Ευρωπαϊκή Ένωση, ΔΝΤ και το ΚΚΕ (τρίτο μέρος – τελευταίο)

Το να μιλάει κανείς σήμερα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και να ισχυρίζεται ότι δεν «πάει καλά», ότι έχει μεγαλώσει η δυσαρέσκεια των λαών για την πολιτική που εφαρμόζει έχει καταντήσει πλέον μια κοινοτοπία. Αλλά ας αφήσουμε ορισμένους από τους πιο «αρμόδιους» να τα «πούνε καλύτερα»!

«Στην Ευρώπη, εδώ και αρκετό καιρό, ακολουθούμε καθοδική πορεία. Η εμπιστοσύνη πολλών ανθρώπων απέναντι στους θεσμούς, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, έχει χαθεί» τόνισε σε συνέντευξή του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Martin Schultz (capital.gr 14/4/2016, Κώστας Ράπτης, Ποιος “κατεδαφίζει” την ΕΕ;), για να συμπληρώσει ότι με το Βρετανικό δημοψήφισμα προβάλλει πραγματικός κίνδυνος κατάρρευσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Η πιθανότητα να ψηφίσουν οι Βρετανοί τον Ιούνιο υπέρ της εξόδου της χώρας τους από την Ε.Ε. είναι “πολύ πραγματική” και θα προκαλούσε παγκόσμιο σοκ, προειδοποίησε από την πλευρά του ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Maurice Obsfeld κατά την παρουσίαση της εξαμηνιαίας έκθεσης για της προοπτικές της διεθνούς οικονομίας, προσθέτοντας ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο: “Η πολιτική ομοφωνία που στο παρελθόν στήριζε το ευρωπαϊκό σχέδιο βρίσκεται σε φάση αποσύνθεσης”» (στο ίδιο).

Αφήσαμε τελευταίο το Γερμανό υπουργό οικονομικών Wolfgang Schaeuble, ο οποίος όπου βρεθεί και όπου σταθεί δε χάνει την ευκαιρία να τονίζει – και εδώ συγκεκριμένα σε συνέντευξη που έδωσε στο πρακτορείο Reuters ενόψει της εαρινής συνόδου Παγκόσμιας Τράπεζας-ΔΝΤ – ότι: “δεν πρέπει να δίνεται υπερβολική έμφαση στη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, καθώς οι δυνατότητές τους έχουν ουσιαστικά εξαντληθεί”, όπως δείχνουν και “οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Fed, ώστε να διαχειριστεί μια πολύ προσεκτική έξοδο από την πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης”(στο ίδιο).

Με δυο λόγια ο Wolfgang Schaeuble μας λέει ότι το θέμα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής έχει εξαντληθεί και δεν αλλάζει, γι’ αυτό και επικαλείται τις δυσκολίες της Fed, ότι η δημοσιονομική πειθαρχία θα εξακολουθήσει να συνεχίζεται και ο ίδιος, τελικά, επικεντρώνει το πρόβλημα πάνω στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που όλοι γνωρίζουμε πλέον ότι αφορούν στους όρους εργασίας και στο κόψιμο των κοινωνικών παροχών. Με άλλα λόγια η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να βαδίσει στο μονόδρομο της συνέχισης των αντιλαϊκών μέτρων.

Άλλωστε είναι γνωστή η διαφωνία του Wolfgang Schaeuble με το Μario Draghi, το αφεντικό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης, γεγονός που έκανε το Wolfgang Schaeuble να κατηγορήσει δημόσια το Μario Draghi ότι έχει ευθύνες για την αύξηση της δύναμης του ακροδεξιού κόμματος “Εναλλακτική για τη Γερμανία”. Και αυτή η διαφωνία υπάρχει όχι γιατί η πολιτική του Μario Draghi έχει αποφέρει τίποτα, σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, αλλά επηρεάζει τις Γερμανικές τράπεζες.

Στο μεταξύ στην Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ, όπου υπήρχε και το Ελληνικό ζήτημα, είναι φανερό ότι η χώρα μας έγινε το κλωτσοσκούφι στις διαβουλεύσεις που διεξάγονταν ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ. Αναμένεται και παρέμβαση του Μπαράκ Ομπάμα κατά τη συνάντησή του με την Άνγκελα Μέρκελ στις 23/04/2016, την ώρα που σημειώνεται ότι: «Η Ελλάδα έχει πολύ δρόμο μπροστά της, ο Γερμανικός Τύπος κάνει λόγο για: «καυτό καλοκαίρι» και από διάφορες πηγές ενημέρωσης γίνεται λόγος: «για απώλεια δύναμης» της χώρας μας και ότι: «Οι πολιτικοί της Ελλάδας στερούνται αξιοπιστίας».

Θα καταθέσουμε δύο στοιχεία για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης της κατάστασης που έχει περιέλθει η χώρα μας : Κατά τη διάρκεια του πενταετούς πολέμου που διεξάγεται στη Συρία το ΑΕΠ της χώρας αυτής μειώθηκε λιγότερο απ’ ότι στα χρόνια της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, ενώ στα 62δισ. ευρώ, που «στοίχισαν» τα αντιλαϊκά μέτρα στους εργαζόμενους από τις προηγούμενες κυβερνήσεις και τα μικροαστικά στρώματα θα προστεθούν, τουλάχιστον, άλλα 5.5δισ. ευρώ! Και δεν ξέρουμε τι άλλο θα προστεθεί!

Δηλαδή, η επιβάρυνση των εργαζομένων συνεχίζεται και η κυβέρνηση καταφεύγει σ’ ένα απατεωνίστικο τρυκ συγκρίνοντας τα 62δισ. ευρώ με τα 5.5δισ. ευρώ, άρα το συμπέρασμα είναι …λιγότερα μέτρα …ξεχνώντας να κάνει την πρόσθεση, πράγμα που ενδιαφέρει τον εργαζόμενο λαό, γιατί αποδεικνύεται ότι η αντιλαϊκή πολιτική συνεχίζεται, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση κάνει λόγο για δικαιότερη κατανομή των βαρών σε ένα κρεσέντο κοροϊδίας.

Το συμπέρασμα είναι ότι όπως και να καταλήξει η αξιολόγηση και με όποια σχέση θα υπάρχει το ΔΝΤ στη χώρα μας θα παρθούν νέα αντιλαϊκά μέτρα, ενώ είναι βέβαιο ότι ο μονόδρομος αυτός θα συνεχιστεί, αλλιώς, γιατί ακόμη και ο υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ Τζακ Λιου να θεωρεί ότι: «Υπάρχει ακόμα δρόμος να καλυφθεί μέχρι την ολοκλήρωση της αξιολόγησης», που υποτίθεται ότι στηρίζει τη χώρα μας;

Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση το ερώτημα είναι απλό: Ποιες από τις προβλέψεις που είχε διατυπώσει διαχρονικά το ΚΚΕ, ξεκινώντας από το παρελθόν μέχρι σήμερα, δεν έχει επαληθευτεί;

Οι συνέπειες της σύνδεσης, μετά της ένταξης στην ΕΟΚ και στη συνέχεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση, της ένταξης στο ευρώ ήταν καταστροφικές για τη χώρα μας και σε κάθε επίπεδο και πριν απ’ όλα στο παραγωγικό και την εξάρτηση.

Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαμορφώθηκε σε ένα ιμπεριαλιστικό κέντρο, σε μια διακρατική ιμπεριαλιστική Ένωση, που το πολιτικό της εποικοδόμημα είναι η πολιτική αντίδραση, που είναι ενταγμένη στον παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό και επομένως το «μάρμαρο» του ανταγωνισμού το πληρώνουν οι εργαζόμενοι απανταχού της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιστά ακόμη πιο υποχρεωτικό το καθήκον για την αποδέσμευση από αυτήν.

Το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση βρίσκεται σε σταθερή ουσιαστικά οικονομική στασιμότητα, ότι οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της αλλά, και κυρίως, οι αντιθέσεις ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις – μέλη της οξύνονται, ότι οι μεγάλες δυνάμεις εξάγουν, επί της ουσίας, την κρίση τους στις μικρότερες χώρες – μέλη, ότι έχουν εμφανιστεί φανερά τάσεις αποσύνθεσης και διαλυτικά φαινόμενα αποτελεί τη μεγαλύτερη διάψευση για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, για τους υποτιθέμενους φιλολαϊκούς της στόχους και σκοπούς, για το κάλπικο Ευρωπαϊκό Όραμα.

Η αστική τάξη της χώρας μας και οι πολιτικοί της εκπρόσωποι χρεώνονται με τη μεγαλύτερη καταστροφή που έχει υποστεί η χώρα μας, για την εξαθλίωση και την αφαίρεση κοινωνικών κατακτήσεων των εργαζομένων, για την παραγωγική συρρίκνωση την τεράστια ανεργία και την επανεμφάνιση της μετανάστευσης.

Αφού, λοιπόν, το ΚΚΕ διαχρονικά έχει επαληθευτεί, αφού διαχρονικά ζητούσε τη μη ένταξη και στη συνέχεια την αποδέσμευση, ακριβώς λόγω των προβλέψεων που είχε κάνει, τώρα που η Ελλάδα ζει στην πραγματικότητα των προβλέψεων το ερώτημα που προβάλλει είναι: γιατί η ηγεσία του Κόμματος δεν απαιτεί την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως πρώτης γραμμής αίτημα, όπως και για κάθε άλλον ιμπεριαλιστικό οργανισμό, όταν η προβολή αυτού του αιτήματος μπορεί να συσπειρώσει την εργατική τάξη αλλά και τα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα;

Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι το ΚΚΕ διαμορφώνει μια άμεση προγραμματική πρόταση, που σαφώς θα είναι συνδεδεμένη με την προοπτική του σοσιαλισμού, με βάση τα όσα έχει καταθέσει ως προτάσεις της η «Νέα Σπορά».

Μια προγραμματική πρόταση που απευθύνεται στην εργατική τάξη, στα μικρομεσαία μικροαστικά στρώματα, που διεκδικούν από κοινού την πολιτική εξουσία διαμορφώνοντας τις δικές τους μορφές συσπείρωσης και κοινωνικής συμμαχίας, που θα παίξουν και το ρόλο των μελλοντικών κρατικών δομών, κρατικές δομές που θα κυριαρχεί η εργατική τάξη μαζί με τους συμμάχους της, κρατικές δομές που θα προχωράνε μπροστά, με ένα κράτος που θα είναι εργατικό, επαναστατικό, της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, που θα εξελιχτεί σε πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης.

Πρόκειται για μια επίκαιρη τακτική, σε άμεση σύνδεση με τη στρατηγική του Κόμματος, που λόγω της οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας δεν ξεπερνάει τα κοινωνικά υποκείμενα, τις κοινωνικές δυνάμεις, που θίγονται άμεσα από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και της χρεοκοπίας και που κατά τη Λενινιστική επαναστατική τακτική δεν πρέπει ή για να το πούμε διαφορετικά είναι αδύνατον να ξεπεραστούν. Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις της μικρομεσαίας αγροτιάς έδειξαν ότι δε μπορεί κανείς να αγνοεί το ρόλο των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων στην κοινωνική συμμαχία με την εργατική τάξη.

Αυτή η τακτική ακυρώνει ένα από τα βασικά στηρίγματα της ντόπιας αστικής τάξης, τη διεθνή ολιγαρχία. Ας θυμηθούμε τη βασική παραδοχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι η είσοδος στην ΕΟΚ επιβλήθηκε πάνω απ’ όλα για πολιτικούς λόγους. Ουσιαστικά αυτή η παραδοχή σήμαινε ότι με την ένταξη η ντόπια αστική τάξη αισθανόταν περισσότερο ασφαλής, ενώ οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις εξασφάλιζαν μια γεωστρατηγική θέση μεγάλης σημασίας για την Νοτιανατολική Ευρώπη για την αντιμετώπιση του σοσιαλισμού και για τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Μεσογείου.

Αυτή η τακτική ακυρώνει συγκεκριμένα την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης του ΝΑΤΟ και κάθε άλλου ιμπεριαλιστικού οργανισμού, των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, που ελέγχουν τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας στρατιωτικά, πολιτικά, διπλωματικά και οικονομικά. Χτυπάει στη ρίζα της την εξάρτηση, δίνει ουσιαστικό περιεχόμενο στην εθνική ανεξαρτησία της χώρας μας. Ας μην ξεχνάμε την αναφορά του Β. Ι. Λένιν για την τυπική, στην ουσία, ανεξαρτησία των εξαρτημένων χωρών.

Ταυτόχρονα, όμως, αυτή η προγραμματική πρόταση δεν αφορά αποκλειστικά  στην αποδέσμευση από κάθε ιμπεριαλιστικό οργανισμό χωρίς κατεύθυνση και στόχο. Αν δεν υπήρχε κατεύθυνση και στόχος τότε αυτή η προγραμματική πρόταση θα ήταν ρεφορμιστική, δε θα είχε αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό χαρακτήρα.

Περιέχει και μέτρα που είναι καθοριστικής σημασίας για την αντιμετώπιση των άμεσων και καυτών προβλημάτων των εργαζομένων αλλά και μέτρα, τα οποία είναι απολύτως απαραίτητα για τη σοσιαλιστική προοπτική, όπως είναι η κρατικοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα και βασικών παραγωγικών τομέων, μέτρα που αφορούν στην παιδεία, την υγεία την κοινωνική ασφάλιση, τις ελευθερίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων, την ασφάλεια της χώρας μας, την κατοχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας, την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την ανακούφιση των εργαζομένων.

Με δυο λόγια η προγραμματική πρόταση αυτή συνδέει την πάλη των κοινωνικών δυνάμεων, που θίγονται άμεσα από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία σήμερα, από την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην πιο πλατιά τους αλλά παράλληλα και στις πιο βασικές κοινωνικές δυνάμεις με την κατάκτηση της Λαοκρατικής Δημοκρατίας αλλά σε μια πορεία για τη σοσιαλιστική προοπτική.

Κατά προέκταση δεν αφορά την αστική τάξη. Είναι μια πορεία πάλης και αγώνων για την οποία αναλαμβάνει το κύριο βάρος η εργατική τάξη σε μια ενιαία επαναστατική διαδικασία, που οι κρατικές μορφές που θα δημιουργεί από τώρα η εργατική τάξη θα προχωρήσουν μπροστά έως τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Σ’ αυτήν την πορεία και στο πλαίσιο της ενιαίας επαναστατικής διαδικασίας τη Λαοκρατική Δημοκρατία πρέπει να την κατανοεί κανείς, πάνω απ’ όλα, στο επίπεδο των σχέσεων των τάξεων, της ταξικής πάλης με την αστική τάξη και της αφαίρεσης της αστικής εξουσίας και όχι σα διακυβέρνηση στο πλαίσιο του καπιταλισμού.

Με βάση τα παραπάνω η ηγεσία του Κόμματος καλείται να απαντήσει στο ερώτημα: που ακριβώς αυτή η τακτική παρεκκλίνει από την πορεία προς το σοσιαλισμό και γιατί αποκλείει τη σοσιαλιστική επανάσταση;

Όταν ο Β. Ι. Λένιν, με το τελευταίο πρόγραμμα που κατέθεσε, μίλαγε για τη Λαοκρατική Δημοκρατία και ταυτόχρονα προωθούσε την άποψη ότι τα Σοβιέτ πρέπει να προχωρήσουν μπροστά για να μην εκφυλιστούν και απορροφηθούν από την αστική τάξη, να περάσει όλη η εξουσία στα Σοβιέτ, που αποτελούσαν μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης και εξελίχτηκαν από την ίδια την ταξική πάλη σε κρατικές μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης, των στρατιωτών αλλά και της αγροτιάς σε τι εμπόδισε την προλεταριακή επανάσταση η τακτική που ακολούθησε;

Το ακριβώς αντίθετο συνέβη. Η τακτική αυτή όχι μόνο εξασφάλισε τη συσπείρωση και την ενότητα της εργατικής τάξης, όχι μόνο διευκόλυνε την κοινωνική συμμαχία με τη μεγάλη μικροαστική μάζα, όχι μόνο οδήγησε στην κατάκτηση της πλειοψηφίας μέσα στα Σοβιέτ, αλλά και εξασφάλισε τους συσχετισμούς των δυνάμεων για την εξέγερση του Οκτώβρη.

Αυτήν την πλειοψηφία την κατέκτησαν οι Μπολσεβίκοι με ένα πρόγραμμα που αφορούσε στα άμεσα και κυρίαρχα προβλήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, αλλά, ταυτόχρονα, τη συνδύασαν και με αιτήματα που ήταν απολύτως συνδεδεμένα με την πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Γι’ αυτό άλλωστε ο Β. Ι. Λένιν ήρθε σε αντιπαράθεση με το Ν. Μπουχάριν που υποστήριζε τη διαμόρφωση ενός προγράμματος που θα περιελάμβανε αποκλειστικά και μόνο αιτήματα που θα αφορούσαν στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού, τη μεταβατική περίοδο.

Υπάρχουν άλλοι δύο βασικοί λόγοι που επιβάλλουν την υιοθέτηση της πρότασης που καταθέτει η «Νέα Σπορά». Ο ένας βασικός λόγος αφορά τον παγκόσμιο συσχετισμό των δυνάμεων. Η ανάπτυξη της Κίνας φέρνει σε δύσκολη θέση το Δυτικό ιμπεριαλισμό και προπαντός δημιουργεί κρισιακά φαινόμενα που τείνουν να πάρουν μόνιμο χαρακτήρα, όπως είναι οι χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης.

Η οικονομική στασιμότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αδυναμία της να επιλύσει σοβαρά οικονομικά και πολιτικά ζητήματα που την απασχολούν, δίνει προτεραιότητα στην αποδέσμευση από αυτήν ως εκείνου του κρίκου μέσα από τον οποίο θα περάσει τη συνολική της πολιτική η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της.

Από την άλλη η πλατιά δυσαρέσκεια που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και αυτός είναι ο δεύτερος λόγος, δεν πρέπει να γίνει αντικείμενο οικειοποίησης από την πλευρά της αντίδρασης, της ακροδεξιάς και του φασισμού, που φροντίζουν να παρουσιάζονται εκπρόσωποι του ευρωσκεπτικισμού.

Στη χώρα μας η Χρυσή Αυγή και η Εθνική Ενότητα παρουσιάζονται ως ευρωσκεπτικιστικές και αντιμνημονιακές πολιτικές δυνάμεις σε μια προσπάθεια να αξιοποιήσουν τη μεγάλη δυσαρέσκεια των λαϊκών μαζών από την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής.

Πρέπει να αφαιρεθεί η δυνατότητα στις δυνάμεις αυτές να συσπειρώσουν τα πιο καθυστερημένα τμήματα της εργατικής τάξης και τα καταστρεμμένα μικροαστικά στρώματα.

Στην κατεύθυνση αυτή η προβολή του αιτήματος για την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, με το περιεχόμενο που έχει αναπτύξει η «Νέα Σπορά» θα έχει ένα διπλό αποτέλεσμα. Από τη μια μεριά θα αντιμετωπίζει την «αριστερή» δημαγωγία του ΣΥΡΙΖΑ στην εφαρμογή της αστικής πολιτικής και από την άλλη θα αποτρέπει τα λιγότερο ώριμα τμήματα της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων να παρασύρονται από την ακροδεξιά δημαγωγία.

Στο πλαίσιο αυτής της προγραμματικής πρότασης από τη μια θα δοθεί η δυνατότητα η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία να αναπτύξουν τη δράση τους και τους αγώνες τους, που, ταυτόχρονα, θα τους ωριμάζει την ταξική και πολιτική συνείδηση, από την άλλη το ΚΚΕ θα αναδειχτεί ως ο μόνος αξιόπιστος πολιτικός φορέας, που μπορεί να δώσει διέξοδο στην οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία στην κατεύθυνση ριζικών αλλαγών και ανατροπών, στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού.

COMMENTS