Δημοσιεύτηκε και η πολιτική απόφαση του 20ου Συνεδρίου. Έχουμε τώρα στη διάθεσή μας όλα τα υλικά, τα οποία χρησίμευσαν για τον προσυνεδριακό διάλογο, τη συζήτηση στις εργασίες του 20ου Συνεδρίου και την τελική του πολιτική απόφαση, με βάση την οποία θα αναπτυχθεί στο εξής η πολιτική δράση του Κόμματος. Το γεγονός αυτό μας επιτρέπει να έχουμε μια συνολική εικόνα του 20ου Συνεδρίου και διευκολύνει με τη σειρά του σε μια πιο λεπτομερή κριτική αντιμετώπιση των εργασιών του και των αποφάσεων.
Από την πλευρά μας, για την ώρα, θα παραμείνουμε στο έδαφος μιας πρώτης αποτίμησης του 20ου Συνεδρίου εκθέτοντας τις γενικές μας εκτιμήσεις. Στη συνέχεια θα περάσουμε σ’ έναν πιο λεπτομερειακό σχολιασμό των ντοκουμέντων του 20ου Συνεδρίου, κυρίως θεματολογικά, γιατί θεωρούμε ότι το Συνέδριο αυτό, ενώ φαίνεται να παγιώνει μια πολιτική αντίληψη, λαθεμένη για εμάς και από την άποψη της τακτικής αλλά και της ίδιας της ουσίας των καίριων ζητημάτων που θίγει, την ίδια στιγμή εγκλωβίζεται σ’ αυτήν και ακριβώς εξ αιτίας αυτού του εγκλωβισμού (και κατά συνέπεια των αδιεξόδων που δημιουργεί) αφήνει ταυτόχρονα και διόδους διαφυγής και ανοιχτά θέματα, γεγονός που έρχεται να υπογραμμίσει ή και να υποκρύπτει πως ίσως δεν υπάρχει και μια αντίστοιχη ενιαία και καταληγμένη αντίληψη των πολιτικών πραγμάτων, και το κυριότερο, να αφήνει ανοιχτή την προοπτική για αναθεωρήσεις στην πράξη, που να περικλείουν και σοβαρούς κινδύνους με αριστερή φρασεολογία να προωθείται μια δεξιά πρακτική.
Στο πρώτο μέρος αυτού του άρθρου εκτιμήσαμε ότι τα ντοκουμέντα του 20ου Συνεδρίου δημιουργούν πολιτικά αδιέξοδα και ταυτόχρονα πολιτικές συγχύσεις. Ως προς τα πολιτικά αδιέξοδα αναφερθήκαμε ήδη, έστω και με γενικό τρόπο. Στη συνέχεια αυτού του άρθρου θα φέρουμε μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα για τις συγχύσεις που προκαλούν τα ντοκουμέντα του 20ου Συνεδρίου.
Θα ξεκινήσουμε από την καπιταλιστική κρίση. Η μέχρι πριν τη σύγκληση του 20ου Συνεδρίου θέση του Κόμματος ήταν ότι η καπιταλιστική κρίση που ξέσπασε το 2008 ήταν μια συγχρονισμέμη παγκόσμια καπιταλιστική κρίση.
Στις «Θέσεις» που παρουσίασε η Κ. Ε. του Κόμματος ο χρακτηρισμός αυτός δε διαφοροποιείται. Στην εισήγηση, όμως, της Κ. Ε. προς το Συνέδριο παρουσιάζεται για πρώτη φορά ο όρος «σχεδόν» συγχρονισμένη κρίση («Από τη σχεδόν συγχρονισμένη κρίση που εκδηλώθηκε στα χρόνια 2008 – 2009, ελάχιστες καπιταλιστικές οικονομίες πέρασαν σε επίπεδα ανάπτυξης μεγαλύτερα από εκείνα προ κρίσης»). Στην απόφαση του Συνεδρίου επανέρχεται στην προηγούμενη εκτίμηση («Ελάχιστες καπιταλιστικές οικονομίες πέρασαν σε επίπεδα ανάπτυξης μεγαλύτερα από εκείνα προ της συγχρονισμένης διεθνούς οικονομικής κρίσης (2008 – 2009)»), όπως διαπιστώνουμε λείπει το «σχεδόν», ενώ στην εισήγηση προβλέπεται μια νέα πιο συγχρονισμένη κρίση («Αναμφίβολα, υποβόσκει νέα, πιο συγχρονισμένη οικονομική κρίση»), γεγονός που δεν αιτιολογείται, ως προς την εκτίμηση του συγχρονισμού, γιατί μια νέα κρίση, πράγματι, υποβόσκει.
Ήταν, τελικά, συγχρονισμένη η οικονομική κρίση ή ήταν σχεδόν συγχρονισμένη; Στην πρώτη περίπτωση έχουμε μια παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που περιλαμβάνει οπωσδήποτε τις βασικές καπιταλιστικές δυνάμεις και εκδηλώνεται και στα υπόλοιπα καπιταλιστικά κράτη, στη δεύτερη περίπτωση το «σχεδόν» υπονοεί αναγκαστικά ότι εξαιρεί εκείνες τις καπιταλιστικές χώρες, που δεν πέρασαν σε οικονομική κρίση, παρά, φυσικά, την επίδραση που θα είχε η οικονομική κρίση και σ’ αυτές.
Η πρόσφατη ιστορική οικονομική πραγματικότητα τι ακριβώς μας υποδείχνει; Το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης δεν αγκάλιασε όλες τις βασικές, με παγκόσμιο οικονομικό ρόλο, δυνάμεις. Η πιο τρανταχτή περίπτωση χώρας που δεν έπεσε σε οικονομική κρίση (και δεν είναι η μόνη) είναι αυτή της Λαϊκής Κίνας. Ασφαλώς και η κρίση επέδρασε και σ’ αυτήν, αλλά η οικονομία της δε σταμάτησε να αναπτύσσεται και μάλιστα σε υψηλούς ρυθμούς.
Απ’ αυτό και μόνο το παράδειγμα μπορεί εύκολα κανείς να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι η οικονομική κρίση δεν ήταν συγχρονισμένη και κατ’ επέκταση δεν ήταν και παγκόσμια. Και αυτό γιατί δεν περιλάμβανε και εξακολουθεί να μην περιλαμβάνει τη δεύτερη οικονομική δύναμη στον πλανήτη με βάση το ονομαστικό (nominal) ΑΕΠ και την πρώτη οικονομική δύναμη στον πλανήτη με βάση το ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης.
Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί προβλέπουν, σε ό,τι αφορά την Κίνα, διατήρηση του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ τόσο για το 2017 όσο και για το 2018 – 19 σ’ ένα επίπεδο πάνω από 6% και κάτω από 7%. Θα σημειώσουμε ότι το πρώτο τρίμηνο του 2017 ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ της Κίνας υπολείπεται κατά τι του 7%. Θα σημειώσουμε, επίσης, ότι η κυβέρνηση της Κίνας έχει ως στόχο στο άμεσο χρονικό διάστημα να φτάσει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 10% και μάλιστα αυτοί ο ρυθμοί να είναι το «πάτωμα» της αναπτυξιακής πορείας της Κίνας. Αυτό, βέβαια, απομένει να το δούμε εάν εκφραστεί στην πράξη.
Προς το παρόν, όμως, μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι ακόμη και εάν ξεσπάσει μια νέα οικονομική κρίση δεν υπάρχει κάποια σοβαρή ένδειξη ότι αυτή θα περιλαμβάνει και την Κίνα ή π.χ. το Βιετνάμ, που κινείται, αυτή τη στιγμή, σε ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από το 7%. Κατ’ επέκταση δε μπορεί να προβλέψει κανείς ότι η επόμενη οικονομική κρίση θα είναι «πιο συγχρονισμένη» από την προηγούμενη, γιατί ούτε και η προηγούμενη ήταν συγχρονισμένη.
Μ’ αυτήν την έννοια δε μπορούμε να μιλάμε και για παγκόσμια καπιταλιστική οικονομική κρίση, γιατί η εκτίμηση του Κόμματος είναι ότι η Κίνα είναι μια καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική χώρα. Από τη στιγμή που, σύμφωνα με τους οικονομικούς όρους του Κόμματος και τις αναλύσεις του, που ορίζουν την Κίνα ως καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική χώρα, εξαιρείται αυτή, ως η δεύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο, από την οικονομική κρίση – αντίθετα, κατά τη διάρκεια της κρίσης παρουσιάζει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, δε μπορεί να γίνεται λόγος για παγκόσμια οικονομική και συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση.
Προφανώς μια τέτοια ανάλυση έχει και τις ανάλογες συνέπειες ως προς τον καθορισμό και των διεθνών αντιθέσεων που αναπτύσσονται. Περισσότερο, όμως, αφήνει πολλά ερωτηματικά σε δύο κατευθύνσεις: Γιατί υπάρχει μια τέτοια αβλεψία τη στιγμή που οι αριθμοί, επιβεβαιωμένοι και από διεθνείς καπιταλιστικούς – ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, «βγάζουν μάτι»; Και κατά δεύτερο, και κατά τη γνώμη μας σημαντικότερο, δε δίνεται εξήγηση για το γιατί την ώρα που σχεδόν όλες οι καπιταλιστικές χώρες, έστω και με χρονική διαφορά, πέρασαν οικονομική κρίση η Κίνα δεν πέρασε; Ποιοι είναι οι παράγοντες που τη διαφοροποιούν;
Το ερώτημα που έχουμε να απαντήσουμε τώρα είναι: Μπορούμε να μιλάμε για παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και πότε;
Φυσικά και μπορούμε να μιλάμε για παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, και η «Νέα Σπορά» μίλησε για παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, αλλά τότε και μόνο τότε, όταν η κρίση αυτή αφορά καπιταλιστικές χώρες, δηλαδή χώρες που οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής είναι απόλυτα κυρίαρχες. Στην κρίση του ’29 ο καπιταλισμός διερχόταν μία από τις σοβαρότερες κρίσεις του. Στη Σοβιετική Ένωση, όμως, υπήρχε ανάπτυξη. Ανάπτυξη που επέτρεψε στην κυβέρνηση να δώσει αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων. Και εκείνη την εποχή στη Σοβιετική Ένωση υπήρχαν ακόμη, έστω μικρές, καπιταλιστικές μονάδες παραγωγής και οι κουλάκοι εξακολουθούσαν να ελέγχουν σημαντικό μέρος της αγροτικής παραγωγής, τόσο που είχαν τη δυνατότητα να προκαλέσουν κρίση στη Σοβιετική Ένωση. Η κρίση του ’29 ήταν μια παγκόσμια καπιταλιστική κρίση, αλλά δεν περιλάμβανε τη Σοβιετική Ένωση.
Η Κίνα, ή να προσθέσουμε και ένα άλλο παράδειγμα που αφορά το Βιετνάμ, δε διαθέτουν αποκλειστικά και μόνο καπιταλιστική παραγωγή. Διαθέτουν όλα τα παραγωγικά συστήματα, ακόμη και φυσική οικονομία για ορισμένες περιοχές τους. Ο κρατικός τομέας της οικονομίας είναι εκτεταμένος, που αφορά σημαντικούς κλάδους της οικονομίας, και η προσέλκυση των ξένων κεφαλαίων υπακούει σε συγκεκριμένους όρους, η δε πολιτική εξουσία ασκείται από το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Δεν εξισώνουμε τη ΝΕΠ του Β. Ι. Λένιν με τη σημερινή οικονομική πολιτική της Κίνας ή του Βιετνάμ. Δεν είναι δυνατό άλλωστε να γίνει μια τέτοια εξίσωση, γιατί έχουν διαφοροποιηθεί άρδην οι παγκόσμιες συνθήκες, οικονομικές και πολιτικές. Την εποχή της ΝΕΠ (που δε μπόρεσε να εφαρμοστεί σε μεγάλη έκταση, όσο το επιθυμούσε και ο ίδιος ο Β.Ι. Λένιν – στο βιομηχανικό τομέα αφορούσε σε 18 συμφωνίες και μόνο) στους καπιταλιστές που θα επένδυαν επιτρεπόταν η σχεδόν ολοκληρωτική έξοδος των κερδών τους εκτός Σοβιετικής Ρωσίας. Στη σημερινή Κίνα ένα σημαντικό τμήμα των κερδών των ξένων επενδυτών είναι υποχρεωτικό να πάει για εσωτερική συσσώρευση.
Αυτή η συνύπαρξη των πολλών και διαφορετικών παραγωγικών συστημάτων στην Κίνα με τον εκτεταμένο κρατικό τομέα, με μορφές κρατικού καπιταλισμού και ταυτόχρονα με καθαρό καπιταλισμό ασφαλώς δεν τη κατατάσσει στις χώρες που έχουν κοινωνικοποιήσει το σύνολο των βασικών μέσων παραγωγής. Κάτι τέτοιο δεν το υποστηρίζει ούτε η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας. Παράλληλα, όμως, τη διαφοροποιεί από τις καπιταλιστικές χώρες, που χαρακτηρίζονται από την απόλυτη κυριαρχία των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Και αυτή είναι μια σημαντική διαφορά. Μια διαφορά που επιτρέπει, μέχρις ενός βαθμού, σε περιόδους κρίσης να μη πέφτει σε κρίση και η ίδια. Και μια απόδειξη γι’ αυτό το γεγονός είναι η μεγάλη αποχώρηση κεφαλαίων, τεχνητή κατά τη γνώμη μας, που έγινε το 2015. Η οικονομία της Κίνας δε φάνηκε να επηρεάστηκε από αυτήν την αποχώρηση των ξένων κεφαλαίων, παρά τα όσα γράφτηκαν και εξακολουθούν να γράφονται.
Με όλα τα παραπάνω θέλουμε να σημειώσουμε πως η Κίνα, παρά τους χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με το παρελθόν, πράγμα που οφείλεται και στο γεγονός ότι ο όγκος της οικονομίας έχει αυξηθεί πολύ περισσότερο σε σχέση με τις προηγούμενες περιόδους, διαψεύδει τόσο το συγχρονισμό της καπιταλιστικής κρίσης όσο και τον παγκόσμιο χαρακτήρα της (πολύ περισσότερο που οι επεξεργασίες του Κόμματος τη θεωρούν καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική δύναμη).
Μια τέτοια θεώρηση, όμως, δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά και συγχύσεις ως προς τις επεξεργασίες του Κόμματος σε σχέση με το συγχρονισμό της καπιταλιστικής κρίσης. Πως στ’ αλήθεια θα δικαιολογήσει μια θέση, που τα πραγματικά οικονομικά στοιχεία την αναιρούν;
Το ερώτημα αυτό τίθεται χωρίς να αντιμετωπίζουμε όλο το «ιστορικό» του ξεσπάσματος της καπιταλιστικής κρίσης, γιατί εάν αναφερθούμε και στο πως ξέσπασε αυτή η κρίση, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα για τη Θέση του Κόμματος.
Ακολουθεί το Τρίτο Μέρος.
COMMENTS