Τι περιμένουν οι εργαζόμενοι; – Μέρος Β’

 

Μετά και την ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, ως είθισται, ήρθε άλλη μια επιβεβαίωση για την πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει η κυβέρνηση. Ο απολογισμός της κυβέρνησης ήταν άκρως παραπλανητικός και δημαγωγικός από δύο πλευρές:

Πρώτο, γιατί δεν έκανε έναν απολογισμό με βάση τα όσα μέτρα είχε δεσμευτεί ως προς το αλήστου μνήμης «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» – έστω αυτών των ελάχιστων και ανεπαρκών μέτρων που περιείχε, δεύτερο, γιατί οι επιτυχίες που απαρίθμησε αφορούσαν την ενίσχυση των δυνάμεων του κεφαλαίου και τη διαχείριση της ακραίας φτώχιας.

Από κοντά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος φρόντισε – σε συνέντευξή του στο ΣΚΑΪ, αρχικά, και στη REALNEWS, στη συνέχεια, να αποσαφηνίσει την πολιτική που θα ακολουθήσει και αυτός, στο ενδεχόμενο που θα μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση, εάν και εφόσον πραγματοποιηθούν εκλογές, όπως επίμονα απαιτεί και τις οποίες θεωρεί ότι θα κερδίσει.

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να αποκλίνει από τις δεσμεύσεις της, που έχει αναλάβει με το μνημόνιο, όπως διαβεβαίωσε και πάλι στην ομιλία του ο Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ, όπως, επίσης, το γεγονός ότι οι εταίροι μας φρόντισαν να ξεκαθαρίσουν ότι πρέπει να εφαρμοστούν στο ακέραιο αυτές οι δεσμεύσεις δεν αφήνει κανένα περιθώριο για το ποιος θα εξακολουθήσει να «πληρώνει το μάρμαρο» της οικονομικής κρίσης, της αμφιλεγόμενης επερχόμενης ανάπτυξης και της υποτιθέμενης «δίκαιης ανάπτυξης»!

Από την άποψη αυτή θα πρέπει να θεωρήσουμε ως απολύτως «φυσιολογικό» το επίπεδο και το περιεχόμενο της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη Νέα Δημοκρατία σε σχέση με το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα: ότι το τρίτο μνημόνιο, που από κοινού ψήφισαν η κυβέρνηση και οι άλλες δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης, ως συνέχεια των δύο προηγούμενων, αποτελεί το μονόδρομο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αστικής τάξης της χώρας μας για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ και το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης, φυσικά σε βάρος των εργαζομένων και των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων.

Παραπλανητική και δημαγωγική είναι και η στάση της Νέας Δημοκρατίας. Από τη μια μεριά αξιοποιεί το γεγονός της αθέτησης των δεσμεύσεων του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνησης – φτάνει να αξιοποιεί μέχρι και τη δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ για κατάργηση των μνημονίων μ’ ένα νόμο και ένα άρθρο! Από την άλλη μεριά τον «χαϊδεύει» λέγοντας ότι «αναγκαστικά κινείται σε φιλελεύθερη τροχιά»!

Την ίδια στιγμή επικεντρώνει πάνω στον Αλέξη Τσίπρα για να τον φθείρει, επιχειρεί επιλεγμένους διαχωρισμούς σε κυβερνητικά στελέχη και μη, σε «σοβαρούς και μη σοβαρούς», κατηγορεί την κυβέρνηση ότι «δε μπορεί να εφαρμόσει με συνέπεια το φιλελεύθερο δρόμο, που αποδείχτηκε ότι είναι μονόδρομος, επειδή είναι ανίκανη», τέλος, ενώ κατηγορεί την κυβέρνηση για τη «ληστεία σε βάρος των εργαζομένων» που επιδίδεται, την ίδια στιγμή την κατηγορεί για «τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής», επικαλούμενη αποκλίσεις από τους οικονομικούς στόχους, που, όμως, αυτοί προκύπτουν από τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους για το τρίτο μνημόνιο.

Το τελικό επιστέγασμα της κριτικής της Νέας Δημοκρατίας είναι ότι προσπαθεί να δικαιολογήσει την αντιλαϊκότητα της κυβερνητικής πολιτικής ως αποκλειστικά κυβερνητικής «κοψιάς», βγάζοντας από το κάδρο των πολιτικών της τοποθετήσεων επιμελώς ότι πρόκειται για τη γενική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αποδέχεται και επιδιώκει και η ντόπια αστική τάξη, αποκρύβοντας μ’ αυτόν τον τρόπο ότι στην περίπτωση που θα γίνει κυβέρνηση θα ακολουθήσει το μνημονιακό μονόδρομο, που ισχύει για όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ταυτόχρονα και για τη χώρα μας.

Μ’ αυτήν την έννοια η Νέα Δημοκρατία προσπαθεί να τεκμηριώσει τη θέση της ότι υπάρχει πολιτικό πρόβλημα με την παραμονή της κυβέρνησης στην κυβερνητική εξουσία και μ’ αυτήν την έννοια «παίζει» προπαγανδιστικά ανάμεσα στην παραίτηση της κυβέρνησης και του αιτήματος για εκλογές. Δεν υπάρχει κανένα λαϊκό ενδιαφέρον στην κριτική που ασκεί προς την κυβέρνηση. Το μόνο ενδιαφέρον της Νέας Δημοκρατίας είναι για το πώς θα εξασφαλιστούν τα συμφέροντα των ντόπιων και ξένων κεφαλαιούχων και καπιταλιστών.

Κατ’ αντίστροφο τρόπο κινείται η κυβέρνηση. Προσπαθεί να πείσει τον Ελληνικό λαό και τους εργαζόμενους ότι μια ενδεχόμενη επιστροφή της Νέας Δημοκρατίας στην κυβερνητική εξουσία θα σημάνει καταστροφή για τον τόπο. Το μόνο σίγουρο για την πολιτική της Νέας Δημοκρατίας που πρόκειται να εφαρμόσει είναι ότι θα συνεχίσει στο μονόδρομο της μνημονιακής πολιτικής, που εφαρμόζεται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενδεχομένως και με πιο «συνεπή» τρόπο.

Αυτή η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας θα είναι το ίδιο καταστροφική όσο και της σημερινής κυβέρνησης, αφού είναι πολιτική «μιας κοπής και μιας ραφής». Της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στο πλαίσιο αυτό οι τσακωμοί ανάμεσα στην κυβέρνηση και στη Νέα Δημοκρατία δεν πρέπει να αποπροσανατολίσουν τους εργαζόμενους και συνολικά τον Ελληνικό λαό. Η διαμάχη π.χ. που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη Νέα Δημοκρατία για τις άδειες των τηλεοπτικών καναλιών είναι ένα δείγμα της προσπάθειας που κάνουν να ελέγξουν την ενημέρωση για να την αξιοποιήσουν για τις επερχόμενες πολιτικές εξελίξεις.

Για τους εργαζόμενους δε δίνουν δεκάρα τσακιστή και οι δύο. Διαφορετικά εάν είχαν ως κριτήριο τις απολύσεις των εργαζομένων θα υπερασπίζονταν τους εργαζόμενους και όταν τα κανάλια απέλυαν σωρηδόν δημοσιογράφους και τεχνικούς και πριν από το διαγωνισμό της αδειοδότησης.

Και οι δύο ξεκινάνε την πολιτική τους «λογική» από την ίδια αφετηρία. Ότι ο κύκλος της κρίσης έχει «πιάσει πάτο» και ελπίζουν σε μια ανάκαμψη, που η μεν κυβέρνηση θέλει να την αξιοποιήσει για να παραμείνει στην κυβερνητική εξουσία για να συνεχίσει το μονόδρομο της μνημονιακής πολιτικής, η δε Νέα Δημοκρατία, υποτίθεται, για να σιγουρέψει με την πολιτική της την ανάκαμψη. Γι’ αυτό άλλωστε υπόσχεται 4% ανάπτυξη!

Και οι δύο, όμως, παρακάμπτουν τις συνέπειες της πολιτικής τους και της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια ενδεχόμενη ανάκαμψη, εάν και εφόσον θα έρθει, θα την έχουν πληρώσει ακριβά οι εργαζόμενοι εκ των προτέρων και θα συνεχίσουν να την πληρώνουν.

Κατά τη γνώμη μας, και ανεξάρτητα από το τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις που εμφανίζονται, που κρύβουν και σαφείς πολιτικές σκοπιμότητες, το πολιτικό πρόβλημα που υπάρχει δεν είναι το πώς θα απαλλαγεί ο Ελληνικός λαός από την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για να φορτωθεί στην πλάτη του μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με τους όποιους ενδεχόμενους συμμάχους της. Το πολιτικό πρόβλημα είναι να απαλλαγεί από την πολιτική που εφαρμόζουν ή πρόκειται να συνεχίζουν να εφαρμόζουν τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ με τους συμμάχους του όσο και η Νέα Δημοκρατία αυτοδύναμη ή με τους δικούς της συμμάχους.

Και νομίζουμε ότι αυτό είναι ένα καλό και πολύ επίκαιρο σημείο εκκίνησης για τη συζήτηση μιας εναλλακτικής πρότασης εξόδου από την οικονομική κρίση, γιατί μέσα στον Ελληνικό λαό η άποψη αυτή βρίσκει απήχηση. Άλλωστε όλα τα αστικά ΜΜΕ η προσπάθεια που καταβάλλουν είναι το πώς θα αποφύγουν μια τέτοια συζήτηση.

Το πρόβλημα, επομένως, επικεντρώνεται στο να προσδιορίσουμε τους συγκεκριμένους παράγοντες που θα στοιχειοθετήσουν την εναλλακτική πρόταση εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία της χώρας μας, που θα φέρει και την ανατροπή της πολιτικής που εφαρμόζεται.

Η «Νέα Σπορά» έχει ήδη καταθέσει την πρότασή της και με την αρθρογραφία της την έχει αναλύσει, κατά τη γνώμη της, επαρκώς. Σήμερα, νομίζουμε, έχουν προστεθεί πολύ περισσότερα στοιχεία, τα οποία ενισχύουν την πρόταση της «Νέας Σποράς», τόσο σε ότι αφορά την εθνική όσο και τη διεθνή διάσταση μιας ανάλογης πρότασης.

Στην κατεύθυνση αυτή η τρίτη και τελευταία συνέχεια του άρθρου μας θα ασχοληθεί με αυτό ακριβώς το θέμα, προσκομίζοντας όλα αυτά τα στοιχεία που επαληθεύουν και καθιστούν απολύτως επίκαιρη και έγκυρη την πρόταση της «Νέας Σποράς».

COMMENTS