Σε λίγο, μας λένε ορισμένοι δημοσιογράφοι, συνήθως καλά πληροφορημένοι, όπως ο Γ. Τράγκας, θα αρχίσουν να «κυκλοφορούν οι κασέτες της Χρυσής Αυγής στην Ομόνοια». Και τότε θα αποκαλυφθούν πολλά, που θα αφορούν ακόμη και στον ίδιο τον πρωθυπουργό και τα οποία θα τον εκθέτουν ακόμη περισσότερο, απ’ ότι εκτέθηκε με τον Παναγιώτη Μπαλτάκο και από την προβολή του πρώτου σε κυκλοφορία βίντεο! Φυσικά η κυβέρνηση έσπευσε να πάρει τα μέτρα της.
Δεν αμφιβάλουμε ότι μπορεί να είναι και έτσι. Η Χρυσή Αυγή με την εγκληματική της δράση μας έχει «πείσει» ότι μπορεί να προβαίνει σε δολοφονικές επιθέσεις, όπως στην περίπτωση των στελεχών του Κόμματος, να φτάνει να αφαιρεί ζωές, όπως στην περίπτωση του Παύλου Φύσσα, να δημιουργεί τάγματα, να εκπαιδεύεται στρατιωτικά, να επιτίθεται να δέρνει, να μαχαιρώνει και να δολοφονεί μετανάστες. Δε θα σταματούσε λοιπόν μπροστά στην παγίδευση του γενικού γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου, κατά την επίσκεψη του Ηλία Κασιδιάρη στο γραφείο του, και όλων των άλλων που διατείνεται ότι τους έχει μαγνητοσκοπήσει ή μαγνητοφωνήσει.
Όσο, ίσως, και εάν θεωρηθεί υπερβολικό το πρόβλημα δεν είναι μόνο αυτό, γιατί η πρακτική και η δράση μιας ναζιστικής οργάνωσης περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω. Το ζήτημα που πρέπει αναγκαστικά να αναρωτηθεί κανείς – και γι’ αυτό να σταθεί με ιδιαίτερη προσοχή, είναι το εάν το «ανάστημα» της Χρυσής Αυγής και οι δυνατότητές της είναι τέτοιες που να της επιτρέπουν να «εγκλωβίζει» ακόμη και τον πρωθυπουργό της χώρας.
Ας προσέξουμε τις λεπτομέρειες. Ο Γ. Τράγκας μιλάει για κασέτες που θα κυκλοφορούν στην Ομόνοια. Μιλάει για τα τριψήφια νούμερα. Δηλαδή παραπέμπει σε υποκλοπές, που μόνο μυστικές υπηρεσίες μπορούν να πραγματοποιούν. Την ίδια στιγμή φιλοκυβερνητικά και μη φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ αναρωτιούνται εάν υπάρχει δίκτυο χρυσαυγιτών στην ΕΥΠ. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι εάν υποθέσει κανείς ότι στην όλη υπόθεση έχουν δραστηριοποιηθεί μυστικές υπηρεσίες δε θα ήταν ένα ευφάνταστο σενάριο. Και είναι γνωστό, ότι όπου ανακατεύονται μυστικές υπηρεσίες εννοείται ότι δεν αφορά μόνο στην ΕΥΠ. Αφορά και σε ξένες μυστικές υπηρεσίες.
Ταυτόχρονα δε μπορεί κανείς να μη λάβει υπόψη του ότι η υπόθεση Μπαλτάκου «έσκασε» σε μια στιγμή που η κυβέρνηση, υποτίθεται, σημείωνε τη μεγαλύτερη μέχρι τώρα επιτυχία της στην οικονομική πολιτική και παραμονές της επίσκεψης της Άγκελα Μέρκελ, από την οποία προσδοκά την πολιτική της υποστήριξη μπροστά και στις ευρωεκλογές. Και γνωρίζουμε ότι οι ευρωεκλογές θα είναι καθοριστικές για την παραπέρα πορεία της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού.
Μια τέτοια θεώρηση των πολιτικών πραγμάτων ξεπερνάει τα όρια της Χρυσής Αυγής και πρέπει να αναζητηθεί «το μακρύ χέρι» που κινεί τις εξελίξεις και που έχει καταστήσει τη Χρυσή Αυγή εκτελεστικό του όργανο. Να αναζητηθούν οι στόχοι που εξυπηρετεί μια τέτοια κίνηση, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα και την ίδια τη Χρυσή Αυγή ή και τμήμα της.
Και εκ των πραγμάτων, μια τέτοια κίνηση, που «κρεμάει στα κάγκελα» το στενό περιβάλλον του πρωθυπουργού αφορά και στον ίδιο το πρωθυπουργό και, ασφαλώς, δε μπορεί να δικαιολογηθεί σε καμία περίπτωση από τα επιχειρήματα περί αυτοάμυνας της Χρυσής Αυγής, που «αδίκως φυλακίζονται τα στελέχη της ενώ αυτά είναι αθώα» και επομένως θα κάνουν «το παν για να υπερασπιστούν τον εαυτό τους», επειδή «καταλύεται το πολίτευμα» και «καταπατάται το Σύνταγμα», κατά τον Ηλία Κασιδιάρη.
Όλοι γνωρίζουμε ότι η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής είναι διαπιστωμένη και αποδεδειγμένη, ότι ειδικά μετά την κυκλοφορία του βίντεο ακόμη και αστικά ΜΜΕ, για ευνόητους λόγους, καταγράφουν με λεπτομέρειες την εγκληματική αυτή δράση της. Επομένως υπάρχει «αντικείμενο» στο έργο της Δικαιοσύνης, το οποίο, προφανώς, επιχειρείται και αυτό όχι μόνο να υπονομευτεί, αλλά και να ματαιωθεί.
Είναι, κατά τη γνώμη μας, φανερό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια προσπάθεια αναδιάταξης του πολιτικού και κομματικού συστήματος της χώρας. Η Χρυσή Αυγή χρησιμοποιείται ως μοχλός αυτής της αναδιάταξης.
Και εδώ προκύπτει το ουσιαστικό ζήτημα. Γιατί από τη στιγμή που χρησιμοποιείται η Χρυσή Αυγή για την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού σημαίνει ότι πίσω από αυτήν υπάρχουν δυνάμεις – και στο εσωτερικό της χώρας και έξω από αυτήν, που επιφυλάσσουν συγκεκριμένο ρόλο στη Χρυσή Αυγή ή και σε κάποιο άλλο μόρφωμα που θα πάρει τη θέση της Χρυσής Αυγής.
Κατ’ αρχάς, ας απαντήσουμε στο ερώτημα: Υπάρχουν δυνάμεις που έχουν συμφέρον από την ύπαρξη και την ανάλογη δράση της Χρυσής Αυγής και όχι μόνο της Χρυσής Αυγής;
Η απάντηση είναι: προφανώς και υπάρχουν.
Είναι εκείνες οι δυνάμεις του κεφαλαίου που θέλουν την εξαφάνιση «των λακέδων του ΠΑΜΕ» (Παναγιώταρος) από την ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος. Όλοι εκείνοι που θέλουν να εξαφανίσουν «ό, τι θυμίζει τον κομμουνισμό» (Γ. Καρατζαφέρης). Όσοι λένε «ευχαριστώ» στη Χρυσή Αυγή (Στ. Κασιμάτης, Καθημερινή), που «σιχαίνονται τους κομμουνιστές» (Άδ. Γεωργιάδης), που είναι «αντικομμουνιστές» και παρουσιάζονται και ως «αντιναζιστές» χρησιμοποιώντας επιχειρηματολογία ίδια με την επιχειρηματολογία της Χρυσής Αυγής (Φ. Κρανιδιώτης), που είναι «γεννημένοι αντικομμουνιστές και θα πεθάνουν αντικομμουνιστές» (Π. Μπαλτάκος)!
Όλοι όσοι θέλουν να στρέψουν συνολικά το πολιτικό σκηνικό σε ακροδεξιές κατευθύνσεις, μια και ο Παναγιώτης Μπαλτάκος παρομοίασε τον «Αντώνη και τον Παναγιώτη» ως δύο «δαυλούς αναμμένους», παρομοίωση που παραπέμπει ευθέως στη σημειολογία του φασισμού και του ναζισμού, στις νυχτιάτικες στρατιωτικές παρελάσεις της Χρυσής Αυγής που τα μέλη της κρατούν δαυλούς αναμμένους!
Είναι όλοι αυτοί που θεωρούν «την Ορθοδοξία και τους ένστολους» ως τις δύο θεμελιώδεις αξίες της Ελληνικής κοινωνίας! Και ο Παναγιώτης Μπαλτάκος ταξίδευε συχνά στο Άγιο Όρος και φέρεται να «έπεισε» και τον Αντώνη Σαμαρά να το επισκεφθεί, ενώ από το πρωτογενές πλεόνασμα ένα τμήμα του πάει στους ένστολους.
Ερώτημα δεύτερο: Και πάνω σε ποιο ιδεολογικό και πολιτικό έδαφος καλλιεργήθηκαν όλα τα παραπάνω;
Ας το παρακολουθήσουμε: «Τι είναι η Νέα Ελλάδα; Είναι όλα αυτά που θέλαμε και δεν πιστεύαμε ότι θα μπορούσαν να γίνουν για τον τόπο μας… Τώρα θα γίνουν! Είναι όλα εκείνα που τα νιώθαμε, αλλά δεν τολμούσαμε να τα πούμε. Τώρα τα διακηρύσσουμε και τα κάνουμε πράξη. Νέα Ελλάδα είναι να αλλάξουμε όσα μας πλήγωναν αλλά δεν τολμούσαμε να τα ακουμπήσουμε… Τώρα τολμάμε! Και βάζουμε στη θέση τους όσα μας κάνουν υπερήφανους» (από την ομιλία – κλείσιμο του Αντώνη Σαμαρά στο 9ο Τακτικό Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας)!
Και ας συγκρίνουμε, τώρα, τα όσα είπε ο Αντώνης Σαμαράς στο Συνέδριο – στο επί της ουσίας περιεχόμενο – με ένα άλλο απόσπασμα από άρθρο του δημοσιογράφου Σταύρου Κασιμάτη στη φιλοκυβερνητική εφημερίδα Καθημερινή: «Οσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στην Χρυσή Αυγή – και σοβαρολογώ απολύτως. Της το οφείλουμε για την ευκαιρία που μας προσφέρει -και μάλιστα την ώρα που την έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη- ώστε να διορθώσουμε λάθη δεκαετιών και να κάνουμε μια νέα αρχή στην πολιτική ζωή. Είναι η ευκαιρία που δίνεται στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης, που όλοι το φοβούνται και κανείς δεν το αγγίζει· αυτό που σήμερα αποτελεί το βασικό εμπόδιο στη μετάβαση της χώρας από την εποχή των σοβιέτ με αστακομακαρονάδα (ελληνικό μοντέλο του σοσιαλισμού…) στη σύγχρονη πραγματικότητα».
Τίτλος του άρθρου; «Η ευκαιρία της Χρυσής Αυγής για τη δημοκρατία»!!!
Είναι, δηλαδή, όλα εκείνα που πρέπει να συντείνουν στην αποϊδεολογικοποίηση της Ελληνικής κοινωνίας από την επιρροή και την παρουσία του Κομμουνιστικού Κινήματος, από την ιστορική του προσφορά στον τόπο και στους εργαζόμενους. Από κάθε προοδευτική σκέψη κάθε προοδευτικού ανθρώπου.
Έτσι εξηγείται το γιατί ο Παναγιώτης Μπαλτάκος διορίζεται από τον Αντώνη Σαμαρά διευθυντής του πολιτικού του γραφείου, αρχικά, και γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, στη συνέχεια. Θέσεις που αναγόρευσαν τον Παναγιώτη Μπαλτάκο στον άτυπο αλλά ουσιαστικά δεύτερο στην ιεραρχία της Νέας Δημοκρατίας και της κυβέρνησης, γιατί ο Φαήλος Κρανιδιώτης του Δικτύου 21 γίνεται φίλος και σύμβουλος του πρωθυπουργού, γιατί ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Μάκης Βορίδης μεταπηδάνε στη Νέα Δημοκρατία – ο πρώτος γίνεται υπουργός, ο δεύτερος κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας και οι δύο μαζί αποτελούν το «βαρύ πυροβολικό» της Νέας Δημοκρατίας στα ΜΜΕ, γιατί προκύπτουν τα περί «πιο συνετής και λογικής Χρυσής Αυγής»!
Το σπυρί, όμως, μεγάλωσε επικίνδυνα, το «απόστημα» («Το Βήμα») πρέπει να σπάσει. Το «υπόγειο τρίγωνο ΕΥΠ – Μπαλτάκου – Χρυσής Αυγής» («Το Βήμα») πρέπει να σταματήσει να δρα, το «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» (Το Βήμα») δεν τραβάει άλλο, γίνεται τόσο επικίνδυνο που απειλεί να καταβροχθίσει ακόμη και τη Νέα Δημοκρατία, ενώ θα δώσει το τελειωτικό χτύπημα στο ΠΑΣΟΚ.
Και ώ του θαύματος εμφανίζεται (και από Ρώσικο ιστότοπο, για να υπάρχει και το άλλοθι) το βίντεο που ξεκρεμάει ή και κρεμάει τον Παναγιώτη Μπαλτάκο και μαζί του και τον Αντώνη Σαμαρά.
Αλλάζει το σκηνικό. Το σενάριο περί μιας «συνετής και λογικής» Χρυσής Αυγής μπαίνει στο συρτάρι.
Ο Παναγιώτης Μπαλτάκος αποπέμπεται ως συνωμότης. Εκεί που τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας δε μίλαγαν ποτέ για τον Παναγιώτη Μπαλτάκο και συνωστίζονταν στο γραφείο του τώρα έγιναν λαλίστατα σε βάρος του. Ο πρωθυπουργός, μετά το αρχικό ταρακούνημα, παρουσιάζεται ως ο «πρώτος πολέμιος της Χρυσής Αυγής». Ο Ευάγγελος Βενιζέλος «δικαιώνεται», γιατί, και αυτό νομίζει ότι είναι αρκετό για να παριστάνει το δικαιωμένο, από καιρό είχε προειδοποιήσει τον πρωθυπουργό για τον ακροδεξιό θύλακα στην κυβέρνηση. Ο Φώτης Κουβέλης το ίδιο, επανέρχεται και αυτός δικαιωμένος και ελπίζει σε μια καλύτερη τύχη, ενώ ο Φαήλος Κρανιδιώτης ανακοινώνει ότι δεν θα είναι υποψήφιος στο ευρωψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας. Τα πρώτα μέτρα για τον ακροδεξιό θύλακα ήρθαν.
Την κατάσταση αυτήν την αποτυπώνει εύγλωττα «Το Βήμα» της περασμένης Κυριακής. Στο κύριο άρθρο του γράφει: «Ωστόσο, παρά τις όποιες πολιτικές ευθύνες, δεν υπάρχουν περιθώρια αντιστροφής της πορείας των πραγμάτων, ούτε είναι δυνατόν να γίνουν ανεκτοί οι εκβιασμοί μιας δράκας εγκληματιών νεοναζί. Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια ενός ακόμη πισωγυρίσματος. Οι θυσίες του ελληνικού λαού δεν επιτρέπεται να πάνε χαμένες. Ο Πρωθυπουργός οφείλει να λάβει όλα τα απαιτούμενα μέτρα, να διαλύσει τους όποιους ακροδεξιούς θύλακες δρουν στο κόμμα του και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις να αποφύγουν την παγίδα των εκβιαστών νεοναζί. Η Ελλάδα έχει προϋποθέσεις και την ευκαιρία να βγει από την κρίση. Και θα βγει!»!
Τα χαρτιά της τράπουλας ανακατεύονται ξανά. Μόνο που τώρα έχει προκύψει ένα άλλο σκηνικό με τους ίδιους παίχτες, που και αυτό είναι μέρος της αναδιάταξης του πολιτικού συστήματος, που αφήνει το ενδεχόμενο ανοιχτό για παραπέρα κινήσεις. Και αυτό είναι το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί: Ποιο είναι ακριβώς αυτό το σκηνικό πέρα από την κατ’ αυτόν τον τρόπο «δικαίωση» του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Φώτη Κουβέλη, την επανεμφάνιση του Γ. Παπανδρέου και τον εξοβελισμό του Φαήλου Κρανιδιώτη;
Το «μακρύ χέρι» αποδυναμώνει φανερά τον ίδιο τον πρωθυπουργό και ίσως του δείχνει και την πόρτα της αποχώρησης, χωρίς να είναι απολύτως βέβαιο. Προς το παρόν, όμως, του φοράει το κουστούμι του αντιφασίστα, του αντιναζίστα και από «δαυλός» αναμμένος που παραπέμπει στη Χρυσή Αυγή μετατρέπεται σε αμείλικτο πολέμιο της Χρυσής Αυγής.
Παίρνει και τα μέτρα του και καθιστά αυτόφωρο αδίκημα, ακόμη και για τους βουλευτές, τη χρήση κασέτας, βίντεο κλπ. έτσι ώστε να μη δουν τα φώτα της δημοσιότητας όλα «τα περαιτέρω» που ήδη κυκλοφορούν ψιθυριστά και γίνουν ζωντανές μαρτυρίες. Με αυτόν τον τρόπο προωθείται η αποδόμηση της κατηγορίας ότι ο πρωθυπουργός ήξερε. Τα προσχήματα ήταν πάντα χρήσιμα στην αστική πολιτική και σ’ αυτά στηρίζονταν ολόκληρες πολιτικές.
Την ίδια στιγμή η Νέα Δημοκρατία μαζί με το ΠΑΣΟΚ επικεντρώνουν τα βέλη τους ενάντια στο ΣΥΡΙΖΑ, που προσπαθεί να αποδείξει ότι ο πρωθυπουργός ήξερε τη δραστηριότητα του Παναγιώτη Μπαλτάκου και ότι είχε σχηματιστεί ακροδεξιός θύλακας περί τον πρωθυπουργό προκειμένου να μανιπουλάρει τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Δεν έχει άδικο σ’ αυτό.
Στο μεταξύ ο ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώνεται πάνω στο Σαμαρά και ταυτόχρονα προσπαθεί να αποδείξει, με συνεντεύξεις του Αλέξη Τσίπρα στα διεθνή ΜΜΕ, ότι όλο το πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ο Μερκελισμός. Η επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ περιέχει αλήθειες αλλά δεν περιέχει ολόκληρη την αλήθεια. Το νέο σκηνικό έχει διαμορφωθεί δίνοντας «πόντους» στο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο μπροστά στις επερχόμενες ευρωεκλογές όσο και μπροστά στην επίσκεψη της Μέρκελ στη χώρα μας.
Το νέο σκηνικό, όμως, δεν είναι ολοκληρωμένο μόνο με αυτήν την περιγραφή. Κάτι λείπει, το οποίο είναι ιδιαίτερα ουσιώδες. Λείπει το «κεκτημένο» των δύο τελευταίων χρόνων, της περιόδου Μάης – Ιούνης του 2012 μέχρι Μάης του 2014, που θα πραγματοποιηθούν οι ευρωεκλογές ή και Ιούνης του 2014, που, ενδεχομένως, να πραγματοποιηθούν οι εθνικές εκλογές.
Και ποιο είναι αυτό το κεκτημένο; Είναι η αποφασιστική μείωση του ΚΚΕ, που έχασε το μισό σχεδόν των δυνάμεών του, και η παραπέρα αποδυνάμωση του εργατικού κινήματος, που δεν κατόρθωσε σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα να ανακάμψει και να αντιμετωπίσει την κυβερνητική πολιτική που μας ερχόταν «πακέτο» από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Και για να έχουμε μια πλήρη εικόνα αυτού του κεκτημένου πρέπει να επαναφέρουμε στη μνήμη μας το τι προηγήθηκε του Μάη του 2012. Ήταν η περίοδος όπου σημειώνονται οι μεγάλες μετακινήσεις των λαϊκών μαζών από τις οποίες το Κόμμα μας όχι μόνο δεν επωφελήθηκε, αλλά έχασε και από πάνω σημαντικές δυνάμεις. Γεγονός που είχε αποφασιστική σημασία για το εργατικό κίνημα αλλά, κυρίως, στο να αντιμετωπίσει τη μακροχρόνια πολιτική κρίση, για την οποία η «Νέα Σπορά» είχε κάνει λόγο από την επομένη των εκλογών του Ιούνη του 2012.
Καθιερώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ ως δεύτερο κόμμα και στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι σήμερα η συγκυβέρνηση, επί της ουσίας με ελάχιστα εμπόδια, περνάει όλες τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, έτσι, ώστε, να βρισκόμαστε μπροστά σε έναν ελληνικό καπιταλισμό, που έχει αφαιρέσει σχεδόν όλες τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων.
Στο μεταξύ η αντιπαράθεση της συγκυβέρνησης με το ΣΥΡΙΖΑ έχει επικεντρωθεί πάνω σε δύο βασικούς άξονες. Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις συνεχείς του υπαναχωρήσεις τριγυρνάει γύρω από την επεκτατική πολιτική του Ομπάμα. Ενώ η συγκυβέρνηση υπερασπίζεται ως αναγκαία αλλά και ταυτόχρονα ανεπιθύμητη την περιοριστική πολιτική της Μέρκελ, η οποία, τελευταία, πρόφτασε να προειδοποιήσει το ΣΥΡΙΖΑ, στο ενδεχόμενο που θα γίνει κυβέρνηση, ότι θα βρεθεί μπροστά στο ίδιο δίλημμα που βρέθηκε και ο Γιώργος Παπανδρέου και ότι «πρέπει να τηρεί τους κανόνες»!
Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι με την πολιτική της Μέρκελ η χώρα μας και όλη η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βρίσκεται μπροστά σε ένα διαρκές μνημόνιο. Την ίδια στιγμή η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει το «διαρκές μνημόνιο» της πολιτικής της Μέρκελ, όσο και να την ξορκίζει αλλά από τις πρόσφατες εξελίξεις ευνοείται φανερά.
Με δυο λόγια το νέο σκηνικό οδήγησε και σε μια νέα αναδιάταξη που δεν εμφανίζει νέους αξιόλογους παίχτες μεν, αλλά εμφανίζει δε ως το κύριο στοιχείο, από τη μια, τη «σταθεροποίηση» του νέου δικομματισμού πάνω σε μία βάση, που κανένας από τους δύο δε μπορεί να αντιμετωπίσει τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων, από την άλλη, το εργατικό κίνημα και το ΚΚΕ σε αποδυνάμωση. Αυτή η σταθεροποίηση δεν είναι εξασφαλισμένη ας φαίνεται ως τέτοια. Μπορεί, όμως, να γίνει.
Η γνώμη μας: Η «Νέα Σπορά» θεωρεί ότι αυτή η κατάσταση που διαμορφώθηκε φαίνεται να είναι, από πρώτη ματιά, πιο εύκολα διαχειρίσιμη για την αστική τάξη της χώρας μας και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν είναι, όμως, επί της ουσίας, σταθερή και πολύ περισσότερο ανεπίστρεπτη. Η εκτίμησή μας βασίζεται σε τρεις βασικούς παράγοντες:
-
Ο πρώτος: Διαψεύστηκε η εκτίμηση της ηγεσίας του Κόμματος περί των αυταπατών των εργαζομένων. Η πορεία των πολιτικών πραγμάτων μετά τις εκλογές του Ιούνη του 2012 αποδεικνύει ότι οι εργαζόμενοι δεν εμπιστεύονταν ούτε τη συγκυβέρνηση αλλά ούτε και το ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έτρεφαν αυταπάτες για το τι είναι η συγκυβέρνηση και το τι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα έδειξαν με πολλούς τρόπους την ανησυχία τους και τα ερωτηματικά τους για το Κόμμα μας αλλά και την απορία τους για το «τι κάνει το ΚΚΕ». Δηλαδή έτρεφαν την ελπίδα και περίμεναν από το Κόμμα μας προτάσεις διεξόδου από την κρίση και τη χρεοκοπία και πρωτοβουλίες κινητοποιήσεων των εργαζομένων πάνω στα καυτά τους προβλήματα. Επομένως το Κόμμα μας με μια άλλη εργατική πολιτική έχει ακόμη τις δυνατότητες να αναστρέψει την κατάσταση αυτή, που θέλει να παγιώσει η αστική τάξη, τόσο ως προς το ίδιο όσο και ως προς το εργατικό κίνημα. Με αυτήν την πολιτική που ακολουθεί μέχρι σήμερα δε μπορεί να συνεχίσει, γιατί αποδείχτηκαν τα αδιέξοδά της. Και δε μπορεί να συνεχίσει ακόμη και εάν έχει μια πρόσκαιρη ανάκαμψη. Γιατί η συνέχεια αυτής της πολιτικής δε μπορεί να συσπειρώσει τους εργαζόμενους εάν δεν αλλάξει ουσιαστικά το περιεχόμενό της, την τακτική του και τη στάση του στο εργατικό κίνημα. Το πολύ – πολύ να εισπράξει μια πρόσκαιρη διαμαρτυρία στο εκλογικό επίπεδο. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό.
-
Ο δεύτερος: Παρά το γεγονός ότι η συγκυβέρνηση προπαγανδίζει σε όλους τους τόνους ότι έρχεται η εποχή της ανάκαμψης και το τέλος των μνημονίων η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Η χώρα μας είναι καταδικασμένη σε μια μακροχρόνια οικονομική στασιμότητα και εποπτεία. Το δε Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που θα ακολουθήσει θα συμπληρώσει σε χειρότερη κατεύθυνση το μνημόνιο διαρκείας. Και όλη η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης θα φέρει την οικονομία της χώρας μετά από χρόνια, το 2022, στο επίπεδο, στην καλύτερη περίπτωση, του 2007. Επομένως όλη αυτή η κατάσταση δε λέγεται ξεπέρασμα της κρίσης ούτε ξεπέρασμα των κινδύνων για χρεοκοπία. Παίρνοντας υπόψη, επίσης, ότι η προβλεπόμενη ανάπτυξη της Ευρωζώνης για τα επόμενα τρία χρόνια θα κυμανθεί στο 1% περίπου, τότε καταλαβαίνουμε ότι οι εργαζόμενοι θα περάσουν μέσα από «φωτιά και σίδερο».
-
Ο τρίτος: Η πολιτική κρίση δεν πρόκειται να ξεπεραστεί είτε με κυβέρνηση που θα έχει ως κορμό της τη Νέα Δημοκρατία είτε με κυβέρνηση που θα έχει ως κορμό το ΣΥΡΙΖΑ. Από αυτήν την άποψη το πεδίο των πολιτικών πρωτοβουλιών για το Κόμμα μας είναι ανοιχτό και ουσιαστικό.
Όλα τα παραπάνω τελούν υπό μία προϋπόθεση, την οποία ήδη την έχουμε αναφέρει. Της αλλαγής της πολιτικής του Κόμματος. Η ηγεσία του Κόμματος να μην καλεί μόνο να βγάλει συμπεράσματα ο εργαζόμενος κόσμος, αλλά να προσπαθεί και η ίδια να βγάλει τα ανάλογα συμπεράσματα για την πολιτική που εφαρμόζει. Διαφορετικά διακινδυνεύει με την παγίωση του Κόμματος σε μια μη υπολογίσιμη πολιτική δύναμη. Και γι’ αυτό το γεγονός την έχουμε προειδοποιήσει από την αρχή της εμφάνισής μας. Και αυτό που ζούμε σήμερα είναι η μετατροπή του Κόμματος σε μια μη υπολογίσιμη δύναμη. Η παγίωση αυτής της κατάστασης θα φέρει και την καταδίκη του. Μακάρι να διαψευστούμε. Ίδωμεν.
COMMENTS