Σημειώναμε σε προηγούμενο άρθρο μας ότι το κυρίαρχο ζήτημα, που χαρακτηρίζει αυτήν την περίοδο των λαϊκών κινητοποιήσεων, που οι αγρότες έχουν βγει στους δρόμους, είναι το γεγονός ότι η εργατική τάξη δεν έχει αναδειχθεί ακόμη ως η κυρίαρχη καθοδηγητική δύναμη, που γύρω από αυτήν θα συσπειρωθούν τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, στις λαϊκές διεκδικήσεις ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η σημασία αυτού του γεγονότος είναι μείζον, με δεδομένο ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και οι πολιτικές δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης προσπαθούν να καπηλευτούν τις λαϊκές κινητοποιήσεις, προκειμένου να ικανοποιήσουν τους δικούς τους ιδιαίτερους πολιτικούς στόχους.
Η μεν κυβέρνηση να κατορθώσει να περάσει μια αντιλαϊκή πολιτική στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων, που έχει αναλάβει, η δε αστική αντιπολίτευση – κυρίως η Νέα Δημοκρατία, να αξιοποιήσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για να επανέλθει στη διακυβέρνηση για να συνεχίσει την ίδια αντιλαϊκή πολιτική εφαρμόζοντας και αυτή τις ίδιες μνημονιακές δεσμεύσεις, που είναι αδύνατον να αποφύγει.
Θεωρούμε, επομένως, ότι η απεργία αυτή μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την αρχή για την παραπέρα ανάπτυξη της δράσης της εργατικής τάξης, μια και την ίδια στιγμή διαπιστώνουμε ότι σημειώνονται σημαντικές διαφοροποιήσεις και στο εσωτερικό της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων.
Είναι φανερό πλέον ότι υπάρχουν εκτεταμένα τμήματα της εργατικής τάξης, που είναι σφόδρα δυσαρεστημένα από την κυβερνητική πολιτική, τμήματα τα οποία στηρίξανε το ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και στις τελευταίες εκλογές. Την ίδια στιγμή έχει απαξιωθεί πλήρως ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός, γεγονός που εκφράζεται με την έλλειψη κάθε κύρους της ΓΣΕΕ και των άλλων τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Στο εσωτερικό των μικροαστικών στρωμάτων έχουν εμφανιστεί πιο έντονα από πριν οι διαφοροποιήσεις τόσο ως προς την αστική τάξη όσο και ως προς τα ανώτερα μικροαστικά στρώματα. Αυτό το διαπιστώνουμε κυρίως στις αγροτικές κινητοποιήσεις με τα διαφορετικά αιτήματα, που διατυπώνονται, και τη διαφορετική στάση των αγροτικών μπλόκων απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Τα αιτήματα ορισμένων αγροτικών μπλόκων φανερά στρέφονται ενάντια στους μικρομεσαίους αγρότες και συντείνουν στην καταστροφή τους.
Αυτές τις διαφοροποιήσεις τις βλέπει και η κυβέρνηση και η αστική αντιπολίτευση γι’ αυτό το λόγο προσαρμόζουν ανάλογα τον πολιτικό τους λόγο. Προσπαθούν η μεν κυβέρνηση να συγκρατήσει τα τμήματα της εργατικής τάξης και τα μικροαστικά στρώματα που τη στήριξαν, γι’ αυτό, παραπλανητικά, παρουσιάζει την πολιτική ως «ταξικά μεροληπτική με κοινωνική δικαιοσύνη υπέρ των αδύνατων λαϊκών στρωμάτων», η δε Νέα Δημοκρατία προσπαθεί να αποσπάσει, κατ’ αρχάς, τα μικροαστικά στρώματα – και κυρίως στον αγροτικό πληθυσμό, και να αξιοποιήσει τη δυσαρέσκεια των εργαζομένων, ώστε να επεκτείνει τα ερείσματά της και μέσα στην εργατική τάξη. Γι’ αυτό και δε διστάζει να ενθαρρύνει δυνάμεις που επηρεάζει να κατέβουν στο δρόμο.
Αυτό ακριβώς το ζήτημα θέτει επί τάπητος την ανάγκη να βαθύνει η αυτοτελής πολιτική παρέμβαση του Κόμματος με στόχο η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη, που διεξάγει, να αποτρέψει τον αποπροσανατολισμό των εργαζομένων και των μικρομεσαίων μικροαστικών στρωμάτων.
Και κυρίως να βαθύνει στην κατεύθυνση αποκάλυψης της πολιτικής, που εφαρμόζεται από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης – και που η έκδοσή της στην περίπτωση της χώρας μας είναι τα μνημόνια, κάνοντας φανερό στους εργαζόμενους και στα μικρομεσαία στρώματα το μύθο της οικονομικά ισχυρής Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ρόλου του ευρώ, τις συνέπειες, που υπέστησαν οι εργαζόμενοι και τα μικρομεσαία στρώματα εξ αιτίας της ένταξης και παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ.
Αυτό σημαίνει ότι είναι καιρός η ηγεσία του Κόμματος να αναγνωρίσει τις αστοχίες και τις αντιφάσεις της πολιτικής της και να τις αποσύρει στην πράξη. Και αυτό πρέπει να το κάνει, γιατί εκ των πραγμάτων αδυνατίζει η επιχειρηματολογία του Κόμματος στην ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται η ανάπτυξη της δράσης των κομματικών δυνάμεων και ο καθορισμός ενός προγράμματος δράσης και στόχων, που θα αποτελέσουν και το πρόγραμμα δράσης και τους στόχους της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων, που θα φτάνουν μέχρι την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και τη διακυβέρνηση της χώρας.
Η άλλη πλευρά αυτού του ζητήματος είναι ότι η επιχειρηματολογία του Κόμματος δε θα επιτρέπει να αξιοποιείται από άλλους πολιτικούς φορείς για τους δικούς τους στόχους, μια και οι εργαζόμενοι και τα μικρομεσαία στρώματα θα έχουν μπροστά τους μια καθαρή και συγκεκριμένη πρόταση.
Αλλά για να μπορέσει η αυριανή απεργία να αποτελέσει μια νέα αρχή, ως συνέχεια των μέχρι τώρα αγώνων που δόθηκαν, για την παραπέρα κλιμάκωση των αγωνιστικών κινητοποιήσεων της εργατικής τάξης, να την αναδείξει ως την κύρια κινητήρια δύναμη ενάντια στην πολιτική που εφαρμόζεται, τον πόλο συσπείρωσης γύρω από αυτήν και των μικρομεσαίων στρωμάτων, οφείλουμε να δούμε και με κριτικό πνεύμα τη μέχρι τώρα δράση του ΠΑΜΕ.
Είναι απόλυτη ανάγκη πλέον το ΠΑΜΕ να επανακτήσει τον πραγματικό του ρόλο ως πόλου συσπείρωσης της εργατικής τάξης, σωματείων, ομοσπονδιών, επιτροπών αγώνα, να αποτινάξει από πάνω του μια και καλή τη μετατροπή του στην πράξη σε παράταξη. Πράγμα που σημαίνει, πριν απ’ όλα, ότι πρέπει να καθορίσει το πλαίσιο της δράσης του, παίρνοντας υπόψη τη μέχρι τώρα εμπειρία των αγώνων.
Αυτό το πλαίσιο, νομίζουμε, ότι πλέον έχει αναδειχτεί από τις ίδιες τις εξελίξεις. Σε μια περίοδο βαθύτατης οικονομικής κρίσης, που θα περίμενε κανείς να γίνει για την εργατική τάξη η αιτία βαθύτερης συνειδητοποίησης του ρόλου της και της ιστορικής της αποστολής αυτό δε συνέβη. Δε μπορεί ούτε η πολιτική του Κόμματος ούτε, πολύ περισσότερο, η δράση του ΠΑΜΕ, να μην παίρνουν αυτόν τον παράγοντα των κοινωνικών διεργασιών υπόψη τους.
Το ΚΚΕ στον προγραμματικό του λόγο και το ΠΑΜΕ στη δράση του δε μπορεί να υπερπηδάνε πάνω από τις διαθέσεις των λαϊκών μαζών και των κοινωνικών δυνάμεων, που πρωταγωνιστούν αυτήν την περίοδο στους αγώνες. Αντίθετα πρέπει να προωθούν αυτές τις διαθέσεις στο να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη της κοινωνικής συμμαχίας, την ανάγκη της αυτοτελούς δράσης των λαϊκών μαζών και με την έννοια αυτή να συνειδητοποιήσουν την ιστορική τους αποστολή.
Και αναγκαστικά αυτή η πορεία συνειδητοποίησης περνάει μέσα από την ανάγκη διαμόρφωσης ενός προγραμματικού λόγου και της αντίστοιχης δράσης, που θα έχει αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό και δημοκρατικό χαρακτήρα, που θα βασίζεται πάνω στα καυτά και άμεσα προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι λαϊκές μάζες, η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία στρώματα, που θα ενοποιεί τη δράση τους, που θα επιδιώκει τη συσπείρωση νέων δυνάμεων, που θα ωριμάζει και την υλική βάση της κοινωνίας και, τελικά, θα οδηγεί στην κατάληψη της πολιτικής εξουσίας με προοπτική το σοσιαλισμό.
Με την έννοια αυτή ανάλογη πρέπει να είναι και η διαμόρφωση των αιτημάτων και των συνθημάτων αυτών των κοινωνικών δυνάμεων, με πρώτο αίτημα την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Πάνω σ’ αυτήν τη βάση μπορεί η αυριανή απεργία να αποτελέσει και την αρχή για μια νέα πορεία του Εργατικού Κινήματος και της κοινωνικής συμμαχίας.
COMMENTS