Για το καλάθι των αχρήστων…

Από την ψήφιση του φορο-ασφαλιστικού νομοσχεδίου την περασμένη Κυριακή έχει εμφανιστεί στα ΜΜΕ, είτε αντικυβερνητικά είτε φιλοκυβερνητικά, μια επιχειρηματολογία για το κατά πόσον τα μέτρα που ψηφίστηκαν ήταν αναγκαία ή όχι. Το ίδιο ερώτημα αφορά και για όσα μέτρα θα ακολουθήσουν, με τα αντίστοιχα νομοσχέδια που θα κατατεθούν, εν όψει του Eurogroup της 24ης του Μάη, που θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και θα μπει επί τάπητος, υποτίθεται, και πρακτικά, η συζήτηση για το χρέος.

Είναι φανερό ότι η επιχειρηματολογία αυτή που αναπτύσσεται, ένθεν κακείθεν, αντικατοπτρίζει τη βασική επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και των κομμάτων της αστικής αντιπολίτευσης.

Η κυβέρνηση, έστω και εάν προσπαθεί να δώσει έναν τόνο στην επιχειρηματολογία της ότι κατήγαγε μια επιτυχία, με τη συμφωνία που έκλεισε με τους δανειστές, που θα επιτρέψει στην οικονομία να περάσει τον κάβο, επί της ουσίας είναι απολογητική, γιατί το κύριο επιχείρημα που επιστρατεύει είναι ότι παίρνει μέτρα που δεν …επιθυμεί αλλά είναι αναγκαία! Στο πλαίσιο αυτό απολογείται και για τις …αυταπάτες της!

Από την άλλη τα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης, και κυρίως η Νέα Δημοκρατία, ενώ πίεζαν την κυβέρνηση να κλείσει την αξιολόγηση, αναπτύσσουν μια επιχειρηματολογία, που επιδιώκει να δικαιώσει την πολιτική, που εφαρμοζόταν πριν την άνοδο στη διακυβέρνηση της χώρας της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, και ταυτόχρονα να υπερασπιστούν την άποψη ότι η κυβέρνηση έλεγε ψέματα, ότι έπρεπε να πάρει σκληρά μέτρα αλλά …όχι αυτά τα μέτρα που πήρε!

Στην κατεύθυνση αυτή το κύριο επιχείρημα, που επιστρατεύει η αστική αντιπολίτευση είναι ότι η κυβέρνηση έπρεπε να κινηθεί στο σκέλος της μείωσης των κρατικών δαπανών και όχι της αύξησης της φορολογίας.

Στο ίδιο μοτίβο κινούνται και αστοί οικονομικοί σχολιαστές, που θεωρούν ότι τα μέτρα είναι αναγκαία μεν αλλά …«άσχημα» δε!!! Σαφώς υπονοούν ότι ανάλογα μέτρα θα έπρεπε να παρθούν αλλά να είναι διαφορετικά.

Η υποκρισία περισσεύει! Όλοι κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν ότι αυτά τα μέτρα τα απαιτούν οι δανειστές. Ότι είναι αντικείμενο έντονων συζητήσεων ανάμεσα στους δανειστές, που ο καθένας από αυτούς έχει και τις διαφορετικές επιδιώξεις σε γεωστρατηγικό επίπεδο. Έτσι εμφανίζονται οι διαφορές ανάμεσα στο ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Ένωση (διάβαζε καλύτερα Γερμανία) γύρω από το πρόβλημα του δημόσιου χρέους. Του τρόπου του διακανονισμού του.

Εκείνο, όμως, που είναι αναμφισβήτητο αφορά στην ενιαία στάση όλων των δανειστών γύρω από την ανάγκη να παρθούν αντιλαϊκά μέτρα, ο λογαριασμός των οποίων συνεχώς ανεβαίνει.

Και αυτή η ενιαία στάση καθορίζεται από συγκεκριμένους παράγοντες:

Πρώτος: Οι δανειστές πριν απ’ όλα επιδιώκουν να πάρουν πίσω τα δανεικά, ανεξάρτητα από το γεγονός αν οι εργαζόμενοι τα έχουν χρυσοπληρώσει, και πολλές φορές, γι’ αυτό απαιτούν και τα δημοσιονομικά πλεονάσματα.

Δεύτερος: Όταν υπάρχει οικονομική κρίση το ξεπέρασμά της από την αστική οικονομική πολιτική γίνεται πάντα με τη μεταφορά των συνεπειών της κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων. Γι’ αυτό έχουμε τις μειώσεις των μισθών, την αύξηση των φόρων, τη μείωση των κοινωνικών παροχών, των συντάξεων κλπ..

Τρίτος: Τα μέτρα που παίρνονται είναι τα ίδια που προωθούνται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη και οι φίλοι της κυβέρνησης, που υποτίθεται ότι την υποστηρίζουν, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, παίρνουν τα ίδια μέτρα. Πρόκειται, λοιπόν, για μια γενικευμένη οικονομική πολιτική, αυτήν της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που είναι η επίσημη οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τέταρτος: Η λογική των μέτρων είναι πάντα η ίδια. Μέσα από αυτά επιχειρείται να δοθεί η δυνατότητα στην οικονομία να ανακάμψει, γι’ αυτό και θεωρούνται αναγκαία, ανεξάρτητα από τη σκληρότητά τους ενάντια στους εργαζόμενους. Με δυο λόγια ευνοούν το μεγάλο κεφάλαιο.

Η συζήτηση, λοιπόν, γύρω από την αναγκαιότητα των μέτρων προσφέρει επιχειρήματα που είναι για το καλάθι των …αχρήστων.

Πως θα γίνει η μείωση των κρατικών δαπανών, που υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία, και αντιπαρατίθεται στην κυβέρνηση με αυτό το επιχείρημα, εάν δεν υπάρξουν μειώσεις στις κοινωνικές παροχές, εάν δεν υιοθετηθεί ο κανόνας του μηδενικού ελλείμματος για τα ασφαλιστικά ταμεία, που ήθελε να εφαρμόσει και που στην πράξη σήμαινε μείωση των συντάξεων, εάν δε γίνουν απολύσεις από το δημόσιο, εάν δε γίνουν μειώσεις μισθών στο δημόσιο, εάν δε μειωθεί το κονδύλι των δημόσιων επενδύσεων, που, ταυτόχρονα, σημαίνει και προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων;

Δηλαδή, τελικά, τόσο οι προηγούμενες κυβερνήσεις όσο και η σημερινή κινούνται στην ίδια κατεύθυνση παίρνοντας σχεδόν τα ίδια μέτρα, κινούνται με πιλότο τον …αυτόματο κόφτη, ανεξάρτητα εάν είναι ή δεν είναι νομοθετημένος. Ο αυτόματος κόφτης προϋπήρχε με απόφαση του Γκίκα Χαρδούβελη.

Όλη αυτή η συζήτηση που έχει ανοίξει από τα ΜΜΕ, αντικυβερνητικά και φιλοκυβερνητικά, στην πραγματικότητα αποσκοπεί στο να αποκρύψει τις πραγματικές αιτίες των μέτρων που παίρνονται.

Μέσα από αυτήν τη συζήτηση, όμως, αναδεικνύονται δύο πράγματα:

Από τη μια, διαπιστώνουμε ότι η αστική επιχειρηματολογία έχει εξαντληθεί και ότι η μία πλευρά προσπαθεί να ρίξει τις ευθύνες για την αντιλαϊκότητα των μέτρων στην άλλη, ενώ έχουν το ίδιο αποτέλεσμα. Την εξαθλίωση των λαϊκών μαζών και την καταστροφή των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων, την ώρα που εξασφαλίζουν ευνοϊκές ρυθμίσεις για την κερδοφορία του κεφαλαίου.

Από την άλλη, και με αυτά τα μέτρα, διαπιστώνουμε ότι ανάκαμψη της οικονομίας δεν έρχεται, και αυτό δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα. Αφορά και στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, που, επί της ουσίας, βρίσκεται σε οικονομική στασιμότητα.

Όσο άχρηστα, λοιπόν, είναι τα επιχειρήματα, που επιστρατεύονται για να δικαιολογηθούν τα μέτρα που παίρνονται, που πολλές φορές προσφέρονται και για γέλια, τόσο χρήσιμο είναι να αναλυθούν οι βαθύτερες αιτίες για την κατάσταση, που έχει διαμορφωθεί, όχι μόνο στη χώρα μας, να κατασταλάξουν αυτές οι αναλύσεις σε μια άμεση εναλλακτική πρόταση, που θα δώσει τη δυνατότητα για να εκφραστούν και οι αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων.

Αυτό λείπει και αυτό πρέπει να γίνει. Η πολιτική πρόταση λείπει και όχι οι αγωνιστικές διαθέσεις.

COMMENTS