Η Δημόσια συζήτηση για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Η συζήτηση για το μέλλον της Ευρωζώνης και συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης διεξάγεται πλέον ανοικτά και σ’ όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι σ’ αυτήν συμμετέχουν κορυφαία στελέχη της Ευρωενωσιακής ελίτ, ινστιτούτα και think tanks, που εκφράζουν τον έντονο προβληματισμό τους για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η συζήτηση αυτή έχει πυκνώσει πολύ με αφορμή την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το χαμένο δημοψήφισμα στην Ιταλία για το Ματτέο Ρέντζι, αλλά και μπροστά στις επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία , Γαλλία, πιθανώς στην Ιταλία και σε άλλες χώρες, όπου τα εκλογικά αποτελέσματα μπορούν να καταγράψουν τη μεγάλη δυσαρέσκεια των λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα με άνοδο των ακροδεξιών δυνάμεων.

Χαρακτηριστικές από αυτήν την άποψη, του κλίματος που επικρατεί, είναι οι τελευταίες δηλώσεις του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, που είναι ο Αντικαγκελάριος της Γερμανίας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό Der Spiegel, ο οποίος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να διαλυθεί η Ευρωζώνη και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ, ταυτόχρονα, δήλωσε ότι η επιμονή της Γερμανίας στη λιτότητα έχει διαιρέσει την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο περιορισμός του θέματος αυτού – της διάλυσης της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξ αιτίας της λιτότητας, δεν καλύπτει προφανώς την έκταση και το βάθος των προβλημάτων, που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη. Θα προσθέταμε ότι η επιμονή στο ζήτημα της λιτότητας αποκρύπτει επιμελώς και τον πραγματικό σχεδιασμό της Γερμανίας, που είναι η κυρίαρχη δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και που επιθυμεί να παίξει παγκόσμιο ρόλο ως ισχυρή παγκόσμια δύναμη.

Η λιτότητα, επομένως, και η δημοσιονομική πειθαρχία είναι ορισμένα από τα εργαλεία που χρησιμοποιεί η Γερμανία για τις στρατηγικές της επιδιώξεις, πριν απ’ όλα μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και που σε τελική ανάλυση εφαρμόζονται και με τη συναίνεση και όλων των αστικών τάξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και όχι μόνο της Γερμανίας, για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης. Άλλωστε τις οικονομικές κρίσεις η αστική τάξη τις ξεπέρναγε πάντα ρίχνοντας τα βάρη στον εργαζόμενο λαό.

Η πραγματική διαπίστωση που πρέπει να κάνουμε για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, κατά τη γνώμη μας, ότι εξ αιτίας της βαθύτατης αντιδραστικής της φύσης, του συνόλου των προβλημάτων που αντιμετωπίζει, με πρώτα την αδυναμία της να ξεπεράσει την οικονομική κρίση και την έκδηλη αναπτυξιακή ανισομετρία – και θα προσθέταμε τώρα και το προσφυγικό, που επιβαρύνει το πολιτικό τοπίο, έχει παρέλθει αρκετός χρόνος ώστε οι λαοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο ότι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Την αποστρέφονται πλέον.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει να έχει ακινητοποιηθεί. Το παρατηρούν και αστοί οικονομικοί αναλυτές. Οι αντιθέσεις οξύνονται στο εσωτερικό της, πληθαίνουν οι ταχύτητες, και η στάση των ΗΠΑ, μετά την εκλογή Τραμπ, γίνεται και αυτή ένας παράγοντας αβεβαιότητας για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, πέρα από το γεγονός ότι οι ΗΠΑ επηρεάζουν αποφασιστικά την πολιτική ορισμένων χωρών – μελών της σε αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν που επιθυμεί η Γερμανία και ο στενός πυρήνας των χωρών που την ακολουθεί.

Η δυσαρέσκεια των λαών της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκφράζεται τώρα πιο έντονα, αλλά δυστυχώς την καρπώνεται κυρίαρχα η ακροδεξιά, η οποία σε κάθε χώρα, σχεδόν, δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε δημοψήφισμα για την παραμονή στο ευρώ και ενδεχομένως και για την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Και στη χώρα μας η δυσαρέσκεια για την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν σε αύξουσα πορεία. Το δημοψήφισμα που πραγματοποίησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, από μία άποψη, έδειχνε και τη μεγάλη δυσαρέσκεια που επικρατούσε μέσα στον Ελληνικό λαό. Ας θυμηθούμε τη στάση των άλλων κομμάτων της αστικής αντιπολίτευσης, που ταύτισαν το «ΟΧΙ» με την προοπτική εξόδου από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αλλά ακόμη και σήμερα, και μετά την αλλαγή του «ΟΧΙ» σε «ΝΑΙ» από την πλευρά της κυβέρνησης και της αστικής αντιπολίτευσης, έχουμε απτά δείγματα του κλίματος που επικρατεί στη χώρα μας.

Σε πρόσφατη δημοσκόπηση, που πραγματοποίησε η εταιρεία ALCO, τα ευρήματα της δημοσκόπησης ανατρέπουν όλη την αστική επιχειρηματολογία περί της επιθυμίας του Ελληνικού λαού για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ. Αυτή η απάντηση, βέβαια, αναδεικνύει και τη γενικότερη τάση και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση και για το μέλλον της.

Βέβαια, από την πλευρά μας, οφείλουμε να θυμίσουμε ότι εδώ και καιρό έχει δημιουργηθεί ένας σταθερός πυρήνας μέσα στον Ελληνικό λαό της τάξης του 20 με 25%, που φτάνει να εκφράζεται υπέρ της εξόδου όχι μόνο από το ευρώ αλλά και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Την ώρα που οι τάσεις ενάντια στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση δυναμώνουν οι ακροδεξιές δυνάμεις έχουν πάρει μια σαφή θέση, αν όχι μια θέση που μπορεί να μην αντιπαρατίθεται άμεσα με τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να μιλάει για εθνική επιστροφή μέσα από μια Ευρώπη των Εθνών, δίνει, όμως, τη δυνατότητα στις ακροδεξιές δυνάμεις, άμεσα και πρακτικά, να καρπώνονται τη διογκούμενη δυσαρέσκεια των λαϊκών μαζών, να αγκιστρώνονται μέσα στην ίδια την εργατική τάξη και να αποκτούν εργατικά ερείσματα.

Απέναντι σ’ αυτήν την κατάσταση που τείνει να διαμορφωθεί – και στη χώρα μας με την προσπάθεια για ενιαία παρουσία των ακροδεξιών δυνάμεων, το Κομμουνιστικό Κίνημα τι ακριβώς αντιτάσσει; Αυτό είναι το ερώτημα.

Το Κομμουνιστικό Κίνημα πρέπει να διαμορφώσει μια θέση για την άμεση αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο όνομα της υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων, στο όνομα της αλλαγής των τάξεων στην εξουσία, σε συνθήκες που η κοινωνική συνείδηση δεν είναι ώριμη για το άμεσο πέρασμα στο σοσιαλισμό, στο όνομα της υπεράσπισης και των εθνικών συμφερόντων και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, που η ένταξη της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα αμφισβητεί.

Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να το κάνει άμεσο ζήτημα των λαϊκών μαζών, γιατί αυτήν τη θέση έχει και αυτόν το ρόλο παίζει στην καθημερινότητα των λαϊκών μαζών. Πρέπει να ανασκευάσει τη θέση του και τη στάση του.

Γι’ αυτό το λόγο δεν πρέπει να υποτιμάει ζητήματα, όπως είναι η ανάγκη ανασυγκρότησης της οικονομίας, της καταστροφής που έχει υποστεί η χώρα μας στην υλική, παραγωγική της βάση, της άμεσης κρατικοποίησης βασικών τομέων της οικονομίας της χώρας μας με την ταυτόχρονη διεκδίκηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα.

Αυτή είναι μια άμεση απάντηση, που δεν είναι βέβαια σοσιαλιστική, αλλά είναι δημοκρατική λαοκρατική, που φέρνει στο προσκήνιο κυρίως την εργατική τάξη και ως τάξη εξουσίας, που μπορεί άμεσα να εξελιχτεί σε σοσιαλιστική απάντηση.

Με μια τέτοια θέση και στάση θα αφαιρέσει το έδαφος πάνω στο οποίο αναπτύσσεται η ακροδεξιά λογοκοπία, στο όνομα, δήθεν, της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας της χώρας μας. Στα ανάλογα ζητήματα το Κομμουνιστικό Κίνημα πρέπει να βάζει τη δική του ανάλυση και σφραγίδα, που θα αντιπαρατίθεται στην ακροδεξιά δημαγωγία.

Την ίδια στιγμή οφείλει να μιλήσει για μια ενιαία στάση του Κομμουνιστικού Κινήματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρώπη γενικότερα. Γνωρίζουμε, βέβαια τις υπάρχουσες δυσκολίες για την αποκατάσταση μιας ενιαίας στάσης του Κομμουνιστικού Κινήματος στην Ευρώπη και του συντονισμού της δράσης του. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, όμως, αυτό το καθήκον είναι στη δική του ευθύνη. Και πρέπει και το μπορεί να το φέρει σε πέρας.

COMMENTS