Για το πραξικόπημα στην Τουρκία

Ασφαλώς για να ξεκινήσει κανείς να αναλύει και να προσδιορίσει με ακρίβεια ποιος ήταν ο συγκεκριμένος λόγος, που οδήγησε ένα τμήμα του στρατού της Τουρκίας να επιχειρήσει το πραξικόπημα, πρέπει να ξεκινήσει από τις ενδοαστικές αντιθέσεις, που υπάρχουν στην ίδια την Τουρκία και που η πρακτική τους έκφραση εκδηλώνεται στην πρόθεση του Ταγίπ Ερντογάν να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος των πολιτικών εξελίξεων στην Τουρκία μέσω της συνταγματικής αναθεώρησης, που θα του μεταφέρει όλη την εξουσία στα χέρια του με ένα προεδρικό σύστημα στην προοπτική ενός ισλαμικού κράτους.

Αυτές οι αντιθέσεις εκδηλώνονται και στο επίπεδο των πολιτικών κομμάτων αλλά και στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η απομάκρυνση του πρώην πρωθυπουργού Αχμέντ Νταβούντογλου πραγματοποιήθηκε με την κατηγορία ότι καθυστερεί τη διαδικασία των συνταγματικών αλλαγών.

Είναι επίσης γνωστές οι κάκιστες σχέσεις του Ταγίπ Ερντογάν με τον πρώην πρόεδρο της Τουρκίας Αμπντουλάχ Γκιουλ, που φέρεται να διαφωνεί με την πολιτική του Ταγίπ Ερντογάν, παρά το γεγονός ότι καταδίκασε το πραξικόπημα αφήνοντας και αυτός αιχμές ενάντια στις ΗΠΑ λέγοντας ότι «η Τουρκία δεν είναι κάποιο κράτος της Λατινικής Αμερικής».

Στο ίδιο πλαίσιο πρέπει να συμπεριλάβει κανείς και το ρόλο και τις αντιθέσεις των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων – που θέλουν να ελέγχουν τις εξελίξεις στην Τουρκία. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται ζωηρά για τη στάση της Τουρκίας, για το πώς θα ενταχθεί στην περικύκλωση της Ρωσίας για το ρόλο της γενικότερα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Είναι γνωστό ότι υπήρξαν έντονες αντιθέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία για τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και πιο συγκεκριμένα για το Συριακό πόλεμο, το Κουρδικό ζήτημα κτλ..

Γι’ αυτό και οι ΗΠΑ, με την πρώτη διπλωματικά διατυπωμένη δήλωση του υπουργού εξωτερικών Τζον Κέρι, δεν έπεισαν κανέναν ότι καταδίκασαν ρητά το πραξικόπημα, δίνοντας την αίσθηση ότι το υποστήριζαν. Άλλωστε οι συμμετέχοντες στο πραξικόπημα φέρονται ως «δικοί τους άνθρωποι». Στη συνέχεια περιορίστηκαν στο να εκφράσουν την ανάγκη της «τήρησης της συνταγματικής νομιμότητας και την αποφυγή της αιματοχυσίας». Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις άλλων δυνάμεων, της Γερμανίας, της Ρωσίας κτλ..

Πρόκειται για δηλώσεις, που, επί της ουσίας, δεν πρέπει να θεωρηθούν ότι είναι αναγκαστικά υποστηρικτικές στο πρόσωπο του Ταγίπ Ερντογάν, αλλά άφηναν το περιθώριο μιας αναμονής, που θα εξαρτιόταν από τις εξελίξεις και την έκβαση του πραξικοπήματος.

Θα πρέπει να θυμίσουμε ότι ειδικά οι ΗΠΑ ουδέποτε καταδίκασαν τα πραξικοπήματα του Τουρκικού στρατού. Μόνο σ’ αυτό το πραξικόπημα οι ΗΠΑ – και με καθυστέρηση, τάχτηκαν υπέρ του Ταγίπ Ερντογάν, με δηλώσεις του ίδιου του Μπαράκ Ομπάμα, σημειώνοντας, παράλληλα, ότι πρέπει να κρατήσει στάση δικαίου απέναντι στους πραξικοπηματίες και διαφύλαξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γενικότερα στην Τουρκία.

Είναι απορίας άξιο για ποιο λόγο οι ΗΠΑ απειλούν την Τουρκία, δια του Τζον Κέρι, ακόμη και με απομάκρυνση από το ΝΑΤΟ, στην περίπτωση επαναφοράς της θανατικής ποινής, πράγμα που αφορά άμεσα τους πραξικοπηματίες και όσους κατηγορηθούν ότι εμπλέκονται στο πραξικόπημα, όταν η θανατική ποινή ισχύει σε 32 Πολιτείες από το σύνολο των Πολιτειών που συγκροτούν τις ΗΠΑ.

Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, με το ειδικό βάρος που έχουν στο ΝΑΤΟ και παγκόσμια, δεν καταδίκαζαν από την πρώτη στιγμή ρητά το πραξικόπημα, άφησε το περιθώριο να υποστηριχτεί η άποψη ότι είχαν γνώση του επικείμενου πραξικοπήματος – όπως και άλλες ισχυρές δυνάμεις. Το ότι η πλάστιγγα έγειρε τελικά προς τον Ταγίπ Ερντογάν, εξανάγκασε τις ΗΠΑ να πάρουν θέση υπέρ του διευκρινίζοντας, όμως, ότι αυτή η στήριξη είναι μέσα στα συνταγματικά πλαίσια. Ακολούθησαν και οι άλλες δυνάμεις η Γερμανία, η Γαλλία όπου ειδικά η τελευταία εξήγησε ότι η στήριξη δεν αποτελεί «λευκή επιταγή» γι’ αυτόν.

Με βάση τη στάση των ΗΠΑ ορισμένοι αναλυτές διατύπωσαν την άποψη ότι οι ΗΠΑ δεν ήταν μόνο γνώστες του πραξικοπήματος αλλά πίσω από το πραξικόπημα βρίσκονται οι ίδιες, οι οποίες ήθελαν να ανατρέψουν τον Ταγίπ Ερντογάν, εξ αιτίας των προβλημάτων που δημιουργεί στις ΗΠΑ και στις γεωστρατηγικές επιδιώξεις τους στην περιοχή. Άλλωστε είναι γνωστά τα προβλήματα μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας σε ό,τι αφορά το ρόλο που θέλει να παίξει η τελευταία στην περιοχή.

Ένα λόγο που προσθέτουν για να ενισχύσουν αυτήν την επιχειρηματολογία τους ότι οι ΗΠΑ γνώριζαν, και υποστήριξαν το πραξικόπημα, ήταν και το γεγονός της στροφής, που επέδειξε ο Ταγίπ Ερντογάν ως προς τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία και το Ισραήλ (που αντιδρά στην πολιτική προσέγγισης των ΗΠΑ με το Ιράν).

Από την άλλη υπάρχουν αναλυτές οι οποίοι στέκονται με ιδιαίτερη επιμονή στο πως εκδηλώθηκε το πραξικόπημα και φτάνουν να το χαρακτηρίζουν ως «στημένο» από τον ίδιο τον Ταγίπ Ερντογάν ή να το θεωρούν «πραξικόπημα – οπερέτα» σε σχέση με το σχεδιασμό του και προπαντός με το πώς εξελίχτηκε στην πράξη.

Φυσικά και σ’ αυτήν την περίπτωση τίποτα δεν αποκλείει οι μεγάλες δυνάμεις, με πρώτες τις ΗΠΑ, να γνώριζαν ότι θα πραγματοποιηθεί το πραξικόπημα και να το άφησαν να εκδηλωθεί και να εξελιχθεί για τους δικούς τους στόχους, που δεν αποκλείουν και την άμεση ανάμειξή τους.

Από την πλευρά μας θα σημειώσουμε ότι τις λεπτομέρειες και τα πραγματικά περιστατικά της πραγματοποίησης του πραξικοπήματος θα αργήσουμε να τα μάθουμε. Προφανώς η εκδήλωση του πραξικοπήματος είχε ως άμεσο στόχο τον Ταγίπ Ερντογάν. Εκτός και εάν αποδεχτεί κανείς εκ προοιμίου ότι το πραξικόπημα ήταν «στημένο» από τον ίδιο. Αλλά αυτή δε φαίνεται να είναι η πιο ισχυρή εκδοχή, ακόμη και εάν γνώριζε ο Ταγίπ Ερντογάν την πραγματοποίησή του. Και κατά τη γνώμη μας τη γνώριζε.

Για να είμαστε όσο το δυνατόν κοντά στην πραγματικότητα θα σταθούμε σε μερικά υπαρκτά και μη αμφισβητούμενα γεγονότα:

Σ’ έναν από τους λόγους του, που έβγαλε ο Ταγίπ Ερντογάν μετά την άφιξή του στην Κωνσταντινούπολη, ισχυρίστηκε ότι είχε ειδοποιήσει τις ΗΠΑ ότι επίκειται πραξικόπημα στην Τουρκία. Εδώ να σημειώσουμε ότι υπήρξαν αναλυτές που τόνιζαν ότι όχι μόνο τον τελευταίο καιρό αλλά πολύ πιο πριν κυκλοφορούσαν φήμες στην Τουρκία για εκδήλωση πραξικοπήματος.

Ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν ισχυρίστηκε ότι η ειδοποίηση αυτή απευθύνθηκε προς το Μπαράκ Ομπάμα τον ίδιο και κατονόμασε και τον οργανωτή του πραξικοπήματος, το Φετουλάχ Γκιουλέν. Με βάση αυτήν την ειδοποίηση ο Ταγίπ Ερντογάν απαίτησε την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν από τις ΗΠΑ στην Τουρκία.

Από μόνο του αυτό το γεγονός έχει τη σημασία του, γιατί παρουσιάζει και τον Ταγίπ Ερντογάν και το Μπαράκ Ομπάμα ως γνώστες της προετοιμασίας και της προσεχούς εκδήλωσης του πραξικοπήματος. Επομένως, εκτός από γνώστες τους καθιστά και φορείς μιας συγκεκριμένης στάσης και της αξιοποίησης του πραξικοπήματος. Ο καθένας για λογαριασμό του. Επί της ουσίας πάνω σ’ ένα πραξικόπημα παίζουν δύο παίκτες. Ίσως και περισσότεροι, και κατά την άποψή μας είναι περισσότεροι..

Από πολιτική άποψη αυτή η ειδοποίηση ξεπερνάει τα όρια μιας απλής πληροφόρησης. Ουσιαστικά οι ΗΠΑ ενοχοποιούνται από την Τουρκία, που επικαλείται ότι φιλοξενούν τον οργανωτή του πραξικοπήματος (και εμμέσως αλλά σαφώς κατηγορούνται ότι βρίσκονται πίσω από το πραξικόπημα, πράγμα που ορισμένοι υπουργοί της Τουρκικής κυβέρνησης το διατύπωσαν ανοιχτά, όπως ο υπουργός εργασίας).

Τα ερωτήματα που προκύπτουν τώρα είναι σαφή:

  • Θα επιχειρούσαν οι ΗΠΑ ένα πραξικόπημα κάτω από αυτούς τους όρους και προπαντός μη έχοντας εξασφαλίσει τη συμμετοχή αν όχι ολόκληρου αλλά του μεγαλύτερου μέρους του στρατού της Τουρκίας (αυτό το στοιχείο πλέον το ξέρουμε εκ των υστέρων);
  • Και αφού πραγματοποιήθηκε το πραξικόπημα υπάρχουν παράγοντες που έπαιξαν τόσο καθοριστικό ρόλο, ώστε να οδηγήσουν στην πραγματοποίηση του πραξικοπήματος και τελικά να το εμφανίσουν ως μια κίνηση απελπισίας των Κεμαλικών του στρατού, σα να ήταν ο τελευταίος «σπασμός» τους;

Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, γι’ αυτό το θέμα, ότι η πραγματοποίηση του πραξικοπήματος υπάκουε σε διαφορετική πληροφόρηση και σε διαφορετικούς ρόλους και στόχους. Αυτοί που φέρονται ως φορείς και αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν το πραξικόπημα να είχαν (έξωθεν) ένα μέρος της πληροφόρησης, ακόμη και για την οργάνωση και το στόχο του πραξικοπήματος.

Εδώ θα σταθούμε σ’ ένα, επίσης, σημαντικό γεγονός. Η αρχική εντύπωση που δημιουργήθηκε ήταν ότι το πραξικόπημα πέτυχε και ότι ο Ταγίπ Ερντογάν ανατράπηκε, γι’ αυτό το λόγο και κυκλοφόρησαν οι φήμες ότι ζητούσε πολιτικό άσυλο πρώτα στη Γερμανία και στη συνέχεια στην Ιταλία, που αρνήθηκαν να του το παραχωρήσουν.

Να σημειώσουμε παραπέρα ότι φέρεται να υπάρχει δήλωση εκ μέρους της Ρωσίας, που στο ενδεχόμενο που ο Ταγίπ Ερντογάν ζητούσε πολιτικό άσυλο στη Ρωσία θα ήταν διατεθειμένη να το συζητήσει. Σημειώνουμε ότι αργότερα, και αφού τα πράγματα είχαν κριθεί, διαψεύστηκε από τη Γερμανία και την Ιταλία ότι ο Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε πολιτικό άσυλο στις χώρες αυτές.

Μια δήλωση εκ μέρους της Ρωσίας ότι είναι πρόθυμη να συζητήσει την παραχώρηση πολιτικού ασύλου δείχνει ότι ο Ταγίπ Ερντογάν βρέθηκε σε πραγματική ανάγκη να αναζητήσει για την ασφάλειά του μια χώρα που θα του παραχωρούσε πολιτικό άσυλο ανεξάρτητα από το εάν αυτή θα ήταν η Ρωσία, γιατί και αυτή η επιλογή του θα είχε τεράστια πολιτική σημασία.

Σημαίνει κάτι παραπάνω αυτή η ανάμειξη της Ρωσίας ως προς τη διάθεσή της να συζητήσει το ενδεχόμενο να δώσει πολιτικό άσυλο στον Ταγίπ Ερντογάν;

Μάλλον, τελικά, αυτές οι φήμες σήμαιναν ότι, ταυτόχρονα, παιζόταν και ένα διεθνές παιχνίδι την ώρα που εξελισσόταν το πραξικόπημα, ένα παιχνίδι που είχε και εσωτερικές προεκτάσεις και για τον ίδιο τον Ταγίπ Ερντογάν και την τύχη του. Σήμαιναν ακόμη ότι μάλλον αλλιώς ξεκίνησε το πραξικόπημα και αλλιώς κατέληξε.

Το τρίτο γεγονός που θέλουμε να σταθούμε είναι ότι στην ιστορία του Τουρκικού στρατού, όταν επιχειρούσε και πραγματοποιούσε πραξικοπήματα, δεν υπήρχε διάσπαση στο εσωτερικό του ή, τουλάχιστον δε φαινόταν ότι υπάρχει. Σ’ αυτό το πραξικόπημα παρουσιάζεται μια διάσπαση η οποία δεν εκδηλώνεται αμέσως (υπάρχει ένα χρονικό κενό ως προς την εκδήλωση του ποιος υποστηρίζει ποιον), αλλά κατά τη διάρκεια της πραγματοποίησης του πραξικοπήματος.

Είναι γνωστό από την ιστορία των πραξικοπημάτων ότι ο πρώτος παράγοντας που παίζει ρόλο για την επιτυχία τους είναι η εξασφάλιση του συσχετισμού των δυνάμεων μέσα στο στρατό, πράγμα που προϋποθέτει την όσο δυνατή μεγαλύτερη συμμετοχή των στρατιωτικών σωμάτων, και ο δεύτερος παράγοντας είναι η διεθνής υποστήριξη, που συχνά εξασφαλίζεται από την παρέμβαση και στήριξη ενός ισχυρού διεθνούς παράγοντα.

Τι πραγματικά συνέβη από ένα σημείο και μετά και ορισμένοι στρατηγοί (όπως ο διοικητής της πρώτης στρατιάς) εκδηλώνουν τη διαφορετική τους θέση και στάση τους απέναντι στο πραξικόπημα; Γιατί δε συμμετέχει το Ναυτικό, που θεωρείται το πιο συμπαγές Κεμαλικό τμήμα του στρατού; Σπάει η αλυσίδα της ιεραρχίας στην πραγματοποίηση του πραξικοπήματος; Διαφοροποιούνται οι αντιθέσεις ανάμεσα σε διαφορετικά τμήματα της άρχουσας τάξης; Γίνονται διάφορες συναλλαγές και συμβιβασμοί; Ο στόχος ήταν να φτάσει το πραξικόπημα μέχρι εκεί που έφτασε, γιατί το «μάθημα» έτσι κι αλλιώς δόθηκε και από ένα σημείο και μετά το πολιτικό παιχνίδι γινόταν επικίνδυνο γι’ αυτούς που το καθοδηγούσαν απ’ έξω; Όλα αυτά τα ερωτήματα είναι ανοιχτά και προς διερεύνηση, που μόνο ο χρόνος θα τα απαντήσει. .

Το βέβαιο πάντως, δηλαδή της διαφοροποίησης τμημάτων του στρατού, είναι ότι αυτό το γεγονός αξιοποιήθηκε και ενδυνάμωσε τον Ταγίπ Ερντογάν, πολύ περισσότερο, του έδωσε το περιθώριο να καλέσει τον «κόσμο του» να κατέβει στους δρόμους (δηλαδή τα οργανωμένα μέλη στο κόμμα του, που παίζουν το ρόλο και της πολιτοφυλακής), να κινητοποιήσει τους ιμάμηδες, να βρει συμπαραστάτες τους γκρίζους λύκους, παράγοντες που άλλαξαν τα δεδομένα για τους πραξικοπηματίες επί του εδάφους, στο πραγματικό πεδίο της αντιπαράθεσης.

Το πόσο σημαντικό γεγονός ήταν η διάσπαση του Τουρκικού στρατού διαπιστώνεται από την ιστορία των προηγούμενων πραξικοπημάτων. Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι στην Τουρκία ο στρατός ανακοίνωνε – με μία απλή ανακοίνωση, την ανάληψη της εξουσίας και δεν υπήρχαν λαϊκές αντιδράσεις. Η επικράτησή του ήταν αδιαμφισβήτητη. Δεν έγινε το ίδιο και τώρα, παρόλο που υπήρξε η ανακοίνωση ανάληψης της εξουσίας από την πλευρά του στρατού, που στο πολιτικό της περιεχόμενο οι λόγοι που αναφέρονται για την ενέργεια αυτή έχουν μια σημασία – πραγματικοί ή προσχηματικοί. Οι διαφοροποιημένοι συσχετισμοί μέσα στο στρατό όχι απλώς επέτρεψαν στις δυνάμεις του Ταγίπ Ερντογάν να αντιμετωπίσει το πραξικόπημα, αλλά και να φαίνεται ότι βγαίνει πιο ισχυρός μετά το πραξικόπημα. Τουλάχιστον φαίνεται πιο ισχυρός αυτήν τη στιγμή.

Το τέταρτο γεγονός είναι ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, σαν έτοιμος από καιρό, μετά το πραξικόπημα επιδόθηκε σε μια συστηματική εκκαθάριση τόσο στη δικαιοσύνη, στα πανεπιστήμια, στον κρατικό μηχανισμό όσο και στο στρατό, αλλά και στην ίδια την αστυνομία, που υποτίθεται ότι τον υποστήριζε.

Είναι επίσης σημαντικό να τονίσουμε ότι ενώ ο αρχηγός του στρατού κρατείτο όμηρος, αντικαταστάθηκε από το διοικητή στρατηγό της πρώτης στρατιάς, που διαφοροποίησε τη θέση του από τους πραξικοπηματίες.

Αυτήν τη στιγμή έχει εξαπολυθεί, παράλληλα, και ένα κυνηγητό ενάντια σε Κούρδους αγωνιστές και σε δυνάμεις της Αριστεράς.

Και εδώ υπάρχει ένα ερώτημα. Δε γνώριζαν οι σύμμαχοι του Ταγίπ Ερντογάν ότι ετοιμαζόταν για σαρωτικές εκκαθαρίσεις, μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει πολύ παλιότερα, και τώρα επικαλούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα; Και εάν φτάνουν μέχρι και να τον απειλούν ότι η τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα του στοιχίσει τη συμμετοχή του στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, γιατί επιμένουν σε διπλούς ρόλους; Από τη μια να τον αδειάζουν και από την άλλη να τον νομιμοποιούν;

Είναι φανερό ότι υπάρχουν πολλές αντιφάσεις γύρω από τις εξελίξεις στην Τουρκία και το πραξικόπημα. Νομίζουμε ότι είναι «λογικό». Εκείνο που πρέπει να θεωρείται βέβαιο είναι ότι οι αντιθέσεις μέσα στην αστική τάξη είναι οξύτατες, που έφτασαν μέχρι τον ανοιχτό, σχεδόν, εμφύλιο πόλεμο. Δεν είναι αρκετό για να εξηγηθεί η πραγματοποίηση του πραξικοπήματος μέσα στο πλαίσιο του σχήματος «Κεμαλικοί και Ισλαμιστές».

Όπως εκείνο που πρέπει να θεωρείται βέβαιο είναι η ανάμειξη ισχυρών ξένων δυνάμεων, των ΗΠΑ, κατά προτεραιότητα, ανάμειξη που σχετίζεται με το ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή. Ο Ταγίπ Ερντογάν, έστω και εάν φέρεται να είναι πιο ισχυρός από ποτέ, πήρε έτσι κι αλλιώς ένα μήνυμα για τα περιθώρια που έχει να κινηθεί για να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του για το ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή. Οι σουλτανικές του επιδιώξεις δέχτηκαν ένα ισχυρό χτύπημα. Άλλωστε οι ίδιες οι εξελίξεις στον πόλεμο της Συρίας έθεσαν στον Ταγίπ Ερντογάν μπροστά σε ανυπέρβλητα εμπόδια στο να παίξει το ρόλο του «μικρού ιμπεριαλιστή». Εμπόδια που τον ανάγκασαν να κάνει τη γνωστή στροφή προς την αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία και το Ισραήλ.

Οι εξελίξεις στην Τουρκία είναι ακόμη ανοιχτές. Για να είμαστε ακόμη πιο ακριβείς η Τουρκία μπαίνει σε μια νέα πολιτική φάση. Δύο είναι τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία που θα κριθούν: Από τη μια, το πώς θα κατασταλάξει το ζήτημα των αντιθέσεων στο εσωτερικό της αστικής τάξης και της πολιτικής εξουσίας στην Τουρκία, ο χαρακτήρας του κράτους. Από την άλλη το πώς θα λύσει τις «διαφορές» της με τις ΗΠΑ, κατά κύριο λόγο, για το ρόλο της στην περιοχή και ευρύτερα στη συμμαχία του ΝΑΤΟ.

COMMENTS