Και με τη βούλα της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι ομαδικές απολύσεις

Αντιγράφουμε ως έχει την παρακάτω είδηση από το Ριζοσπάστη της Παρασκευής 10 του Ιούνη:

“ΕΙΣΗΓΗΣΗ – ΒΟΜΒΑ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ανοίγει ο δρόμος για πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων

Δικαιώνει την πολυεθνική τσιμεντοβιομηχανία «Lafarge», που είχε προσφύγει ενάντια στην απόρριψη των απολύσεων στα «Τσιμέντα Χαλκίδας» από τον τότε υπουργό Εργασίας

Με μια εισήγηση – βόμβα, ο γενικός εισαγγελέας του Δικαστηρίου της ΕΕ (ΔΕΕ) προτείνει να γίνει δεκτή η προσφυγή, με την οποία ο όμιλος της τσιμεντοβιομηχανίας «LAFARGE – ΑΓΕΤ» ζητούσε να κριθεί άκυρη η διοικητική απόφαση του τότε υπουργού Εργασίας να μην εγκρίνει τις ομαδικές απολύσεις στο εργοστάσιο των «Τσιμέντων Χαλκίδας».

Θυμίζουμε ότι η πολυεθνική ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά στις 26/3/2013 ότι κλείνει τα «Τσιμέντα Χαλκίδας» και προσπάθησε να απαλλαγεί μονομιάς από τους 229 εργαζόμενους, καταθέτοντας αίτηση στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ) για ομαδικές απολύσεις.

Στις 24/4/2013, με απόφαση του τότε υπουργού Εργασίας, το ΑΣΕ απέρριψε το αίτημα της «LAFARGE», η οποία προχώρησε τελικά στις απολύσεις, κάνοντας χρήση του 5% κάθε μήνα. Με τον τρόπο αυτό, από τον Απρίλη του 2013 μέχρι τον Ιούλη του 2015, απέλυσε όλους τους εργαζόμενους του εργοστασίου.

Παρά το γεγονός ότι η εταιρεία έκανε τη δουλειά της, προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας και άσκησε αίτηση ακύρωσης της απόφασης του υπουργού Εργασίας, επικαλούμενη ότι οι διατάξεις του ελληνικού νόμου για τις ομαδικές απολύσεις παραβιάζουν την κοινοτική νομοθεσία.

Παράλληλα, 118 πρώην εργαζόμενοι στα «Τσιμέντα Χαλκίδας», που είχαν προσφύγει στα δικαστήρια, δικαιώθηκαν το Γενάρη του 2015 από το Πρωτοδικείο Χαλκίδας, που έκρινε άκυρες τις απολύσεις, με το σκεπτικό ότι δεν τηρήθηκαν από την εργοδοσία οι διαδικασίες που προβλέπει ο νόμος.

Το σκεπτικό της εισαγγελικής πρότασης

Η προσφυγή της πολυεθνικής κατά της απορριπτικής απόφασης του ΑΣΕ συζητήθηκε στο Δ’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο με τη σειρά του απέστειλε προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ).

Συγκεκριμένα, το ΣτΕ έθετε ερωτήματα ως προς τη «συμβατότητα του ελληνικού νόμου περί ομαδικών απολύσεων (Ν.1387/1983) με την αντίστοιχη ευρωενωσιακή νομοθεσία (Οδηγία 98/59/ΕΚ)» και κυρίως με τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ) «που κατοχυρώνει τις θεμελιώδεις και απαραβίαστες ελευθερίες της ΕΕ», δηλαδή την απεριόριστη ελευθερία εγκατάστασης και κυκλοφορίας του κεφαλαίου στα κράτη – μέλη της ΕΕ.

Η υπόθεση εκδικάστηκε στις 25/4/2016 και χτες ο γενικός εισαγγελέας αποφάνθηκε ότι η εμπλοκή του υπουργού Εργασίας στη διαδικασία έγκρισης των ομαδικών απολύσεων αντιβαίνει στην κοινοτική νομοθεσία. Συγκεκριμένα, ο εισαγγελέας σημειώνει, ανάμεσα σε άλλα, στην πρότασή του:

«Βάσει των προεκτεθέντων, φρονώ ότι στα προδικαστικά ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι κατά την ορθή ερμηνεία του άρθρου 49 της ΣΛΕΕ, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 16 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, απαγορεύει διάταξη όπως αυτή του άρθρου 5, παράγραφος 3, του νόμου 1387/1983 (“Ελεγχος των ομαδικών απολύσεων και άλλες διατάξεις” όπως έχει τροποποιηθεί, ΦΕΚ Α 110/18-18/8/1983), η οποία μεταξύ των άλλων απαιτεί από τους εργοδότες να λαμβάνουν διοικητική έγκριση πριν προβούν σε ομαδικές απολύσεις και η οποία εξαρτά την εν λόγω έγκριση από τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, από την κατάσταση της επιχείρησης και από το συμφέρον της εθνικής οικονομίας. Το γεγονός ότι το εν λόγω κράτος – μέλος μπορεί να διέρχεται από οξεία οικονομική κρίση η οποία συνοδεύεται από πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας δεν επηρεάζει αυτό το συμπέρασμα».

Βούτυρο στο ψωμί τους…

Αν η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ υιοθετήσει την πρόταση του εισαγγελέα, τότε ανοίγει ο δρόμος για την πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, όπως άλλωστε προβλέπεται και από το 3ο μνημόνιο. Θυμίζουμε ότι στο ενδιάμεσο, η τότε κυβέρνηση της ΝΔ είχε αναβαθμίσει το ρόλο του ΑΣΕ, όπως προβλέπει η ευρωπαϊκή οδηγία 98/59/ΕΚ, υποβαθμίζοντας παράλληλα την εμπλοκή του αρμόδιου υπουργού στη διαδικασία έγκρισης των ομαδικών απολύσεων.

Τώρα, είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει την όποια απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ για να πάει ένα βήμα πιο πέρα και να αφαιρέσει κάθε τυπικό εμπόδιο στη διαδικασία των ομαδικών απολύσεων, παρά τις διαβεβαιώσεις που μοιράζει αφειδώς ο αρμόδιος υπουργός ότι αυτό το ζήτημα συνιστά «κόκκινη γραμμή» για την κυβέρνηση.

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι για να στοιχειοθετήσει την πρότασή του ο γενικός εισαγγελέας του Δικαστηρίου της ΕΕ, επικαλείται τον Αναθεωρημένο Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, τον οποίο ενέκρινε το Γενάρη η Βουλή, με πανηγύρια από την πλευρά της κυβέρνησης ότι διασφαλίζονται και θωρακίζονται καλύτερα τα δικαιώματα των εργαζομένων!”


Τα στοιχεία του ρεπορτάζ που παρατίθενται στο φύλλο του Ριζοσπάστη είναι εξόχως αποκαλυπτικά για την ουσία του προβλήματος, που έχει να αντιμετωπίσει η εργατική τάξη στην επόμενη «αξιολόγηση» του κουαρτέτου για την πορεία εφαρμογής του τρίτου μνημονίου.

Μπροστά μας έχουμε το θέμα των εργασιακών σχέσεων και της διευκόλυνσης των ομαδικών απολύσεων, με τις αξιώσεις, καταρχάς, του ΔΝΤ να είναι ήδη διατυπωμένες δημοσίως και γνωστές σε όλους. Σύμφωνα δε, και με τους αστούς αναλυτές έρχεται «θερμό φθινόπωρο» για την κυβέρνηση ακριβώς εξ’ αιτίας των επικείμενων αυτών εξελίξεων στο εργασιακό.

Η παραπάνω είδηση τι ακριβώς έρχεται να προσθέσει; Έρχεται να δείξει με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια ότι το μνημόνιο στη χώρα μας δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από την εξειδίκευση για την Ελλάδα της γενικής οικονομικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μιας βαθύτατα αντεργατικής πολιτικής που έχει ως στόχο την αποκλειστική μεταφορά των βαρών της κρίσης του καπιταλισμού στις πλάτες της εργατικής τάξης.

Η είδηση αυτή, έτσι όπως ακριβώς αποτυπώνεται στο Ριζοσπάστη, έρχεται να καταδείξει και κάτι άλλο και μάλιστα με γλαφυρότητα: Ότι η αστική τάξη της χώρας μας για να βάλει σε πρακτική εφαρμογή τις μνημονιακές κατευθύνσεις στηρίζεται και καταφεύγει στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπρόσθετα, προκύπτει πως όταν συγκρούεται το ευρωενωσιακό με το εθνικό δίκαιο, εν τέλει υπερισχύει το πρώτο και όχι μόνο αυτό, αλλά οι κανονισμοί και οι ντιρεκτίβες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πιο ισχυρές ακόμα και από αποφάσεις μιας κυβέρνησης και διοικητικές πράξεις ενός υπουργείου!

Εδώ πρακτικά βλέπουμε πως συμπλέκονται τα θέματα της εξάρτησης και του περιορισμού των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων μιας χώρας, όπως στην περίπτωσή μας η Ελλάδα, εξαιτίας της συμμετοχής της σε μια διακρατική καπιταλιστική ένωση – ιμπεριαλιστικό κέντρο, που είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, με την επίθεση και την αφαίρεση εργατικών δικαιωμάτων των εργαζομένων από την αστική τάξη, το μεγάλο κεφάλαιο.

Και τελικά η συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η προώθηση της αντεργατικής επίθεσης φτάνει να εκφράζεται και ως πρόβλημα δημοκρατίας γιατί προκύπτει και ένα ερώτημα: Ποιος πραγματικά κυβερνάει έστω και με όρους αστικής δημοκρατίας;

Υπ’ αυτήν την έννοια πως θα πρέπει να αντιμετωπίζει το Κομμουνιστικό και Εργατικό Κίνημα τέτοιες εξελίξεις; Παλεύοντας γενικά κατά των ομαδικών απολύσεων και των περαιτέρω ανατροπών στις εργασιακές σχέσεις και του σχετικού νομοσχεδίου όταν έρθει; Ή βάζοντας μπροστά και ως άμεσο πρακτικό ζήτημα πάλης και διεκδίκησης την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση-ευρώ για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και την αντεργατική επίθεση;

Νομίζουμε ότι το σωστό σήμερα, και από την άποψη της επαναστατικής τακτικής, είναι μόνο το δεύτερο. Οτιδήποτε άλλο που παρακάμπτει το θέμα της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως άμεσο ζήτημα σε καταδικάζει να παλεύεις αποκλειστικά κατά των συνεπειών του μνημονίου. Δηλαδή σε καταδικάζει σε μια ατελέσφορη αντιμνημονιακή γραμμή γιατί δεν προσεγγίζει την πάλη κατά του μνημονίου ως πάλη κατά της γενικής οικονομικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Και λέμε ότι σε «καταδικάζει» γιατί σε μετατρέπει σε έρμαιο της δημαγωγίας της κυβέρνησης, που στο συγκεκριμένο θέμα επιχειρεί να βγάλει λάδι την Ευρωπαϊκή Ένωση φορτώνοντάς το αποκλειστικά στις «ακραίες» απαιτήσεις του ΔΝΤ. Σε τελική ανάλυση σε καταδικάζει ως εργατική τάξη να μένεις στα αποδυτήρια της ταξικής πάλης και να αφήνεις το γήπεδο της πολιτικής αποκλειστικά στην αστική τάξη καθώς στα τελευταία χρόνια της κρίσης αν κάτι θα έπρεπε να κρατήσουμε ως πολιτικό δίδαγμα είναι ότι ο διαχωρισμός των κοινωνικών τάξεων και οι μεταξύ τους σχέσεις αποτυπώνονται με τον καλύτερο τρόπο ακριβώς πάνω στο ζήτημα της συμμετοχής ή όχι της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ.

Εν τέλει, αν κάτι έρχεται μας διδάξει αυτή η είδηση είναι το ανυπόστατο του φόβου που έχει η ηγεσία του Κόμματος ότι αν, στο επίπεδο της τακτικής, αποκτήσει προτεραιότητα η πάλη κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κομμάτων της μπορεί να αποπροσανατολίσει την εργατική τάξη από την πάλη της κατά του κεφαλαίου και του καπιταλισμού, της πάλης για το σοσιαλισμό.

Το συμπέρασμα κάθε λογικού και σκεπτόμενου ανθρώπου που θα διάβαζε αυτό το ρεπορτάζ είναι το ακριβώς αντίθετο. Αν η ηγεσία του Κόμματος σκεφτόταν έστω και λίγο λογικά και διάβαζε πιο προσεκτικά τέτοια ρεπορτάζ θα κατέληγε στο συμπέρασμα πόσο λάθος ιεραρχεί τα καθήκοντα της τακτικής και πόσο εγκληματικές συνέπειες έχουν στην εκφορά του καθημερινού της πολιτικού λόγου, ειδικά όταν πρόκειται για κορυφαία ζητήματα, όπως ας πούμε ένα Grexit, ένα Brexit, ένα Frexit κλπ.

COMMENTS