Έχουμε τοποθετηθεί, ως «Νέα Σπορά», με απόλυτη σαφήνεια πάνω στο κυρίαρχο θέμα που αντιμετωπίζει η χώρα μας: Η Ελληνική κοινωνία περνάει μια παρατεταμένη περίοδο οικονομικής και πολιτικής κρίσης στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξέσπασε τον Οκτώβρη του 2008. Το κύριο καθήκον της αστικής τάξης είναι να μην αμφισβητηθεί ο, τουλάχιστον μέχρι τώρα, στρατηγικός της προσανατολισμός, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, να μην ανοίξει έστω και μια ρωγμή για την αμφισβήτηση του κυρίαρχου κοινωνικού καθεστώτος.
Όλοι θα θυμόμαστε ότι τις εκλογικές μάχες τα αστικά κόμματα, μηδενός εξαιρουμένου, τις έδωσαν με κύριο σύνθημα ότι την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία της χώρας θα τις αντιμετωπίσουν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ.
Ξεκαθάρισαν, βέβαια, αυτά τα κόμματα, ότι οι εργαζόμενοι θα περάσουν μια πολύ δύσκολη περίοδο, που, όμως, τελικά θα οδηγούσε στο να «απεμπλακεί» η Ελλάδα από το βάρος των μνημονίων, που επιβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ, να ξεπεραστεί η οικονομική κρίση και να μπει σε τροχιά ανάπτυξης.
Για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, μέσω της μνημονιακής πολιτικής, που για άλλη μια φορά θα τονίσουμε ότι πρόκειται για τη γενική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αστική τάξη προχώρησε σε μια σειρά οικονομικές αναδιαρθρώσεις, που όπως παραδέχεται η «REALNEWS» στο κύριο άρθρο της: «Τέσσερα χρόνια µετά την είσοδο της χώρας µας στο µνημόνιο, δεν υπάρχει Έλληνας, ούτε καν µεταξύ των λιγοστών εναπομεινάντων υποστηρικτών των επιλογών της τρόικας, που να µην παραδέχεται ότι η πολιτική την οποία επέβαλαν Βρυξέλλες και Βερολίνο στις κυβερνήσεις των Αθηνών είχε καταστροφικές συνέπειες για την ελληνική κοινωνία. Οδήγησε σε χιλιάδες «λουκέτα» επιχειρήσεων, σε εξαιρετικά υψηλά ποσοστά ανεργίας, σε υπερφορολόγηση των συνήθων «υποζυγίων», των µισθωτών και των συνταξιούχων και εντέλει σε βαθιά οικονοµική ύφεση και σε πτωχοποίηση µεγάλων τµηµάτων του πληθυσµού. Χαρακτηριστικό της πλήρους αποτυχίας των συνταγών του µνηµονίου είναι το γεγονός ότι ακόµη και οι εµπνευστές και πρωτεργάτες της άγριας και συχνά απάνθρωπης αυτής τετραετούς λιτότητας αναζητούν τώρα υποκριτικά λίγα λόγια αυτοκριτικής, επιδιώκοντας τον πολιτικό και συναισθηµατικό απεγκλωβισµό τους από τις δραµατικές επιπτώσεις των «εγκληµατικών» επιλογών τους».
Όπως διαπιστώνουμε ακόμη και τα αστικά συγκροτήματα ΜΜΕ έχουν πλήρη επίγνωση των συνεπειών της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόστηκε, όπως πλήρη επίγνωση αυτών των συνεπειών είχαν και οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις, γι’ αυτό το λόγο και ακολούθησαν την τακτική των «συγκεκριμένων βημάτων», ώστε να «απορροφούνται» οι κραδασμοί που θα μπορούσε να προκαλέσει η πολιτική τους μέσα στην κοινωνία.
Παρ’ όλα αυτά δε μπόρεσαν να αποφύγουν την έκρηξη της λαϊκής δυσαρέσκειας και οι εργαζόμενοι καταδίκασαν στις πρόσφατες εκλογές, από τη μια, τον κυβερνητικό δικομματισμό στο μικρότερο ποσοστό που πήρε ποτέ, από την άλλη, τα κόμματα που συνεργάστηκαν μαζί τους, όπως η ΔΗΜΑΡ, κινδυνεύουν με αφανισμό.
Από την πλευρά του Κόμματος, τώρα. Η πορεία του, εν μέσω κρίσης, είναι γνωστή. Τα πρόσφατα αποτελέσματα, παρά την τάση που παρατηρήθηκε για μια μικρή επανασυσπείρωση των δυνάμεων που έχασε, επιβεβαιώνουν την καθοδική του εξέλιξη στην εκλογική του δύναμη. Η ίδια η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος εκτιμάει ότι και αυτή η τάση δεν πρέπει να θεωρηθεί δεδομένη.
Ουσιαστικά η ηγεσία του Κόμματος μας προετοιμάζει και για τα χειρότερα μπροστά στις αδιαμφισβήτητες πολιτικές εξελίξεις που έρχονται. Το πρόβλημα είναι τι αντιτάσσει το Κόμμα μας στις πολιτικές πρωτοβουλίες και τους σχεδιασμούς των άλλων κομμάτων, ώστε να δώσει διέξοδο στα προβλήματα και τις αγωνίες των εργαζομένων.
Ας πάρουμε ένα απόσπασμα από την ομιλία του Γ.Γ. του Κόμματος στο νεολαιίστικο αντιιμπεριαλιστικό μάζεμα στο Στόμιο: «Να δουλέψουμε ακόμα πιο πρωτοπόρα και δημιουργικά, αναδεικνύοντας τα σοβαρά προβλήματα των λαϊκών οικογενειών, όπως για την ανεργία και την απασχόληση ιδιαίτερα των νέων, τα προβλήματα στην εκπαίδευση, με την τράπεζα θεμάτων, τις μεγάλες ελλείψεις σε εκπαιδευτικό προσωπικό στα σχολεία, τα προβλήματα των ΑμεΑ, τα προβλήματα με τα ναρκωτικά και την κυβερνητική πολιτική, που αντί να προωθήσει την αντιναρκωτική πολιτική, αντί να ενισχύσει τα στεγνά προγράμματα του ΚΕΘΕΑ, με προσλήψεις του απαραίτητου προσωπικού, τα οδηγεί ουσιαστικά στην ασφυξία και τη συρρίκνωση.
Να αναδείξουμε το ζήτημα του Ασφαλιστικού, της Υγείας – Πρόνοιας, της περίθαλψης, των συντάξεων, αφού αυτά αποτελούν πραγματικά «αιτία πολέμου» για το κίνημα. Να αντιπαλέψουμε και να στηρίξουμε συνανθρώπους μας από τα χαράτσια και τη βαριά φορολογία, συνολικά να οργανώσουμε ακόμα καλύτερα την πάλη μας και την αλληλεγγύη μας, για τη σίτιση, στέγαση, περίθαλψη, μόρφωση, ανακούφιση συνολικά των λαϊκών νοικοκυριών, σε όλες τις γειτονιές, σε όλες τις πόλεις, σε όλους τους κλάδους».
Δηλαδή, με δυο λόγια: Το Κόμμα μας δίνει κατεύθυνση να αναδειχτούν «τα σοβαρά προβλήματα των λαϊκών οικογενειών», όταν ακόμη και ο Ν. Χατζηνικολάου από την «REALNEWS» μας λέει ότι δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας, που να μην έχει επίγνωση των συνεπειών της πολιτικής που εφαρμόστηκε! Εμείς θα προσθέσουμε εδώ ότι δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας που να μην καταλαβαίνει ότι η κατάσταση θα πάει πολύ χειρότερα από τα νέα μέτρα που έρχονται.
Μπροστά σ’ αυτήν την εξέλιξη τα άλλα κόμματα κάνουν τους δικούς τους σχεδιασμούς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει βάλει μπροστά τη δημιουργία της συμμαχίας που θα τον αναδείξει είτε αυτοδύναμα είτε ως κορμό στη διακυβέρνηση της χώρας. Σ’ αυτούς τους σχεδιασμούς το Κόμμα δεν πρέπει να έχει καμία συμμετοχή, και όχι μόνο αυτό, πρέπει να τους αποκαλύψει και να τους αντιπαλέψει.
Η Νέα Δημοκρατία επίσης επιχειρεί να ξεπεράσει τις δυσκολίες που έχει μπροστά της «μετρώντας δέκα και κόβοντας μία», φτιάχνοντας σενάρια ακόμη και για «αριστερά διαλλείματα», σε μια προσπάθεια να αντιγράψει τα ευφάνταστα σενάρια του Κώστα Λαλιώτη για «συντηρητικά διαλλείματα», όταν στην κυβέρνηση ήταν το ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ ή ΕΛΙΑ αφήνει ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα, ακόμη και για μια συγκυβέρνηση με το ΣΥΡΙΖΑ, αρκεί να παραδεχτεί ρητά αυτός ότι «η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ» είναι ανεπίστρεπτη, πράγμα, βέβαια, που ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ το έχει κάνει.
Η ΔΗΜΑΡ, με προσεκτικά βήματα, για να διασωθεί, επιχειρεί να ενταχθεί στη συμμαχία, που προωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Όλα αυτά στο πλαίσιο ανασύνταξης ή αναδιάταξης του πολιτικού συστήματος που έχει βάλει μπροστά η αστική τάξη.
Στην ίδια ομιλία ο Γ.Γ. του Κόμματος τόνισε και τα εξής: «Δίνουμε ολοκληρωμένα τη μάχη για να φτάσει πλατιά και να κατανοηθεί βαθιά η πολιτική εναλλακτική πρόταση του ΚΚΕ, η αναγκαιότητα όσο ποτέ άλλοτε μιας ριζικά διαφορετικής εξουσίας. Με πειστικό τρόπο να προβάλουμε τη διαφορετικότητα της πρότασης του Κόμματος, απέναντι στις αστικές διαχειριστικές προτάσεις των άλλων.
Να δίνουμε ολοκληρωμένα την πρότασή μας για αυτήν την εξουσία, για ανώτερες μορφές άσκησης της δημοκρατίας, της συμμετοχής, του ελέγχου μέσα στους τόπους δουλειάς, στις σχολές, η άμεση εκλογή των αντιπροσώπων – βουλευτών του λαού από τη συνέλευση, τον τόπο δουλειάς, η ανακλητότητα, όχι μονιμότητα και άλλες αρχές και αξίες, που μόνο η εργατική τάξη, η παραγωγική και πρωτοπόρα δύναμη της κοινωνίας μπορεί να εμπνεύσει και να καθοδηγήσει, συνειδητοποιώντας τον ιστορικό της ρόλο».
Σύμφωνοι. Το ΚΚΕ πρέπει να δώσει τη μάχη μιας «ριζικά διαφορετικής εξουσίας». Αλλά ποιας εξουσίας; Προφανώς της εξουσίας του άμεσου σοσιαλισμού. Αυτή είναι η απάντηση της ηγεσίας. Και εδώ βρισκόμαστε μπροστά στην παρακάτω ασυνάρτητη «συνάρτηση»: Από το 2008 που ξέσπασε η οικονομική κρίση, και ιδιαίτερα από το 2010, που η χώρα μας μπήκε στον κύκλο των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, το Κόμμα προβάλλει τη λύση του άμεσου σοσιαλισμού. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά.
Σε συνθήκες οικονομικής και πολιτικής κρίσης το Κόμμα μας αντί να συγκεντρώνει δυνάμεις, να ενισχύεται για να δώσει τη μάχη της «ριζικά διαφορετικής εξουσίας», αντίθετα, αποδυναμώνεται, το εργατικό κίνημα περνάει ύφεση, κατά την εκτίμηση της ίδιας της Κεντρικής Επιτροπής, γεγονός που οδηγεί στην παράγωγη εκτίμηση ότι υπάρχει η ανάγκη της ανασύνταξής του.
Με αποδυναμωμένο το ΚΚΕ και με ένα εργατικό κίνημα που βρίσκεται σε ύφεση και που πρέπει να ανασυνταχτεί προβάλλεται η λύση του άμεσου σοσιαλισμού, επειδή προφανώς υπάρχουν οι αντικειμενικές συνθήκες, την ώρα που οι υποκειμενικές όχι μόνο δεν δυναμώνουν σε συνθήκες κρίσης αλλά και αποδυναμώνονται.
Όλο, λοιπόν, το πρόβλημα συγκεντρώνεται στο πως θα διατυπωθεί μια πρόταση, που θα συγκεντρώσει τις δυνάμεις που κοινωνικά θα καθορίζουν μια άλλη εξουσία, «ριζικά διαφορετική», και αυτό θα πραγματοποιηθεί με την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία, που, όμως, δεν θα είναι εξουσία αστική, δεν θα είναι εξουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου, αλλά θα είναι εξουσία εργατική – λαϊκή, γιατί θα στηρίζεται στην εργατική τάξη και στα μικροαστικά στρώματα (κυρίως τα κατώτερα) και στην άμεση κινητοποίηση των λαϊκών μαζών.
Αυτή η συμμαχία των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που θα δημιουργηθεί, δε θα στηρίζεται σε μια συμφωνία για το σοσιαλισμό, αλλά θα κατακτήσει την πολιτική εξουσία που θα ανοίξει το δρόμο σ’ αυτόν. Πολύ περισσότερο δε θα στηρίζεται σε μια συμφωνία για το σοσιαλισμό, που οι διαφωνίες μεταξύ των σύμμαχων δυνάμεων θα αφορούν στις μορφές περάσματος.
Οι εξελίξεις που έρχονται θα δοκιμάσουν για άλλη μια φορά τις αντοχές του Κόμματος. Από την πλευρά μας θα πάρουμε την καλύτερη εκδοχή για το Κόμμα μας, ότι σε ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών αυξάνεται ακόμη περισσότερο η εκλογική του δύναμη. Το ερώτημα είναι: Τι θα σημαίνει αυτό μπροστά στο γεγονός της οικονομικής και πολιτικής κρίσης που περνάει η χώρα μας;
Το μόνο που θα σημαίνει είναι ότι η αστική τάξη θα έχει βρει το χρόνο να ανασυντάξει το πολιτικό της σύστημα, έστω και με λίγο περισσότερο δυναμωμένο το ΚΚΕ.
Αυτή θα είναι η λύση για το Κόμμα απέναντι σε μια αστική τάξη που περνάει τη χειρότερη οικονομική και πολιτική κρίση στη νεώτερη ιστορία της χώρας μας;
Και ένα άλλο ερώτημα: Αυτή η περίφημη επανάκτηση των επαναστατικών χαρακτηριστικών του Κόμματος, αυτό το αποτέλεσμα θα έχει για την εργατική τάξη; Να δώσει, δηλαδή, το χρόνο στην αστική τάξη να ανασυνταχτεί;
Κάποτε πρέπει να συνειδητοποιηθεί πως δεν είναι «στραβός ο γιαλός» αλλά είμαστε εμείς που «στραβά αρμενίζουμε».
COMMENTS