Για τη Λαοκρατική Δημοκρατία και το Σοσιαλισμό
Ο Οκτώβρης είναι ένας σημαντικός μήνας για τη χώρα μας, από την άποψη της νεότερης ιστορίας της, γιατί συγκεντρώνει δύο, ταυτόχρονα, ιστορικές επετείους. Στις 28 του Οκτώβρη του 1940 έχουμε την κήρυξη του πολέμου ενάντια στην Ελλάδα από τη φασιστική Ιταλία. Στις 12 του Οκτώβρη του 1944 απελευθερώνεται η πρωτεύουσα της χώρας μας, η Αθήνα.
Ασφαλώς και θα παρατήρησαν οι αναγνώστες μας ότι εφέτος έγινε μια ιδιαίτερη προσπάθεια να γιορταστούν οι δύο επέτειοι μ’ έναν ξεχωριστό χρωματισμό και να δοθεί μεγαλύτερο βάρος στον εορτασμό τους με μια σειρά εκδηλώσεων αλλά και δημοσιευμάτων από τα αστικά ΜΜΕ, προβολής ταινιών, επισκέψεων σε ιστορικούς χώρους, που αφορούσαν και πολιτειακούς παράγοντες, ιστορικών περιπάτων, δηλώσεων, αφηγήσεων, κλπ. Εν ολίγοις μια συντονισμένη προσπάθεια παράλλαξης του αληθινού νοήματος των επετείων.
Ήταν φανερός ο στόχος από την πλευρά του επίσημου κράτους. Οι φετινοί γιορτασμοί να πάρουν έναν περισσότερο εθνικό χαρακτήρα με κυρίαρχο το στοιχείο της εθνικής ενότητας των Ελλήνων, που, όμως, υποβάθμιζε απροκάλυπτα τη δράση και την ιστορική προσφορά του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ.
Το συμπέρασμα είναι σαφές. Η αστική τάξη συνεχίζει, όπως και τα προηγούμενα χρόνια, αλλά πολύ περισσότερο τα τελευταία χρόνια και ειδικά εφέτος, να θέλει να δώσει και να επιβάλει τη δικιά της εκδοχή στα ιστορικά γεγονότα. Να ξαναγράψει την ιστορία της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τώρα έχει έναν παραπάνω λόγο για να το κάνει. Έχει φορτωθεί μια πελώρια, από την άποψη των ιστορικών διαστάσεων, σύγχρονη αποτυχία. Χρεοκόπησε τη χώρα και την ίδια στιγμή χρεοκοπεί και το «Ευρωπαϊκό Όραμα». Πρόκειται για μια πολιτική, ιδεολογική και οικονομική κατάρρευση του αστικού προτάγματος.
Επιχειρεί, λοιπόν, να δώσει το δικό της μήνυμα για την πορεία της χώρας, αξιοποιώντας με απαράδεκτα διαστρεβλωτικό τρόπο δύο κορυφαίες ιστορικές επετείους.
Με το μήνυμα της εθνικής ενότητας επιχειρεί να συγκαλύψει μια δεύτερη αποτυχία της, να αποπροσανατολίσει τον Ελληνικό λαό και να αποδεχτούν οι εργαζόμενοι και τα μικροαστικά στρώματα μια αντιλαϊκή πολιτική, το τρίτο μνημόνιο, που φέρνει μεγαλύτερη εξαθλίωση στην εργατική τάξη και αποδεκατίζει παραπέρα τα μικροαστικά στρώματα. Την ίδια ώρα εμπλέκει τη χώρα μας σε επικίνδυνους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.
Δίπλα σ’ αυτήν την προσπάθεια της αστικής τάξης δεν πρέπει να υποτιμηθεί και η συζήτηση που ιδιαίτερα προβλήθηκε από τα αστικά ΜΜΕ και που προέκυψε από τις δηλώσεις του δημάρχου της Θεσσαλονίκης. Για τα τακούνια των μαθητριών και την αμφίεσή τους, για την αποβολή τους από το σχολείο, για την επαναφορά των κιγκλιδωμάτων. Από μακριά μυρίζει πολιτική αντίδραση. Περιχαράκωση των επετείων αυστηρά προσαρμοσμένων στις απαιτήσεις της αστικής τάξης.
Ποια είναι, όμως, τα πραγματικά γεγονότα και ποιο είναι το μήνυμα που πρέπει να πάρει ο Ελληνικός λαός από τις δύο ιστορικές επετείους;
28η του Οκτώβρη του 1940. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος χτυπάει τη χώρα μας. Οι φασιστικές δυνάμεις της Ιταλίας αρχικά και οι ναζιστικές δυνάμεις της Γερμανίας στη συνέχεια, με τον πόλεμο που εξαπέλυσαν, θέλουν να επεκτείνουν και στη χώρα μας τη ζώνη επιρροής τους στο πλαίσιο της ανακατανομής της παγκόσμιας αγοράς μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Το κάλπικο ΟΧΙ του Ιωάννη Μεταξά ο λαός μας το μετέτρεψε σ’ ένα πραγματικό ΟΧΙ ενάντια στον άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο του Άξονα. Ενάντια στο φασισμό και το ναζισμό. Καθοριστικός ήταν ο ρόλος και η στάση του ΚΚΕ. Οι εξόριστοι και φυλακισμένοι κομμουνιστές δραπετεύουν από τις φυλακές και τις εξορίες και ζητάνε να πάνε στο Μέτωπο. Για άλλη μια φορά αναδεικνύεται το πατριωτικό μεγαλείο των κομμουνιστών και του ΚΚΕ.
Το εμπνευσμένο γράμμα του Νίκου Ζαχαριάδη εξοπλίζει με θάρρος και πίστη το λαό μας ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ο λαός μας διεξάγει ένα δίκαιο πόλεμο ενάντια σ’ έναν άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ένα δίκαιο πόλεμο για να προασπίσει την εδαφική ακεραιότητα της χώρας του και την εθνική της ανεξαρτησία. Εκτιμήσεις του σήμερα ότι και από τις δύο πλευρές διεξαγόταν ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος δεν έχουν καμία ιστορική βάση.
Στην πραγματικότητα ο πόλεμος ενάντια στους ξένους εισβολείς, της Ιταλίας και της Γερμανίας, είναι ένας γνήσιος λαϊκός, αντιφασιστικός, αντιιμπεριαλιστικός πόλεμος, γιατί ο λαός μας ματώνει στα πεδία των μαχών για να υπερασπιστεί την ακεραιότητα της χώρας μας, παρά την πρόθεση της τότε κυβέρνησης για μερικές «τιμητικές τουφεκιές» και ουσιαστική παράδοση.
Και εδώ πρέπει να τονίσουμε την ενότητα του Ελληνικού λαού, που, όμως, δεν έχει καμία σχέση με την ενότητα που θέλει και επιδιώκει να προβάλει η αστική τάξη σήμερα. Μια ενότητα από τα κάτω, μια ενότητα που ξεπέρασε την αστική τάξη και τα αστικά κόμματα, μια ενότητα που αναγνωρίζει την πρωτοπόρα δράση του ΚΚΕ και στη συνέχεια και των ΕΑΜ – ΕΛΑΣ.
Η αστική τάξη είναι διχασμένη. Ένα τμήμα της είναι προσανατολισμένο προς τον Άξονα. Ένα δεύτερο τμήμα της είναι προσανατολισμένο προς τον Αγγλικό ιμπεριαλισμό. Μετά την κατάκτηση της χώρας μας οι εκπρόσωποι της αστικής τάξης είτε συνεργάζονται με τους καταχτητές είτε συμβιβάζονται και περιμένουν τις εξελίξεις απ’ έξω είτε και καταφεύγουν στο εξωτερικό, με το «αζημίωτο» φυσικά στις αποσκευές τους.
Κατά τη διάρκεια της τριπλής κατοχής της χώρας μας ο λαός μας συντριπτικά συσπειρώνεται γύρω από το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ – ΕΛΑΝ, την ΕΠΟΝ, το ΚΚΕ, τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, που δημιουργούνται κύρια με πρωτοβουλία του ΚΚΕ και διεξάγουν ένα βαθιά πατριωτικό, εθνικοαπελευθερωτικό, αντιιμπεριαλιστικό και αντιφασιστικό αγώνα, έναν αγώνα που η σημασία του συγκεντρώνεται στο στόχο: «Έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα πρέπει να είναι και θα είναι μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση και από κάθε εκμετάλλευση, με ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό».
Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, όμως, δε μάχονται μόνο για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας, για την εθνική της ανεξαρτησία, για την εκδίωξη όλων των κατοχικών δυνάμεων. Μάχονται και για τη Λαοκρατία και το Σοσιαλισμό. Δημιουργούν όλους εκείνους τους λαϊκούς θεσμούς και τις λαϊκές οργανώσεις, την Κυβέρνηση του Βουνού, που αποτελούν τα συστατικά στοιχεία μιας Λαϊκής Εξουσίας, της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, που στην εξέλιξή της οδηγεί στο σοσιαλισμό.
Μπορούμε να πούμε ότι η δημιουργία λαϊκών κρατικών θεσμών από το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, που να αφορούν όλες τις λειτουργίες μιας Λαϊκής Εξουσίας, της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, ξεπερνάει ακόμη και την έκταση αντίστοιχων λαϊκών θεσμών, που δημιουργήθηκαν σε επαναστατικές συνθήκες σε άλλες περιπτώσεις, ακόμη και της Ρωσίας του ’17.
Ταυτόχρονα με τη διεξαγωγή του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα ενάντια στις δυνάμεις κατοχής, ενάντια στις δυνάμεις που συνεργάζονται μαζί τους και ορκίζονται να υπηρετούν το Χίτλερ, το ΚΚΕ και το ΕΑΜ, στις απελευθερωμένες περιοχές, πραγματοποιούν και τη Λαοκρατική Δημοκρατία, που στηρίζεται στις κύριες κοινωνικές δυνάμεις που διεξάγουν και τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα: την εργατική τάξη, την αγροτιά, τη νεολαία και τη λαϊκή διανόηση.
Η πραγματοποίηση της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, στο μέτρο και το βαθμό που η ίδια η ζωή το επέτρεψε, οι συνθήκες πολέμου, είναι ένα ιστορικό δεδομένο, που η αστική ιστοριογραφία επιχειρεί να το αγνοήσει εντελώς, αλλά, δυστυχώς, το παραμερίζει και η ίδια η ιστοριογραφία του ΚΚΕ. Δεν το αναδεικνύει γιατί δεν το αναγνωρίζει.
12 του Οκτώβρη του 1944. Η Αθήνα απελευθερώνεται. Το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας μπαίνει επί τάπητος. Με την επιστροφή του Γεωργίου Παπανδρέου, λίγες ημέρες αργότερα σχηματίζεται κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Η πορεία των πολιτικών πραγμάτων κρίνεται από την προσπάθεια της ντόπιας αστικής τάξης να απαλλαγεί από το ΕΑΜικό Κίνημα, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ, μια προσπάθεια που στηρίζεται ανοιχτά από τη στρατιωτική επέμβαση του Βρετανικού ιμπεριαλισμού.
Σ’ αυτήν την πορεία των πολιτικών εξελίξεων βαραίνουν αποφασιστικά οι Συμφωνίες που έχει υπογράψει η ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ή θα υπογράψει αργότερα. Συμφωνίες που φτάνουν μέχρι την παράδοση των όπλων των μαχητών του ΕΛΑΣ.
Οι προϋποθέσεις το ΕΑΜ και το ΚΚΕ να καταλάβουν την εξουσία, να ολοκληρώσουν την εγκαθίδρυση της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, αυτής της Λαοκρατικής Δημοκρατίας που καθιέρωσαν στις ελεύθερες περιοχές, που θα άνοιγε το δρόμο και στο σοσιαλισμό, έχουν υπονομευτεί από την ίδια την πολιτική του ΕΑΜ και του ΚΚΕ.
Η αστική τάξη της χώρας με την αμέριστη στρατιωτική βοήθεια των Βρετανών ιμπεριαλιστών και την τρομοκρατική δράση των συνεργατών των κατοχικών δυνάμεων δημιουργούν τα γεγονότα του Δεκέμβρη. Η γνώμη μας είναι ότι τα γεγονότα αυτά δείχνουν την εξ αρχής πρόθεση της αστικής τάξης να εξωθήσει τις εξελίξεις στον εμφύλιο πόλεμο, γιατί έχει εξασφαλίσει την ιμπεριαλιστική υποστήριξη. Δεν έχει άλλη επιλογή.
Ο στόχος είναι σαφής. Μ’ έναν συσχετισμό των δυνάμεων «απ’ έξω» προσπαθεί να αλλάξει ένα συσχετισμό των δυνάμεων στο εσωτερικό της χώρας καταφεύγοντας στην ανοικτή τρομοκρατία και με τη χρησιμοποίηση των περίπου είκοσι χιλιάδων δωσίλογων, των προδοτικών ταγμάτων, συνεργατών των κατοχικών δυνάμεων δίνει την πρώτη μάχη.
Η μάχη του Δεκέμβρη δείχνει ότι το ζήτημα της εξουσίας δεν έχει κριθεί ακόμη, γι’ αυτό το λόγο είμαστε αντίθετοι σε απόψεις ότι το ΕΑΜ και το ΚΚΕ παραιτήθηκαν από το ζήτημα της εξουσίας. Εάν είχαν παραιτηθεί από την εξουσία δε θα δινόταν η μάχη του Δεκέμβρη. Δε θα απαντούσαν το ΕΑΜ και το ΚΚΕ.
Υπάρχουν, βέβαια, ενστάσεις ως προς την απάντηση, για τις δυνάμεις που χρησιμοποιήθηκαν, και σωστές κατά τη γνώμη μας, αλλά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ απάντησαν και αυτό καταδεικνύει τη μη παραίτηση από τη διεκδίκηση της εξουσίας, ακόμη και στο πλαίσιο των συνθηκών που δημιουργήθηκαν με τη μάχη του Δεκέμβρη.
Αλλά και εάν τη μάχη του Δεκέμβρη το ΕΑΜ και το ΚΚΕ την κέρδιζαν εμείς από την πλευρά μας πιστεύουμε ότι και πάλι το ζήτημα της εξουσίας δεν θα είχε κριθεί, γιατί η ιμπεριαλιστική επέμβαση των Βρετανών ήταν σε εξέλιξη και κανείς δε θα μπορούσε να πει εκ των προτέρων ποια θα ήταν η μορφή που θα έπαιρνε αυτή, στο πλαίσιο των διεθνών συνθηκών που επικρατούσαν την περίοδο εκείνη.
Ταυτόχρονα είμαστε αντίθετοι σε απόψεις που θεωρούν ότι με τα Δεκεμβριανά προκύπτει θέμα δυαδικής εξουσίας. Μια τέτοια θέση δεν κατανοεί την ουσία της δυαδικής εξουσίας, έτσι, τουλάχιστον, όπως προέκυψε στην περίπτωση της Επανάστασης του Φλεβάρη του ‘17 στη Ρωσία, δηλαδή, δεν έχουμε κάτι ανάλογο στην περίπτωση της χώρας μας.
Παράλληλα τέτοιες απόψεις αλλοιώνουν το χαρακτήρα της ιμπεριαλιστικής επέμβασης των Βρετανικών στρατευμάτων. Στην Ελλάδα έχουμε μια καθαρή επέμβαση του Βρετανικού ιμπεριαλισμού, που θέλει να επιβάλει την εξουσία της ντόπιας αστικής τάξης.
Σε τελική ανάλυση με την ιμπεριαλιστική επέμβαση των Βρετανικών δυνάμεων ο χαρακτήρας της πάλης του ΕΑΜ και του ΚΚΕ εκείνη την περίοδο αφορά αποκλειστικά την πολιτική εξουσία, αλλά είναι, ταυτόχρονα, και συνέχεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, μόνο που αυτήν τη φορά αντί το ΕΑΜ και το ΚΚΕ να έχουν απέναντί τους τις Γερμανικές και Ιταλικές φασιστικές δυνάμεις έχουν τις Βρετανικές συμμαχικές δυνάμεις.
Από την άποψη αυτή η παράδοση των όπλων εκ μέρους του ΕΛΑΣ αποτελεί θεμελιακό λάθος για την έκβαση της εξουσίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το ΕΑΜ και το ΚΚΕ θα εξασφάλιζαν οπωσδήποτε και την εξουσία.
Σημαίνει μόνο ότι χωρίς τις δεσμεύσεις των συμφωνιών, πριν και μετά την απελευθέρωση της Αθήνας, με την εγκαθίδρυση της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, με ένοπλες τις λαϊκές μάζες και σε συνθήκες βέβαιης ιμπεριαλιστικής επέμβασης εκ μέρους των Βρετανικών δυνάμεων, κάτι που το γνώριζαν και το υπολόγιζαν το ΕΑΜ και το ΚΚΕ πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας, θα έδιναν τη μάχη της εξουσίας από καλύτερες θέσεις. Και υπήρχαν σημαντικές πιθανότητες να τη κερδίσουν, γιατί θα είχαν αλλάξει οι εσωτερικές συνθήκες υπέρ του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, ενώ διεθνώς εκτεθειμένες θα ήταν οι Βρετανικές δυνάμεις για την ιμπεριαλιστική επέμβαση.
Η συνέχεια μετά την παράδοση των όπλων είναι γνωστή. Η αντίδραση και η τρομοκρατία γενικεύεται, η ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ ταλαντεύονται στο πως θα απαντήσουν. Δυσκολεύουν οι συνθήκες ακόμη και για τη συμμετοχή τους στις εκλογές.
Δίχως άλλο μια παρατεταμένη περίοδος τρομοκρατίας, σε τέτοιες συνθήκες που επικρατούσαν εκείνη την εποχή, δε θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί δια μέσου μιας δημοκρατικής ειρηνικής επίλυσης, όταν πλέον οι ταξικές αντιθέσεις έχουν εμφανιστεί με πολύ πιο οξυμένο και διαφορετικό τρόπο απ’ ότι τον καιρό του πολέμου κατά των κατοχικών δυνάμεων και είναι απολύτως σαφές ότι για κάθε πλευρά το ζήτημα της εξουσίας σημαίνει διαφορετική και αντίθετη ταξική λύση.
Η έναρξη του εμφυλίου πολέμου και η ηρωική πάλη του Δημοκρατικού Στρατού δεν αποτελεί παρά το τέλος μιας παρατεταμένης ταλάντευσης από την πλευρά της ηγεσίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ, που η ταλάντευση αυτή ξεκινάει πολύ πιο πριν από την απελευθέρωση της χώρας, για το εάν, τελικά, αυτή θα συγκρουστεί ή όχι με το Βρετανικό ιμπεριαλισμό.
Η ιστορία απέδειξε ότι αυτή η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη και ότι για αυτήν τη σύγκρουση θα έπρεπε να έχουν προετοιμαστεί το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, και ειδικότερα το ΚΚΕ. Μια απόδειξη γι’ αυτό είναι και η εν συνεχεία ιμπεριαλιστική επέμβαση των ΗΠΑ. Και αυτό το συμπέρασμα έχει και επίκαιρη σημασία.
Νομίζουμε ότι αυτός είναι και ο κύριος παράγοντας που ξεκαθαρίζει και τα όποια λάθη διαπράχθηκαν, το κλειδί που ανοίγει την εξήγηση των εξελίξεων εκείνης της ιστορικής περιόδου.
Το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ και ο κύριος στυλοβάτης τους, το ΚΚΕ, απελευθέρωσαν τη χώρα μας από τις κατοχικές δυνάμεις. Δε μπόρεσαν, όμως, να κατακτήσουν την εξουσία. Να εγκαθιδρύσουν τη Λαοκρατική Δημοκρατία, να ανοίξουν το δρόμο για το σοσιαλισμό.
Έκτοτε έχει ανοίξει μια συζήτηση για τις αιτίες της ήττας του ΕΑΜικού Κινήματος και της ήττας του Δημοκρατικού Στρατού, που διεξάγεται μέχρι και σήμερα. Στη συζήτηση αυτή η «Νέα Σπορά» έχει δεσμευτεί να εκφράσει τη γνώμη της. Μ’ αυτό το άρθρο της συμβάλλει σ’ αυτήν την κατεύθυνση.
Παραπέρα θέλει να εκφράσει την άποψη ότι οι πρόσφατες επεξεργασίες της ηγεσίας του Κόμματος για την ιστορία του, που αντανακλούν, βέβαια, ταυτόχρονα, και τη νεότερη ιστορία της χώρας μας δεν αποδίδουν, κατά τη γνώμη μας, σωστά την ιστορική πραγματικότητα.
Η αιτία της ήττας δεν ήταν, κατά τη γνώμη μας, η εγκατάλειψη του στόχου του σοσιαλισμού. Μια τέτοια άποψη τη θεωρούμε μια υπεραπλούστευση των ιστορικών συνθηκών, που αναδεικνύει και την έλλειψη της κατανόησης των κοινωνικών αντιθέσεων αλλά και της κίνησης των λαϊκών μαζών.
Και γι’ αυτό μας τον ισχυρισμό πιστεύουμε ότι υπάρχει μια απόδειξη που τον δικαιολογεί απολύτως. Η έννοια της Λαοκρατίας εκείνη την εποχή είχε κατακτήσει τις λαϊκές μάζες. Η εμπιστοσύνη των λαϊκών μαζών προς το ΕΑΜ και το ΚΚΕ ήταν πολύ μεγάλη.
Είναι απλούστευση να πιστεύει κανείς ότι η εξέλιξη της Λαοκρατίας, της Λαοκρατικής Δημοκρατίας, κατά τη δική μας ορολογία, δε θα ήταν ο σοσιαλισμός και ότι αυτό το γεγονός το αγνοούσαν οι λαϊκές μάζες και μάλιστα σε μια περίοδο που οι νίκες του Κόκκινου στρατού εμψύχωναν τις λαϊκές μάζες σε όλες τις χώρες και που το κύρος της Σοβιετικής Ένωσης είχε εκτιναχτεί στα ύψη.
Για ποιο λόγο άραγε χρειάστηκε μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού να κρατηθεί το ΚΚΕ εκτός νόμου για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι και την πτώση της χούντας, εάν το ιστορικό του αποτύπωμα για την πάλη του για την απελευθέρωση της χώρας μας από τις κατοχικές δυνάμεις, για την πάλη του ενάντια στο φασισμό και το ναζισμό, για την πάλη του για τη Λαοκρατική Δημοκρατία, για την πάλη του για το Σοσιαλισμό, για την πάλη του ενάντια στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της Βρετανίας και των ΗΠΑ, για την πάλη του Δημοκρατικού Στρατού για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας δε θα είχε σημαδέψει τόσο βαθιά τις λαϊκές μάζες;
Και αυτό, νομίζουμε, ότι είναι το πραγματικό μήνυμα των δύο επετείων. Ότι η πάλη για τη Λαοκρατική Δημοκρατία και το Σοσιαλισμό δεν τελείωσε αλλά συνεχίζεται, με τα διδάγματα της ιστορίας να μας καθοδηγούν. Άλλωστε ο χαρακτήρας του εορτασμού, που επιχείρησαν να δώσουν οι αστικές πολιτικές δυνάμεις στις δύο επετείους δεν επιβεβαιώνει παρά το πραγματικό μήνυμα που στέλνουν διαχρονικά οι δύο επέτειοι. Λαοκρατική Δημοκρατία και Σοσιαλισμός.
COMMENTS