Με αφορμή τις δηλώσεις Γιουνκέρ για τα θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας

Η προσπάθεια του κατεστημένου να καλλιεργηθεί η αντιπαράθεση με όρους παροξυσμού, που υπακούει σε ένα δίπολο δυνάμεων, με αφορμή τις δηλώσεις Φίλη για το ποντιακό ζήτημα, που από τη μια έχουν αναφορά σε έναν αστικό εθνικισμό-σοβινισμό και από την άλλη σε έναν αστικό κοσμοπολιτισμό ήρθε τη στιγμή, που από τον «φιλέλληνα» πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Κομισιόν) έσκασε μια «βόμβα», που αφορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Αναφερόμαστε στη δήλωση του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, της περασμένης Πέμπτης από τη Φρανκφούρτη, όπου επανέφερε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία έχει εκφράσει και η Άνγκελα Μέρκελ για λογαριασμό της Γερμανίας, για κοινές περιπολίες Ελλάδας και Τουρκίας με αφορμή το προσφυγικό. Το ενδιαφέρον σημείο των δηλώσεων Γιουνκέρ είναι η αποστροφή του για «μια κοινή ακτοφυλακή μεταξύ Τουρκίας και ελληνικών νησιών» που έχει τη συμφωνία της Τουρκίας και τη διαφωνία της Ελλάδας, με την  πρόσθεση της «απορίας» «Πού ζούμε; Το θέμα είναι ότι πρέπει να τσακωνόμαστε τώρα για 10 χιλιόμετρα θαλάσσιου πλάτους, ποιος είναι πού και για ποιο πράγμα αρμόδιος ή να σώσουμε ανθρώπινες ζωές;».

Το κλίμα μέσα στο οποίο γίνονται αυτές οι δηλώσεις όσο και αν έγινε προσπάθεια από την Κομισιόν να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις και να ανασκευάσει τα λεγόμενα Γιουνκέρ είναι σαφές για την ευρύτερη περιοχή: Οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί αναζωπυρώνουν περιφερειακούς ανταγωνισμούς και στοχεύουν στην ανακατάταξη του συσχετισμού των δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων.

Είναι προφανές ότι στο πλαίσιο της όξυνσης των γεωπολιτικών ανταγωνισμών για την ανακατανομή της παγκόσμιας αγοράς στο έδαφος της γενικής οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού επίκεινται εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας. Τις προηγούμενες μέρες η Γερμανίδα Καγκελάριος έφτασε στο σημείο να μιλήσει ακόμα και για τον κίνδυνο «στρατιωτικών εντάσεων και συμπλοκών» στα Δυτικά Βαλκάνια, τις οποίες εξάρτησε από το πώς θα χειριστεί η Γερμανία την προσφυγική κρίση.

Σ’ αυτό το πλαίσιο η Ευρωπαϊκή Ένωση και σε πρώτο βαθμό η ηγετική δύναμή της η Γερμανία προσανατολίζεται σε εμβάθυνση της συνεργασίας της με την Τουρκία και την αστική τάξη της γειτονικής χώρας, με το καθεστώς Ερντογάν-Νταβούτογλου. Οι δηλώσεις Γιουνκέρ παραπέμπουν ευθέως στη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο στο πλαίσιο των «ζωτικών συμφερόντων» της Τουρκίας. Τις τουρκικές αξιώσεις ουσιαστικά είχε αποδεχτεί στις συμφωνίες του Ελσίνκι και της Μαδρίτης στα τέλη της δεκαετίας του 1990 η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη και τώρα γίνεται προσπάθεια να επανεισαχθούν από το παράθυρο με όχημα τη διάσωση των προσφύγων στα νερά του Αιγαίου.

Μέσα σε αυτό το ψηφιδωτό των ανταγωνισμών της περιοχής το οποίο είναι αρκετά πιο σύνθετο και ευρύ, η χώρα μας αντιμετωπίζει ευθεία αμφισβήτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων και στην προέκτασή τους θα μπορούσε να μιλήσει κανείς ακόμα για αμφισβήτηση της εδαφικής της ακεραιότητας. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν πρόκειται για την ταμπακέρα ή για παρελκυστική τακτική, που αφορά σε τελική ανάλυση το παζάρι για μια διευθέτηση του Κυπριακού προβλήματος σε ακόμα χειρότερη κατεύθυνση και από το προ δεκαετίας κατάπτυστο σχέδιο του τότε Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Ανάν.

Το βέβαιο είναι ένα: Με πρωτοβουλία της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης αμφισβητούνται τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, στο πλαίσιο του καθεστώτος της οικονομικής, πολιτικής και διπλωματικής εξάρτησης που έχει ενταθεί από την πολιτική των μνημονίων, που ακολουθούνται στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και επιβάλλονται και στη χώρα μας.

Η αστική τάξη, όπως φαίνεται και από τις αντιδράσεις της κυβέρνησης αλλά και της Νέας Δημοκρατίας, κατά κύριο λόγο έχει περιορισμένα έως ανύπαρκτα περιθώρια αντίδρασης στη δρομολόγηση των εξελίξεων. Αυτός είναι και ο λόγος που σηκώνει τους τόνους της έντασης ανάμεσα σε φωνές που καλλιεργούν στο εσωτερικό της Ελλάδας το σοβινισμό από τη μια και από την άλλη τον κοσμοπολιτισμό. Το κάνει και για έναν επιπρόσθετο λόγο που δεν είναι άλλος από το γεγονός ότι η ζωή καταρρίπτει και το βασικό αστικό επιχείρημα στο επίπεδο της πολιτικής το οποίο χρησιμοποιεί η αστική τάξη και στο οποίο κατέφυγε και η παρούσα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ για να δικαιολογήσει την αποδοχή του τρίτου μνημονίου που είναι η «ασφάλεια» της χώρας μπροστά στην προσφυγική κρίση.

Για ακόμα μια φορά επανέρχεται στο προσκήνιο το αίτημα της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, ως απαρχή μιας άλλης πορείας της χώρας στο πλαίσιο μιας Λαοκρατικής Δημοκρατίας, που θα προστατεύει τα συμφέροντα του λαού και της χώρας, θα ανοίγει το δρόμο προς το σοσιαλισμό και θα διαμορφώνει μια πολιτική, που θα υπερασπίζεται την ειρήνη, τη συνεργασία και τα συμφέροντα όλων των λαών της περιοχής.

Επανέρχεται με δύο λόγια στο προσκήνιο ο ρόλος της εργατικής τάξης ως της μόνης πατριωτικής και ταυτόχρονα διεθνιστικής δύναμης στο πλαίσιο του προλεταριακού διεθνισμού. Και αυτό με τη σειρά του επιφορτίζει με ιδιαίτερα καθήκοντα το ΚΚΕ και το υποχρεώνει και από αυτήν την άποψη να εγκαταλείψει τις χρεοκοπημένες ιδεολογικές κατασκευές της ηγεσίας του και να υιοθετήσει τις προτάσεις της «Νέας Σποράς», που στηρίζονται στη μελέτη της σχέσης μεταξύ της βασικής και της κυρίαρχης αντίθεσης στον καπιταλισμό και της διαλεκτικής ενότητας μεταξύ τους.

COMMENTS