Η πορεία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας στη χώρα μας δεν πρόκειται να είναι ένα μονόπρακτο έργο, μια γραμμική πορεία, κατά την οποία η προβολή του στόχου της ανατροπής του καπιταλισμού και αντίστοιχα η προβολή της ανάγκης της πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης θα αρκούσαν για τη συσπείρωση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της γύρω από το ΚΚΕ, για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Σε καμία χώρα δεν ήταν ένα μονόπρακτο έργο στο παρελθόν, όπου η εργατική τάξη κατέκτησε την εξουσία και ξεκίνησε την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, ούτε πρόκειται να είναι και στο μέλλον.
Πολύ περισσότερο η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας δε σημαίνει ότι η εργατική τάξη και το κόμμα της, το Κομμουνιστικό Κόμμα, από την πρώτη στιγμή που θα πάρουν την εξουσία θα μπορούν να ελέγχουν ολοκληρωτικά την παραγωγική διαδικασία, ώστε να έχουν τη δυνατότητα με βάση, και άμεσα, τον κεντρικό σχεδιασμό να αντιμετωπίσουν τα δύσκολα προβλήματα, που θα έχουν μπροστά τους, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά.
Αυτός είναι ένας εξειδανικευμένος τρόπος σκέψης, ένας ιδεαλισμός πολύ ευάλωτος και μάλιστα θα λέγαμε και επικίνδυνος, γιατί στην πραγματικότητα καλλιεργεί αυταπάτες σε σχέση με την ίδια την οξύτητα της ταξικής πάλης, τη στάση της εσωτερικής αντίδρασης, των εξωτερικών παρεμβάσεων, περιορίζεται στο επίπεδο της ζύμωσης, σε τελική ανάλυση απομακρύνει τη σοσιαλιστική επανάσταση και την πραγματοποίησή της.
Η συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας δε θα έρθει ως αποτέλεσμα μιας απλής ζύμωσης για την ανάγκη της αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Η εργατική τάξη για να μετατραπεί από «τάξη καθ’ εαυτή» σε «τάξη για τον εαυτό της», για να αναπτύξει την ταξική και πολιτική της συνείδηση, να κατανοήσει τον ιστορικό της ρόλο, πρέπει να διαφωτιστεί, να οργανωθεί και πάνω απ’ όλα να αναπτύξει τη δράση της.
Κυρίως πρέπει να τεθεί σε κίνηση, σε δράση, γιατί η δράση είναι και ο αποτελεσματικότερος τρόπος συνειδητοποίησης της εργατικής τάξης, γιατί τότε θα κατανοήσει καλύτερα την ανάγκη της οργάνωσης και θα αφομοιώνει πολύ πιο εύκολα την πολιτική διαφώτιση της πρωτοπορίας. Και το καλύτερο έδαφος για τη συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης είναι η πάλη της για την επίλυση «για τα ώριμα προβλήματα» που αντιμετωπίζει και που είναι σε θέση να επιλύσει.
Τα παραπάνω έρχονται να υπογραμμίσουν την ανάγκη η εργατική τάξη, και κυρίαρχα η οργανωμένη πρωτοπορία της, να έχουν την καλύτερη δυνατή εικόνα των εξελίξεων στη χώρα που δρουν και επίγνωση των δυσκολιών που θα αντιμετωπίσουν. Ειδικά η πρωτοπορία πρέπει να έχει να έχει την καλύτερη δυνατή επαφή με την πραγματικότητα της χώρας και τις λαϊκές μάζες, το πώς συμπεριφέρονται. Κάτι παραπάνω. Να έχει πολύ καλή γνώση των παγκόσμιων εξελίξεων και το πώς εντάσσεται η χώρα μας σ’ αυτές.
Τα βασικά «κλειδιά», τις κατευθυντήριες γραμμές πάνω στις οποίες πρέπει να κινηθούν η εργατική τάξη και η πρωτοπορία της μας τις έχουν κληρονομήσει οι Κλασσικοί μας και δεν πρόκειται να ανακαλύψουμε για άλλη μια φορά τον τροχό.
Δύο είναι οι βασικές αρχές, στις οποίες πρέπει να υποτάσσουν τη δράση τους η εργατική τάξη και αντίστοιχα η πρωτοπορία της σε κάθε χώρα, κατά τον Β. Ι. Λένιν: Πρώτο: Με βάση την πάλη για την επίλυση των ώριμων προβλημάτων, που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη, πρέπει να «τραβήξουν» την ταξική πάλη μέχρι την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Δεύτερο: ότι η δράση τους αυτή σε εθνικό επίπεδο οφείλει να υποτάσσεται στα συμφέροντα της παγκόσμιας επανάστασης, του παγκόσμιου σοσιαλισμού.
Στο πλαίσιο αυτό η δράση της εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας της είναι επαναστατική, σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο, σε κάθε χώρα ξεχωριστά, μέσα και έξω από το κοινοβούλιο και κυρίως έξω από το κοινοβούλιο, γιατί αφορά στην πάλη της με κατεύθυνση την ανατροπή της αστικής τάξης και της πολιτικής της εξουσίας. Γι’ αυτό το λόγο η επαναστατική δράση δε διασπάται, παρόλο που στην εξέλιξή της μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες φάσεις και στάδια.
Πρόκειται για μια ενιαία επαναστατική διαδικασία, που το τέρμα της είναι η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη σε όλες τις χώρες, που οι υλικές συνθήκες αλλά και ο υποκειμενικός παράγοντας έχουν ωριμάσει για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Επομένως το πρόβλημα της ανάπτυξης της δράσης της εργατικής τάξης και της πολιτικής της πρωτοπορίας δε συγκεντρώνεται στην αμφισβήτηση της σοσιαλιστικής επανάστασης, στην αναγκαιότητα και επικαιρότητα του σοσιαλισμού. Δεν είναι πρόβλημα στρατηγικής.
Άλλωστε η στρατηγική καθορίζεται κυρίαρχα από δύο βασικούς παράγοντες:
Πρώτο: Από το χαρακτήρα της εποχής, που περνάει ο παγκόσμιος καπιταλισμός. Βρισκόμαστε στο ιμπεριαλιστικό στάδιο της εξέλιξης του καπιταλισμού και πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η εποχή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων έχει ανοίξει, πράγμα που σημαίνει, επίσης, ότι η εποχή μας είναι εποχή μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Στη διάρκεια αυτής της εποχής πραγματοποιήθηκαν όλες οι επαναστάσεις, που προώθησαν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, με πρώτη τη Μεγάλη Σοσιαλιστική Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία.
Δεύτερο: Από την ωριμότητα των υλικών συνθηκών σε εθνικό επίπεδο. Στη χώρα μας η αστική τάξη διαθέτει την πολιτική εξουσία, ενώ ως προς την ανάπτυξη των παραγωγικών της δυνάμεων εξακολουθεί να βρίσκεται σ’ ένα μέσο επίπεδο ανάπτυξης, με φανερή, όμως, την τάση συρρίκνωσης της υλικής της παραγωγής, της καταστροφής ανθρώπινων και υλικών παραγωγικών δυνάμεων.
Το γεγονός ότι η αστική τάξη διαθέτει την εξουσία και ο καπιταλισμός στη χώρα μας βρίσκεται στο μονοπωλιακό του στάδιο, έστω και εάν οι παραγωγικές της δυνάμεις βρίσκονται σ’ ένα μέσο επίπεδο ανάπτυξης, προσδιορίζει το χαρακτήρα της επερχόμενης επανάστασης ως σοσιαλιστικής. Από εδώ προκύπτει ότι το άμεσο καθήκον της πρωτοπορίας είναι να οδηγήσει την εργατική τάξη και τους συμμάχους της στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας με σκοπό την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Επομένως το να κατηγορείται κανείς ότι παρεμβάλλει ένα στάδιο ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, το οποίο αντιστοιχεί σ’ έναν κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό και «δια της τεθλασμένης» να υποστηρίζεται ότι ο παρεμβαλλόμενος κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός εξακολουθεί να είναι ο καπιταλισμός δεν είναι καν μια κατηγορία. Είναι μια ανοησία. Όπως θα έλεγε και ο Β. Ι. Λένιν «αυτός δεν είναι μαρξισμός».
Και δεν είναι μαρξισμός, γιατί το πρόβλημα συγκεντρώνεται στο πως θα κατακτήσει η εργατική τάξη την εξουσία και όχι εάν αμφισβητείται η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Και το πρόβλημα αυτό είναι άμεσα συναρτημένο με το κατά πόσο η εργατική τάξη έχει συνειδητοποιήσει αυτήν την αναγκαιότητα ή – με άλλα λόγια, την εξαρτά από παράγοντες, οι οποίοι την οδηγούν να αναστέλλει τη δράση της ακόμη και για τα άμεσα προβλήματά της.
Θα φέρουμε ένα παράδειγμα. Κατά τη γνώμη μας παράγοντας αναστολής, όχι βέβαια ο μοναδικός, της δράσης της εργατικής είναι το γεγονός ότι θεωρεί παγιωμένη κατάσταση τη μνημονιακή πολιτική, παρά το γεγονός ότι έχει συνειδητοποιήσει πλήρως την αντιλαϊκότητα αυτής της πολιτικής, όταν ακούει ότι αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα θα δοθούν, όταν η ανεργία στη χώρα μας πέσει κάτω από το 10%. Νομίζουμε ότι έτσι εξηγείται και το γιατί δεν κινητοποιείται η εργατική τάξη ακόμη και για τις απώλειες που έχει υποστεί μέχρι σήμερα.
Και εδώ η τακτική του Κόμματος παρουσιάζει αντιφάσεις και ανακολουθίες, γιατί ταυτίζεται με τη στρατηγική. Το πρόβλημα της ανεργίας είναι ένα άμεσο και καυτό πρόβλημα της εργατικής τάξης. Με τις εξελίξεις στην περίπτωση της αλυσίδας των εταιρειών του Μαρινόπουλου ο Σύλλογος των Εμποροϋπαλλήλων, που ελέγχεται από το ΠΑΜΕ, έβαλε ως αίτημα τη διάσωση της εργασίας των εργαζομένων στις εταιρείες του Μαρινόπουλου. Την ίδια θέση πήρε το Κόμμα και για τους εργαζόμενους στα τηλεοπτικά κανάλια.
Την ίδια στιγμή ακούει από την ηγεσία του Κόμματος ότι τα κανάλια στο σοσιαλισμό θα είναι κοινωνική ιδιοκτησία, ενώ ανώτατα στελέχη του Κόμματος εξηγούν ότι στο σοσιαλισμό, που θα έχουν κοινωνικοποιηθεί τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής θα υπάρξει η κρατικοποίηση του εμπορίου και με την έννοια αυτή δε θα προκύπτει πρόβλημα ανεργίας.
Αυτό που καταλαβαίνουν οι εργαζόμενοι είναι ότι για να διασώσουν τις θέσεις εργασίας, που κινδυνεύουν να χάσουν σήμερα, είναι να πραγματοποιήσουν τη σοσιαλιστική επανάσταση. Μακάρι τα πράγματα να ήταν τόσο εύκολα και ευθύγραμμα για να μην είχαν χάσει οι εργαζόμενοι, και εμείς μαζί μ’ αυτούς, το δρόμο τους. Δυστυχώς, όμως, δεν είναι τόσο εύκολα. Πολύ περισσότερο δεν είναι τόσο εύκολα, όταν υπάρχει και η επίσημη εκτίμηση ότι το Εργατικό Κίνημα βρίσκεται σε ύφεση, πράγμα που μας το έδειξαν και οι κινητοποιήσεις στη ΔΕΘ.
Η τακτική για ένα Κομμουνιστικό Κόμμα είναι η πολιτική, που αποσκοπεί στη συγκέντρωση των κοινωνικών δυνάμεων, της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, στην οργάνωση των λαϊκών μαζών, στη διαφώτιση των εργαζομένων, στην ενότητα της εργατικής τάξης, στη σφυρηλάτηση των κοινωνικών συμμαχιών, στην ανάπτυξη της δράσης Εργατικού Κινήματος και της κοινωνικής συμμαχίας.
Όλα αυτά τα καθήκοντα, επειδή η τακτική δεν ταυτίζεται, αλλά και δε διαχωρίζεται από τη στρατηγική, είναι και στρατηγικής σημασίας καθήκοντα για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη.
Χωρίς την ενότητα και την κατάκτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης δε μπορεί να μπει θέμα κατάκτησης της εργατικής εξουσίας, Χωρίς την ανάπτυξη της δράσης της εργατικής τάξης δε μπορεί να υπάρξει επαναστατική κατάσταση. Χωρίς τη διαφώτιση και την πολιτική δουλειά του Κόμματος δε μπορεί να κατανοήσει η εργατική τάξη τον ιστορικό της ρόλο. Χωρίς την κοινωνική συμμαχία δεν εξασφαλίζεται η πλειοψηφία των λαϊκών μαζών.
Η τακτική, στη σχετική της αυτοτέλεια, συγκεντρώνεται στην πολιτική, που πρέπει να ακολουθήσει η πρωτοπορία, προκειμένου να πραγματοποιήσει τα παραπάνω καθήκοντα, στο έδαφος των ώριμων προβλημάτων προς επίλυση, προκειμένου να φτάσει την ταξική πάλη μέχρι την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Αξιοποιεί τις κυρίαρχες αντιθέσεις για να φέρει στο προσκήνιο την επίλυση της βασικής αντίθεσης.
Γι’ αυτό το λόγο και εμείς από την πλευρά μας δε ταυτίζουμε την ύφεση που υπάρχει στο Εργατικό Κίνημα με τις διαθέσεις των εργαζομένων για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης, όταν η πρωτοπορία δεν έχει τη σωστή τακτική.
Και για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Από την πλευρά μας πιστεύουμε ότι οι αγωνιστικές διαθέσεις των λαϊκών μαζών υπάρχουν, αλλά δε βρίσκουν διέξοδο. Πιστεύουμε ότι η εργατική τάξη και τα καταστρεμμένα μικρομεσαία στρώματα έχουν συνειδητοποιήσει περισσότερο από πριν την αντιλαϊκότητα της μνημονιακής πολιτικής και μ’ αυτήν την έννοια έχουν ταξικά συνειδητοποιηθεί περισσότερο. Έχουν καταλάβει τον αντιδραστικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ γι’ αυτό και εντείνεται η δυσαρέσκεια και η απόρριψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ. Και πάνω σ’ αυτήν την εκτίμηση στηρίζεται η πρόταση εξόδου από την οικονομική κρίση που καταθέτουμε, εδώ και τόσο καιρό.
Οι κίνδυνοι για τη χώρα μας και τους εργαζόμενους εντείνονται ακόμη περισσότερο σήμερα, όσο αυτή παραμένει δέσμια της μνημονιακής πολιτικής και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών.
Η οικονομική ζωή της χώρας μας ελέγχεται πλήρως από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτε τα 246 εκατ. ευρώ, που αναμένεται να αποκομίσει η κυβέρνηση από τις τηλεοπτικές άδειες μπορούν να διατεθούν για τις άμεσες ανάγκες των εργαζομένων. Θα πάνε για την αποπληρωμή του χρέους.
Το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας μας ελέγχεται πλήρως από την Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα. Καμία απόφαση δε μπορεί να παρθεί ερήμην της ΕΚΤ και των άλλων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το υπερταμείο θα ελέγχει και θα ξεπουλάει όλη τη δημόσια περιουσία της χώρας μας για 99 χρόνια.
Τα δημόσια έσοδα ελέγχονται πλήρως από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση δεν έχει καμία αρμοδιότητα στη Γραμματεία εσόδων.
Η ΕΛΣΤΑΤ ελέγχεται από την Eurostat, επομένως τα στατιστικά στοιχεία της χώρας μας μπορούν να μαγειρεύονται κατά το δοκούν, πέρα και έξω από τα πραγματικά δεδομένα.
Με το διακανονισμό για τα κόκκινα δάνεια η χώρα μας θα χάσει από την παραγωγική της βάση και ό,τι δε χάσει θα ελέγχεται από ξένα κεφάλαια.
Τα βασικά μας αεροδρόμια ελέγχονται από μια κρατική εταιρεία της Γερμανίας, γεγονός που παίζει ρόλο και για την ασφάλεια της χώρας μας.
Οι τηλεπικοινωνίες ελέγχονται από ξένες εταιρείες.
Σε λίγο θα εκχωρηθούν και τα λιμάνια της χώρας μας.
Οι σιδηρόδρομοι θα εκχωρηθούν σε κρατική εταιρεία της Ιταλίας.
Τα κολέγια, που είναι παραρτήματα ξένων κρατικών πανεπιστημίων, φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια. Τα δικά μας πανεπιστήμια διαλύονται, το σύνολο της παιδείας βρίσκεται υπό διάλυση.
Το νερό παραδίδεται στο υπερταμείο για να εκχωρηθεί σε ιδιωτικές εταιρείες.
Η ενέργεια παραδίδεται σε ιδιωτικές εταιρείες. Τα ενεργειακά ορυκτά της χώρας μας παζαρεύονται με ξένες εταιρείες.
Οι δρόμοι έχουν ιδιωτικοποιηθεί και σειρά παίρνει και η Εγνατία.
Το ΝΑΤΟ βρίσκεται μέσα στα πόδια μας και θα αποκτήσει και άλλη βάση στην Κάρπαθο.
Το Κυπριακό πάει να κλείσει με μία λύση, σύμφωνα με τις επιθυμίες των ΗΠΑ, μέσα στο 2016, που θα ισοδυναμεί με επίσημη διχοτόμηση.
Οι εργαζόμενοι θα ζουν κάτω από το βάρος της συνεχούς εξαθλίωσης και των μισθών πείνας.
Για την ανεργία προβλέπεται ότι θα υπάρχει μια ουσιαστική μείωση στη δεκαετία του 2030 στα επίπεδα του 2009.
Η μετανάστευση φουντώνει όλο και πιο πολύ και ειδικά για τη νεολαία και το επιστημονικό δυναμικό της χώρας μας.
Η οικονομία της χώρας είναι καταδικασμένη σε μακρόχρονη στασιμότητα.
Οι προβλέψεις για την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι δυσοίωνες και πολλοί οικονομικοί αναλυτές μιλάνε για την επόμενη κρίση, ενώ εντείνονται οι αντιθέσεις και τα διαλυτικά φαινόμενα στο εσωτερικό της.
Ο Δυτικός καπιταλισμός ασθμαίνει και οι ρυθμοί ανάπτυξης συνεχώς αναθεωρούνται προς τα κάτω.
Το ΝΑΤΟ ανά πάσα στιγμή μπορεί να μας εμπλέξει σε πολεμικές περιπέτειες στην περιοχή μας.
Η Εκκλησία ενδιαφέρεται για το πώς θα εξαιρεθεί η περιουσία της από το υπερταμείο και ασχολείται με το μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία μπροστά σε μια δειλή πρόταση του υπουργείου παιδείας..
Ποτέ η χώρα μας, μετά την μεταπολίτευση δε βρέθηκε στη σημερινή της θέση με την πολιτική και οικονομική εξάρτηση να «ζει και να βασιλεύει»! Η Ελλάδα είναι μία χώρα με τυπική ανεξαρτησία.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν άμεσα προβλήματα για τη χώρα μας και δε μπορούν να βρουν τη λύση τους εάν δεν αλλάξει ο χαρακτήρας της εξουσίας με την αλλαγή των τάξεων στην εξουσία. Οι κοινωνικές δυνάμεις που έχουν πληγεί από αυτήν την πολιτική της ντόπιας αστικής τάξης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα.
Αυτές είναι οι κοινωνικές δυνάμεις που έχουν διαμορφώσει μια κοινωνική συμμαχία από τη θέση που έχουν βρεθεί απέναντι στην ίδια πολιτική. Μπορούν να διαμορφώσουν και μια κοινωνική συμμαχία, που θα διεκδικήσει την πολιτική εξουσία, που θα εκδιώξει την αστική τάξη από την εξουσία, με στόχο βασικοί οικονομικοί τομείς να κρατικοποιηθούν, να ανασυγκροτηθεί η οικονομία για να καλύπτει τις κοινωνικές ανάγκες των εργαζομένων, να αποδεσμευτεί η χώρα μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, να διαγραφεί το χρέος, να παρθούν άμεσα μέτρα για τους εργαζόμενους, για την παιδεία και την υγεία, για την κοινωνική ασφάλιση, τους συνταξιούχους, για την ασφάλεια και την κυριαρχία της χώρας μας, την κατοχύρωση της εθνικής μας ανεξαρτησίας, τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων, την υπεράσπιση των κοινωνικών τους κατακτήσεων.
Αυτή η πρόταση εξόδου από την οικονομική κρίση θα είναι πρόγραμμα της κοινωνικής συμμαχίας με πρωταγωνιστή την εργατική τάξη. Πρόκειται για μια επαναστατική πρόταση, που θα εγκαθιδρύσει μια επαναστατική εξουσία, ένα επαναστατικό κράτος. Μέσα από αυτήν την τακτική θα αναπτυχθεί η ταξική και πολιτική συνείδηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για να ανοίξει και ο δρόμος για το σοσιαλισμό.
Όπως γίνεται φανερό η πρόταση αυτή δεν αντιστοιχεί σε κανέναν ενδιάμεσο κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, δεν αφορά τη διαχείριση του καπιταλισμού, αφού οι βασικοί οικονομικοί τομείς θα ανήκουν στο κράτος, η αστική τάξη θα έχει εκδιωχθεί από την εξουσία και στη θέση της θα βρίσκεται η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα, ενώ παράλληλα θα παίρνονται μέτρα στην κίνηση των κεφαλαίων.
Αντιστοιχεί όμως σε μια επαναστατική εξουσία στην οποία θα κυριαρχεί η εργατική τάξη και φυσικά η πρωτοπορία της θα παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο να ανοίξει, παράλληλα με την κινητοποίηση των λαϊκών μαζών και την άμεση στήριξή τους, το δρόμο για το σοσιαλισμό.
Αυτή η πρόταση μπορεί να δώσει διέξοδο στις αγωνιστικές διαθέσεις των λαϊκών μαζών, στη μεγάλη δυσαρέσκεια και το θυμό, που δείχνουν και νιώθουν απέναντι στην πολιτική που εφαρμόζεται, είναι κατανοητή και οικεία για τη μεγάλη πλειοψηφία των λαϊκών μαζών, μπορούν να μπουν στη μάχη για να την υπερασπιστούν. Σήμερα παρά ποτέ είναι επίκαιρη και αναγκαία.
COMMENTS