Αυτή η κατεύθυνση στο Εργατικό Κίνημα, που περιγράψαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου μας, που έχει αντιμονοπωλιακό – αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα, υπηρετείται μέχρι σήμερα, με διάφορες κατά καιρούς τροποποιήσεις, που απορρέουν από τα εμπόδια στην εφαρμογή της, λόγω του λαθεμένου περιεχομένου της. Το βαθύτερο νόημά της αφορά στο διαχωρισμό με τον κυβερνητικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό στο Εργατικό Κίνημα και στην προετοιμασία της εργατικής τάξης, που με τις συμμαχικές, προς αυτή, δυνάμεις πρέπει να ανατρέψουν την αστική τάξη (πάντα μια γενικότητα μπορεί να καλύψει τη συγκεκριμενοποίηση των καθηκόντων του Εργατικού Κινήματος).
Το βασικό γνώρισμα αυτής της κατεύθυνσης στη δράση του Κόμματος ήταν το γνωστό και χιλιοειπωμένο: «πάμε με όλη τη γραμμή μας». Έτσι εκφραζόταν στην πράξη. Υποτίθεται ότι αυτή η γραμμή υπηρετούσε αποτελεσματικά τον τελικό σκοπό του Κόμματος. Το στρατηγικό του στόχο. Ότι δεν παρεμβαλλόταν κάποιο ενδιάμεσο στάδιο, που απομάκρυνε την ωρίμανση του υποκειμενικού παράγοντα για την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης, με αποτέλεσμα το Επαναστατικό Κίνημα να εγκλωβίζεται σταθερά στα όρια του καπιταλισμού. Στο πλαίσιο αυτής της γραμμής καταργήθηκε και κάθε αναφορά στο Λενινιστικό μίνιμουμ πρόγραμμα ως μη αναγκαίο.
Η βασική δικαιολογία για την κατάργηση του μίνιμουμ προγράμματος ήταν ότι αυτό δεν αντιστοιχεί στη σύγχρονη εποχή, στους αντικαπιταλιστικούς στόχους, που πρέπει να έχει η εργατική τάξη, αφού δίνει τη δυνατότητα να παρουσιάζονται στην πολιτική των Κομμουνιστικών Κομμάτων παρεκκλίσεις δεξιού χαρακτήρα και να καταλαμβάνονται από τη μάστιγα του κυβερνητισμού.
Στην πραγματικότητα μια τέτοια ερμηνεία όχι απλώς είναι λάθος, αλλά παραποιεί και τη Λενινιστική παρακαταθήκη. Στην ουσία του το μίνιμουμ πρόγραμμα, στο οποίο ο Β. Ι. Λένιν επέμεινε στο να υπάρχει στο Πρόγραμμα το Κόμματος, αφορούσε αιτήματα άμεσης προτεραιότητας και την επίλυση προβλημάτων αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα, που, όμως, η πάλη για την επίλυσή τους προωθούσε τη συγκέντρωση των κοινωνικών δυνάμεων, τη συσπείρωση και την ενότητα της εργατικής τάξης, την ηγετική θέση της εργατικής τάξης, την προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας, συνολικά βοηθούσε το προλεταριάτο στην πορεία του να καταλάβει την πολιτική εξουσία. Γι’ αυτό το λόγο επέμενε ο Β. Ι. Λένιν στο να υπάρχει ένα τέτοιο πρόγραμμα, το οποίο το θεωρούσε αναγκαίο και για μετά την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Και αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι η εργατική τάξη θα έπρεπε να λύνει προβλήματα αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα, από τα οποία είχε παραιτηθεί η αστική τάξη, κάτι που συμβαίνει και στη σύγχρονη εποχή.
Έτσι αιτιολογούνται οι συχνές αναφορές της ηγεσίας του Κόμματος στη στάση που κράτησαν ορισμένα Κομμουνιστικά Κόμματα στη Δυτική Ευρώπη, που, γενικά, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, εντάχτηκαν στο ιδεολογικό ρεύμα του ευρωκομμουνισμού. Εδώ, όμως, ενώ αποδίδεται ως αιτία της στάσης των Κομμουνιστικών Κομμάτων, που έκαναν σημαία τους τον ευρωκομμουνισμό, για τη συμμετοχή τους σε αστικές κυβερνήσεις η ύπαρξη του μίνιμουμ προγράμματος – και μ’ αυτόν τον τρόπο εξηγείται, και για την περίπτωση του δικού μας Κόμματος, η αναφορά στη σταδιολογία – αποκρύβεται ο πραγματικός λόγος του κυβερνητισμού αυτών των Κομμουνιστικών Κομμάτων. Που δεν ήταν άλλος από την παραίτησή τους από τη διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας για λογαριασμό της εργατικής τάξης. Το μίνιμουμ πρόγραμμα ήταν απλώς το άλλοθι για να συγκαλυφθεί η πραγματική αιτία, η οποία παραποιούσε και την επαναστατική Λενινιστική τακτική και την ουσία του Λενινιστικού μίνιμουμ προγράμματος.
Ποια είναι η αλήθεια για το Λενινιστικό μίνιμουμ πρόγραμμα;
Αυτό το πρόγραμμα αναφερόταν σε μια σειρά αιτημάτων, ενταγμένων στο συνολικό πρόγραμμα, που αφορούσαν τα άμεσα καυτά προβλήματα των εργαζομένων και των αγροτών, μια και η πολύ μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού της τότε Ρωσίας αποτελούταν από αγρότες. Ήταν αιτήματα, που, στη σύγχρονη μορφή τους και στο περιεχόμενό τους, αντιστοιχούν σε προβλήματα άμεσου χαρακτήρα, όπως π.χ. η κατάργηση της μερικής απασχόλησης, οι αυξήσεις στους μισθούς, στις συντάξεις, η ύπαρξη ουσιαστικής κοινωνικής ασφάλισης, τα ωράρια εργασίας, το πενθήμερο, η υπεράσπιση του θεσμού των συλλογικών συμβάσεων, οι σχέσεις εργασίας, τα μνημόνια κτλ.. Το συνολικό πρόγραμμα ήταν ένα και μοναδικό πρόγραμμα στο οποίο εντασσόταν το μίνιμουμ πρόγραμμα, όχι ως ένα ξεχωριστό πρόγραμμα, που δικαιολογούσε την ύπαρξη ενός σταδίου, αλλά στο πλαίσιο μιας και μοναδικής ενιαίας επαναστατικής πορείας προς το σοσιαλισμό.
Στην περίπτωση της αντιμονοπωλιακής – αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης, που υποστηρίζει σήμερα το κόμμα, τα συνθήματα του Κόμματος προσαρμόζονται όλα πάνω στο στρατηγικό στόχο, τα άμεσα προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, χρησιμοποιούνται περισσότερο για ιδεολογική ζύμωση, για να προβληθούν λύσεις, που θα ισχύουν στο σοσιαλισμό.
Η συνδικαλιστική δράση παίρνει περισσότερο γενικό χαρακτήρα παρά συγκεκριμένο. Υποτιμάται η ύπαρξη του κρατικού τομέα στο γενικό χαρακτήρα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Τα συνδικάτα πολιτικοποιούνται σε βαθμό που αλλάζουν το χαρακτήρα τους και καταλήγουν να παίζουν διαφοροποιημένο πολιτικό ρόλο, ταυτόσημο ρόλο με αυτόν του Κόμματος.
Διαστρεβλώνεται η Μεταβατική Περίοδος οικοδόμησης του σοσιαλισμού και παρουσιάζεται ως μια «καθαρή» περίοδος στη διάρκεια της οποίας δε θα υπάρχουν άλλα παραγωγικά συστήματα (ακόμη και αυτός ο καπιταλισμός για μια συγκεκριμένη φάση της οικοδόμησης). Αιτήματα με καθαρά αστικό χαρακτήρα παραπέμπονται έτσι κι αλλιώς στο σοσιαλισμό.
Απορρίπτονται κρατικές μορφές άσκησης της πολιτικής εξουσίας, που δεν είναι αστικές αλλά ταυτόχρονα δεν ταυτίζονται με τη δικτατορία του προλεταριάτου, ενώ είναι κυρίαρχα εργατικές. Στο ζήτημα της διακυβέρνησης υπάρχει πλήρης άρνηση στο όνομα του μη ελέγχου των βασικών μέσων παραγωγής, οπότε αντιστρέφεται η σχέση πολιτικής και οικονομίας.
Δε δίνεται η Λενινιστική απάντηση, που, όταν οι Μπολσεβίκοι ήταν ακόμη μια ισχνή δύναμη μέσα στα Σοβιέτ, ο Β. Ι. Λένιν τολμούσε και τοποθετούταν ανοιχτά και ξεκάθαρα: «Είπε (Σ.Σ. Εννοεί τον υπουργό Ταχυδρομείων και Τηλεγραφείων) ότι στη Ρωσία δεν υπάρχει πολιτικό κόμμα που θα δήλωνε ότι είναι έτοιμο να αναλάβει όλη την εξουσία. Απαντώ: “Υπάρχει! Κανένα κόμμα δεν μπορεί να αποποιηθεί αυτό το πράγμα, και το κόμμα μας δεν το αποποιείται: είναι κάθε στιγμή έτοιμο να πάρει όλη την εξουσία”» (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 32, σελ. 266/267).
Ουσιαστικά ο Β. Ι. Λένιν, απευθυνόμενος από το βήμα του 1ου Πανρωσικού Συνεδρίου των Σοβιέτ των Εργατών και Στρατιωτών Βουλευτών, ξεκαθαρίζει: ότι οι Μπολσεβίκοι μπορούν να κυβερνήσουν, να αναλάβουν ολόκληρη την εξουσία, γιατί διαθέτουν πρόγραμμα, αρκεί να αποσπάσουν τη στήριξη των Σοβιέτ. Γι’ αυτό το λόγο και ζητούσε από τους εργάτες και στρατιώτες βουλευτές να εμπιστευτούν τους Μπολσεβίκους: «Εκφράστε μας την εμπιστοσύνη σας, και θα σας δόσουμε το πρόγραμμά μας» (στο ίδιο, σελ. 267).
Ταυτόχρονα διευκρίνιζε ότι: «εμείς θα προχωρήσουμε πολύ πιο πέρα», εννοώντας, φυσικά, προς τη δικτατορία του προλεταριάτου και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, γι’ αυτό άλλωστε υποστήριζε ότι όλη η εξουσία έπρεπε να περάσει στα Σοβιέτ, τα οποία και αυτά έπρεπε να προχωρήσουν, ως προς το χαρακτήρα της εξουσίας τους, διαφορετικά εάν έμειναν στάσιμα, θα ήταν άμεσος ο κίνδυνος να αφομοιωθούν από την αστική τάξη και στη συνέχεια να εκφυλιστούν: «Τα Σοβιέτ δεν μπορούν να εξακολουθήσουν να υπάρχουν όπως υπάρχουν τώρα» (στο ίδιο, σελ. 265).
Ίσως υπάρξει ο ισχυρισμός ότι οι σημερινές συνθήκες στη χώρα μας δεν αντιστοιχούν στις συνθήκες που επικρατούσαν στην τότε Ρωσία. Η απάντηση από την πλευρά μας είναι ότι: «σαφώς και οι συνθήκες είναι διαφορετικές». Πριν απ’ όλα στη χώρα μας σήμερα δεν υπάρχουν Σοβιέτ. Θεωρούμε, όμως, πως η Λενινιστική τακτική είναι επίκαιρη και σήμερα, φυσικά με την προϋπόθεση ότι θα προσαρμοστεί στις συγκεκριμένες σημερινές συνθήκες της χώρας μας.
Ας θυμηθούμε τώρα τις απαντήσεις που δίνονταν, εκ μέρους του Κόμματος, στο ζήτημα της διακυβέρνησης και της ανάληψης της εξουσίας την προεκλογική περίοδο του 2012. Και πάνω σε ποια προγραμματική πρόταση στηριζόταν το Κόμμα. Πρακτικά είχε καταργήσει το Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου, οπότε δεν υπήρχε προγραμματική πρόταση, και στο ζήτημα της διακυβέρνησης απαντούσε ότι: «κανένα κόμμα δε μπορεί να κάνει τίποτα, ούτε το ΚΚΕ, εάν δεν έχει τα κλειδιά της οικονομίας στα χέρια του»!
Στην πραγματικότητα η απάντηση αυτή ισοδυναμούσε με άρνηση ανάληψης της εξουσίας, και εδώ, εκτός από την άρνηση, έχουμε και την απόδειξη της αντιστροφής της σχέσης ανάμεσα στην πολιτική και την οικονομία.
Επιμένουμε στο ζήτημα της προγραμματικής πρότασης, γιατί θεωρούμε ότι αυτή είναι το κλειδί για την ανάπτυξη της δράσης του Εργατικού Κινήματος, επομένως και της ανασυγκρότησής του (για να κρατάμε και τους όρους που χρησιμοποιούνται περισσότερο σήμερα). Και μία από τις συγχύσεις που πρέπει να πάψει να υπάρχει είναι το εάν μπορεί να υπάρξει προγραμματική πρόταση, που να αντιστοιχεί σε μια εργατική Λαοκρατική Δημοκρατία, που θα έχει εξασφαλίσει τη συμμαχία των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων. Αυτό θα είναι ένα συγκεκριμένο βήμα προς το σοσιαλισμό, στο πλαίσιο μιας ενιαίας επαναστατικής διαδικασίας για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη.
Ας δούμε τι έγραφε ο Β. Ι. Λένιν, λίγες ημέρες πριν ξεσπάσει η Επανάσταση στη Ρωσία: «Για δοκιμάστε όμως να βάλετε στη θέση του κράτους των γιούνκερ και των καπιταλιστών, στη θέση του κράτους των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών το επαναστατικό-δημοκρατικό κράτος, δηλαδή το κράτος που καταλύει επαναστατικά κάθε λογής προνόμια, που δεν φοβάται να πραγματοποιήσει επαναστατικά τον πλήρη δημοκρατισμό. Θα δείτε ότι σ’ ένα πραγματικά επαναστατικό δημοκρατικό κράτος ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός σημαίνει αναπότρεπτα και αναπόφευκτα ένα βήμα ή μάλλον βήματα προς το σοσιαλισμό!
Γιατί, αν μια πολύ μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση μετατρέπεται σε μονοπώλιο, σημαίνει πως εξυπηρετεί όλο το λαό. Αν έγινε κρατικό μονοπώλιο, σημαίνει ότι το κράτος (δηλαδή η ένοπλη οργάνωση του πληθυσμού, πρώτα απ’ όλα των εργατών και των αγροτών, με τον όρο ότι θα υπάρχει επαναστατικός δημοκρατισμός) – το κράτος διευθύνει όλη την επιχείρηση – προς το συμφέρον τίνος;
- Είτε προς το συμφέρον των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, και τότε δεν έχουμε επαναστατικό – δημοκρατικό κράτος, αλλά αντιδραστικό – γραφειοκρατικό κράτος, ιμπεριαλιστική δημοκρατία.
- Είτε προς το συμφέρον της επαναστατικής δημοκρατίας και τότε αυτό ακριβώς είναι ένα βήμα προς το σοσιαλισμό (Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, Τόμος 34, σελ. 191/192).
Η Λενινιστική απάντηση σ’ αυτό το θέμα είναι απολύτως θετική και στη σύγχρονη εποχή είναι ακόμη πιο επίκαιρη, γιατί η εργατική τάξη είναι πλειοψηφούσα δύναμη, επομένως θα είναι και η καρδιά, η βασική δύναμη της εξουσίας της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, που θα ανοίξει το δρόμο για το σοσιαλισμό. Η κατανόηση αυτού του ζητήματος παίζει θεμελιακό ρόλο για την κατεύθυνση και την ίδια την ανασυγκρότηση του Εργατικού Κινήματος, για την πορεία της εργατικής τάξης προς το σοσιαλισμό και την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας, προκειμένου να πάρει στα χέρια της τα οικονομικά εργαλεία, τα βασικά μέσα παραγωγής, για να μπορέσει να οικοδομήσει το σοσιαλισμό.
Ακολουθεί το Τρίτο Μέρος.
COMMENTS