«Χρυσαυγιτισμός με …πολιτικά»


Η όποια αποπροσανατολιστική αντιπαράθεση αναπτύχθηκε στις τωρινές εκλογές για τους όρους της τηλεμαχίας (debate) μεταξύ των πολιτικών αρχηγών όλων των κομμάτων του κοινοβουλίου, είχε μια πολύ ουσιαστική πλευρά, που αφορούσε στη συμμετοχή ή όχι του αρχηγού της Χρυσής Αυγής Νίκου Μιχαλολιάκου.

Τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν υπέρ της συμμετοχής της Χρυσής Αυγής στο debate (αν γίνει) έχουν τη σημασία τους γιατί η συγκεκριμένη συζήτηση που εξελίσσεται υπερβαίνει αυτό καθ’ αυτό το διαδικαστικό θέμα της άμεσης τηλεοπτικής αντιπαράθεσης των αρχηγών των κομμάτων.

Την Τετάρτη το πρωί, ο γνωστός εκδότης και δημοσιογράφος, Νίκος Χατζηνικολάου ανέπτυξε μια σχετική επιχειρηματολογία, στην εκπομπή του στο Real fm υπέρ της συμμετοχής του Νίκου Μιχαλολιάκου. Η επιχειρηματολογία αυτή δεν είναι μόνο δικιά του και την έχουμε ξανασυναντήσει και σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις.

Μάλιστα, ο Νίκος Χατζηνικολάου δήλωσε ρητά ότι ενόψει των εκλογών αυτών θα καλεί στελέχη της Χρυσής Αυγής, λέγοντας ταυτόχρονα, ότι αυτό είναι «δημοκρατικό καθήκον» του ίδιου παρά την «αλλεργία» και την «κάθετη ιδεολογική και πολιτική διαφωνία», που του προκαλούν οι «ιδέες και οι απόψεις της Χρυσής Αυγής»! Και έκανε την αρχή την ίδια μέρα με τον Χρήστο Παππά.

Δύο ήταν τα επιχειρήματά του για να «τεκμηριώσει» την «υποχρέωση» των πολιτικών αρχηγών να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με τη Χρυσή Αυγή στο πλαίσιο μιας «θεσμικής διαδικασίας». Τα παρουσιάζουμε αυτολεξεί όπως εκφωνήθηκαν στη ραδιοφωνική του εκπομπή:
Πρώτο: «Είναι δημοκρατικά επιβεβλημένο (σ.σ. η Χρυσή Αυγή) να έχει τα δικαιώματα που έχουν όλα τα εκλεγμένα κοινοβουλευτικά κόμματα. Η λογική του αποκλεισμού είναι πολύ επικίνδυνη λογική που κανείς δεν μπορεί να ξέρει που θα οδηγήσει αργότερα».
Και δεύτερο: Είναι «δημοκρατικά επιβεβλημένο» επειδή «…Οι φασιστικές ιδέες δεν αντιμετωπίζονται με φασιστικούς αποκλεισμούς» και «…Ο αποκλεισμός τους θρέφει, όπως θρέφει και τα ποσοστά τους, όπως αποδείχτηκε στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις».

Η ουσία του επιχειρήματος καταλήγει στο εξής παράδοξο συμπέρασμα: η προστασία της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας επιβάλλει την ισότιμη μεταχείριση όλων ανεξαίρετα, ακόμα και των φορέων του φασισμού (που θα την καταργήσουν) στο όνομα του σεβασμού της ψήφου του εκλογικού σώματος και ταυτόχρονα, αυτό επιβάλλεται από τα ίδια τα πράγματα λόγω της κοινοβουλευτικής αντοχής της Χρυσής Αυγής.

Η άποψη αυτή, που επί της ουσίας υπαινίσσεται την «ενσωμάτωση» της Χρυσής Αυγής στο «συνταγματικό τόξο» («σοβαρή Χρυσή Αυγή»), αξίζει να σημειωθεί ότι έγινε με υπαινικτικό εργαλείο τη θεωρία των «δύο άκρων». Είναι χαρακτηριστική η ερώτηση, που απηύθυνε ο Νίκος Χατζηνικολάου στο Χρήστο Παππά: «Πιστεύετε στο Σύνταγμα και στη Δημοκρατία; Είχα ρωτήσει στο παρελθόν και την Αλέκα Παπαρήγα αν γίνουν εκλογές και τις κερδίσει το ΚΚΕ, θα ξαναγίνουν εκλογές όπως τις ξέρουμε; Το ίδιο ρωτώ και εσάς. Αν η Χρυσή Αυγή κερδίσει τις εκλογές θα ξαναγίνουν εκλογές όπως τις ξέρουμε;»!

Για τη στάση του Κομμουνιστικού Κινήματος απέναντι στα αστικά Συντάγματα θα ασχοληθούμε σε επόμενη συνέχεια. Στο σημερινό μας σχόλιο θα παραμείνουμε στη συγκεκριμένη επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται στα αστικά ΜΜΕ και μάλιστα από επώνυμους δημοσιογράφους.

Η επιχειρηματολογία αυτή στο σύνολό της είναι σαθρή, έωλη, ανιστόρητη, υποκριτική και επικίνδυνη για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες, αλλά και για τον ίδιο τον αστικό κοινοβουλευτισμό. Θα προσθέταμε δε, ότι αυτή η άποψη αποτελεί και τον δούρειο ίππο, που «στο τέλος του δρόμου» οδηγεί και στην πλήρη άρνηση του όποιου δημοκρατισμού της αστικής δημοκρατίας.

Και ερχόμαστε τώρα συγκεκριμένα στο πρώτο ζήτημα: Τι σημαίνει «δημοκρατικά επιβεβλημένο»; Μπορεί να έχει τα ίδια δικαιώματα ένα «κοινοβουλευτικό κόμμα» το οποίο εκ της ιδεολογίας του επιδιώκει να καταλύσει κάθε έννοια δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, ακόμη και αυτών των στοιχειωδών που κατοχυρώνει το σύνταγμα μιας αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας; Μπορεί να έχει τα ίδια δικαιώματα ένα κόμμα το οποίο σε τελική ανάλυση και ανεξάρτητα από το προσωπείο, που εμφανίζει σε κάθε φάση, θέλει να εγκαθιδρύσει μια φασιστική δικτατορία;

Σε κάθε περίπτωση υπάρχουν ζητήματα που έχουν κριθεί στην πράξη από την ίδια την Ιστορία και στη χώρα μας. Δεν θα ξεπέσουμε στον αγνωστικισμό. Υπάρχει το παράδειγμα της επιβολής της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου του 1936 από τον Μεταξά. Δεν προέκυψε ως κεραυνός εν αιθρία. Ήταν αρχηγός ενός μικρού φασιστικού κόμματος και χρίστηκε πρωθυπουργός με τις ευλογίες του Βασιλιά και τις ψήφους των βουλευτών των Φιλελευθέρων και του Λαϊκού Κόμματος τον Απρίλη του 1936. Αυτό δεν εμπόδισε τον ναζιστή Μεταξά στην επιβολή της φασιστικής δικτατορίας και της κατάλυσης του κοινοβουλευτισμού, στο κλείσιμο της βουλής και στο άνοιγμα της Ακροναυπλίας.

Το ιστορικό αυτό παράδειγμα επιβεβαιώνει το ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα από τον ισχυρισμό ότι «η λογική του αποκλεισμού είναι πολύ επικίνδυνη λογική που κανείς δεν μπορεί να ξέρει που θα οδηγήσει αργότερα». Σίγουρα ξέρουμε που μπορεί να οδηγήσει η λογική της αναγωγής του φασισμού σε «θεσμικό συνομιλητή».

Επιπρόσθετα σ’ αυτό το ζήτημα και πάλι η Ιστορία είναι αμείλικτος κριτής. Όσοι μιλάνε για ισότητα όλων ανεξαίρετα των κομμάτων που εκπροσωπούνται κοινοβουλευτικά, στο όνομα της εκλογικής τους απήχησης, δηλαδή για ίσα δικαιώματα ενός φασιστικού κόμματος με το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα στο όνομα του «σεβασμού» της ψήφου του ελληνικού λαού («μισό εκατομμύριο», που διατυμπανίζουν οι Χρυσαυγίτες), μετατρέπονται σε απολογητές των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που προκάλεσε ο ναζισμός και ο φασισμός κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου και κατά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Θυμίζουμε ότι και ο Χίτλερ αναδείχτηκε Καγκελάριος κατά παρόμοιο τρόπο με αυτό του Μεταξά με την ουσιαστική διαφορά ότι συγκέντρωσε εκλογικό ποσοστό 33%. Αλλά, αυτό τι σημαίνει; Δικαιώνονται τα εγκλήματά του όπως το ολοκαύτωμα, οι «φούρνοι», οι εθνοκαθάρσεις κλπ;

Είναι «απορίας άξιο» λοιπόν πως ισχυρίζονται όσα ισχυρίζονται ο Νίκος Χατζηνικολάου και όλοι οι άλλοι στα ΜΜΕ, που επιστρατεύουν τα ίδια «επιχειρήματα», από τη στιγμή που γνωρίζουν και το λένε δημόσια, ότι η Χρυσή Αυγή –αποδεδειγμένα με τεκμήρια- έχει τα ίδια «πιστεύω», την ίδια ιδεολογία με αυτήν του Μεταξά και του Χίτλερ.

Επιπλέον, στην απορία μας αυτή προστίθεται και το γεγονός ότι οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, που μετέρχονται ανάλογων επιχειρημάτων, αναφέρουν ότι «στις εκλογές συμμετέχουν και κόμματα που δεν είναι δημοκρατικά» και πως «και μέσα από εκλογές έχει καταλυθεί η δημοκρατία». Άρα έχουν πλήρη επίγνωση των συνεπειών της άποψής τους.

Και πάμε τώρα στο δεύτερο ζήτημα, αυτό της άρνησης της «απομόνωσης» της Χρυσής Αυγής ως αναποτελεσματικής στην αντιμετώπισή της. Εδώ οφείλουμε να πούμε ότι πράγματι σε συνθήκες οικονομικής και πολιτικής κρίσης και μαζικής εξαθλίωσης ενός λαού έχει παρατηρηθεί, «πολιτικά καθυστερημένα» τμήματα των μαζών να εγκλωβίζονται στη δημαγωγία των φασιστικών και ακροδεξιών κομμάτων.

Μα αυτό ακριβώς επιβάλλει ως δημοκρατικό καθήκον όχι μόνο την πολιτική αντιμετώπιση της φασιστικής ιδεολογίας και πολιτικής πρακτικής αλλά και «θεσμική» απομόνωση της Χρυσής Αυγής, ως στοιχείο διαπαιδαγώγησης των μαζών και ανόδου της πολιτικής και ταξικής τους συνείδησης, της καλλιέργειας δημοκρατικών (με την έννοια του δημοκρατισμού και όχι στενά με την έννοια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας) ευαισθησιών.

Η υποστήριξη της αντίθετης άποψης είναι υποκριτική γιατί στην πραγματικότητα η άρση της απομόνωσης στο δημόσιο θεσμικό διάλογο, την οποία ζητούν τώρα για τη Χρυσή Αυγή, έπεται των υπόγειων συναλλαγών, που όλοι γνωρίσαμε με τις αποκαλύψεις για τα ραντεβού Μπαλτάκου-Κασιδιάρη, τα μαγειρέματα με την πορεία της δίκης της για τα εγκλήματά της, που οδήγησαν στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα και μεταναστών, αλλά και αυτά που όλοι καταλαβαίνουμε, από τα στοιχεία που έχουν προκύψει, για το τι συμβαίνει μέσα στον κρατικό μηχανισμό με αιχμή τα σώματα ασφαλείας.

Έχουμε τη γνώμη ότι όλη αυτή η επιχειρηματολογία εξυπηρετεί έναν και μόνο στόχο. Να περάσει στην κοινωνία η άποψη περί μιας «σοβαρής» Χρυσής Αυγής, έστω και εάν εκφράζεται σε πρώτη φάση η «αλλεργία» των υποστηρικτικών αυτής της επιχειρηματολογίας απέναντι στην ιδεολογία και εγκληματική δράση της. Η αστική τάξη επιστρατεύει όλες της τις δυνάμεις για ό,τι επέρχεται. Άλλωστε σ’ αυτό το παιχνίδι εξαγνισμού της Χρυσής Αυγής συμμετέχει και η ίδια μιλώντας για τα «καμώματα της νιότης». Έχουμε και ανάλογο παράδειγμα. Ο Μάκης Βορίδης και ο Άδωνις Γεωργιάδης κατέληξαν κοινοβουλευτικού εκπρόσωποι της Νέας Δημοκρατίας.

COMMENTS