Αναρωτιέται κανείς ποιος να ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε τους λεγόμενους μαχητές του ISIS στην αποτρόπαια σφαγή του Παρισιού. Κατά τη γνώμη μας αποκλείεται να μη γνώριζαν (οι του ISIS) ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα αυτής της σφαγής.
Ότι θα ξεσήκωναν την παγκόσμια κατακραυγή και την καταδίκη τους, ότι αυτή ιδιαίτερα η σφαγή θα γινόταν η αφορμή για να κηρυχτεί πολύ πιο ανοικτά ο πόλεμος εναντίον τους από τις συνασπισμένες μεγάλες δυνάμεις, κάτω και από το φόβο της μεταφοράς του, πέραν του εδάφους της Συρίας, στο έδαφος της Ευρώπης.
Όπως αποκλείεται να μη γνώριζαν οι ηγέτες του ISIS στη Συρία αυτήν την επιχείρηση σφαγής. Ποιος «αυτόνομος» τζιχαντιστής θα τολμούσε να πάρει μια τέτοια πρωτοβουλία απέναντι στη Γαλλία, που θα ξεσήκωνε και θα διαμόρφωνε ένα γενικότερο κλίμα εναντίον τους;
Επομένως, κατά τη γνώμη μας, ο σχεδιασμός και η εκτέλεση της σφαγής στο Παρίσι είναι κεντρική υπόθεση του ISIS και όχι κάποιων «αυτόνομων» τζιχαντιστών από το Βέλγιο και τη Γαλλία.
Και αυτό, ίσως, να δίνει μια εξήγηση και για την ίδια την αιματηρή επιχείρηση των τζιχαντιστών στο Παρίσι. Οι ηγέτες των τζιχαντιστών να αποφάσισαν να δράσουν εκτός Συρίας, στο ίδιο το έδαφος της Ευρώπης, για να αντισταθμίσουν τις δυσκολίες που αρχίζουν να συναντάνε στο έδαφος της Συρίας. Είναι μια λογική πιθανότητα.
Πρόκειται για μια πολεμική λογική κλιμάκωσης, από τη μια, που, όμως, οδηγεί μοιραία και αναπότρεπτα σε ένα άλλο ερώτημα, από την άλλη: Ξέσπασε πόλεμος μεταξύ των «πατεράδων και των παιδιών τους» σε Ευρωπαϊκό έδαφος;
Γιατί αυτό μας λέει ο Φρανσουά Ολάντ κηρύσσοντας τρίμηνη κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη Γαλλία, κινητοποιώντας το στρατό της Γαλλίας και εμφανίζοντάς τον στους δρόμους του Παρισιού. Μια τέτοια κίνηση θα ήταν αδιανόητη σε άλλες εποχές για τους Γάλλους. Και ακολουθεί η Γερμανία, η οποία δεν αποκλείει να κατεβάσει το στρατό της στους δρόμους, ούτε να αποστείλει στρατιωτικές δυνάμεις στη Μέση Ανατολή.
Την ίδια στιγμή, πέρα από τη γενική αποδοχή ότι οι τζιχαντιστές είναι δημιούργημα του Δυτικού ιμπεριαλισμού (γεγονός που το ομολογούν ανοικτά πλέον ακόμη και δημοσιολόγοι των αστικών ΜΜΕ), με πρωτοστάτες τις ΗΠΑ και διαμεσολαβητές τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Αραβικά Εμιράτα και την Τουρκία, ακόμη και τώρα, συνεχίζεται κανονικά ο στρατιωτικός εξοπλισμός της Σαουδικής Αραβίας, εκ μέρους των ΗΠΑ, και μάλιστα με όπλα τελευταίας τεχνολογίας, όταν είναι γνωστό ότι αυτός ο εξοπλισμός, μέρος του τουλάχιστον, θα καταλήξει στα χέρια των τζιχαντιστών!
Δεν πρέπει, επίσης, να ξεχνάμε ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν, κατ’ επανάληψη, έχει θέσει δημόσια το ερώτημα ότι: «αφού γνωρίζετε τις θέσεις των τζιχαντιστών στο έδαφος της Συρίας γιατί δεν τους χτυπάτε;», ενώ στην πρόσφατη συνάντηση των G20 στην Τουρκία κατέθεσε φωτογραφικό υλικό αλλά και τον κατάλογο χωρών, πάνω από 40, που διεξάγουν κανονικό εμπόριο με τους τζιχαντιστές, στηρίζοντάς τους οικονομικά, μερικές εκ των οποίων, όπως ο ίδιος κατάγγειλε, ήταν παρούσες στη συνάντηση! Κανείς αντιπρόσωπος χώρας δεν τόλμησε να τον διαψεύσει και κανείς δεν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί για όσα έλεγε.
Παράλληλα τα παγκόσμια αστικά ΜΜΕ επικεντρώθηκαν στα τραγικά γεγονότα στο Παρίσι. Δικαιολογημένα, από μία άποψη, αφού εκ των πραγμάτων είναι σημαντικά, υποβιβάζοντας, όμως, προηγούμενα χτυπήματα των τζιχαντιστών, όπως ήταν αυτά της Βηρυτού με 44 νεκρούς, της πτώσης του Ρωσικού αεροπλάνου.
Ειδικά για το τελευταίο τραγικό περιστατικό, της πτώσης του αεροπλάνου, όπου βρήκαν τραγικό θάνατο 224 επιβάτες, μεταξύ αυτών και μικρά παιδιά, οι ηγέτες των Δυτικών, υποτίθεται φιλελεύθερων, κοινοβουλευτικών δημοκρατιών, ο ίδιος ο Φρανσουά Ολάντ π.χ., δε βρήκαν το χρόνο να στείλουν ούτε ένα συλλυπητήριο μήνυμα προς τη Ρώσικη ηγεσία. Είναι και αυτή μια λεπτομέρεια που έχει τη σημασία της.
Από την άλλη επιχειρείται να δοθεί μια παγκόσμια διάσταση στα αιματηρά γεγονότα του Παρισιού, να καλλιεργηθεί ένα κλίμα γενικής πολεμικής σύρραξης και τρόμου, που φτάνει να πάρει και τη μορφή πολέμου μεταξύ δύο πολιτισμών, του πολιτισμού του Ισλάμ και του Δυτικού πολιτισμού.
Την ίδια στιγμή η πολιτική επιχειρηματολογία των ηγετών της Δύσης προσεγγίζει, εάν δεν ταυτίζεται, με την πολιτική επιχειρηματολογία των ακροδεξιών δυνάμεων. Και αυτό βεβαίως, δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, την ώρα, που, τουλάχιστον, δημοσκοπικά οι ακροδεξιές δυνάμεις σημειώνουν άνοδο, εξ αιτίας του προσφυγικού κύματος..
Τι «αναγκάζει» αλήθεια το Φρανσουά Ολάντ να υιοθετήσει την επιχειρηματολογία της Μαρίν Λεπέν και μάλιστα μπροστά στις περιφερειακές εκλογές και στην προοπτική των προεδρικών εκλογών;
Η εξήγηση βρίσκεται στην εσωτερική κατάσταση της Γαλλίας, και όχι μόνο της Γαλλίας. Όλοι θα θυμόμαστε τον πόλεμο των γκέτο πριν από μερικά χρόνια, ακριβώς μια δεκαετία πίσω, στα περίχωρα του Παρισιού. Η κατάσταση αυτή δεν άλλαξε. Αντίθετα οξύνθηκε. Και δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο στους Γάλλους μουσουλμάνους. Αφορά γενικότερα στην εργατική τάξη της Γαλλίας, στην εργατική τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μπροστά στα οξύτατα προβλήματα της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, που καταστρέφονται, η ξενοφοβία είναι το πολιτικό αντίδοτο της αστικής τάξης και η πολιτική βάση, που παρατηρείται η πολιτική προσέγγιση της ακροδεξιάς με όλο το φάσμα των αστικών ή αστικοποιημένων πολιτικών δυνάμεων.
Το φαινόμενο αυτό δεν είναι καινούργιο. Παρατηρήθηκε τον καιρό του Μεσοπολέμου, αλλά επαναλήφθηκε με διαφορετικό τρόπο και στο πρόσφατο παρελθόν. Γνωρίζουμε, ειδικά για την περίπτωση της Γαλλίας, τις υπόγειες διασυνδέσεις μεταξύ του Σοσιαλιστικού Κόμματος του Φρανσουά Μιτεράν με το ακροδεξιό κόμμα του Λεπέν.
Με δυο λόγια, σαφώς η σφαγή του Παρισιού αφορά στις εξελίξεις στη Συρία και η απάντηση στο ερώτημα: «σε τι αποσκοπεί αυτή η επίθεση του ISIS στη Γαλλία;» θα μπορούσε να αφορά και στη μεταφορά του πολέμου σε Ευρωπαϊκό έδαφος (παίρνοντας πάντα υπόψη και τις αναπόδραστες αντιφάσεις και τα ερωτηματικά με τα οποία επιφορτίζεται μια τέτοια ενέργεια, μ’ έναν πόλεμο μεταξύ «των πατεράδων και των παιδιών τους»).
Με την έννοια αυτή στο ερώτημα: «εάν είναι πιθανή μια εκ νέου επίθεση των τζιχαντιστών σε Ευρωπαϊκό έδαφος;» κανείς δε μπορεί να απαντήσει με σιγουριά εκ των προτέρων. Είναι πολλοί οι παράγοντες που θα παίξουν ρόλο για την επανάληψη μια τέτοιας ενέργειας είτε στη Γαλλία είτε σε άλλη χώρα.
Θα ήταν, όμως, πολιτικό λάθος να σταματήσουμε εδώ την ανάλυσή μας. Και αυτό γιατί, την ίδια στιγμή, εξελίσσονται πολιτικά γεγονότα, που μας δείχνουν καθαρά «που το πάνε» οι αστικές τάξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γεγονότα που αναδεικνύουν και τις ταυτόχρονες διαφορές τους, τις διαφοροποιήσεις που σημειώνονται ακόμη και στις σχέσεις μεταξύ των συμμάχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Προπαντός ενδιαφέρει το γενικό υπόβαθρο αυτών των εξελίξεων, που δεν είναι άλλο από τη γενική κατάσταση που επικρατεί στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και στις σχέσεις μεταξύ τους για το μοίρασμα των αγορών, ιδιαίτερα τη γενική κατάσταση που επικρατεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα λέγαμε στο καπιταλιστικό σύστημα γενικότερα.
Με την έννοια αυτή θα υποστηρίζαμε την άποψη: πως ναι, υπάρχει και διεξάγεται ένας πόλεμος. Είναι αυτός που αφορά στο μοίρασμα των αγορών. Ένας πόλεμος που γίνεται όλο και πιο οξύς και απρόβλεπτος, επεισόδιο του οποίου είναι και τα αιματηρά γεγονότα στο Παρίσι.
Ταυτόχρονα, όμως, διεξάγεται και ένας άλλος πόλεμος, που αφορά στα ιστορικά όρια του καπιταλισμού, στη γενική και οικονομική του κρίση, στην ολοκληρωτική στροφή του προς την πολιτική αντίδραση. Και αυτός ο πόλεμος όσο και εάν επισκιάζεται από γεγονότα όπως του Παρισιού ή άλλα ανάλογα, που, πιθανά, θα προκύψουν στο άμεσο μέλλον, αφορά στην εργατική τάξη και στα ιστορικά της καθήκοντα. Αλλά γι’ αυτά ακριβώς τα θέματα θα επανέλθουμε στα επόμενα άρθρα μας.
Υ.Σ. Ζητάμε συγγνώμη από τους αναγνώστες μας για την ολιγοήμερη διακοπή των αναρτήσεων στην ιστοσελίδα μας.
COMMENTS