕ. Το αίτημα της αποδέσμευσης και της εξόδου από την ΕΕ και το ευρώ είναι ο κρίκος, το κλειδί, που ξεκλειδώνει τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μας. Αυτό το ζήτημα διαπνέει όλη την αρθρογραφία της «Νέας Σποράς» από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής της.
Το πρόβλημα με την ηγεσία του ΚΚΕ είναι ότι ταυτίζει την αποδέσμευση από την ΕΕ μονοδιάστατα με την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης, κάτι που θεωρητικά δε μπορεί να το αποκλείσει κανείς, δηλαδή, για να είμαστε απολύτως σαφείς, δε μπορεί να αποκλειστεί εκ των προτέρων η αποδέσμευση από την ΕΕ με σοσιαλιστική επανάσταση.
Αυτή, όμως, η μονοδιάστατη αντιμετώπιση της αποδέσμευσης από την ΕΕ αφαιρεί τη δυνατότητα στο ΚΚΕ να διαμορφώσει ένα αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό, δημοκρατικό πρόγραμμα με κύρια αιχμή την αποδέσμευση από την ΕΕ, που θα του εξασφαλίζει την παρακολούθηση της κίνησης των λαϊκών μαζών, θα του επιτρέπει να αντιπαρατίθεται απέναντι στην πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ με πολύ συγκεκριμένους όρους, που θα γίνονται κατανοητοί στις λαϊκές μάζες και θα αντιστοιχούν στην πολιτική και ταξική τους συνείδηση, ενώ, ταυτόχρονα, θα βάζει φρένο στην οποιαδήποτε εθνικιστική ή φασιστική πλαγιοκόπηση των λαϊκών μαζών και θα αποδυναμώνει τα περιθώρια της δημαγωγίας τύπου Λεπέν. Θα επιτρέπει να παίρνει ο ευρωσκεπτικισμός περιεχόμενο και κατεύθυνση, που θα υπηρετεί τους στόχους και τους σκοπούς της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
Η «Νέα Σπορά» θα επιμείνει ότι ειδικά τώρα, και μετά τις εκλογές που ανέδειξαν μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, μια τέτοια προγραμματική πρόταση είναι ακόμη πιο επίκαιρη και πιο αναγκαία. Υπενθυμίζει ότι μια τέτοια πρόταση αφορά σε μια εξουσία, που θα εκφράζει την κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων (κατώτερων και μεσαίων). Με την πρόταση αυτή θα θωρακίζεται η κίνηση των λαϊκών μαζών από την αστική τάξη, που θα προσπαθήσει να παρέμβει σ’ αυτήν την κίνηση ακόμη και μέσω ακροδεξιών δυνάμεων αλλά και άλλων αστικών κομμάτων, που αμφισβητούν πλευρές της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, που προκύπτουν από τον προσανατολισμό κυρίαρχα της αστικής τάξης προς το Γερμανικό ιμπεριαλισμό, λόγω και της καταστροφής, που υφίσταται ένα μέρος της αστικής τάξης, αναζητώντας διαφορετικά διεθνή στηρίγματα και προσανατολισμούς, χωρίς να αμφισβητεί την ένταξη της χώρας μας στην ΕΕ και συνολικά και ολοκληρωτικά την ίδια την πολιτική και οικονομική εξάρτηση της χώρας μας. Σ’ αυτό το καθήκον πρέπει να ανταποκριθεί άμεσα το Κόμμα μας.
Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι το πρόβλημα δεν είναι ότι συνδέεται η αποδέσμευση από την ΕΕ με την προοπτική του σοσιαλισμού. Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που ταυτίζεται η αποδέσμευση από έναν ιμπεριαλιστικό οργανισμό όπως η ΕΕ με τον άμεσο σοσιαλισμό, όταν αυτός δεν είναι, λόγω των διαθέσεων των ίδιων των λαϊκών μαζών, άμεσα πραγματοποιήσιμος στη χώρα μας. Η πρόταση που καταθέτει η «Νέα Σπορά» βοηθάει ακριβώς στην ωρίμανση των διαθέσεων των λαϊκών μαζών, στην ωρίμανση της πολιτικής και ταξικής τους συνείδησης.
Φασισμός και Επιστημονικός Σοσιαλισμός
COMMENTS