Το Γραφείο Τύπου του Κόμματος εξέδωσε ανακοίνωση (Σάββατο 30/08/2014) για τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Την Παραθέτουμε ως έχει:
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
Καμία συμμετοχή και εμπλοκή στα σχέδια των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ
Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ για τις εξελίξεις και τη συνεχιζόμενη αιματοχυσία στην Ουκρανία
«Εκατό χρόνια μετά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και 75 χρόνια μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου η εντεινόμενη αιματοχυσία στην Ανατολική Ουκρανία δείχνει πως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος δίνει και πάλι το “παρών” του στην Ευρώπη.
Πλέον οι νεκροί και οι τραυματίες στην Ανατολική Ουκρανία, που μετριούνται σε χιλιάδες και οι πρόσφυγες σε εκατοντάδες χιλιάδες, αποτελούν το αποτέλεσμα της απροκάλυπτης επέμβασης των ΗΠΑ και της ΕΕ στη χώρα αυτή, στο πλαίσιο του σφοδρού ανταγωνισμού τους με τη Ρωσία για τα μερίδια των αγορών, τα δίκτυα μεταφοράς Ενέργειας και τις άλλες πλουτοπαραγωγικές πηγές, για την ένταξη της Ουκρανίας στη μια ή στην άλλη καπιταλιστική διακρατική ένωση.
Η αντιδραστική κυβέρνηση του Κιέβου, που έχει τη στήριξη και φασιστικών δυνάμεων, δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να μετατρέψει σε “κρέας για τα κανόνια” χιλιάδες νέους της Ουκρανίας, στέλνοντάς τους σ’ έναν αδελφοκτόνο πόλεμο, στο όνομα του δήθεν πατριωτισμού, στην πραγματικότητα όμως για την “υπηρεσία” ξένων συμφερόντων, των ΗΠΑ, της ΕΕ κι εκείνου του τμήματος του κεφαλαίου της Ουκρανίας, που έχει επιλέξει τη στρατηγική συμμαχία μαζί με αυτές τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αυτή η πολεμόχαρη στάση της συνδέεται αναπόσπαστα με τον αντικομμουνισμό και την προσπάθεια απαγόρευσης του ΚΚ.
Σ’ αυτές τις συνθήκες, ο εθνικισμός, που αναπτύσσεται κι από τις δύο πλευρές της σύγκρουσης, αποτελεί το χειρότερο “σύμβουλο” για τους εργαζόμενους. Ο διχασμός του λαού της Ουκρανίας σε εθνοτική βάση, τον οδηγεί σε ένα τεράστιο μακελειό, με ανυπολόγιστες τραγικές συνέπειες για τον ίδιο και τη χώρα του.
Τα μέτρα που έχουν λάβει οι ΗΠΑ και ΕΕ κατά της Ρωσίας, όπως και τα νέα που προτίθενται να λάβουν, χτυπούν πρώτα απ’ όλα τα λαϊκά – εργατικά στρώματα και σαφώς δε συμβάλλουν στην επίλυση του προβλήματος.
Η επιδίωξη να τροφοδοτηθούν οι πυρηνικοί σταθμοί της Ουκρανίας με αμερικανικά πυρηνικά καύσιμα, που πιθανολογείται ότι είναι ακατάλληλα γι’ αυτούς, κρύβει τεράστιους κινδύνους για τους λαούς ολόκληρης της Ευρώπης.
Όπως και η διαφαινόμενη ενεργότερη στρατιωτική εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην κρίση της Ουκρανίας επίσης δεν προοιωνίζεται τίποτα το καλό για τις εξελίξεις.
Το ΚΚΕ στο φόντο αυτών των ανησυχητικών εξελίξεων, καταδικάζει τις ξένες παρεμβάσεις στις εσωτερικές υποθέσεις της Ουκρανίας. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας στους κομμουνιστές και τον εργαζόμενο λαό της Ουκρανίας και την πεποίθησή μας πως αυτός πρέπει να οργανώσει τη δική του αυτοτελή πάλη, μακριά από τους σχεδιασμούς των αστικών τάξεων και των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, με κριτήριο τα συμφέροντά του και όχι με κριτήριο ποιον ιμπεριαλιστή επιλέγει το ένα ή άλλο τμήμα της ουκρανικής πλουτοκρατίας. Οι λαοί ιδιαίτερα των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ έζησαν με ειρήνη και ευημερία τα χρόνια του σοσιαλισμού κι όχι τυχαία σήμερα τον αναπολούν. Ο σοσιαλισμός είναι η μοναδική εναλλακτική λύση στον πόλεμο και στα άλλα αδιέξοδα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης.
Το ΚΚΕ ιδιαίτερα επισημαίνει πως η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει καμία περαιτέρω εμπλοκή, καμιά συμμετοχή στα σχέδια της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία».
Η «Νέα Σπορά» έχει ασχοληθεί κατ’ επανάληψη με τις εξελίξεις στην Ουκρανία και λεπτομερώς έχει καταθέσει τις θέσεις της. Σε συντομία τις αναφέρουμε:
• Τάχθηκε υπέρ του δικαιώματος του λαού της Κριμαίας για αυτοδιάθεση, πολύ περισσότερο που η Κριμαία αποτελούσε έδαφος της Ρωσίας, που είχε ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ παραχωρηθεί από τον Νικήτα Χρουτσόφ, χωρίς ποτέ να έχει εκδοθεί Πράξη εδαφικής παραχώρησης στην Ουκρανία ούτε από την πλευρά της Ρώσικης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας ούτε από την πλευρά της Σοβιετικής κυβέρνησης.
• Θύμισε ότι η περίπτωση της Κριμαίας δεν εξομοιώνεται με άλλες περιπτώσεις σε άλλες περιοχές, όπου αντιμετωπίζουν ανάλογα εθνολογικά προβλήματα και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις επαναχαράσσουν τα σύνορα και διαφώνησε με την ανακοίνωση του Κόμματος που τάχθηκε αρνητικά ως προς το δημοψήφισμα του λαού της Κριμαίας.
• Αναγνώρισε στη Ρωσία ότι έχει νομικό έρεισμα για την προστασία του Ρωσόφωνου πληθυσμού, που συνολικά αποτελεί, περίπου, το 40% του λαού της Ουκρανίας, ενώ οι Ρώσοι που ζουν στην Ουκρανία ξεπερνούν τα 8 εκατ..
• Σημείωνε ότι το Ουκρανικό πρόβλημα δεν ήταν ευθύς εξ αρχής εθνολογικό. Το πρόβλημα της Ουκρανίας ήταν η οικονομική κρίση και η προσπάθεια των φιλοδυτικών δυνάμεων να εντάξουν την Ουκρανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Ακόμη και με την κυβέρνηση Γιανουκόβιτς, που ανταποκρίθηκε αρχικά στην ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γεγονός που όξυνε τις ενδοαστικές αντιθέσεις στην Ουκρανία το εθνολογικό πρόβλημα δεν είχε οξυνθεί. Από τη στιγμή που ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση με το φιλοδυτικό τμήμα της αστικής τάξης καταπάτησαν τις συμφωνίες με την κυβέρνηση Γιανουκόβιτς η ενδοαστική αντίθεση εκφράζεται και ως εθνολογική, που η εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση του Κιέβου το ανήγαγε σε πρώτο ζήτημα απαγορεύοντας τη Ρωσική γλώσσα και μαζί με τη Ρωσική και όλες τις άλλες γλώσσες των άλλων εθνοτήτων, συμπεριλαμβανομένης και της Ελληνικής. Επομένως στην Ουκρανία σήμερα υπάρχει έτσι κι αλλιώς εθνικό πρόβλημα, που αφορά όλες τις εθνότητες και κυρίως τη Ρωσική εθνότητα. Σ’ αυτό το σημείο θυμίζουμε ότι ανάλογα μέτρα είχαν πάρει και οι τρεις Βαλτικές χώρες, Λιθουανία – Εσθονία – Λεττονία, που, από την πρώτη στιγμή της αντεπανάστασης, είχαν απαγορέψει τη Ρωσική γλώσσα και στέρησαν τις Ρωσικές μειονότητες από τα πολιτικά τους δικαιώματα.
• Διευκρίνιζε από την πρώτη στιγμή ότι υπερασπίζεται την ενότητα της Ουκρανίας με παραχώρηση αυτονομίας στις περιοχές της Ανατολικής και Νοτιανατολικής Ουκρανίας. Τάχτηκε κατά της λύσης, που πρότεινε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας, για ομοσπονδιακή συγκρότηση της Ουκρανίας.
• Αναγνώρισε το δικαίωμα του λαού της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας να στραφεί ενάντια στην ξενόφερτη εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση και τις αποφάσεις της με όλες τις μορφές πάλης, ακόμη και με ένοπλο αγώνα, να μην την αναγνωρίσει ως κυβέρνηση, γιατί πραξικοπηματικά κατέλαβε την εξουσία παραχωρώντας τις πιο κρίσιμες αρμοδιότητες (ασφάλεια, ένοπλες δυνάμεις, μυστικές υπηρεσίες κλπ.) στους φασίστες του «Δεξιού Τομέα» και υλοποιούσε στην πράξη τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, για εγκατάσταση πυραυλικών συστημάτων, που στρέφονταν ενάντια στη Ρωσία. Γεωστρατηγικές επιδιώξεις που εντάσσονται στον έλεγχο της Ουκρανίας, οικονομικό, πολιτικό, διπλωματικό, στρατιωτικό, στο πλαίσιο του γεωστρατηγικού δόγματος των ΗΠΑ για διείσδυση στην Ανατολική Ευρώπη, στρατιωτικής περικύκλωσης της Ρωσίας και ματαίωσης κάθε προοπτικής αναβίωσης της Σοβιετικής Ένωσης.
• Διαφώνησε κατηγορηματικά με τη θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουκρανίας για ένταξη της Ουκρανίας στην Οικονομική Ζώνη της Ευρασίας, έστω και αν απώτερος στόχος αυτής της θέσης του ΚΚΟυ ήταν η αναβίωση της Σοβιετικής Ένωσης.
• Ξεκαθάρισε ότι υπόβαθρο της Ουκρανικής κρίσης ήταν οι ενδοαστικές και ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Αλλά ταυτόχρονα εξήγησε ότι αυτό το ζήτημα δεν είναι δυνατό να παρακάμψει το εθνικό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στην Ουκρανία με την επιχειρούμενη γενοκτονία του Ρωσόφωνου πληθυσμού και τη φανερή επιδίωξη της εθνικιστικής – φασιστικής κυβέρνησης να εκδιώξει από την Ουκρανία ή να υποτάξει το Ρωσόφωνο πληθυσμό.
• Έκανε σαφές ότι αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία δεν κρίνεται ο άμεσος σοσιαλισμός, αλλά πρέπει να δοθεί η μάχη σε αντιιμπεριαλιστική, αντιμονοπωλιακή, δημοκρατική κατεύθυνση για την έξοδο από την οικονομική κρίση και τη λύση του εθνολογικού προβλήματος με προοπτική το σοσιαλισμό, μια και εξ αρχής διαπιστώθηκε ότι η σοσιαλιστική συνείδηση του λαού της Ουκρανίας είναι ακόμη ζωντανή και η νοσταλία για τη Σοβιετική Ένωση πολύ έντονη, γεγονός που το επιβεβαιώνουν και τα διεθνή αστικά ΜΜΕ.
• Σημείωσε τη σημασία των εσωτερικών εξελίξεων στις Λαϊκές Δημοκρατίες που περιόριζαν την αστική επιρροή και έβαζαν ζητήματα κρατικοποίησης των μέσων παραγωγής κυρίως των μεγάλων επιχειρήσεων. Θυμίζουμε εδώ ότι ένα από τα πρώτα μέτρα που πήραν οι επαναστατικές δυνάμεις στον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο ήταν η κρατικοποίηση των μεγάλων παραγωγικών μονάδων στις περιοχές που έλεγχαν.
• Αναγνώρισε το δικαίωμα της διεθνούς αλληλεγγύης στο λαό της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας από τη στιγμή που στην Ουκρανία τις μάχες ενάντια στους Ρωσόφωνους τις διεξάγουν ο στρατιωτικός βραχίονας του φασιστικού «Δεξιού Τομέα» και μισθοφόροι φασίστες από διάφορες χώρες, καθώς και μισθοφόροι εταιρειών, που διαθέτουν ιδιωτικούς μισθοφορικούς στρατούς με έδρα τις ΗΠΑ. Οι στρατιώτες του Ουκρανικού στρατού είναι απρόθυμοι να πολεμήσουν, σημειώνονται συνεχείς λιποταξίες και ήδη υπάρχουν διαδηλώσεις ενάντια στην κυβέρνηση στο Κίεβο και σε άλλες περιοχές που ζητάνε να σταματήσει ο πόλεμος.
• Σημείωνε τη μεγάλη σημασία της αναβίωσης των αντιφασιστικών αισθημάτων του Ουκρανικού λαού, με επίκεντρο τις περιοχές της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας, την εμφάνιση των κομμουνιστικών συμβόλων, των πράξεων προστασίας των αντιφασιστικών και κομμουνιστικών μνημείων, την ένταση της σοσιαλιστικής μνήμης.
• Πρόσθετε, επίσης, τη μεγάλη σημασία που έχουν οι εξελίξεις στην Ουκρανία και για το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα όχι μόνο από την άποψη ότι η σοσιαλιστική συνείδηση των λαών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης δεν χάθηκε και είναι ζωντανή ακόμη η επιθυμία της αναβίωσης της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και από την άποψη της ήττας της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – Ευρωπαϊκής Ένωσης.
• Προσθέτει, επίσης, τώρα, ότι θα έχει μεγάλη σημασία για όλους τους λαούς της Ευρώπης, αλλά και γενικότερα τους εργαζόμενους, η ματαίωση των γεωστρατηγικών επιδιώξεων των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ουκρανία και από μια άλλη πλευρά. Από την πλευρά πως οι «δημοκρατικές» ΗΠΑ και η «δημοκρατική» Ευρωπαϊκή Ένωση, το «ειρηνόφιλο» ΝΑΤΟ, με τις φασιστικές δυνάμεις ως εμπροσθοφυλακή, προσπαθούν να πραγματοποιήσουν τα γεωστρατηγικά τους σχέδια. Σχέδια που δε στρέφονται μόνο ενάντια στη Ρωσία αλλά έχουν στο επίκεντρο και τους λαούς και τους εργαζόμενους με τη στροφή στην πολιτική αντίδραση και τη νομιμοποίηση εθνικιστικών και φασιστικών δυνάμεων στην κυβερνητική εξουσία. Ζήτημα που αφορά και το λαϊκό κίνημα της χώρας μας με την ισχυρή παρουσία της Χρυσής Αυγής και την προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου κόμματος στο ρόλο της σοβαρής Χρυσής Αυγής.
Απ’ αυτήν την άποψη διαφωνούμε ριζικά και απορρίπτουμε την Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του Κόμματος και θεωρούμε ότι αποτελεί ένα πολύ σοβαρό πολιτικό ατόπημα, που δεν προσανατολίζει σωστά τον αγώνα των κομμουνιστών στη χώρα μας και γενικότερα τον αγώνα της εργατικής τάξης και του λαϊκού κινήματος.
Θέτουμε το πρώτο ερώτημα: Αναγνωρίζει η ηγεσία του Κόμματος ότι υπάρχει εθνικό πρόβλημα αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία με ευθύνη της πραξικοπηματικής κυβέρνησης;
Έτσι όπως το θέτει στην Ανακοίνωση δεν το αναγνωρίζει, γιατί κάνει λόγο για «εθνικισμό και από τις δύο πλευρές» εξομοιώνοντας μια εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση, που επιδίδεται στη συστηματική γενοκτονία των Ρωσόφωνων και των Ρώσων πολιτών, με τον αγώνα των Λαϊκών Δημοκρατιών για να κατοχυρώσουν το δικαίωμα στη γλώσσα τους και την παραμονή όλων των Ρωσώφωνων πολιτών στην Ουκρανία.
Θέτουμε το δεύτερο ερώτημα: Αναγνωρίζει η ηγεσία του Κόμματος την παραχώρηση του δικαιώματος αυτονομίας, και με τις ανάλογες αρμοδιότητες, στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία ως δίκαιο και ως λύση του εθνικού προβλήματος που έχει προκύψει στο πλαίσιο μιας ενιαίας Ουκρανίας;
Έτσι όπως αντιμετωπίζει τις εξελίξεις στην Ουκρανία και μετά την αρνητική θέση που πήρε στο δημοψήφισμα της Κριμαίας φαίνεται ότι δεν το αναγνωρίζει. Είναι υποχρεωμένη, όμως, να εξηγήσει στα μέλη του Κόμματος, τους οπαδούς του, τους ψηφοφόρους του, στην εργατική τάξη και γενικότερα στο λαό την άρνησή της.
Παραπέρα πρέπει να κατανοήσει ότι αυτά τα δύο ζητήματα είναι τα κεντρικά ζητήματα πάνω στα οποία θα στηριχτεί η λύση του εθνικού ζητήματος στην Ουκρανία: η αναγνώριση ότι υπάρχει εθνικό ζήτημα και η παραχώρηση αυτονομίας με ό,τι σημαίνει αυτό για τους Ρωσόφωνους. Και αυτή θα είναι μια δημοκρατική λύση για το εθνικό ζήτημα που έχει προκύψει στη σημερινή καπιταλιστική Ουκρανία.
Ένας προλετάριος Ρωσόφωνος, Ουκρανός ή Ρώσος, ακόμη και ένας αστός Ρωσόφωνος, Ουκρανός ή Ρώσος, θα μπορούν να μιλάνε τη γλώσσα τους, να πηγαίνουν τα παιδιά τους σχολείο και να διδάσκονται στη Ρωσική γλώσσα, να μπορούν να συντάσσουν τα δημόσια έγγραφα και στη Ρωσική γλώσσα, όπως γινόταν μέχρι τη στιγμή που πραξικοπηματικά ήρθε στην εξουσία η εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση του Κιέβου, φερέφωνο των Δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων;
Αυτό το ζήτημα θα επιλυθεί στο σοσιαλισμό, που σίγουρα θα επιλυθεί, αλλά για ένα αστικό αίτημα πρέπει ή δεν πρέπει να διεκδικηθεί η λύση του και να υλοποιηθεί σήμερα;
Φαίνεται ότι η ηγεσία του Κόμματος δεν παρακολουθεί τις εξελίξεις στο εσωτερικό των Λαϊκών Δημοκρατιών. Αν τις παρακολουθούσε θα εντόπιζε τις διεργασίες και τις αλλαγές που γίνονται στις ηγεσίες των Λαϊκών Δημοκρατιών, το γεγονός ότι τα στελέχη του ΚΚΟυ, σε αντίθεση με τις εντολές του, έχουν ενταχθεί στον αγώνα που δίνουν οι Λαϊκές Δημοκρατίες αναλαμβάνοντας ηγετικές θέσεις και ότι όλο και πιο πολύ γίνεται λόγος όχι για απόσχιση της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας και συνένωσης με τη Ρωσία αλλά και ούτε ένταξης της Ουκρανίας στην Οικονομική Ζώνη της Ευρασίας. Ότι ο αγώνας των Λαϊκών Δημοκρατιών ενάντια στην εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση τείνει να μετατραπεί σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα, που φέρνει σε αδιέξοδο την εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση του Κιέβου.
Φαίνεται, επίσης, ότι δε θεωρεί η ηγεσία του Κόμματος ότι ο αγώνας που δίνεται αυτήν τη στιγμή στην Ουκρανία μπορεί να εξελιχθεί, με βάση το εθνικό πρόβλημα, σ’ έναν αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό, δημοκρατικό αγώνα, που θα κατοχυρώσει την εθνική ανεξαρτησία της Ουκρανίας, την ειρηνική συμβίωση των διαφορετικών εθνοτήτων με όλα τα δικαιώματά τους, την παραχώρηση αυτονομίας, τη μη ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση με την παράλληλη μη ένταξη στην Οικονομική Ζώνη της Ευρασίας.
Η ηγεσία του Κόμματος υποτιμάει πολύ χαρακτηριστικά γνωρίσματα που ιστορικά έχει αποδειχτεί ότι παίζουν μεγάλη σημασία σε πολεμικές περιόδους, όπως είναι η απροθυμία των στρατιωτών του εθνικού στρατού να πολεμήσουν, το κίνημα των μανάδων στο Κίεβο για επιστροφή των παιδιών τους από τον πόλεμο, οι λιποταξίες, τα συνθήματα συναδέλφωσης μεταξύ των στρατιωτών, το πέρασμα Ρώσων και Ουκρανών προσφύγων στη Ρωσία, ότι η κυβέρνηση χάνει ερείσματα στον Ουκρανικό λαό ακόμη και στη Δυτική Ουκρανία, ότι πληθαίνουν οι διαμαρτυρίες σε πόλεις της Δυτικής Ουκρανίας για τον πόλεμο, ότι ακόμη και η Άνγκελα Μέρκελ υπόδειξε στην ηγεσία του Κιέβου ότι δε μπορεί να πετύχει πολεμική λύση.
Γιατί η ηγεσία του Κόμματος χαρακτηρίζει τον πόλεμο στην Ουκρανία «αδελφοκτόνο» από τη στιγμή που τα αντιμαχόμενα «στρατόπεδα» είναι: από τη μια μεριά οι φασίστες του «Δεξιού Τομέα», οι ξένοι μισθοφόροι και τα απρόθυμα να πολεμήσουν εθνικά στρατεύματα και από την άλλη οι Ρωσόφωνοι, Ουκρανοί και Ρώσοι, που αντιμάχονται μια εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση, που με πραξικοπηματικό τρόπο κατέλαβε την εξουσία και τους στερεί αυτονόητα δικαιώματα, ενώ ο αγώνας τους βρίσκει όλο και μεγαλύτερη απήχηση μέσα στον Ουκρανικό λαό, όπως έδειξαν και οι κινητοποιήσεις στο Κίεβο, οι λιποταξίες αλλά και η απήχηση για συναδέλφωση με τους στρατιώτες του εθνικού στρατού;
Μπορεί να απαντήσει η ηγεσία του Κόμματος το ερώτημα: Αν σήμερα ο στόχος είναι ο άμεσος σοσιαλισμός, στο πλαίσιο της θέσης που αναφέρεται στην Ανακοίνωση: «Ο σοσιαλισμός είναι η μοναδική εναλλακτική λύση στον πόλεμο και στα άλλα αδιέξοδα του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης», με την αμεσότητα που το βάζει και εφ’ όσον κάνει λόγο για ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τότε, γιατί δεν προτείνει ευθέως τη Λενινιστική θέση της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο στην Ουκρανία;
Ο πόλεμος, βέβαια, που διεξάγεται από την πλευρά των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μια κυβέρνηση εθνικιστική – φασιστική που εγκαθίδρυσαν, στην κυριολεξία μαριονέτα, είναι σαφώς ιμπεριαλιστικός, στο πλαίσιο βέβαια του ανταγωνισμού με τη Ρωσία. Αλλά ο πόλεμος που διεξάγεται από την πλευρά του Ρωσόφωνου πληθυσμού, Ουκρανών και Ρώσων, είναι εθνικός και δίκαιος. Και αυτό είναι το κύριο κριτήριο το οποίο κρίνει τη στάση ενός Κομμουνιστικού Κόμματος απέναντι στον πόλεμο που γίνεται αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία.
Η ηγεσία του Κόμματος διαπράττει το λάθος να κάνει μια σχηματική μεταφορά των όρων που προκάλεσαν τον Α’ και το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι όροι αυτοί, οι αντιθέσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων σαφώς υπάρχουν, αλλά, ταυτόχρονα υφίσταται και το εθνικό ζήτημα στην Ουκρανία, σε μια Ουκρανία που Ρώσοι και Ουκρανοί από αιώνες ζούσαν μαζί, ενώ ειδικά την περίοδο του σοσιαλισμού και της Σοβιετικής Ένωσης ζούσαν ειρηνικά και απολάμβαναν τα ίδια δικαιώματα.
Με την έννοια αυτή οι Λαϊκές Δημοκρατίες της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας, με όλες τις αντιφάσεις που παρουσιάζουν στη δράση τους, έχουν το δικαίωμα να δεχθούν την αλληλέγγυα βοήθεια στον αγώνα τους.
Άλλωστε υπάρχει και η στάση του Β. Ι . Λένιν που μας υπενθυμίζει: «Ερώτηση: Δεν πρέπει να φοβόμαστε μια ενδεχόμενη σοβαρή επίθεση της Ιαπωνίας ενάντια στη Σοβιετική μας Ρωσία, λόγω του πιθανού πολέμου ανάμεσα στην Αμερική και στην Ιαπωνία; Τι θα κάνουμε στην περίπτωση αυτή; Θα υπερασπίσουμε τη χώρα μας από την Ιαπωνία σε συμμαχία με την ιμπεριαλιστική Αμερική, χρησιμοποιώντας την ισχύ της σαν μια πραγματική δύναμη; Απάντηση (εκ μέρους του Β. Ι. Λένιν): Ασφαλώς θα την υπερασπίσουμε και το είπαμε πολλές φορές ότι για τη σταθεροποίηση της σοσιαλιστικής Δημοκρατίας η συμμαχία με τον ένα ιμπεριαλισμό ενάντια στον άλλο, από άποψη αρχών δεν είναι πράγμα απραγματοποίητο» (Άπαντα, Β. Ι. Λένιν, Τόμος 42, σελ. 124 – 125, Το VIII Πανρωσικό Συνέδριο των Σοβιέτ».
Το ερώτημα που τίθεται είναι: Οι Λαϊκές Δημοκρατίες, μπορούν να αξιοποιήσουν τη δύναμη της Ρωσίας, «σαν μια πραγματική δύναμη», ενάντια στις Δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που τους δημιούργησαν το εθνικό πρόβλημα, ένα πρόβλημα που δεν υπήρχε προηγουμένως; Σαφώς γνωρίζουμε ότι η Ρωσία επιδιώκει η Ουκρανία να περιληφθεί στη δική της ζώνη επιρροής. Όπως σαφώς γνωρίζουμε ότι η Ρωσία θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τη Δυτική διείσδυση στην Ανατολική Ευρώπη και την περικύκλωση που της επιφυλάσσουν ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση και αρχίζει από τη Φινλανδία και καταλήγει στη Γεωργία.
Φυσικά οι Λαϊκές Δημοκρατίες δεν είναι ανεπηρέαστες από τη Ρωσία, αλλά στην πορεία τους, και με όλες τις αντιφάσεις τους, προτείνουν συνομιλίες με την εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση για το καθεστώς που θα διέπει την Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία και φανταζόμαστε ότι αυτές τις συνομιλίες δεν τις προτείνουν για να ζητήσουν από την εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση την …άδεια για την …απόσχισή τους.
Οι τελευταίες δηλώσεις του υπουργού εξωτερικών της Ρωσίας μιλάνε για ενιαία Ουκρανία, ενώ σταθερά η Ρωσία εξαρτά την επίλυση της σημερινής κατάστασης από τη στάση της εθνικιστικής φασιστικής κυβέρνησης να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την ηγεσία των Λαϊκών Δημοκρατιών.
Αυτό δε σημαίνει ότι στην Ουκρανική κρίση η Ρωσία δεν έχει τους άμεσους και απώτερους στόχους της. Και οι ΗΠΑ δεν παραιτήθηκαν ποτέ από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, όπως δεν παραιτήθηκαν ποτέ από τη διείσδυση στην Ανατολική Ευρώπη για τη ματαίωση κάθε δυνατότητας αναβίωσης της Σοβιετικής Ένωσης, σχέδιο που εφαρμόζεται τώρα από την εθνικιστική – φασιστική κυβέρνηση της Ουκρανίας.
Το κεντρικό θέμα, όμως, είναι η επίλυση του εθνικού προβλήματος που έχει δημιουργηθεί στην Ουκρανία και η θέση της «Νέας Σποράς» σ’ αυτό το θέμα είναι απολύτως σαφής: Ενιαία Ουκρανία, εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης και Οικονομικής Ζώνης της Ευρασίας, εκτός ΝΑΤΟ και με παραχώρηση αυτονομίας στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ουκρανία, που κατά πλειοψηφία ζει ο Ρωσόφωνος πληθυσμός, Ρώσοι και Ουκρανοί.
Υπάρχει άλλο ένα θέμα που θα θέλαμε να το εξαντλήσουμε. Το πώς, αρχικά, οι Λαϊκές Δημοκρατίες είχαν ως στόχο την απόσχιση και την ένωση με τη «Μητέρα Ρωσία». Η «Νέα Σπορά» έχει φροντίσει να πάρει έγκαιρα θέση πάνω σ’ αυτό το θέμα. Και η θέση της είναι ότι ούτε η Ρωσία εξασφαλίζει την ασφάλειά της, την οποία τη δικαιούται από τη στιγμή που τα πυραυλικά συστήματα του ΝΑΤΟ – ΗΠΑ θα τη σημαδεύουν, με διχοτομημένη την Ουκρανία. Επομένως τάχτηκε εξ αρχής ενάντια στην απόσχιση, που θα έφερνε και τη διχοτόμηση.
Πρέπει, όμως, να εξηγήσει η «Νέα Σπορά» ότι οι τάσεις για απόσχιση δεν έχουν κυρίως «πατριωτικό» χαρακτήρα για την ένωση με τη Ρωσία. Την εξήγηση μας τη δίνει ο Β. Ι. Λένιν: «Οι μάζες του πληθυσμού ξέρουν περίφημα από την καθημερινή πείρα τη σημασία των γεωγραφικών και των οικονομικών δεσμών, τα πλεονεκτήματα της μεγάλης αγοράς και του μεγάλου κράτους και θα τραβήξουν για αποχωρισμό μονάχα, όταν η εθνική καταπίεση και οι εθνικές προστριβές κάνουν τη συμβίωση ολότελα αβάσταχτη και εμποδίζουν όλες τις οικονομικές σχέσεις. Και σε παρόμοια περίπτωση το συμφέρον της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της ελευθερίας της ταξικής πάλης θα είναι ακριβώς με το μέρος εκείνων που αποχωρίζονται» (Άπαντα, Β. Ι. Λένιν, Τόμος 25, σελ. 288, Για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνών). Και η οικονομική ζωή της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ουκρανίας, που είναι πολύ πιο αναπτυγμένη από αυτή της Δυτικής Ουκρανίας, ήταν προσανατολισμένη προς τη Ρωσία.
Κλείνουμε αυτή μας την παρέμβαση μ’ ένα τελευταίο θέμα. Η Ανακοίνωση του Γρ. Τύπου του Κόμματος προτείνει τα εξής: «Το ΚΚΕ ιδιαίτερα επισημαίνει πως η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει καμία περαιτέρω εμπλοκή, καμιά συμμετοχή στα σχέδια της ΕΕ, των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία».
Σ’ αυτό το σημείο αποκαλύπτεται ο περιοριστικός χαρακτήρας της πολιτικής του Κόμματος. Η πρόταση ουσιαστικά δεν έχει κανένα πρακτικό πολιτικό αντίκρισμα, γιατί η Ελλάδα έτσι κι αλλιώς είναι εμπλεκόμενη χώρα, θα εμπλακεί δε ακόμη περισσότερο στα σχέδια των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκής Ένωσης ενάντια στη Ρωσία.
Η μόνη πρόταση που θα μπορούσε να διατυπωθεί ήταν η απαίτηση για άμεση αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, γιατί είναι οι φορείς του πολέμου. Η πρόταση αυτή απαιτεί, όμως, και την εναλλακτική λύση ως προς την κυβέρνηση που θα την υλοποιήσει, ένα κάλεσμα για το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο, που με την κυβέρνησή του θα αναλάβει αυτό το καθήκον.
Εδώ διαπιστώνουμε την πολιτική αναντιστοιχία (βλέπε το άρθρο μας «Το επίδικο ζήτημα (2)») ανάμεσα στην πολιτική του Κόμματος και τα άμεσα προβλήματα που παράγει η πολιτική πραγματικότητα της χώρας μας και η συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.
COMMENTS