Υποσχεθήκαμε να ασχοληθούμε με το πολιτικό πρόβλημα της χώρας μας, έτσι όπως αυτό αναδείχτηκε στην πρόσφατη συζήτηση στη βουλή μετά από την πρόταση της κυβέρνησης για ψήφο εμπιστοσύνης. Παράλληλα υποσχεθήκαμε να σχολιάσουμε τη στάση των πολιτικών δυνάμεων, που ασφαλώς είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πολιτική κατάσταση της χώρας μας και τις πολιτικές εξελίξεις που αναμένονται να δρομολογηθούν ή ήδη έχουν δρομολογηθεί.
Στο άρθρο μας, «Το βασικό συμπέρασμα», ανάρτηση 12/10/2014, στην εισαγωγή προϊδεάζουμε τους αναγνώστες μας με πολιτικές εκτιμήσεις που δεν προέρχονται από την πλευρά μας, αλλά καταγράφονται από τα αστικά ΜΜΕ, τα οποία είναι και φιλικά προς την κυβέρνηση, για τις επερχόμενες πολιτικές εξελίξεις.
Στο σημερινό μας άρθρο προσθέτουμε ακόμη έναν τίτλο οικονομικής ιστοσελίδας υπεράνω «πάσης υποψίας» για τη στάση της απέναντι στην κυβέρνηση και ως προς τον πολιτικό προσανατολισμό και την πίστη της στην οικονομία της λεγόμενης «ελεύθερης αγοράς» και των αναγκαίων «μεταρρυθμίσεων», της www.capital.gr που σε παρέμβαση αρθρογράφου της αναγνωρίζει ότι: «Βρισκόμαστε προ αδιεξόδου πάλι…»!
Ποιο είναι το γεγονός λοιπόν; Το γεγονός είναι ότι ακόμη και μ’ αυτόν το σχεδιασμό, που πρόβαλε η κυβέρνηση, κανείς δε μπορεί να διαβεβαιώσει ότι η χώρα μας θα βγει με σιγουριά από την οικονομική στασιμότητα και ότι θα μπει στο δρόμο της ανάπτυξης και της οριστικής εξόδου από την οικονομική κρίση.
Και αυτό για δύο βασικούς λόγους: Ο πρώτος, γιατί ο σχεδιασμός της κυβέρνησης πρέπει να γίνει αποδεκτός τόσο από το ΔΝΤ όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πράγμα που σημαίνει ότι η μεταφορά από το μνημόνιο στην «προληπτική στήριξη» συνοδεύεται αναγκαστικά από όρους, που θα αποτυπωθούν σ’ ένα «χαρτί», δηλαδή, σ’ ένα νέο πρόγραμμα, που θα είναι ένα νέο μνημόνιο αλλά δε θα λέγεται μνημόνιο και που μπορεί να αποδειχτεί για τους εργαζόμενους ακόμη πιο οδυνηρό.
Αυτό το πρόγραμμα, πέρα από το γεγονός ότι θα προβλέπει τη συνέχιση της πολιτικής της λιτότητας, της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της υλοποίησης όλων των συμφωνηθέντων, που προβλέπονταν στο μνημόνιο, του ελέγχου, θα εξαρτάται πλέον και από τη στάση των διεθνών αγορών, μια και η χώρα μας θα πρέπει να δανειστεί για να καλύψει τις χρηματοοικονομικές της ανάγκες.
Σε ποια στιγμή εξελίσσονται όλες αυτές οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης; Σε μια στιγμή που τα spreads των ελληνικών ομολόγων έχουν εκτοξευθεί και που σε πραγματικούς όρους δανεισμού για τη χώρα μας μεταφράζονται σε υψηλά και απαγορευτικά επιτόκια δανεισμού.
Αυτό είναι ένα σαφές μήνυμα των διεθνών αγορών, που ερμηνεύεται διπλά. Από τη μια αφορά την πολιτική σταθερότητα της χώρας μας, από την άλλη αφορά τους όρους που πρέπει να αποδεχτεί η κυβέρνηση για να μπει η χώρα μας στο πρόγραμμα «προληπτικής στήριξης».
Σε γενικές γραμμές αυτό σημαίνει ότι η «απεμπλοκή» της χώρας μας από το μνημόνιο και το ΔΝΤ δεν εξαρτάται κυρίως από τις πολιτικές προθέσεις και προτεραιότητες της κυβέρνησης, χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι οι δανειστές της χώρας μας δεν τις παίρνουν υπόψη τους, αλλά συναρτάται πάνω απ’ όλα με το πώς θα κατοχυρώσουν οι δανειστές τους δικούς τους όρους και κατά προέκταση τους δικούς τους σχεδιασμούς.
Και εδώ, πλέον, οι συναντήσεις που είχε ο Γκίκας Χαρδούβελης τόσο με το ΔΝΤ όσο και με τους ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συντείνουν σ’ ένα συμπέρασμα, που με λίγα λόγια λέει ότι οι δανειστές μας επιμένουν ότι η χώρα μας πρέπει να δεχτεί τους όρους που θα τεθούν για να μπορέσει η κυβέρνηση να δικαιολογήσει πολιτικά τη «μεταμνημονιακή» εποχή.
Όλα τα παραπάνω εξελίσσονται σε μια περίοδο, που η οικονομική κατάσταση της ευρωζώνης, γενικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά, κυρίως, των βασικών δυνάμεων της ευρωζώνης, Γερμανίας, Ιταλίας, Γαλλίας, δεν είναι καλή. Και αυτός είναι ο δεύτερος λόγος, που έτσι κι αλλιώς θα αποτυπωθεί στους όρους, που θα βάλουν τόσο το ΔΝΤ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση στο «πρόγραμμα προληπτικής στήριξης». Επομένως συνολικά αυτή η κατάσταση δεν εξασφαλίζει όρους ανάπτυξης, όπως τουλάχιστον τους έχει σχεδιάσει η κυβέρνηση.
Ανεξάρτητα, όμως, από τις πολιτικές επιδιώξεις της κυβέρνησης και θα προσθέταμε και της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα παραπάνω που περιγράψαμε παράγουν ένα πολιτικό γεγονός: Πέρα από την οικονομική αποτελεσματικότητα της πρωτοβουλίας της κυβέρνησης έχουν μπροστά τους, κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, την πολιτική διαχείριση αυτής της πρωτοβουλίας.
Από την πλευρά της κυβέρνησης η πρωτοβουλία αυτή προβάλλεται ως απεμπλοκή από το μνημόνιο και το ΔΝΤ. Αυτή η κίνηση ως προς το οικονομικό της περιεχόμενο έχει συγκεκριμένο χαρακτήρα, που τον περιγράψαμε, αλλά ως προς το πολιτικό της περιεχόμενο είναι ένα ιδιαιτέρως αβέβαιο πολιτικό χαρτί της κυβέρνησης, που αναδεικνύει, ταυτόχρονα, και το πολιτικό της αδιέξοδο, γιατί εμφανίζεται να «παίζει τα ρέστα της».
Αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις του ΔΝΤ και των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το χαρτί αυτό δε θα «επιτραπεί» εύκολα στην κυβέρνηση να το παίξει σαν τον «άσσο» της, όχι επειδή είναι αδιάφοροι, το ΔΝΤ και οι εταίροι, ως προς τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας, αλλά επειδή η φύση της συμφωνίας δε θα δίνει την αντίστοιχη πολιτική ευκολία στην κυβέρνηση να κάνει κάτι τέτοιο.
Από την άποψη αυτήν η πολιτική επιχειρηματολογία της κυβέρνησης για να πάρει τη ψήφο εμπιστοσύνης στη βουλή έρχεται τώρα να αποκαλυφθεί, πολύ περισσότερο να μην παίζει και κανένα ρόλο, αφού η πολιτική της επιβίωση θα εξαρτηθεί από το πολιτικό αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας που πήρε, γεγονός που με τη σειρά του θα εξαρτάται από το οικονομικό περιεχόμενο της συμφωνίας που θα συνάψει, δηλαδή, της «προληπτικής στήριξης», που στη συνέχεια, βέβαια, θα επιδράσει και στην αναδιάρθρωση του χρέους.
Και όλα τα μηνύματα που έρχονται προδιαθέτουν ότι αυτή η συμφωνία δε θα είναι μια εύκολη υπόθεση για την κυβέρνηση, γι’ αυτό άλλωστε και η ίδια δεν υπέβαλε γραπτό αίτημα προς το ΔΝΤ για την απεμπλοκή της χώρας μας απ’ αυτό.
Από την πλευρά, τώρα, του ΣΥΡΙΖΑ, το κύριο επιχείρημα που κατέθεσε στη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης ήταν ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει την πολιτική των μνημονίων, γεγονός που του δίνει ένα πολιτικό προβάδισμα στην επιχειρηματολογία του, και ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει καμία συμφωνία που «δε θα έχει την έγκρισή του».
Από πολιτική άποψη, όμως, τι σημαίνει αυτή η επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ; Ήδη το ένα θέμα το θίξαμε. Είναι το πολιτικό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με την απαλλαγή της χώρας μας από τη μνημονιακή πολιτική. Αυτή δε θα συμβεί.
Από την άλλη, όμως, το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει ήδη λόγο για «συμφωνία που δε θα έχει την έγκρισή μας» τον έχει βάλει μέσα στο παιχνίδι της διαπραγμάτευσης που πραγματοποιεί η κυβέρνηση, και το σπουδαιότερο, έχοντας γνώση των όρων που θέτουν το ΔΝΤ και οι εταίροι μας.
Κανονικά ο ΣΥΡΙΖΑ δε θα έπρεπε να κάνει μια τέτοια τοποθέτηση. Θα έπρεπε να δηλώσει ότι από την πλευρά του δε θα αναγνωρίσει καμία συμφωνία, γιατί ο ίδιος ισχυρίζεται ότι η πολιτική των μνημονίων θα συνεχιστεί, πράγμα που είναι και η αλήθεια. Επομένως δε θα έπρεπε να περιμένει ότι η κυβέρνηση θα προχωρούσε σε κάποια συμφωνία που θα του έδινε τη δυνατότητα να την εγκρίνει.
Πολιτικά αυτή η τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει διπλή ανάγνωση: Από τη μια του ήταν χρήσιμη για να απαιτήσει πρόωρες εκλογές, όσο το δυνατό πιο γρήγορα, ακόμη και πριν η κυβέρνηση να ανοίξει τις διαδικασίες εκλογής του νέου Προέδρου Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση απαντά σ’ αυτό το θέμα «ότι εκλογές δε θα γίνουν όποτε σας συμφέρει, αλλά όπως ορίζει το Σύνταγμα», δηλαδή, όποτε συμφέρουν την κυβέρνηση.
Από την άλλη δείχνει ότι, γνωρίζοντας ο ΣΥΡΙΖΑ τους όρους του παιχνιδιού με το ΔΝΤ και τους εταίρους μας, έχει μπει για τα καλά στο «νόημα» αυτών των όρων. Πράγμα που σημαίνει ότι δε μπορεί να τους αποφύγει. Έτσι προκύπτουν και οι συνεχείς υποχωρήσεις του από προηγούμενες θέσεις του, έτσι προκύπτει και η προσπάθεια που έχει δρομολογήσει για τις διεθνείς και εγχώριες επαφές που έχει πραγματοποιήσει και πραγματοποιεί.
Με τη σειρά του αυτό σημαίνει ότι και οποιαδήποτε συμφωνία του ΔΝΤ και των εταίρων μας με το ΣΥΡΙΖΑ, ως κυβέρνηση, για τη μεταμνημονιακή εποχή, με ό,τι σημαίνει αυτό κατά ΣΥΡΙΖΑ τώρα ερμηνεία, δε μπορεί να αγνοήσει τους όρους που βάζουν τόσο το ΔΝΤ όσο και οι εταίροι μας. Γι’ αυτό κάνει λόγο για έγκριση.
Τι αποκαλύπτει μια τέτοια τοποθέτηση; Με προσεκτικά λόγια διατυπωμένη η φράση: «που δε θα έχει την έγκρισή μας» αποκαλύπτει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να αξιοποιήσει τον εγκλωβισμό της κυβέρνησης στη συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής και να παρουσιαστεί ως αντιμνημονιακή δύναμη, ταυτόχρονα στέλνει και ένα μήνυμα ότι υπάρχει και περιθώριο έγκρισης από την πλευρά του μιας συμφωνίας, που θα έπαιρνε υπόψη της ένα κλίμα «χαλάρωσης». Μιας χαλάρωσης, όμως, που δε θα αναιρούσε σε τίποτα τη γενική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί δημοσιονομικής πειθαρχίας, εξ ου και η δήλωση του Γιάννη Δραγασάκη για τους ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, αλλά και οι δηλώσεις του Γιώργου Σταθάκη για την επιμήκυνση.
Σε κάθε περίπτωση και η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται μπροστά στους ίδιους όρους που τίθενται από την πλευρά του ΔΝΤ και των εταίρων μας. Και οι δύο έχουν φροντίσει εκ των προτέρων να ξεκαθαρίσουν τις γενικές κατευθύνσεις της πολιτικής τους, γεγονός που δεν τους δίνει πολλά περιθώρια για μια ουσιαστική αλλαγή πολιτικής, που θα αντιμετωπίζει τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα.
Και αυτές οι κατευθύνσεις είναι από την πλευρά της κυβέρνησης ό,τι μέχρι τώρα πραγματοποιεί και σχεδιάζει για συνέχεια, για μεν το ΣΥΡΙΖΑ ότι δε θα προβεί σε «μονομερείς ενέργειες». Κατά συνέπεια και για την παρούσα κυβέρνηση και για μια πιθανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το «γήπεδο» είναι το ίδιο.
Από εκεί και μετά οι όποιες διαφοροποιήσεις παρουσιάζονται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από το ΣΥΡΙΖΑ δε μπορεί να αγνοούνται, γιατί αποσκοπούν στον εγκλωβισμό των λαϊκών μαζών, στην καλλιέργεια μιας αντιπαράθεσης που θα δημιουργεί συνθήκες πόλωσης – οι οποίες είναι και αναπόφευκτες, και στην αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος.
Πατώντας πάνω σ’ αυτές τις κατευθύνσεις και της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ αναζωπυρώνεται η επιχειρηματολογία για ένα κλίμα συναίνεσης και μια κυβέρνησης αντίστοιχα συναινετικής. Και η κυβέρνηση, παρά τον τρόπο που απευθύνθηκε στο ΣΥΡΙΖΑ μέσα στη βουλή, άφησε ένα τέτοιο περιθώριο κλίματος συναίνεσης και από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε το ίδιο. Το εάν αυτή η συναίνεση θα καταλήξει και συναινετική κυβέρνηση αυτό θα το δούμε στην πορεία.
Στο πλαίσιο αυτό μεγάλη σημασία έχει η στάση του Κόμματος για το πώς πολιτικά θα αντιδράσει απέναντι σ’ αυτό το πολιτικό σκηνικό που στήνεται, αλλά αυτό θα είναι και το θέμα του επόμενου άρθρου μας που θα αφορά αποκλειστικά τη στάση του Κόμματος μέσα στη βουλή αλλά και τη δράση του έξω απ’ αυτήν.
COMMENTS