Έχουμε μιλήσει σε πάρα πολλά άρθρα μας για τις οικονομικές εξελίξεις στη χώρα μας, για την τακτική της κυβέρνησης να καλλιεργεί ένα κλίμα ευφορίας ότι η οικονομία μας ξεφεύγει οριστικά από τον κύκλο της ύφεσης και μπαίνει σε τροχιά οικονομικής ανάπτυξης. Για το 2014 προβλέπει η κυβέρνηση, αλλά και διεθνείς οργανισμοί, το «δικό» μας ΙΟΒΕ, το ΚΕΠΕ κλπ., ότι θα υπάρξει ανάπτυξη της τάξης του 0.6% περίπου.
Από την πλευρά μας έχουμε καταθέσει την άποψη ότι η χώρα μας έχει μπει σε μια περίοδο μακροχρόνιας οικονομικής στασιμότητας. Και την άποψη αυτή τη στηρίζουμε στο γεγονός ότι ακόμη και εάν «πιαστούν» οι οικονομικοί δείκτες, έτσι, όπως προβλέπει το τελευταίο μνημόνιο, πράγμα που δεν είναι μόνο πολύ δύσκολο αλλά θεωρείται έως και αδύνατον, τότε η χώρα μας το 2022 θα έχει χρέος όσο το …2009! Στο μεταξύ το χρέος αυξάνεται…
Διευκρινίζουμε, επίσης, ότι το γεγονός της συνεχόμενης για 24ο τρίμηνο της ύφεσης, έστω και κατά 0.2%, αποδεικνύει ότι η οικονομία της χώρας μας βρίσκεται ακόμη σε κρίση. Και όπως γράφαμε και στο αμέσως προηγούμενο άρθρο μας, το ότι η ΕΛΣΤΑΤ διόρθωσε προς τα πάνω το 0.9% του πρώτου τριμήνου του 2014 σε 1.1% δεν αποκλείει και μια νέα διόρθωση του 0.2% προς τα πάνω. Άλλωστε έχει γίνει διεθνής πρακτική. Οι προβλέψεις για την ύφεση να διορθώνονται προς τα πάνω και οι προβλέψεις για την ανάπτυξη να αναθεωρούνται και να διορθώνονται προς τα κάτω.
Προσθέτουμε στα παραπάνω και τις εκτιμήσεις ορισμένων οικονομικών σχολιαστών ότι μόνο το Ρωσικό εμπάργκο στα γεωργικά προϊόντα θα στοιχίσει για την Ελληνική οικονομία το 0.6% επί του ΑΕΠ, όσο, δηλαδή, και η προβλεπόμενη ανάπτυξη για το 2014, που ισχυρίζονται η κυβέρνηση και οι διάφοροι οργανισμοί, διεθνείς και ντόπιοι.
Θυμίζουμε, επίσης, και τα τελευταία οικονομικά δεδομένα της ευρωζώνης και ειδικά της Ιταλίας, Γαλλίας και Γερμανίας, που δεν μας επιτρέπουν να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι η οικονομική ανάπτυξη «απελευθερώνεται», αφού οι ατμομηχανές της Ευρωπαϊκής Ένωσης αγκομαχάνε.
Τα λέμε όλα αυτά, γιατί έχει στηθεί μια καλοκουρδισμένη μηχανή παραπλάνησης και παραπληροφόρησης των εργαζομένων, ότι, τάχα, υπάρχει η βεβαιότητα ότι η χώρα μας μπαίνει στα σίγουρα σε τροχιά ανάπτυξης και ότι η τρόικα εγκαταλείπει πλέον τη χώρα μας.
Οι αναγνώστες μας γνωρίζουν πολύ καλά την άποψη που έχουμε καταθέσει και που, επαναλαμβάνουμε για άλλη μια φορά ότι ακόμη και εάν «πάνε όλα δεξιά», τότε στην καλύτερη των περιπτώσεων η χώρα μας θα έχει επανέλθει στο 2009, ΔΗΛΑΔΗ, 2008 – 2022 = -14 χρόνια οικονομικής στασιμότητας. Και το χρέος δεν θα είναι και πάλι στα προβλεπόμενα όρια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (60%) αλλά 110 – 120%. Εάν δε μας προκύψει, όπως όλα δείχνουν, και ένα ακόμη μνημόνιο, τότε, δε γνωρίζουμε πως θα διαμορφωθούν οι νέοι οικονομικοί όροι για τη χώρα μας.
Δύο πράγματα, όμως, θα είναι βέβαια για την Ελλάδα: Πρώτο ότι θα τελεί κάτω από τον ασφυκτικό οικονομικό έλεγχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με όποιο κουστουμάκι και εάν μας τον πλασάρουν, και δεύτερο ότι ουσιαστικά η χώρα μας θα τελεί υπό συνθήκες ελεγχόμενης χρεοκοπίας, γιατί οι οικονομικές της εξελίξεις θα εξαρτώνται κυρίως από τα προβλεπόμενα σχέδια για αυτήν από τα αφεντικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αν, όμως, αυτά τα οικονομικά δεδομένα αφορούν μια μακροπερίοδο ουσιαστικής οικονομικής στασιμότητας, που μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει το 2050, ας περάσουμε τώρα στα άμεσα οικονομικά δεδομένα για τα οποία στήνεται ένα σκηνικό άκρατης αισιοδοξίας …και στη γωνία παραμονεύει και η Αμφίπολη για να δέσει όλο το …σιρόπι, που θα δοκιμάσουν οι εργαζόμενοι και που αυτό το σκηνικό δεν αποκλείεται …εν μέσω …λαμπρής δόξας να καταλήξει και σε εκλογές με πρωτοβουλία της ίδιας της κυβέρνησης.
Για να έχουμε το τεκμήριο της αθωότητας για τη «Νέα Σπορά», από τη μια, αλλά, ταυτόχρονα, για να διαθέτουμε και το τεκμήριο της εγκυρότητας των πολιτικών και οικονομικών στοιχείων, από την άλλη, θα καταφύγουμε στο «έγκυρο» «Βήμα της Κυριακής» (15 – 17/08/2014), που σαφώς διαθέτει τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά:
- Πρώτο, είναι μια εφημερίδα της αστικής τάξης.
- Δεύτερο, συμμερίζεται την άποψη ότι βγαίνουμε από την ύφεση και μπαίνουμε σε περίοδο οικονομικής ανάπτυξης.
- Τρίτο, όχι μόνο θεωρεί πετυχημένη την πολιτική της κυβέρνησης (…πάντα, βέβαια, με τις θυσίες των εργαζομένων) αλλά δίνει και «συμβουλές» στην κυβέρνηση για να περάσει η χώρα μας οριστικά και πιο γρήγορα στην οικονομική ανάπτυξη και να …ανακουφιστούν, …επί τέλους και οι εργαζόμενοι.
- Τέταρτο, ταυτόχρονα, όμως, δίνει και συμβουλές στο ΣΥΡΙΖΑ να επιδείξει μια στροφή στο ρεαλισμό και να έρθει σε μια εθνική συνεννόηση με την κυβέρνηση!
Διαβάζουμε, λοιπόν, στο κεντρικό άρθρο γραμμένο από το διευθυντή της εφημερίδας: «Θα έλεγε κανείς ότι έπειτα από πολλές και μακροχρόνιες προσπάθειες η ελληνική οικονομία βρίσκει το δρόμο εξόδου από την κρίση και πως σύντομα θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της. Πολύ περισσότερο μάλιστα αν στο τελευταίο τρίμηνο του έτους προσφερθεί η υπεσχημένη επαναρρύθμιση των χρεών. Στην περίπτωση αυτή η διαχείριση των δημοσίων οικονομικών θα διευκολυνθεί έτι περαιτέρω και η οικονομική πολιτική θα είναι σε θέση να διαθέσει περισσότερους πόρους για την ανάπτυξη» (Αντώνης Καρακούσης, σελ. 9Α9).
Ο συγκεκριμένος αρθρογράφος, όμως, που σημειωτέον συμβάλλει με τα γραπτά του στη δημιουργία μιας κοινωνικής ψευδοσυνείδησης, δε μπορεί να απομακρυνθεί και πολύ και από την πραγματικότητα. Γι’ αυτό το λόγο και συμπληρώνει: «Ωστόσο, όσο κι αν η ελληνική οικονομία βγει από το βαθύ τούνελ της κρίσης, παραμένει, όπως και η ελληνική κοινωνία, εξαντλημένη από την προσπάθεια. Το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα της απελευθέρωσης και των μεταρρυθμίσεων (Σ.Σ. δηλαδή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων) δεν επαρκεί να την επανεκκινήσει δυναμικά ώστε να ανακουφιστεί ο ελληνικός λαός και να βρουν αξιοπρεπείς δουλειές οι νέοι μας»(το ίδιο).
Αφού, επομένως η οικονομία της χώρας μας δεν διαθέτει τις προϋποθέσεις για μια «δυναμική επανεκκίνηση» από πού μπορεί να ελπίζει; Αυτονόητο το ερώτημα.
Ο διευθυντής της συγκεκριμένης έγκριτης αστικής εφημερίδας μας δίνει τη «λύση»: «Η Ελλάδα και συνολικά ο ευρωπαϊκός Νότος θα χρειασθούν μια πιο δυναμική ώθηση, που δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς γενναία κινητοποίηση αναπτυξιακών πόρων. Η Γερμανία και οι πλούσιοι γείτονές της δεν έχουν άλλη επιλογή. Η πρόοδος και η ευημερία τους εξαρτώνται από την ευημερία των άλλων και ιδιαίτερα των εταίρων και πραγματικών τους συμμάχων τους. Μετά και την ουκρανική κρίση δεν έχουν παρά να στρέψουν το ενδιαφέρον τους στην επανοικοδόμηση της Ευρώπης προσφέροντας πόρους και δυνάμεις για την πραγματική ενοποίησή της και τη δικαιότερη κατανομή των ωφελειών. Αυτή είναι η λύση για την Ευρώπη, αυτή πρέπει να είναι και η ελληνική διεκδίκηση από εδώ και πέρα» (το ίδιο).
Πολλά σχόλια θα μπορούσαν να γίνουν για τα όσα γράφει ο διευθυντής του «ΒτΚ», αλλά πιστεύουμε ότι οι αναγνώστες μας μπορούν από μόνοι τους να βγάλουν τα συμπεράσματά τους για όσα γράφει ο συγκεκριμένος αρθρογράφος και για όσα έχουμε ήδη γράψει από την πλευρά μας μέχρι τώρα στη σχετική αρθρογραφία μας.
Με την έννοια αυτή προτιμάμε να περάσουμε στις «εσωτερικές σελίδες» της έγκριτης εφημερίδας, και συγκεκριμένα στο οικονομικό της ένθετο, όπου προβάλλει μια άλλη όψη των οικονομικών πραγμάτων.
Με τίτλο «Σήμα κινδύνου για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας» και με παρένθετο απόσπασμα «οι ελπίδες για έξοδο από τη χειρότερη ύφεση των τελευταίων 50 ετών κινδυνεύουν να διαψευσθούν εξ αιτίας των γεωπολιτικών αναταράξεων – ο μεγαλύτερος κίνδυνος μπορεί να προέλθει από την κλιμάκωση ενός εμπορικού πολέμου Ευρώπης – Ρωσίας», ο οικονομικός συντάκτης του σχετικού άρθρου σημειώνει: «Αν και τα προσωρινά στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ κάνουν λόγο για ύφεση 0.2% στο δεύτερο τρίμηνο του 2014, η μικρότερη από το τρίτο τρίμηνο του 2008 (ταυτόχρονα όμως τα στοιχεία του ΑΕΠ για το πρώτο τρίμηνο έχουν αναθεωρηθεί από το -0.9% σε -1.1%), οι οικονομολόγοι εκφράζουν φόβους ότι οι ελπίδες της Ελλάδας να βγει εφέτος από την ύφεση μετά και τις τελευταίες εξελίξεις κινδυνεύουν να διαψευστούν» ( Τάσος Μαντικίδης, «ΒτΚ», Ένθετο «Ανάπτυξη», σελ. Β4.4).
Ενδεικτικοί είναι και οι τίτλοι στη σελίδα Β6.6: «Γονατίζει η Ιταλία, καρδιοχτυπά η Γαλλία, απογοήτευση στη Γερμανία». Ο υπότιτλος δίνει την εικόνα: « Η εύθραυστη ευρωπαϊκή οικονομία γίνεται έρμαιο των γεωπολιτικών κρίσεων στην Ουκρανία και το Ιράκ».
Ειδικά για τη Γερμανία αναφέρεται: «Όμως η αγορά της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας αγωνιά. Και η αγωνία αυτή αποτυπώνεται στην προ ολίγων ημερών ανακοινωθείσα πτώση των βιομηχανικών παραγγελιών και στη μεγαλύτερη βουτιά από το Δεκέμβριο του 2012 που έκανε τον Ιούλιο ο δείκτης επενδυτικού κλίματος – την κατέγραψε την Τρίτη το γερμανικό ινστιτούτο ZEW, (….) προειδοποιεί, μάλιστα, το ZEW ότι η εξέλιξη προοιωνίζεται ανάπτυξη χαμηλότερη από την αναμενόμενη στη Γερμανία».
Απομένει να δώσουμε το γενικό πλαίσιο που εξελίσσονται όλα τα παραπάνω που περιγράψαμε: «Υπό τις παρούσες συνθήκες ούτε η Γερμανία θα γλυτώσει. Όχι επειδή η Ρωσία είναι μεγάλη εμπορική εταίρος του Βερολίνου. Επειδή ακόμη μεγαλύτερη εταίρος για τους Γερμανούς – η μεγαλύτερη όλων – είναι η υπόλοιπη Ευρώπη. Δεν μπορεί να ευημερεί και να αναπτύσσεται η Γερμανία όταν η Ευρώπη πένεται και συρρικνώνεται» (Τζον Ο’ Ντόνελ, Reuters). Η κατηγορία που εκκρεμεί ενάντια στην Άνγκελα Μέρκελ είναι ότι «αντιμετωπίζει αγέρωχα τις εξελίξεις», αν και εμείς δεν την «πιστεύουμε» αυτήν την κατηγορία, από την ουσιαστική της πλευρά, και θα εξηγήσουμε αμέσως παρακάτω το γιατί.
Αφού διευκρινίσουμε ότι όταν μιλάνε οι σχολιαστές για ευημερία της Γερμανίας δεν εννοούν την ευημερία του Γερμανικού λαού αλλά τα κέρδη της Γερμανικής ολιγαρχίας, προχωράμε τώρα να δούμε τι ζητάνε οι εταίροι από τη Γερμανία.
Ζητάνε από τη Γερμανία να «σηκώσει» το βάρος της ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης παίρνοντας επάνω της μεγαλύτερο μέρος από την καταστροφή κεφαλαίου που έχουν αναλάβει οι άλλοι εταίροι. Αν, όμως, η Γερμανία υποχωρήσει σ’ αυτήν την απαίτηση των εταίρων, τότε, θα αφαιρέσει από τα κέρδη της, θα αφαιρέσει από τη δική της ανάπτυξη, θα αναιρέσει αυτόματα τις γεωπολιτικές της επιδιώξεις, ως παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής δύναμης. Γι’ αυτό το λόγο την κατηγορούν ότι οικοδομεί μια Γερμανική Ευρώπη.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η στρατηγική της Γερμανίας είναι, εκτός από την οικονομική, την πολιτική επέκτασή της και η στρατιωτική της παρουσία σε άλλες περιοχές του κόσμου. Και εδώ πλέον πέφτουμε στις γνωστές ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, που φυσικά δε μπορούν να επιλυθούν με «παρακάλια» προς τη Γερμανική ολιγαρχία για την αλλαγή της στάσης της και για τη μείωση των κερδών της και μάλιστα σε μια περίοδο που και η ίδια η Γερμανική οικονομία αναθεωρεί τους αναπτυξιακούς στόχους της προς τα κάτω. Και όχι μόνο η Γερμανία αλλά και ολόκληρη η ευρωζώνη.
Απ’ όλα τα παραπάνω που αναφερθήκαμε πιστεύουμε ότι οι εξελίξεις για τη χώρα μας είναι ανοιχτές και κάθε πρόβλεψη για την έξοδο από την οικονομική κρίση και το προς τα πού θα κατευθυνθούν οι οικονομικές εξελίξεις δε μπορεί να διατυπωθεί με βεβαιότητα, πολύ περισσότερο με δεδομένη τη στάση της Γερμανίας και την οικονομική καχεξία της ευρωζώνης και γενικότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό που μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι η χώρα μας με την υπάρχουσα πολιτική δεν έχει τις δυνάμεις να αποφύγει μια μακρόχρονη οικονομική στασιμότητα και οι προϋποθέσεις που τίθενται απ’ όσους στηρίζουν μια τέτοια πολιτική για την ανάκαμψη της οικονομίας δεν ελέγχονται από τη χώρα μας. Μ’ αυτήν την έννοια ζήτημα άμεσης προτεραιότητας, που επανέρχεται και θα επανέρχεται συνεχώς, είναι το ζήτημα της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, με τις πολιτικές και κοινωνικές προϋποθέσεις, που από μακρού έχει διατυπώσει η «Νέα Σπορά».
COMMENTS