Θα μας επιτραπεί να σχολιάσουμε το άρθρο του υπεύθυνου του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων (ΤΔΣ) του Κόμματός μας, που εμφανίστηκε στο «Ρ» στις 7/9/2014, από το τέλος, γεγονός που δεν είναι καθόλου πρωτότυπο, το αναγνωρίζουμε, αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να ξεκαθαρίσουμε τους λογαριασμούς μας με ορισμένους απαράδεκτους χαρακτηρισμούς του, που με πολύ μεγάλη ευκολία κατέγραψε στο άρθρο του, αποδεικνύοντας την αδυναμία του να απαντήσει επί της ουσίας στα μεγάλης σημασίας ζητήματα που έχουν προκύψει από τις εξελίξεις στην Ουκρανία.
Γράφει ο αρθρογράφος: «Το κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα, στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού, που είναι το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, πρέπει παντού να χαράξει αυτοτελή γραμμή, μακριά από αστικά – ιμπεριαλιστικά σχέδια και με κριτήριο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τα συμφέροντα των αστικών τάξεων. Πρέπει να χαράξει την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, για το σοσιαλισμό».
Πρέπει να πούμε ότι η φράση αυτή όσο και εάν φαίνεται σωστή, από πρώτη άποψη, ας το πούμε διαφορετικά, από «πρώτο διάβασμα», στην πραγματικότητα είναι λάθος ως σύνολο, κατά τον τρόπο που διατυπώνεται, γιατί ναι μεν η εργατική τάξη πρέπει να χαράξει τη δική της «αυτοτελή γραμμή» και «με κριτήριο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων», αλλά αυτό δε μπορεί να το κάνει εάν δεν παίρνει υπόψη της τα «αστικά – ιμπεριαλιστικά σχέδια», τα οποία στρέφονται ενάντιά της. Επανάσταση χωρίς αντίπαλο δεν έχει εμφανιστεί ακόμη στην Ιστορία.
Θέλουμε να ελπίζουμε ότι ο υπεύθυνος του ΤΔΣ δε θα διαφωνεί σ’ αυτό. Πράγμα που σημαίνει, όμως, ότι με βάση αυτά ακριβώς τα σχέδια η εργατική τάξη πρέπει, είναι υποχρεωμένη να το κάνει, να χαράξει τη δική της τακτική για να αντιμετωπίσει ακριβώς αυτά τα σχέδια, να τα ματαιώσει, για να κατορθώσει να πραγματοποιήσει το στρατηγικό της στόχο, το σοσιαλισμό, διαφορετικά η πάλη της θα βρίσκεται «εν κενώ», θα ρίχνει «τουφεκιές στον αέρα», θα επιδίδεται σ’ έναν ακατάσχετο βερμπαλισμό περί σοσιαλισμού, που θα μοιάζει σαν «το κατηχητικό κήρυγμα των δεσποτών από άμβωνος».
Και για να πούμε το ίδιο πράγμα με πραγματικούς ιστορικούς όρους (πράγμα που θα έπρεπε να το γνωρίζει ο υπεύθυνος του ΤΔΣ από τη θέση που κατέχει, αλλά φαίνεται ότι το αγνοεί, αλλιώς δε θα έγραφε με τέτοιο αμετροεπή τρόπο για τόσο σοβαρά ζητήματα), πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Β. Ι. Λένιν, μια και τον επικαλείται, χάραξε την τακτική των Μπολσεβίκων παίρνοντας υπόψη του τα σχέδια των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής του, τις αντιθέσεις τους, τους στόχους τους και χάραξε την τακτική του. Άλλωστε τι είναι η τακτική; Είναι η πολιτική που αντιτάσσει το Κομμουνιστικό Κόμμα απέναντι στον αντίπαλο για να πραγματοποιήσει το στρατηγικό του στόχο.
Και όχι μόνο ο Β. Ι. Λένιν πήρε υπόψη του αυτά τα σχέδια, να θυμίσουμε ότι το ’14 ξεσπάει και ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά και ενέταξε στην τακτική των Μπολσεβίκων τόσο την αστικοδημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία όσο και την πορεία της εργατικής τάξης μετά τον Φλεβάρη έως και τη Σοσιαλιστική Επανάσταση.
Το εξ αρχής κριτήριο του Β. Ι. Λένιν ήταν το τι στάση πρέπει να κρατήσει η εργατική τάξη, στο πλαίσιο του τότε συσχετισμού των δυνάμεων, που επικρατούσαν διεθνώς και ειδικά στην Ευρώπη, και σε σχέση μ’ αυτόν το συσχετισμό, ποια πρέπει να είναι η τακτική του επαναστατικού κινήματος μέχρι την πραγματοποίηση του τελικού της σκοπού. Γι’ αυτό το λόγο ήρθε σε αποφασιστική ρήξη με τον Λ. Τρότσκι.
Και να τι λέει ο ίδιος ο Β. Ι. Λένιν στο λόγο του για την πρώτη επέτειο της Επανάστασης στις 6 του Νοέμβρη του 1918: «Πρέπει να αποτελούμε ένα μέρος των τμημάτων, μέρος της παγκόσμιας προλεταριακής και σοσιαλιστικής στρατιάς. Αντιλαμβανόμασταν πάντα ότι, αν έλαχε σε μας να αρχίσουμε την επανάσταση που αναπτυσσόταν μέσα από την παγκόσμια πάλη, αυτό δεν χρωστιέται σε τίποτε ιδιαίτερα προτερήματα του ρωσικού προλεταριάτου, ούτε στο ότι αυτό προπορευόταν από άλλους˙ απεναντίας, μόνο μια ιδιαίτερη κατάσταση αδυναμίας, καθυστέρησης του καπιταλισμού και εξαιρετικά αντίξοες πολεμικοστρατηγικές περιστάσεις (Σ.Σ. υπογράμμιση δική μας) μας έκαναν μέσα στην εξέλιξη των γεγονότων να καταλάβουμε θέση μπροστά από άλλα τμήματα, χωρίς να τα περιμένουμε να μας πλησιάσουν και να ξεσηκωθούν κι’ αυτά» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 37, σελ. 137/138).
Έκτοτε ό Β. Ι. Λένιν αναφέρθηκε πολλές φορές στις «πολεμικοστρατηγικές περιστάσεις» και εξήγησε άλλες τόσες τη σημασία που έπαιξαν για την τακτική των Μπολσεβίκων αλλά και σαν αντικειμενικό γεγονός για την επιτυχία της Επανάστασης.
Αντιλαμβανόμαστε ότι, τελικά, ο αρθρογράφος, στην ουσία της τοποθέτησής του, αναφέρεται ακριβώς στην τακτική του Κόμματος, διαφορετικά δε θα κατέληγε με τον τρόπο που κατέληξε: «Εκείνοι, που στο όνομα του αρνητικού συσχετισμού, ισχυρίζονται πως “αυτά που λέει το ΚΚΕ δεν είναι της ώρας” και πως “δεν κρίνεται τώρα αυτό”, έχουν αναλάβει εργολαβικά το ρόλο του “Εφιάλτη” των εργατικών – λαϊκών συμφερόντων». Και εδώ πραγματικά προκύπτουν δύο σημαντικά ζητήματα:
Το πρώτο: Ας ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Η «Νέα Σπορά» είναι η μόνη ιστοσελίδα που έκανε συνολική τοποθέτηση γύρω από τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Σ’ αυτήν την τοποθέτηση έθεσε, εκτός των άλλων, και το ζήτημα ότι αυτό που κρίνεται σήμερα στην Ουκρανία δεν είναι ο άμεσος σοσιαλισμός, γιατί ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι αρνητικός. Μ’ αυτήν την έννοια το άρθρο του υπεύθυνου του ΤΔΣ, είτε απευθύνεται σ’ εμάς είτε όχι, μας αφορά και κατά προέκταση μας αφορά και μια απάντηση. Αν και δεν είμαστε βέβαιοι τι ακριβώς κατανοείται ως άμεσος σοσιαλισμός (κατά τη Λενινιστική έννοια) εκ μέρους του αρθρογράφου, ωστόσο, αυτός ανεπιφύλακτα αναγνωρίζει ότι ο συσχετισμός των δυνάμεων σήμερα είναι …αρνητικός. Το αναγνωρίζει πολύ καθαρά ο ίδιος και «τα γραφτά μένουν». Είμαστε υποχρεωμένοι να του υπενθυμίσουμε, όμως, ότι σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης (με ένοπλες τις μάζες), μετά τον Απρίλη του ‘17, και με αρνητικό συσχετισμό των δυνάμεων για τους Μπολσεβίκους μέσα στα Σοβιέτ, ο Β. Ι. Λένιν τάχτηκε ενάντια στον άμεσο σοσιαλισμό και επέλεξε μια τακτική που αποσκοπούσε στην αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων στα Σοβιέτ. Με δυο λόγια υπόταξε την τακτική, που ακολούθησε, στο στρατηγικό και τελικό σκοπό της εργατικής τάξης, αλλά ποτέ δεν έκανε ενέργειες που δεν ήταν «της ώρας τους». Όταν οι συσχετισμοί των δυνάμεων αντιστοιχήθηκαν με τις συνθήκες για την πραγματοποίηση της Επανάστασης, όταν ήρθε η «ώρα» της, αυτός είπε: «Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει την καθυστέρηση στους επαναστάτες που θα μπορούσαν να νικήσουν σήμερα (και σίγουρα θα νικήσουν σήμερα), αλλά που θα κινδύνευαν να χάσουν πολλά αύριο, θα κινδύνευαν να τα χάσουν όλα» (Β.Ι.Λένιν, Άπαντα, Τόμος 34, σελ. 436). Και αυτό το έκανε για να υπερνικήσει τις ταλαντεύσεις των Μπολσεβίκων, που ήταν επιφυλακτικοί για το εάν έπρεπε να πραγματοποιηθεί η εξέγερση. Και για να μην έχει καμία αμφιβολία ο υπεύθυνος του ΤΔΣ ότι οι Μπολσεβίκοι ταλαντεύονταν παραθέτουμε τα ίδια τα λόγια του Β. Ι. Λένιν: «Αν και έχω πλήρη επίγνωση του πράγματος αυτού (Σ.Σ. μιλάει παραπάνω για την ταχύτητα των εξελίξεων), είμαι ωστόσο υποχρεωμένος να απευθύνω στους μπολσεβίκους το γράμμα αυτό, ακόμη κι’ αν υπάρχει ο κίνδυνος να μην εμφανιστεί καθόλου στον Τύπο, γιατί οι ταλαντεύσεις, που ενάντιά τους θεωρώ καθήκον μου να ταχθώ με όλη μου την αποφασιστικότητα, είναι πρωτοφανείς και μπορούν να ασκήσουν ολέθρια επίδραση πάνω στο Κόμμα, στο κίνημα του διεθνούς προλεταριάτου, στην επανάσταση» (στο ίδιο, σελ. 398). Έτσι πραγματοποίησε την Επανάσταση για το πέρασμα όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ, που οι Μπολσεβίκοι είχαν πλέον την πλειοψηφία. Απομένει να μας λύσει την απορία ο υπεύθυνος του ΤΔΣ, όχι για το εάν θα ταλαντεύεται ο ίδιος την ώρα που θα πρέπει να ξεσπάσει η εξέγερση, αλλά για το πως θα πραγματοποιηθεί μια Σοσιαλιστική Επανάσταση με αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων. Αν εννοεί (εάν…) ότι η Σοσιαλιστική Επανάσταση μπορεί να πραγματοποιηθεί και με αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων (γιατί δε θα θεωρούσε βαριά κατηγορία για το Κόμμα τη φράση «αυτά που λέει το ΚΚΕ δεν είναι της ώρας»), θα ήταν ακόμη πιο ενδιαφέρουσα μια απάντηση σε σχέση μ’ αυτό το θέμα, γιατί τότε πρέπει να εγκαταλείψουμε το Λενινισμό και να προσχωρήσουμε στο Μπλανκισμό. Αναμένουμε μιαν απάντηση. Θα του συστήσουμε, όμως, πριν αναλάβει την ευγενική, ξανά, πρωτοβουλία να μας απαντήσει, και με τον τρόπο που απαντάει, να πάρει υπόψη του τα παρακάτω: «Η τακτική πρέπει να χτίζεται πάνω σ’ έναν ψύχραιμο, αυστηρά αντικειμενικό υπολογισμό όλων των ταξικών δυνάμεων στο δοσμένο κράτος (και στα κράτη που το περιβάλλουν και σε όλα τα κράτη, σε παγκόσμια κλίμακα), καθώς και πάνω στον υπολογισμό της πείρας των επαναστατικών κινημάτων» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 41, σελ. 47). Οπότε θα πρέπει να μας εξηγήσει πως η εργατική τάξη, το Κομμουνιστικό – Εργατικό Κίνημα στην Ουκρανία «Πρέπει να χαράξει την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, για το σοσιαλισμό», όταν ο Δυτικός ιμπεριαλισμός έχει ήδη επιβάλει μια αντιδραστική – φασιστική κυβέρνηση, έχει εξαπολύσει έναν πόλεμο ενάντια σε μια εθνότητα, όταν ο ίδιος θεωρεί οπορτουνιστικό το ΚΚΟυ και το μέμφεται επειδή πήρε μέρος στην κυβέρνηση Γιανουκόβιτς (το ίδιο και η «Νέα Σπορά), όταν δε μας δίνει καμία πληροφορία για τη δράση της Ένωσης Κομμουνιστών Ουκρανίας και για το τι κάνει, για το πώς δρα, όταν από την άλλη πλευρά παραμονεύει μια άλλη ιμπεριαλιστική δύναμη, η Ρωσία, η οποία ενδιαφέρεται και αυτή να αρπάξει τη λεία.
Το δεύτερο: Δυστυχώς ο υπεύθυνος του ΤΔΣ συλλαμβάνεται και ανιστόρητος. Κάνει λόγο για Εφιάλτες. Το γιατί έβαλε το σχετικό όνομα σε εισαγωγικά είναι δικό του θέμα. Πάντως αυτό που ήθελε να πει το είπε. Πρέπει, ωστόσο, να τον πληροφορήσουμε ότι οι Ιστορικοί θεωρούν ως την πιθανότερη εκδοχή να μην υπήρξε ποτέ κανένας Εφιάλτης και ότι όλη η σύλληψη για τον Εφιάλτη οφείλεται στο γεγονός ότι οι παμπόνηροι «αρχαίοι ημών πρόγονοι» κάθε φορά που έχαναν μια μάχη επινοούσαν και έναν Εφιάλτη για να δικαιολογηθούν στα μάτια του λαού. Γι’ αυτό άλλωστε έχουν καταγραφεί 40 Εφιάλτες πριν από τον υποτιθέμενο Εφιάλτη της μάχης των Θερμοπυλών. Καταλαβαίνουμε, και συμπονούμε μαζί του, ότι ο υπεύθυνος του ΤΔΣ ένιωσε την ανάγκη, μπροστά σε μια ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση, να επικαλεστεί τον Εφιάλτη. Και τον κατανοούμε απολύτως γι’ αυτήν την πράξη του. Αλλά αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα ούτε ως προς τις θέσεις που υποστηρίζει, και μάλιστα εκ μέρους του Κόμματος, ούτε και για μας, που έχουμε συνηθίσει πλέον σε τέτοιους «περίλαμπρους σημαιοστολισμούς» με τους οποίους πολύ εύκολα μπορεί να ξεμπερδεύει κανείς με μια ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση. Αποκαλείς κάποιον προδότη και «τέλειωσε» το ζήτημα. Θα πρέπει, πάντως, να του πούμε ότι οι προδοσίες δεν ξεκίνησαν ποτέ στην Ιστορία από την εργατική τάξη, από τα απλά μέλη του Κόμματος. Και για να κλείσουμε αυτό το θέμα πρέπει, επίσης, να του θυμίσουμε ότι ο μόνος πραγματικός, ιστορικά επιβεβαιωμένος, Εφιάλτης που υπήρξε ήταν ο Εφιάλτης πριν από τον Περικλή, που πολεμήθηκε με λύσσα από τους αντιπάλους του για τις επαναστατικές του ιδέες (στο πλαίσιο βέβαια της εποχής του) και στο τέλος δολοφονήθηκε. Έχουμε τη γνώμη ότι από τέτοιου είδους καταστάσεις πρέπει να ξεκόψει οριστικά το Κόμμα μας. Ο Πλουμπίδης βγήκε χαφιές και προδότης, ο Ζαχαριάδης κατηγορήθηκε το ίδιο, ο Άρης από κοντά, ο Σιάντος …κλπ …κλπ. Αυτά για το χθες. Σήμερα ορισμένοι συνωμοσιολογούν σε βάρος της ηγεσίας του Κόμματος και η ηγεσία απαντάει κάνοντας λόγο για κουκούλες και Εφιάλτες τσουβαλιάζοντας ό, τι βρει μπροστά της. Μάλλον επιβεβαιώνει την αδυναμία της να απαντήσει και να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων.
Περνάμε τώρα σε ορισμένες άλλες πλευρές του άρθρου του υπεύθυνου του ΤΔΣ. Είναι λυπηρό να καταφεύγει κάποιος σε πρακτικές που ισοδυναμούν με απάτες που διαστρεβλώνουν τα κείμενα του Β. Ι. Λένιν. Δε μας αφορούν τα όσα γράφει ο Β. Ι. Λένιν για τον Α. Πότρεσοφ. Δεν παριστάνουμε τους «διεθνιστές» που προσπαθούν να περάσουν «εθνικοφιλελεύθερες» θέσεις. Το θέλουν ή δε το θέλουν, με τις θέσεις που υποστηρίζουν, άλλοι είναι εκείνοι που στο όνομα του διεθνισμού περνάνε σε αντιδιεθνιστικές θέσεις.
Στο άρθρο «Κάτω από ξένη σημαία» ο Β. Ι. Λένιν γράφει: «Το 1859 ο Ναπολέοντας Γ’ κήρυξε τον πόλεμο κατά της Αυστρίας για την απελευθέρωση δήθεν της Ιταλίας, στην πραγματικότητα όμως για τους δικούς του δυναστικούς σκοπούς» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 26, σελ. 135/136). Δηλαδή μιλάει για δύο χώρες που έχουν εμπλακεί άμεσα σε πόλεμο.
Ο Α. Πότρεσοφ «πατώντας» πάνω στη θέση που πήρε ο Καρλ Μάρξ σε σχέση μ’ αυτόν τον πόλεμο, προσπαθεί να μεταφέρει μ’ «ένα μικρό στρατήγημα» (στο ίδιο, σελ. 134) «το λαθραίο φορτίο του εθνικοφιλελευθερισμού» (στο ίδιο), δηλαδή, τα χαρακτηριστικά μιας εποχής, που η αστική τάξη αγωνίζεται ενάντια στη φεουδαρχία, σε μια εποχή, που η αστική τάξη έχει χάσει την επαναστατικότητά της και έχει μεταβληθεί σε αντιδραστική τάξη, την εποχή του ιμπεριαλισμού.
Από την πλευρά μας η θέση του Β. Ι. Λένιν: «Οι μαρξιστές ποτέ δεν αρνήθηκαν τον προοδευτικό χαρακτήρα των αστικοεθνικών απελευθερωτικών κινημάτων ενάντια στις φεουδαρχικές – απολυταρχικές δυνάμεις» μας εκφράζει απόλυτα. Το «λαθραίο φορτίο» του Α. Πότρεσοφ προσπαθεί να περάσει αυτή τη θέση στην εποχή που κυριαρχεί το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αλλά…
Από την πλευρά μας, ως «Νέα Σπορά» ξεκαθαρίσαμε ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία διεξάγονται πάνω στο έδαφος των ενδοαστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Αυτό που κάνει ο αρθρογράφος, παραδίδοντας μαθήματα της «αλφαβήτα» του Μαρξισμού – Λενινισμού, είναι να μεταφέρει απροκάλυπτα ένα «ξένο έδαφος», ως «λαθραίο φορτίο» και μέσα από ένα «στρατήγημα» στην Ουκρανία, για να δικαιολογήσει το επιχείρημά του ότι τελούμε υπό «ξένη σημαία» και ότι είμαστε «Εφιάλτες». Πολύ φτηνή η προσπάθεια. Τον εκθέτει ανεπίτρεπτα.
Γι’ αυτό ρωτάμε: Ποια σχέση μπορεί να έχει το «λαθραίο φορτίο» του Α. Πότρεσοφ με τη σημερινή κατάσταση στην Ουκρανία; Μήπως αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε άμεση πολεμική εμπλοκή οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, από τη μια, με τη Ρωσία, από την άλλη; Δηλαδή, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις μεταξύ τους;
Μήπως οι δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις υποκινούν κάποιο εθνικοφιλελεύθερο κίνημα ενάντια στη Ρωσία, που έχει κηρύξει τον πόλεμο ενάντια στην Ουκρανία; Μήπως αυτή τη στιγμή διεξάγεται πόλεμος ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία με σκοπό, όπως λέει ο φασίστας πρωθυπουργός της Ουκρανίας, την αναβίωση της Σοβιετικής Ένωσης; Μήπως η Ρωσία υποκινεί κάποιο εθνικοφιλελεύθερο κίνημα ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, που έχουν κηρύξει πόλεμο ενάντια στην Ουκρανία;
Ο «πόλεμος» για το μοίρασμα των αγορών με τον πόλεμο (με πολεμικά μέσα) για το μοίρασμα των αγορών, όπως ο Α’ και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, έχει τεράστια διαφορά μ’ αυτό που γίνεται σήμερα στην Ουκρανία, και η απλοποίηση αυτού του θέματος ισοδυναμεί μ’ ένα τεράστιο, επίσης, λάθος. Ο πόλεμος των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκής Ένωσης ενάντια στη Σερβία, ενάντια στο Ιράκ, το Αφγανιστάν έχει διαφορά απ’ αυτό που γίνεται σήμερα στην Ουκρανία. Αν αυτό δε γίνεται αντιληπτό τότε άλλοι είναι αρνητές του Μαρξισμού – Λενινισμού, που αυτός απαιτεί κάθε φορά να καθορίζεται συγκεκριμένα ο χαρακτήρας του πολέμου και παραπέρα απαιτεί η εργατική τάξη να επωφελείται από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Αλλά περί αυτών για τον αρθρογράφο ισχύει το «απορία ψάλτου βηξ».
Τι πραγματικά συμβαίνει στην Ουκρανία; Αυτό που συμβαίνει είναι ότι υλοποιείται στην πράξη ένα σχέδιο των Δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, με πρωταγωνίστρια δύναμη τις ΗΠΑ, που έχει εκπονηθεί από τη δεκαετία του ’90, μετά τις ανατροπές (αλλά ως βασική ιδέα και πολιτική επιδίωξη υπήρχε από το 19ο αιώνα με τις τότε κυρίαρχες δυνάμεις) και που υπακούει στο δόγμα ότι «η Ρωσία χωρίς την Ουκρανία δεν είναι τίποτα».
Ένα σχέδιο που η κατάληξή του προβλέπει ακόμη και το διαμελισμό της Ρωσίας σε τρεις περιοχές. Δεν είναι μόνο οι αγωγοί, δεν είναι μόνο το μοίρασμα των αγορών, είναι και ο σχεδιασμός για την πλήρη εκμηδένιση της Ρωσίας, και πάνω απ’ όλα η εκμηδένιση κάθε προοπτικής και δυνατότητας να αναβιώσει η Σοβιετική Ένωση, ως σοσιαλιστική χώρα και όχι απλά σαν ένας ενιαίος καπιταλιστικός χώρος.
Το πρώτο στάδιο αυτού του σχεδίου το έχουμε μπροστά μας με τις εξελίξεις στην Ουκρανία εδώ και μια δεκαετία. Παραλείπουμε τα προηγούμενα ( δηλαδή την περίοδο της ξανθιάς προέδρου με τις τεχνητά κατασκευασμένες πλεξούδες και το επιτηδευμένο ταπεινό ύφος, που έκρυβαν τη βαθύτατη διαφθορά της) και περνάμε στα τωρινά.
Πραγματοποιήθηκε, λοιπόν, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της Ουκρανίας από τον πρόεδρο Γιανουκόβιτς, ένα πραξικόπημα, αφού, προηγουμένως, παραβιάστηκε μια συμφωνία μεταξύ των υπουργών της Γαλλίας, της Πολωνίας, της Γερμανίας και της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς, παρουσία ενός Ρώσου συμβούλου, που συνάφθηκε πάνω στο έδαφος των ενδοαστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, και αφού η Βικτώρια Νούλαντ (δηλαδή οι ΗΠΑ) επέβαλε τη δικιά της λύση σε συμβιβασμό με τη Γερμανία. Δηλαδή επέβαλε ένα πραξικόπημα με κοινοβουλευτικό μανδύα.
Τι έφερε αυτός ο συμβιβασμός; Έφερε μια κυβέρνηση στην Ουκρανία με πρωθυπουργό έναν αναγνωρισμένο φασίστα και πράκτορα των ΗΠΑ (ο δικός μας άνθρωπος κατά τη Βικτώρια Νούλαντ), τις φασιστικές δυνάμεις στην κυβέρνηση και σε θέσεις κλειδιά στον κρατικό μηχανισμό (δυνάμεις ασφαλείας, μυστικές υπηρεσίες, στρατό κλπ), όλα τα φιλοδυτικά κόμματα στην κυβέρνηση.
Έφερε, επίσης, τη διάλυση του κόμματος Γιανουκόβιτς και την απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας, την τρομοκρατία, τις δολοφονίες δημοκρατικών πολιτών, τους μισθοφόρους και ελεύθερους σκοπευτές από τη Δύση, τα ναζιστικά τάγματα του Δεξιού Τομέα με συμμετοχή και φασιστών από άλλες χώρες, για το «ξεκαθάρισμα» της κατάστασης από κάθε δημοκρατική αντίσταση. Έφερε, τέλος, τη συμφωνία για την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την προετοιμασία για την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.
Έφερε, όμως, και την απαγόρευση της Ρωσικής γλώσσας, που αφορούσε πάνω από 8 εκατ. Ρώσους, στα 44εκατ. πληθυσμού της Ουκρανίας, και που αφορούσε, επίσης, το 40% του πληθυσμού της Ουκρανίας, που μίλαγαν ως πρώτη γλώσσα τη Ρωσική. Παραπέρα έφερε και το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών με την Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία, όπου ήταν εγκαταστημένος ο Ρώσικος πληθυσμός.
Επαναλαμβάνουμε το ερώτημα, που κάποια στιγμή πρέπει να απαντηθεί και ορισμένοι να μην υπεκφεύγουν: Όλη αυτή η εξέλιξη δημιούργησε ή δε δημιούργησε εθνικό ζήτημα για την εθνότητα των Ρώσων; Γιατί αυτό το ερώτημα αποφεύγει να το απαντήσει στο άρθρο του ο υπεύθυνος του ΤΔΣ του Κόμματος, που έχει και την αρμοδιότητα του συγκεκριμένου προβλήματος;
Και εάν αυτή η εξέλιξη δημιούργησε εθνικό ζήτημα νομιμοποιείται ή δε νομιμοποιείται η πάλη της Ρώσικης εθνότητας ενάντια στην αντιδραστική – φασιστική κυβέρνηση, με όλες τις μορφές πάλης, για να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματά της;
Στην περίπτωση αυτή και μετά τον πόλεμο γενοκτονίας που εξαπέλυσε η αντιδραστική – φασιστική κυβέρνηση ενάντια στη Ρωσική εθνότητα δικαιούται αυτή να διεκδικεί την αυτονομία της μέσα στο πλαίσιο μιας ενιαίας Ουκρανίας;
Το γεγονός ότι μέσα στη Ρωσική εθνότητα μπορεί να υπάρχουν δυνάμεις, οι οποίες, ας υποθέσουμε, μπορεί να κυριαρχούν και να επηρεάζονται από τη Ρωσία, που τάσσονται υπέρ της απόσχισης της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας και υπέρ της ένωσης με τη «μητέρα Ρωσία» σε τι εμποδίζει ένα Κομμουνιστικό Κόμμα να πάρει θέση απέναντι στο εάν υπάρχει ή δεν υπάρχει εθνικό θέμα στην Ουκρανία σήμερα;
Ας πάρει θέση και ας πάρει τη σωστή θέση κατά της απόσχισης, υπέρ της αυτονομίας και υπέρ της κατοχύρωσης όλων των δικαιωμάτων της Ρώσικης εθνότητας και των άλλων εθνοτήτων. Και ας υποστηρίξει τον αγώνα των Λαϊκών Δημοκρατιών δίνοντας ταυτόχρονα και τη σωστή κατεύθυνση. Το τι θα κάνουν οι δυνάμεις που μάχονται αυτή τη στιγμή μέσα από τις Λαϊκές Δημοκρατίες αυτό δεν αναγκάζει κανέναν, ούτε και τη «Νέα Σπορά», να συμφωνήσουν με τις αποφάσεις τους.
Και μια και γίνεται λόγος για τις Λαϊκές Δημοκρατίες. Στο εσωτερικό των Λαϊκών Δημοκρατιών διεξάγεται ταξική πάλη για τον προσανατολισμό τους. Αυτό το γεγονός, σε συνάρτηση με το αδιαμφισβήτητο εθνικό ζήτημα που προέκυψε, δε στρέφεται μόνο ενάντια στην αντιδραστική – φασιστική κυβέρνηση του Κιέβου, ενάντια στις Δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αλλά και ενάντια στη (καπιταλιστική, όπως συνηθίζει να την αποκαλεί ο «Ρ») Ρωσία. Υπάρχουν φωνές μέσα στις Λαϊκές Δημοκρατίες που κατηγορούν τη Ρωσία για τη στάση της, ότι δεν επιθυμεί τη νίκη των Λαϊκών Δημοκρατιών, γιατί η ολιγαρχία της Ρωσίας φοβάται την αναπτέρωση των σοσιαλιστικών ιδεών και την αναβίωση της Σοβιετικής Ένωσης πάνω σε σοσιαλιστική βάση. Αυτό το γεγονός γιατί δεν το παίρνει υπόψη του ο αρθρογράφος;
Δε γνωρίζουμε εάν το κατάλαβε ο υπεύθυνος του ΤΔΣ του Κόμματος αλλά άνοιξε ένα τεράστιο θέμα. Ουσιαστικά έστειλε στον κάλαθο των αχρήστων όλη τη Λενινιστική και Σταλινική επεξεργασία γύρω από το εθνικό ζήτημα.
Έτσι μετά την απόρριψη της Λενινιστικής επεξεργασίας για τη θεωρία του ιμπεριαλισμού και την αντικατάστασή της με τη θεωρία της ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, που κατέρρευσε από τις ίδιες τις εξελίξεις στη χώρα μας και στις άλλες χώρες (και στην Ουκρανία), μετά την άρνηση της Λενινιστικής επεξεργασίας για την τακτική του Κομμουνιστικού Κινήματος ήρθε και η σειρά για την άρνηση της Λενινιστικής και Σταλινικής επεξεργασίας για το εθνικό ζήτημα.
Πρέπει να θυμίσουμε στον υπεύθυνο του ΤΔΣ και συνολικά στην ηγεσία του Κόμματος, ότι οι επεξεργασίες αυτές δημιουργήθηκαν την Τρίτη εποχή, δηλαδή την εποχή του ιμπεριαλισμού, για την οποία κάνει λόγο ο Β. Ι. Λένιν στο άρθρο του «Κάτω από ξένη σημαία», το οποίο επικαλείται ο αρθρογράφος, προκειμένου να εκστομίσει τις ανοίκειες κατηγορίες του.
Για το εθνικό ζήτημα ο Β. Ι. Λένιν ήρθε σε σφοδρή αντιπαράθεση με άλλες ισχυρές προσωπικότητες του Κομμουνιστικού Κινήματος, όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ, και θα αποφύγουμε να επικαλεστούμε το χαρακτηρισμό που απέδωσε ο Β. Ι. Λένιν στα όσα ισχυριζόταν η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Αλλά εάν επιμένει ο υπεύθυνος στις θέσεις που αναπτύσσει, τότε, πρέπει να μας δικαιολογήσει και τη θέση του Κόμματος στο Κυπριακό πρόβλημα, το οποίο είναι αναμφισβήτητα εθνικό πρόβλημα, την εποχή του ιμπεριαλισμού. Επομένως το Κόμμα δε διακινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι υποστηρίζει «εθνικοφιλελεύθερες» θέσεις, που αντιστοιχούν σε μια άλλη εποχή, που η αστική τάξη έδινε τη μάχη ενάντια στη φεουδαρχία, άρα, να κατηγορηθεί ότι παίρνει τη θέση υπέρ της μιας ή της άλλης αστικής τάξης απορρίπτοντας την πρώτη και τη δεύτερη εκδοχή του Σχεδίου Ανάν, παρ’ όλο που ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος, που εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της αστικής τάξης της ελληνοκυπριακής κοινότητας , απέρριψε και αυτός το σχέδιο Ανάν.
Και με την ευκαιρία. Στις 18 του Σεπτέμβρη θα διεξαχθεί δημοψήφισμα στη Σκωτία για την ανεξαρτητοποίησή της από το Ηνωμένο Βασίλειο. Τι έχει να συστήσει η ηγεσία του Κόμματος στην εργατική τάξη της Σκωτίας για το ποια στάση πρέπει να κρατήσει απέναντι σ’ αυτό το δημοψήφισμα; Πρόκειται για ένα εθνικό ζήτημα την εποχή του ιμπεριαλισμού. Και αυτό το λέμε, γιατί, ενώ, τάχθηκε ενάντια στο δημοψήφισμα στην Κριμαία, από τη μια, ταυτόχρονα, από την άλλη, έστειλε παρατηρητή, που ήταν μέλος του Κόμματος και ευρωβουλευτής και μέλος μιας ευρύτερης αντιπροσωπείας, που θα έλεγχε την αντικειμενικότητα του δημοψηφίσματος.
Κλείνουμε αυτό το άρθρο με μια τελευταία παρατήρηση. Στο άρθρο του ο υπεύθυνος του ΤΔΣ ισχυρίζεται για τη σημερινή κυβέρνηση της Ουκρανίας τα εξής: «Η επέμβαση ΗΠΑ – ΕΕ στη χώρα οδήγησε στην κυβέρνηση αστικές πολιτικές, δεξιές και κεντροδεξιές δυνάμεις, που έχουν τη στήριξη μιας ευρύτερης «γκάμας» πολιτικών δυνάμεων, από το φασιστικό «Δεξιό Τομέα», έως το κόμμα του λεγόμενου «δημοκρατικού σοσιαλισμού», το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ουκρανίας».
Δηλαδή, αποφεύγει να χαρακτηρίσει αυτήν την κυβέρνηση. Ενώ στην αρχή του άρθρου του μιλάει για «“αρχές” της χώρας». Το ερώτημα είναι (για να μας λυθεί η απορία για το χαρακτήρα της κυβέρνησης στην Ουκρανία): Η σημερινή κυβέρνηση της Ουκρανίας έχει τη στήριξη του φασιστικού «Δεξιού Τομέα» και δε συμμετέχει ο Δεξιός Τομέας στην κυβέρνηση ή συμμετέχει και μάλιστα σε θέσεις κλειδιά;
Ανεξάρτητα, όμως, από αυτό, από το εάν συμμετέχει ή στηρίζει, που είναι δύο διακριτές και με διαφορετική πολιτική σημασία έννοιες. Μια κυβέρνηση που έχει τη στήριξη του Δεξιού Τομέα (η πραγματικότητα είναι ότι συμμετέχει και μάλιστα σε θέσεις κλειδιά), με ό,τι σημαίνει αυτό για το παρελθόν του ναζισμού στην Ουκρανία αλλά και για τη σημερινή δράση του Δεξιού Τομέα, τόσο στη Δυτική όσο και στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία, μια κυβέρνηση που έχει πρωθυπουργό φασίστα και άνθρωπο των ΗΠΑ, που αυτές προετοίμαζαν τις ορδές και τα ναζιστικά τάγματα του Δεξιού Τομέα και τα εκγύμναζαν στις γειτονικές χώρες και μέσα στην ίδια την Ουκρανία, αυτή η κυβέρνηση είναι ή δεν είναι μια αντιδραστική, εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση;
Δε νομίζει ο υπεύθυνος του ΤΔΣ ότι ο χαρακτήρας της κυβέρνησης δεν αποδίδεται σωστά με την περιγραφή που κάνει;
Και για να έρθουμε «στα δικά μας», στην Ελλάδα. Εάν οι συνομιλίες του Πάνου Μπαλτάκου και της Χρυσής Αυγής καρποφορούσαν και προέκυπτε στη χώρα μας μια κυβέρνηση που θα αποτελούνταν από τη Νέα Δημοκρατία και τη Χρυσή Αυγή, ενδεχομένως και άλλες δυνάμεις, όσο «σοβαρό» ρετουσάρισμα και εάν της έκαναν της Χρυσής Αυγής, αυτή η κυβέρνηση τι θα ήταν; Δε θα ήταν μια κυβέρνηση αντιδραστική, εθνικιστική – φασιστική με κοινοβουλευτικό μανδύα; Θα ήταν μια κεντροδεξιά κυβέρνηση με στήριξη της Χρυσής Αυγής;
Να ρωτήσουμε κάτι απλό; Για πού ακριβώς βαδίζουμε με τέτοιες απόψεις;
COMMENTS