Εκδόθηκε το 78ο Εβδομαδιαίο Δελτίο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) για την Ελληνική οικονομία, το οποίο έχει επετειακό χαρακτήρα και περιέχει σημαντικές επισημάνσεις, οικονομικού και πολιτικού ενδιαφέροντος. Ορισμένες απ’ αυτές θα τις σχολιάσουμε, γιατί, κατά τη γνώμη μας έχουν τη δική τους σημασία, αλλά αναδεικνύουν και θέματα που θα έπρεπε να απασχολούν το Κομμουνιστικό Κίνημα, φυσικά, από τη δική του τη σκοπιά. Ο γενικός τίτλος του επετειακού αυτού δελτίου είναι: «2017: Hannus Mirabilis ή Horribilis; Η επιλογή είναι στα χέρια μας», πράγμα που δείχνει ότι ακόμη και ο ΣΕΒ αναρωτιέται για το εάν το 2017 θα είναι ένα θαυμάσιο ή τρομερό έτος;
Στο πλαίσιο αυτού του ερωτήματος ο ΣΕΒ έχει και την απάντηση, θεωρώντας ότι η επιλογή εξαρτάται από τη χώρα μας. Και εδώ, βέβαια δεν περιμέναμε κάτι διαφορετικό από την πλευρά του ΣΕΒ, γι’ αυτό άλλωστε φροντίζει στο ίδιο δελτίο να δώσει και τη δική του “συνταγή” για το πως θα μπορούσε το 2017 να είναι ένα Hannus Mirabilis και όχι ένα Hannus Terribilis.
Στην προσπάθειά του αυτή ο ΣΕΒ φροντίζει να υπενθυμίσει την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων, που όλως τυχαίως είναι αυτές που προωθούνται και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να μπορέσει να ανακάμψει η οικονομία. Παρόλα αυτά είναι υποχρεωμένος, εκ των πραγμάτων, να αναγνωρίσει κάποιες αλήθειες.
Είναι υποχρεωμένος να αναγνωρίσει ότι: «Καθώς η χώρα εισέρχεται στο 8ο μνημονιακό έτος είναι ξεκάθαρο ότι τα μνημόνια καθώς και οι αξιολογήσεις, οι διαπραγματεύσεις και η αβεβαιότητα που τα συνοδεύουν δεν αποτελούν μια παροδική αναστάτωση αλλά πλέον μια μόνιμη, μεσομακροπρόθεσμου ορίζοντα, κατάσταση της χώρας. Η διαρκής εξάρτηση της χώρας από την επιτροπεία μιας ομάδας τεχνοκρατών που, επί της ουσίας, ελέγχουν την καλή εφαρμογή μιας συμφωνίας που συμπληρώνεται υπό τους ασφυκτικούς χρόνους πολιτικών διαπραγματεύσεων υψηλής έντασης αντανακλά ένα κρίσιμο έλλειμμα σχεδιασμού και άσκησης πολιτικής».
Είναι φανερό ότι ο ΣΕΒ κάνοντας λόγο για «αναστάτωση» και για μια «μόνιμη, μεσομακροπρόθεσμου ορίζοντα, κατάσταση της χώρας» δεν την εξαρτά αποκλειστικά από την παρούσα κυβέρνηση, γιατί αυτή σήμερα υπάρχει αύριο μπορεί να μην υπάρχει. Γι’ αυτόν το λόγο και συμπληρώνει την εκτίμησή του σημειώνοντας ότι «η διαρκής εξάρτηση της χώρας από την επιτροπεία…» «… αντανακλά ένα κρίσιμο έλλειμμα σχεδιασμού και άσκησης πολιτικής».
«Την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα» τη γνωρίζουμε πολύ καλά και αυτή οφείλεται στη μνημονιακή πολιτική που εφαρμόζεται, η οποία μπαίνει «αισίως» στον 8ο χρόνο. Η ομολογία ότι αυτή η κατάσταση θα πάρει «μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα» αντανακλά τη «διαρκή εξάρτηση της χώρας από την επιτροπεία», πράγμα που επιβεβαιώνει και την εκτίμηση για αντίστοιχη μεσοπρακροπρόθεσμη οικονομική στασιμότητα, γιατί αυτήν τη στιγμή, στιγμή που κρατάει 8 ολόκληρα χρόνια, την οικονομική στασιμότητα βιώνει η χώρα μας. Μια εκτίμηση που η «Νέα Σπορά» την έχει κάνει πολύ πιο πριν από τον ίδιο το ΣΕΒ, που κάνει τα πάντα για να εφαρμόζεται η μνημονιακή πολιτική, προκειμένου να έρθει μια ανάκαμψη, που, όμως, δεν έρχεται.
Αναγκάζεται και ο ΣΕΒ να μιλήσει για την εξάρτηση από την εποπτεία, δηλαδή από τους «θεσμούς», πράγμα που δε σημαίνει τίποτα διαφορετικό από αυτό που κατ’ επανάληψη έχει τονίσει η «Νέα Σπορά», ότι η οικονομική και πολιτική εξάρτηση της χώρας μας έχει ενταθεί στο πλαίσιο της παραμονής της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, γι’ αυτό ακριβώς, παράλληλα, αναγκάζεται ο ΣΕΒ να μιλήσει για «κρίσιμο έλλειμμα σχεδιασμού και άσκησης πολιτικής», πράγμα που στη «γλώσσα» της «Νέας Σποράς» σημαίνει την ανάγκη μιας ανεξάρτητης πολιτικής προς όφελος των λαϊκών μαζών και της κάλυψης των κοινωνικών τους αναγκών.
Την ανάγκη αυτή, για τους δικούς του λόγους και τα δικά του συμφέροντα την επισημαίνει και ο ΣΕΒ: «Βασικός στόχος για το 2017 πρέπει να είναι η αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας στην άσκηση των κατάλληλων δημοσιονομικών και αναπτυξιακών πολιτικών που θα δημιουργήσουν τη νέα Ελλάδα που παράγει και αποταμιεύει εντός της Ε.Ε Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί αν δεν κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις δική μας υπόθεση. Μόνο, έτσι, θα βγούμε στις αγορές και θα ξαναμπούμε στην Ενιαία Αγορά, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων, και περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων».
Είναι «φυσικό» ο ΣΕΒ να μιλάει με τους δικούς του όρους. Ταυτόχρονα, όμως, έρχεται να επισημάνει την ανάγκη για την «αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας στην άσκηση των κατάλληλων δημοσιονομικών και αναπτυξιακών πολιτικών…», πράγμα που σημαίνει ότι την πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας και παράλληλης χρηματοδότησης των Ελληνικών επιχειρήσεων πρέπει να εφαρμόζεται ως εθνικώς ανεξάρτητη πολιτική και μάλιστα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και εδώ είναι η αντίφαση.
Μια αντίφαση που την καταγράφει ο ίδιος ο ΣΕΒ, παρόλο που γνωρίζει ότι στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αδύνατον να υπάρξει εθνική ανεξάρτητη πολιτική. Αυτό που ενδιαφέρει το ΣΕΒ είναι η εθνικώς ανεξάρτητη πολιτική να περιέχει τις μεταρρυθμίσεις και χρηματοδοτήσεις που θα του αυξάνουν την κερδοφορία. Παρόλα αυτά σημειώνει: «Από την άλλη, αν διαιωνιστεί η σημερινή κατάσταση επιτροπείας από ξένους τεχνοκράτες, η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ενωμένη Ευρώπη είτε θα παραμείνει στα χαρτιά, με υποκατάσταση της απουσίας ουσιαστικής συμμετοχής από κάποια ειδική επιτροπεία είτε θα λυθεί κάποια στιγμή μέσω της αποχώρησης της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ας προσέξουμε! Ο ΣΕΒ δεν επισείει αποκλειστικά και μόνο τον κίνδυνο να εκδιωχθεί η χώρα μας από το ευρώ αλλά συνολικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση!
Είναι υποχρεωμένος να αναγνωρίσει μια κατάσταση και ταυτόχρονα να προβάλλει τα μέσα και τα μέτρα, που, υποτίθεται, ότι θα ξεπεραστεί. Γι’ αυτό το λόγο και αναφέρει στο δελτίο του: «Πίσω από τη διαπίστωση ότι όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα τα πράγματα, με την κατάσταση να συγκρίνεται μόνο με το Κραχ του 1929 (Δελτίο 3/3/2016), η χώρα αποεπενδύει με ταχείς ρυθμούς (Δελτίο 4/2/2016), με αποτέλεσμα, εάν δεν μπορέσει να προσελκύσει επενδύσεις € 100 δισ. τα επόμενα χρόνια, η υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου της κοινωνίας να οριστικοποιηθεί ως μόνιμη κατάσταση, βρίσκεται μια πραγματικότητα αστοχιών σε πολλά επίπεδα πολιτικής. Όπως, παραδείγματος χάριν, η υπερφορολόγηση που πλήττει όχι μόνο την κερδοφορία της επιχειρηματικής δραστηριότητας (Δελτίο 31/3/2016) που ποινικοποιείται ολοένα και περισσότερο, αλλά και βασικές εισροές ειδικά των οργανωμένων επιχειρήσεων που καινοτομούν, εξάγουν, καταβάλλουν καλύτερους μισθούς (Δελτίο 14/4/2016, Διάγραμμα πρώτης σελίδας), χρησιμοποιούν λιγότερο εντατικά τη μερική απασχόληση (Δ01) και τηρούν την εργασιακή και φορολογική νομοθεσία στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων».
Θα σταθούμε στα «χοντρά» της τοποθέτησης του ΣΕΒ:
Πρώτα – πρώτα αναγνωρίζει ότι η κατάσταση στη χώρα μας έτσι όπως έχει διαμορφωθεί έχει το ανάλογό της στην μεγάλη κρίση του ’29. Από μόνο του αυτό δείχνει το βάθος της κρίσης, που σαφώς έφερε και τη χρεοκοπία της χώρας. Η εκτίμηση της «Νέας Σποράς» είναι ότι αυτή η κρίση ξεπερνάει την κρίση του ’29, αλλά τώρα δεν πρόκειται να μπούμε στον κόπο να «αναμετρηθούμε» με το ΣΕΒ για το ποιος έχει δίκιο. Μας αρκεί και η εκτίμηση που κάνει.
Κατά δεύτερο αναγνωρίζει ότι το κλίμα που επικρατεί είναι η έλλειψη επενδύσεων. Δε μπαίνει στον κόπο, όμως, να εξηγήσει το γιατί δε γίνονται επενδύσεις, ενώ την ίδια στιγμή προβάλλει συνεχώς την ανάγκη των ιδιωτικοποιήσεων, δηλαδή το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.
Κατά τρίτο θεωρεί ότι υπάρχει απόλυτη ανάγκη επενδύσεων της τάξης των 100δισ. ευρώ. Θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε: Όταν οι μισθοί έχουν κατρακυλήσει στα 100 και 200 ευρώ το μήνα, όταν η μερική απασχόληση καλπάζει, όταν η φοροληστεία σε βάρος του εργαζόμενου λαού δεν έχει προηγούμενο, όταν η νόμιμη φοροαπαλλαγή για τις επιχειρήσεις βασιλεύει, όταν οι απολύσεις δίνουν και παίρνουν, όταν το πλαίσιο για τη συνδικαλιστική δράση σταθερά χειροτερεύει τι άλλο περιμένουν οι επενδυτές για να επενδύσουν ένα ποσό, που σχετικά δεν είναι μεγάλο, αν το συγκρίνει κανείς με το άρμεγμα που έχει υποστεί η χώρα όλα αυτά τα χρόνια για να σωθούν οι Γερμανικές και Γαλλικές τράπεζες και οι δανειστές να μας τα παίρνουν σαν κανονικοί τοκογλύφοι;
Ανησυχεί ο ΣΕΒ και στο βάθος έρχεται να εκφράσει τους φόβους του για μια κατάσταση που τείνει σαφώς να παγιωθεί και για την οποία έχει βάλει και ο ίδιος το χεράκι του με τους ιδιαίτερους δεσμούς που έχει με τους «θεσμούς», γεγονός που κατ’ επανάληψη έχουν δημοσιοποιήσει και αστοί οικονομικοί αναλυτές, προκειμένου να «περάσει» τα «αιτήματά» του, δηλαδή τα αντιλαϊκά μέτρα που επιδιώκει.
Προφανώς ο ΣΕΒ νομίζει(;) ότι όσο περισσότερο κερδίζουν οι επιχειρήσεις τόσο περισσότερο θα υπάρχει ανάπτυξη και θα εξασφαλίζονται θέσεις εργασίας. Μα η πραγματικότητα αυτό ακριβώς διαψεύδει. Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει.
Τέλος ο ΣΕΒ προβαίνει και σε μια άλλη εκτίμηση, που αξίζει κανείς να σταθεί με προσοχή: «Η «Ελλάδα που παράγει» φθίνει σταθερά από το 1980 και ύστερα, καθώς στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς εκτέθηκε στο διεθνή ανταγωνισμό την ίδια στιγμή που η απόκλιση της ποιότητας του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα ως προς την υπόλοιπη Ευρώπη αυξανόταν. Αυτό συνέβη διότι καθώς η πρώτη ξεκινούσε μια αποφασιστική πορεία αποστροφής προς κάθε φιλελεύθερη πρακτική και ενίσχυε παντού την αναίτια και αντιπαραγωγική γραφειοκρατία, τον κρατισμό και την υπερ-ρύθμιση (και τη διαφθορά με την οποία αυτή αναπόφευκτα συνδέεται), η Ευρώπη πορευόταν με ταχείς ρυθμούς στην αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση».
Ενδιαφέρουσα τοποθέτηση. Η «Νέα Σπορά» έχει καταθέσει με την αρθρογραφία της ότι ένας από τους παράγοντες της κρίσης της χώρας μας είναι η τότε ΕΟΚ και σήμερα Ευρωπαϊκή Ένωση και ότι οι αιτίες της κρίσης της χώρας μας πρέπει να αναζητηθούν από πιο παλιά, στη δεκαετία του ’80. Ότι η παραγωγική βάση της χώρας μας, μπαίνοντας στην ΕΟΚ και στη συνέχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ θα συρρικνωνόταν.
Έρχεται τώρα ο ΣΕΒ και αναγνωρίζει αυτήν την πραγματικότητα, η οποία έχει εξελιχτεί στο να έχει αναγάγει σε «βιομηχανία» της χώρας τον τουρισμό, την ίδια στιγμή που η παραγωγική της βάση έχει συρρικνωθεί. Μόνο που ο τουρισμός δεν πρόκειται να σώσει τη χώρα μας.
Δικαιούμαστε να ρωτήσουμε: Γιατί δεν αποδίδει τις ανάλογες ευθύνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που μας συρρίκνωσε την «Ελλάδα που παράγει» και επιμένει στον εγκλωβισμό της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία συνεχίζει να μας κατατρώει την παραγωγική μας βάση;
Όσο για τις πολιτικές που εφάρμοσαν οι άλλες χώρες και πορεύονταν «στην άλλη κατεύθυνση» ας μη μας κοροϊδεύει με τόσο απλοϊκό τρόπο ο ΣΕΒ.
Γιατί δε μας εξηγεί ο ΣΕΒ πως και γιατί, ενώ παίρνονται ανάλογα αντιλαϊκά μέτρα και τα «σωστά», κατά τη γνώμη του, μέτρα, στην κατεύθυνση της φιλελευθεροποίησης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτή βολοδέρνει στη στασιμότητα και κανείς δεν ξέρει ποιο θα είναι το μέλλον της; Δε γνωρίζει ο ΣΕΒ την κατάσταση της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας και των άλλων χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Το σημαντικό γεγονός, όμως, δεν είναι οι απόψεις του ΣΕΒ, έστω και εάν αυτές έρχονται να παραδεχτούν, με το δικό τους τρόπο, κάποιες πασιφανείς αλήθειες. Το σημαντικό είναι σ’ αυτήν την κατάσταση τι αντιπαραθέτει το Κομμουνιστικό Κίνημα. Και γι’ αυτό το θέμα έχει καταθέσει τις δικές της απόψεις η «Νέα Σπορά», που τώρα από μια άλλη σκοπιά έρχεται να τις επιβεβαιώσει και ο ΣΕΒ.
Εάν «αντιστρέψει» κανείς τις απόψεις του ΣΕΒ – «τρόπος του λέγειν», έχουμε τη γνώμη ότι προκύπτουν και τα καθήκοντα του Κομμουνιστικού Κινήματος, με πρώτο την άμεση αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ. Και αυτή πρέπει να είναι και η επιλογή μας.
COMMENTS