Ερμηνείες με αντιδραστική στόχευση

Τα αστικά ΜΜΕ, μετά τις εκλογές, έχουν επιδοθεί επιμόνως σ’ ένα προπαγανδιστικό τέχνασμα. Όχι τυχαία. Μέσα στο πλαίσιο του αυξημένου ρόλου τους, που παίζουν στη διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης των λαϊκών μαζών, στην πολιτική ζωή του τόπου, προσπαθούν να «περάσουν» την άποψη ότι το εκλογικό αποτέλεσμα εκφράζει τη συμφωνία του Ελληνικού λαού με την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής.

Ότι δεν υπάρχει άλλη λύση και ότι το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης και της ελεγχόμενης χρεοκοπίας της χώρας μας θα γίνει αναγκαστικά μέσα από την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής, που, εκτός των άλλων, θα αποκαταστήσει την «εμπιστοσύνη» ανάμεσα στη χώρα μας και τους εταίρους για να μας «βοηθήσουν» τελικά να περάσουμε στην περίφημη ανάκαμψη!

Ακόμη και όλες οι παρεμβάσεις των αξιωματούχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν κάνουν τίποτα διαφορετικό από το να υπενθυμίζουν ότι τώρα υπάρχει συμφωνία και ότι η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει κάτι διαφορετικό παρά να εφαρμόσει τη συμφωνία που η ίδια υπέγραψε. «Λογικό» ακούγεται.

Συμπέρασμα: Πρέπει να υπάρξει σαφής εφαρμογή του προγράμματος των μεταρρυθμίσεων για να βγει η χώρα μας από το οικονομικό τέλμα. Αυτό ισχύει και για την κυβέρνηση και για τους εταίρους και κυρίως για τους εταίρους, που φόρεσαν τα δύο πόδια της κυβέρνησης σ’ ένα παπούτσι.

Η επιμονή και μόνο που επιδεικνύουν σ’ αυτό το θέμα, τόσο τα αστικά ΜΜΕ όσο και οι λεγόμενοι εταίροι μας, είναι, για εμάς, η απόδειξη ότι δεν είναι και τόσο πεισμένοι ότι η ψήφος του Ελληνικού λαού εκφράζει και την αποδοχή της μνημονιακής πολιτικής, που πρόκειται να εφαρμοστεί, έστω ακόμη και ως αναγκαστικής επιλογής του «μικρότερου κακού».

Και πράγματι πρόκειται να εφαρμοστεί, γιατί η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί, παρά τις παραπλανητικές της διακηρύξεις περί παράλληλου προγράμματος και είναι τόσο «δεμένη» από τους εταίρους, που να μην μπορεί να κάνει και διαφορετικά!

Το κύριο συμπέρασμα που πρέπει να βγει από τις πρόσφατες εκλογές είναι ότι ο Ελληνικός λαός δεν έπεσε θύμα διλημμάτων, αυταπατών, ότι παρασύρθηκε ή δε γνώριζε το τι τον περίμενε με την εκλογή στη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Έδωσε μία ψήφο ανοχής και δεύτερης ευκαιρίας στο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί όλες οι άλλες προτάσεις που κατατέθηκαν γνώριζε ότι είτε ήταν χειρότερες είτε καταλάβαινε ότι ήταν πολύ μακρινές και απραγματοποίητες, πέρα από το γεγονός ότι του προκαλούσαν σύγχυση. Και γιατί;…

Η Νέα Δημοκρατία του έλεγε ότι για τους έξη πρώτους μήνες θα εφάρμοζε πιστά το μνημόνιο. Από εκεί και μετά εάν και εφόσον προέκυπταν συνθήκες επαναδιαπραγμάτευσης, που θα επέτρεπαν τον επανακαθορισμό ορισμένων μέτρων, θα το έκανε.

Για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής η Νέα Δημοκρατία έτεινε το χέρι προς το ΣΥΡΙΖΑ και του πρότεινε κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» απ’ όλες τις δυνάμεις, που ψήφισαν το μνημόνιο, πράγμα που ο κόσμος αντιλαμβανόταν ότι το μνημόνιο θα εφαρμοστεί χωρίς καμία “παρέκκλιση”.

Φυσικά μια τέτοια πρόταση και η αποδοχή της από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ θα του στερούσε την «ταυτότητα» της αριστερής δύναμης. Και μια τέτοια εξέλιξη θα ερχόταν κόντρα και με τις επιδιώξεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, που φαίνεται ότι θέλει να επιδράσει αποφασιστικά στη διαμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος, παίρνοντας υπόψη και την κατάσταση, που βρίσκεται η Νέα Δημοκρατία.

Η επίκληση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ της διαφθοράς και του παλιού, όσο και εάν είναι προσχηματική για να αρνηθεί μια κυβέρνηση απ’ όλες τις μνημονιακές δυνάμεις – ή να προτιμήσει να πάει σε άλλη λύση, την προτεινόμενη και από τους εταίρους, κυρίως τη Γερμανία, κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με Ποτάμι (ή και με ΠΑΣΟΚ), “έπιασε” τόπο, γιατί έχει καταγραφεί στη λαϊκή μνήμη μια μακρά περίοδος διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Δημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ. Δείχνει μια συγκεκριμένη στάση των λαϊκών μαζών.

Το γεγονός, λοιπόν, ότι η Νέα Δημοκρατία διατηρεί τα ποσοστά της, χάνοντας ένα σημαντικό τμήμα ψήφων της, σημαίνει, κατά τη γνώμη μας την άρνηση του Ελληνικού λαού σ’ ένα πολιτικό πισωγύρισμα, έστω και εάν αυτό δε μπορεί να το αποφύγει ακόμη και με το ΣΥΡΙΖΑ, μια και θα συνεχίσει, στο επίπεδο των μέτρων, να εφαρμόζει τη μεταρρυθμιστική πολιτική των μνημονίων, δηλαδή την πολιτική και της Νέας Δημοκρατίας.

Τα ίδια μπορούν να ειπωθούν και για τα κόμματα του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, τα οποία, ως προς την επιχειρηματολογία ταυτίζονταν, περίπου, με τη Νέα Δημοκρατία.

Έχει κάποια σημασία να τονίσουμε αυτήν τη διαφορά, δηλαδή την άρνηση του πολιτικού πισωγυρίσματος προς τη Νέα Δημοκρατία, έστω και εάν εκφράζεται μ’ αυτόν τον τρόπο;

Κατά τη γνώμη μας έχει. Όχι τόσο γιατί οι λαϊκές μάζες κατέληξαν να υποστηρίξουν ξανά το ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή προτίμησαν το «μικρότερο κακό», αλλά από την άποψη του τι ήταν διατεθειμένες να υποστηρίξουν, από την άποψη της ετοιμότητάς τους να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο μπροστά.

Και αυτό το στηρίζουμε στην άποψη, τη δική μας άποψη, ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε ένα σημαντικό αριθμό ψήφων, και τα άλλα μνημονιακά κόμματα. Επομένως η τάση των λαϊκών μαζών να προχωρήσουν μπροστά εκφράστηκε έστω και εάν διασκεδάστηκε προς την αποχή. Ατελώς στα σίγουρα, αλλά πρέπει να αναλογιστούμε και εάν υπήρχε και κάποιος άλλος δρόμος.

Το ερώτημα που έχουμε να απαντήσουμε τώρα είναι: γιατί αυτός ο κόσμος που έτσι κι αλλιώς αποστασιοποιήθηκε από την πολιτική όλων των μνημονιακών κομμάτων και τράβηξε προς την αποχή δεν προσανατολίστηκε σε κόμματα, δηλαδή το ΚΚΕ και τη Λαϊκή Ενότητα, που κατ’ εξοχήν ήταν τα κόμματα που τάχτηκαν ενάντια στα μνημόνια;

Η απάντηση, αν και διαφορετική για τα δύο κόμματα, είναι, νομίζουμε, πολιτικά ερμηνεύσιμη:

  • Το μεν ΚΚΕ ζήταγε ενίσχυση της δύναμής του για την ανατροπή του καπιταλισμού, πράγμα που σήμαινε ότι για να απαλλαγεί ο Ελληνικός λαός από τα μνημόνια έπρεπε να αποδεσμευτεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση με τον άμεσο σοσιαλισμό, ως προϋπόθεση, ενώ μέχρι να δημιουργηθούν οι συνθήκες της ανατροπής θα παρέμενε η χώρα μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μνημόνια.
  • Η δε Λαϊκή Ενότητα προέβλεπε ρητά την παραμονή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά την αντιμνημονιακή της ρητορεία, μη παίρνοντας υπόψη ότι αυτή η πολιτική επιλογή είχε δοκιμαστεί στην πράξη ένα επτάμηνο πριν και είχε τη γνωστή κατάληξη.

Με δυο λόγια και το ΚΚΕ και η Λαϊκή Ενότητα, για διαφορετικούς λόγους το καθένα, έσπερναν τη σύγχυση μέσα στον κόσμο. Και αυτή η σύγχυση εκφράστηκε με πολύ μεγάλη σαφήνεια και στις μετακινήσεις των ψηφοφόρων.

Το ΚΚΕ εισπράττει κυρίως απογοητευμένους ψηφοφόρους από το ΣΥΡΙΖΑ αλλά χάνει απογοητευμένους ψηφοφόρους από την ίδια την πολιτική του. Το ισοζύγιο είναι σε βάρος του. Και αυτό το γεγονός είναι ένας πολύ σημαντικός δείκτης για την πολιτική που εφαρμόζει.

Η Λαϊκή Ενότητα ξεκινάει με ανεβασμένες τις προσδοκίες της, αλλά στην πορεία χάνει από τους ψηφοφόρους, που θα μπορούσε να αντλήσει από το ΣΥΡΙΖΑ, και τους «επιστρέφει» στην προηγούμενη κοίτη τους, γιατί ουσιαστικά δεν υπόσχεται τίποτα διαφορετικό από την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατά προέκταση και στο ευρώ. Τα «εάν» και τα «εφόσον» δεν ήταν αρκετά για να πείσουν τον κόσμο για την πολιτική του πρόταση.

Ύστερα απ’ όλα όσα αναφέρθηκαν μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, που προσπαθούν να εμπεδώσουν στον Ελληνικό λαό τα αστικά ΜΜΕ αλλά και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, που παρεμβαίνουν, ώστε να κατασταλάξει στη συνείδηση του Ελληνικού λαού το αναπόφευκτο της μνημονιακής πολιτικής; Ο μονόδρομος των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων;

Πιστεύουμε πως όχι, αλλιώς δε θα επέμεναν ακόμη και τώρα τα αστικά ΜΜΕ να πείσουν τον Ελληνικό λαό για αυτόν το μονόδρομο. Βρέθηκαν ακόμη και αρθρογράφοι, που θέλησαν να ταυτίσουν την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ με μια «νέα ταξικότητα» για να πείσουν για το αναπόφευκτο του μνημονιακού μονόδρομου.

Από την πλευρά μας θα τονίσουμε και πάλι, ότι αναπτύχθηκαν συμβιβαστικές τάσεις μέσα στον Ελληνικό λαό, και πώς να μη γίνει αυτό, αφού δεν υπήρξε καμία εναλλακτική συγκεκριμένη προγραμματική πρόταση, που θα μπορούσε να ακολουθήσει ο Ελληνικός λαός, με την ελπίδα να τον οδηγήσει σε διέξοδο από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία. Και αυτός ήταν ο κύριος λόγος των συμβιβαστικών τάσεων που αναπτύχθηκαν.

Συντηρητική αναδίπλωση ή στροφή δεν υπήρξε, κατά τη γνώμη μας, και αυτό είναι ακόμη ελπιδοφόρο για τις μάχες που έρχονται, γιατί η αύξηση της αποχής δεν εκφράζει αναγκαστικά συντηρητική στροφή αλλά, πρωταρχικά, απογοήτευση από τα κυρίαρχα μνημονιακά κόμματα και στη συνέχεια απογοήτευση από τα κόμματα, με πρώτο το ΚΚΕ, που έπρεπε να έχουν την ευθύνη διαμόρφωσης μιας συγκεκριμένης πρότασης εξόδου από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία, μιας πρότασης, που δε θα έσπερνε τη σύγχυση και τις αντιφατικές πολιτικές τοποθετήσεις. Τις ευθύνες, πάντως, έτσι κι αλλιώς, δεν τις έχει ο Ελληνικός λαός.

COMMENTS