Οι πολιτικές εξελίξεις τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα. Εκεί που η Νέα Δημοκρατία ήταν να ψηφίσει ορισμένα άρθρα του πολυνομοσχεδίου άλλαξε τη γραμμή της και παρουσιάζεται ως προστάτης της δημόσιας της δημόσιας περιουσίας. Καταγγέλλει την κυβέρνηση για τα 99 χρόνια εκχώρησης της δημόσιας περιουσίας στους δανειστές και μιλάει ότι είναι χρέος της να προστατέψει την εθνική αξιοπρέπεια και την ιστορία της χώρας από το στραπάτσο, που τους επέφερε η πολιτική της κυβέρνησης. Από δηλώσεις στελεχών της προκύπτει ότι τις ρυθμίσεις για τα κόκκινα δάνεια τις εξετάζει αν τις ψηφίσει. Φέρεται ότι θα ψηφίσει τις αποκρατικοποιήσεις και μια σειρά από διαρθρωτικές αλλαγές.
Αντίθετα θα «πιαστεί» από το πολυνομοσχέδιο και θα το κάνει την κύρια αιχμή της αντιπολιτευτικής της τακτικής, μετά και την ανοιχτή παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά, και θα φροντίσει να ξεπλύνει όλη της την προηγούμενη πολιτική παρουσιάζοντας την κυβέρνηση ότι «φέρεται και άγεται» από τους δανειστές, ότι καταφεύγει στην υπέρμετρη φορολογία, ότι δεν είναι ούτε αξιόπιστη κυβέρνηση, γιατί δεν κρατάει τις υποσχέσεις της και γιατί τώρα «γλύφει εκεί που έφτυνε».
Το συμπέρασμα όλης της τακτικής της Νέας Δημοκρατίας θα είναι ότι έχει καταρρεύσει το «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς». Ανάλογη θα είναι και η τακτική των άλλων κομμάτων της αστικής αντιπολίτευσης. «Ευκαιρίας δοθείσης… θα προσπαθήσουν να θάψουν τις αξίες και την ιστορία της Αριστεράς γενικά, έτσι για να της καταφέρουν ισχυρό χτύπημα και να τη γονατίσουν για χρόνια και να δώσουν πολιτική ανάσα στο αστικό πολιτικό σύστημα. Να ξεπεράσουν την πολιτική κρίση και να σταθεροποιήσουν το αστικό πολιτικό σύστημα.
Αυτή η τακτική της αστικής αντιπολίτευσης αφορά και στο ΚΚΕ, γιατί εάν θα παρατηρήσουμε προσεκτικά τις εκφράσεις, που χρησιμοποιεί η αστική αντιπολίτευση και το γενικότερο κλίμα που επικρατεί στα αστικά ΜΜΕ, θα δούμε ότι κάνουν λόγο για δρεπάνια και άλλα σύμβολα και αξίες, που κατ’ εξοχήν αφορούν στο Κομμουνιστικό Κίνημα και όχι βέβαια το ΣΥΡΙΖΑ, που έχει αρνηθεί και αυτά τα σύμβολα και αυτές τις αξίες.
Η αστική αντιπολίτευση αξιοποιεί διαδικασίες που κράτησε η κυβέρνηση και επιχειρήματα που δεν της ανήκουν προκειμένου να ανακάμψει, αλλά, ταυτόχρονα, αφήνει στο απυρόβλητο την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΔΝΤ, που επιβάλλει αυτήν την πολιτική και εντείνει την πολιτική και οικονομική εξάρτηση.
Η «Νέα Σπορά» από την εμφάνισή της κρατάει σταθερή στάση στην τακτική που έπρεπε να υιοθετήσει το Κόμμα μας απέναντι στην κυβέρνηση ως αξιωματικής αντιπολίτευσης και κυβέρνησης.
Πρότεινε τον κάθετο διαχωρισμό από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, από τη στάση του στο Εργατικό Κίνημα. Ταυτόχρονα προσδιόρισε τη στάση που θα έπρεπε να κρατήσει απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ, στάση που θα αντικατόπτριζε τη στάση της εργατικής τάξης απέναντι στα μικροαστικά μικρομεσαία στρώματα. Γνωρίζουμε πως η λαϊκή βάση του ΣΥΡΙΖΑ, που του έδωσε τη δυνατότητα να ανέλθει στη διακυβέρνηση της χώρας ήταν τμήματα της εργατικής τάξης και τα μικροαστικά στρώματα.
Μια τέτοια στάση πέρναγε μέσα από την προβολή μιας προγραμματικής πρότασης, που θα συσπείρωνε την εργατική τάξη και τα μικροαστικά μικρομεσαία στρώματα και θα πρόβλεπε την άμεση αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, τη μονομερή διαγραφή του χρέους, την κρατικοποίηση βασικών τομέων της παραγωγικής διαδικασίας, του χρηματοπιστωτικού τομέα, την υιοθέτηση μέτρων στην κίνηση των κεφαλαίων, την επιστροφή όλων των ΔΕΚΟ υπό δημόσια ιδιοκτησία, την επιστροφή όλων των συνεταιριστικών παραγωγικών μονάδων υπό τη μορφή παραγωγικών συνεταιρισμών, τον εργατικό έλεγχο, αποκάλυψη της οικονομικής κατάστασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της αποτυχίας στους στόχους που έβαζε και υποτίθεται ότι θα ξεπέρναγε την οικονομική κρίση και θα έφερνε την οικονομική ανάπτυξη – και κατ’ επέκταση θα αντιμετώπιζε τα οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, θα προωθούσε την ανασυγκρότηση της εθνικής οικονομίας προς όφελος των εργαζομένων, θα υπερασπιζόταν τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζομένων, τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις δημοκρατικές ελευθερίες, την εθνική ασφάλεια και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Αυτή η πρόταση θα ήταν και η βάση που θα αποτελούσε το πρόγραμμα δράσης του Εργατικού Κινήματος για να αναπτύξουν τους διεκδικητικούς τους αγώνες, έχοντας μπροστά του μια πρόταση που θα πρόβλεπε και τη διεκδίκηση της πολιτικής εξουσίας, μιας εξουσίας που θα αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων, της κοινωνικής τους συμμαχίας. Πρακτικά η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας θα σήμαινε την εκδίωξη της αστικής τάξης από την εξουσία και όχι απλώς την απομάκρυνση των αστικών κομμάτων από τη διακυβέρνηση. Θα σήμαινε την κινητοποίηση των λαϊκών μαζών, ώστε να μην επιτρέψουν την αστική παλινόρθωση. Το άνοιγμα του δρόμου προς το σοσιαλισμό.
Αυτήν τη στιγμή, που η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει υποχωρήσει κατά κράτος στις απαιτήσεις των δανειστών, που έχουν ενταθεί τα αντιευρωπαϊκά αισθήματα των λαϊκών μαζών, τώρα που στο ΣΥΡΙΖΑ επικρατούν αποσυσπειρωτικές τάσεις και μεγάλη δυσαρέσκεια, αλλά και γενικότερα στον Ελληνικό λαό, πρέπει να ανακοπεί η προσπάθεια της αστικής αντιπολίτευσης να αξιοποιήσει αυτήν τη δυσαρέσκεια για να καταφέρει ένα γενικότερο χτύπημα στο Λαϊκό Κίνημα με μακροχρόνιες συνέπειες.
Απέναντι στην πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση και εφάρμοζε η Νέα Δημοκρατία με το ΠΑΣΟΚ, που «Κρύβουν ότι τα αντιλαϊκά μέτρα αποτελούν κατευθύνσεις της ΕΕ υπέρ του κεφαλαίου, που εφαρμόζονται σε όλες τις χώρες, τόσο από τις νεοφιλελεύθερες όσο και από τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις (π.χ. Ολάντ)» (ανακοίνωση του Γρ. Τύπου του ΚΚΕ), δεν αρκεί να περιοριζόμαστε στη θέση: «Δεν νομιμοποιούμε τα αντιλαϊκά μέτρα, συνεχίζουμε τον αγώνα ενάντια σε νέα που έρχονται. Διεκδικούμε κατάργηση των αντιλαϊκών νόμων και φόρων, ανάκτηση των απωλειών, μόνιμη και σταθερή δουλειά, αποκλειστικά δημόσια υποχρεωτική Ασφάλιση, Υγεία, Παιδεία. Να πληρώσουν οι υπεύθυνοι της κρίσης, να φορολογηθεί το κεφάλαιο» (στο ίδιο).
Κανείς δεν αρνείται τη συνέχεια των αγώνων ούτε τη διεκδίκηση ικανοποίησης των άμεσων προβλημάτων των εργαζομένων. Αυτό, όμως, που άμεσα χρειάζεται, και στο πλαίσιο των υποκειμενικών συνθηκών που επικρατούν, είναι μια συγκεκριμένη πολιτική πρόταση, που θα συνδυάζει την πάλη για τα άμεσα προβλήματα με την πάλη της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων για την έξοδο από την κρίση και τη χρεοκοπία, την αντιμετώπιση της μακροχρόνιας υποθήκευσης της χώρας μας στις κυρίαρχες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ και τις γεωστρατηγικές τους επιδιώξεις, με αιχμή την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, από όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.
Αυτός ο δρόμος είναι ένα αποφασιστικό χτύπημα ενάντια στη ντόπια αστική τάξη, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον ίδιο τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Φέρνει στο προσκήνιο την εργατική τάξη και τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα, την κοινωνική συμμαχία, παίρνοντας υπόψη το σύνολο των συνθηκών που επικρατούν, εθνικών και διεθνών, που φέρνει την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, πιο κοντά την υπόθεση του σοσιαλισμού.
Διαφορετικά ο στόχος «της συμπόρευσης με το ΚΚΕ στο δρόμο της ρήξης και ανατροπής της εξουσίας του κεφαλαίου, της αποδέσμευσης από ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, τύπου ΕΕ και ΔΝΤ» (στο ίδιο) θα παραμείνει μια ευχή χωρίς πρακτική εφαρμογή.
COMMENTS