Με ιδιαίτερη έκπληξη διαπιστώσαμε την παντελή και εκκωφαντική απουσία της φράσης «αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση», στην ομιλία, που πραγματοποίησε ο Γενικός Γραμματέας του Κόμματος κατά την πρώτη συγκέντρωση του ΚΚΕ στην πλατεία Συντάγματος την Πέμπτη 27 Αυγούστου εγκαινιάζοντας την επίσημη έναρξη αυτής της προεκλογικής περιόδου.
Σε ολόκληρη την ομιλία του Δημήτρη Κουτσούμπα, την οποία και την ακούσαμε προσεκτικά και την ξαναδιαβάσαμε στο Ριζοσπάστη της Παρασκευής, όπου δημοσιεύτηκε ολόκληρη (σελίδες 9-12), δεν υπάρχει ούτε μια φορά -το υπογραμμίζουμε- ούτε μια φορά η συγκεκριμένη φράση, αλλά ούτε και κάποια άλλη φράση συνώνυμη ή παραπλήσιου νοήματος, που να υποδηλώνει την πάγια και πιο δικαιωμένη από τις πολιτικές εξελίξεις διαχρονική θέση (ταυτόχρονα αίτημα και διεκδίκηση) του Κόμματος από την εποχή ακόμα της προδικτατορικής ΕΔΑ, όταν μιλούσαμε για το «λάκκο των λεόντων» και ήμασταν οι μόνοι, τότε, που καταψηφίσαμε στη βουλή τη σύνδεση της Ελλάδας με τον πρόδρομο της μετέπειτα ΕΟΚ και σήμερα Ευρωπαϊκή Ένωση (και στην παραπέρα εξέλιξή της, ΟΝΕ – ευρωζώνη).
Πιθανόν η ηγεσία του Κόμματος να μας αντιτάξει την κατηγορία ότι είμαστε σχολαστικοί και λεπτολόγοι, ότι ψάχνουμε «ψύλλους στ’ άχυρα». Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί, ότι η πάγια και διαχρονική διεκδίκηση του ΚΚΕ για αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση καλύπτεται από τη φράση «να απαλλαγούμε από τους πραγματικούς υπεύθυνους: την εξουσία του κεφαλαίου και τις ενώσεις του», την οποία διατυπώνει στα αρχικά στάδια της ομιλίας του ο Δημήτρης Κουτσούμπας, όταν και αναφέρεται στη γραμμή με την οποία θα δώσει αυτή την εκλογική μάχη το ΚΚΕ και την εναλλακτική λύση, που προτείνει το Κόμμα στον Ελληνικό λαό.
Για να έχουν πλήρη γνώση οι αναγνώστες μας και για να αποφύγουμε τις κατηγορίες για «κοπτοραπτική», την οποία έχουμε υποστεί για τις δικές μας θέσεις από την ηγεσία του Κόμματος, παραθέτουμε το συγκεκριμένο απόσπασμα από την ομιλία του γραμματέα του ΚΚΕ: «Ανοίγουμε πλατιά τη συζήτηση με την εργατική τάξη, το λαό, τη νεολαία, ότι μπορούμε με δυνατό ΚΚΕ: Να αντιπαλέψουμε το μνημόνιο που χρεοκοπεί το λαό. Να ανοίξουμε το δρόμο για να απαλλαγούμε οριστικά από τις αντιλαϊκές συμφωνίες-μνημόνια. Να απαλλαγούμε από τους πραγματικούς υπεύθυνους: την εξουσία του κεφαλαίου και τις ενώσεις του. Με δυνατό το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας παντού, ανοίγουμε το δρόμο της ανατροπής. Υπάρχει λύση. Αυτήν σας προτείνει το ΚΚΕ».
Στις παραπάνω ενστάσεις, που θα μπορούσε να αντιτείνει κάποιος προς τη «Νέα Σπορά» θα απαντήσουμε με ρητό τρόπο. Όλοι καταλαβαίνουμε το πολιτικό βάρος ορισμένων εκφράσεων, που δείχνουν τη σταθερή ταυτότητα ενός κόμματος και πάνω απ’ όλα ενός Κομμουνιστικού Κόμματος. Το σύνθημα «Αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, με μονομερή διαγραφή του χρέους, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και λαϊκή εξουσία» δέσποζε στη Διακήρυξη του Κόμματος στο πρόσφατο δημοψήφισμα. Ωστόσο δε μπορούμε να μην συνυπολογίσουμε στην απορία μας αυτή για την εξαφάνιση της συγκεκριμένης φράσης και την παρακάτω παράγραφο, στην οποία ο Γραμματέας του Κόμματος αναφερόμενος στην «πραγματική διαχωριστική γραμμή» τονίζει:
«Απορρίψτε τα νέα απατηλά διλήμματα. Την απατηλή δήθεν αντιμνημονιακή διαχωριστική γραμμή. Τη “σικέ” ρήξη με την Ευρωζώνη και την ΕΕ, που δεν αμφισβητεί τα βάθρα πάνω στα οποία διαμορφώθηκαν: την καπιταλιστική ιδιοκτησία και εξουσία. Συνολικά, πρέπει να χαράξουμε άλλη ρότα. Διαχωριστική γραμμή δεν είναι ούτε το νόμισμα, ούτε η ΕΕ, είναι η ίδια η ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής. Πραγματική διαχωριστική γραμμή τελικά είναι το ερώτημα σχεδιασμένη ανάπτυξη της οικονομίας σε όφελος του λαού ή ανάπτυξη για το καπιταλιστικό κέρδος;».(στο ίδιο, υπογράμμιση δική μας).
Και ευθύς αμέσως προσθέτει ο γραμματέας του Κόμματος:
«Θα έχετε ακούσει: Όλοι μιλάνε για την παραγωγική ανάπτυξη και αναδιανομή, όχι μόνο τα “αριστερά” στον τίτλο κόμματα, αλλά και τα “δεξιά”, τα επισήμως διακηρυγμένα αστικά φιλελεύθερα αλλά και η ναζιστική ΧΑ. Το κριτήριο, το κλειδί για την εκτίμηση της συνολικότερης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής ενός κόμματος, για το σε ποιες δυνάμεις απευθύνεται μέσα στην κοινωνία και ποιες πραγματικά εκπροσωπεί, είναι: Τι θέση παίρνει στο ζήτημα των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, του φυσικού πλούτου της χώρας. Και η εκμετάλλευση, η αστική εξουσία καλά κρατεί μέχρι σήμερα, γιατί καταφέρνει να ανανεώνει τις απάτες και τις αυταπάτες μέσα στο λαό. Να τον ρίχνει σε νέες παγίδες, σε άλλα νέα “αριστερά”, νέα δήθεν αντιμνημονιακά αναχώματα, που κάθε φορά σιγοντάρει και δημιουργεί προεκλογικά, για να υφαρπάξει τη λαϊκή, προβληματισμένη θετικά, ριζοσπαστική ψήφο. Πριν 3 χρόνια ανακάλυψε τον ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα βλέπει θετικά ως ανάχωμα το ΣΥΡΙΖΑ Νο2, τη “Λαϊκή Ενότητα”. Ο κούφιος ψευτοεπαναστατισμός, οι ψεύτικες προεκλογικές δηλώσεις “ρήξη εδώ και τώρα” είναι το δόλωμα. Καμιά αυταπάτη!» (στο ίδιο, υπογράμμιση δική μας).
Σ’ όλη τη συλλογιστική και την επεξεργασία της γραμμής του Κόμματος στην περίοδο της οικονομικής κρίσης η ηγεσία παραμένει σταθερή στην προβολή της βασικής αντίθεσης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, υποτιμώντας όλες τις άλλες αντιθέσεις και βασικά την κυρίαρχη αντίθεση. Εξ’ αυτού του λόγου και η μόνη διαχωριστική γραμμή, που αναγνωρίζει η ηγεσία ανάμεσα στα κόμματα, είναι η θέση που παίρνουν ως προς την ιδιοκτησία των «βασικών και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής».
Με άλλα λόγια διατυπωμένη η παραπάνω φράση καθορίζει ότι η μόνη και αποκλειστική αντίθεση, που διαχωρίζει την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία των κομμάτων είναι η αντίθεση: καπιταλισμός-σοσιαλισμός. Αυτό ως γενική αρχή και ειδικά στην ιστορική εποχή που διανύουμε ισχύει.
Μη παίρνοντας, όμως, υπόψη και τις άλλες αντιθέσεις που υπάρχουν, τότε η γενική αυτή αρχή, όταν από το πεδίο της γενικής έκφρασης πρέπει να περάσει στο πεδίο της συγκεκριμένης εφαρμογής εξακολουθεί να παραμένει ένα «αφηρημένο σχήμα», που δημιουργεί προβλήματα στη στάση του Κόμματος απέναντι στα μικροαστικά κόμματα, που έχουν μια «γενική» και εν πολλοίς απροσδιόριστη αναφορά στο σοσιαλισμό, που, όταν περνάει στη συγκεκριμενοποίηση της πολιτικής, που εφαρμόζουν ή προτίθενται να εφαρμόσουν, δεν ξεπερνάει τα καπιταλιστικά όρια.
Δηλαδή, με άλλους όρους μιλάμε για τη στάση της εργατικής τάξης απέναντι στις μικροαστικές μάζες, που ενδιαφέρεται να συσπειρώσει, να αποκαταστήσει και να σφυρηλατήσει την κοινωνική συμμαχία, που θα ανατρέψει την αστική τάξη. Πως η εργατική τάξη θα προσελκύσει τα μικροαστικά στρώματα.
Το παράδειγμα του τι αντιλαμβανόταν και πως αντέδρασε η εργατική τάξη πρώτα απ’ όλα στη στάση του Κόμματος απέναντι στον ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ είναι αρκετά νωπό για να ξεχαστεί. Το Κόμμα παρά τις πολλές φορές σωστές επισημάνσεις του απέτυχε παταγωδώς να πείσει τις μάζες για την ορθότητα της κριτικής του απέναντι στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και απώλεσε σημαντικότατο μέρος των δυνάμεών του.
Το δεύτερο σταθερό στοιχείο στις επεξεργασίες του Κόμματος στην περίοδο της οικονομικής κρίσης είναι το μείζονος σημασίας γεγονός ότι ενώ στο πλαίσιο της παραπάνω επεξεργασίας καταλήγει να προτείνει ως διέξοδο από την οικονομική κρίση τον «άμεσο σοσιαλισμό», αποφεύγει να πει τα πράγματα με τ’ όνομά τους.
Η ηγεσία του Κόμματος όλα αυτά τα χρόνια στην πολιτική πρόταση εξουσίας που καταθέτει δεν αναφέρει καν τη λέξη σοσιαλισμός, τη «μετασχηματίζει», υποτίθεται για να την κάνει πιο «προσιτή», αλλά την ίδια στιγμή αγνοεί ότι δημιουργεί αντίστοιχα αισθήματα δυσπιστίας απέναντι στον ίδιο το στρατηγικό στόχο του Κόμματος.
Και από εδώ αρχίζουν τα ερωτήματά μας ως προς την παραπάνω θέση του Κόμματος για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως διατυπώνεται τώρα από το γενικό γραμματέα.
Υπενθυμίζουμε ότι στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η θέση του ΚΚΕ για την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση μετατοπίστηκε πραξικοπηματικά μέσα από μια συνέντευξη τύπου, που έδωσε η πρώην γραμματέας του Κόμματος Αλέκα Παπαρήγα και η θέση, που διαμορφώθηκε επιγραμματικά ήταν: αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση με εξουσία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και άμεσο σοσιαλισμό. Δηλαδή, αποδέσμευση αποκλειστικά με σοσιαλιστική επανάσταση.
Γι’ αυτό και σε πολλές φάσεις και καμπές που η πορεία της ταξικής και πολιτικής πάλης και διαπάλης κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης έβαζε με πρακτικό τρόπο μπροστά, ως άμεσο καθήκον του εργατικού κινήματος την αποδέσμευση, οι ηγεσίες του Κόμματος έφταναν στο σημείο να υιοθετούν τον πυρήνα της αστικής επιχειρηματολογίας στο όνομα του ότι η αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πολύ περισσότερο ένα Grexit, θα σημάνει καταστροφή από τη στιγμή, που δεν είναι ώριμες οι υποκειμενικές προϋποθέσεις για τη σοσιαλιστική επανάσταση.
Παρόλα αυτά η στάση των κομμάτων απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το αν δηλαδή τάσσονται υπέρ της παραμονής ή της αποδέσμευσης (ή αποχώρησης, ή εξόδου) από την Ευρωπαϊκή Ένωση παρέμενε στη ρητορική του Κόμματος ως ένα από τα στοιχεία διαχωρισμού μεταξύ των κομμάτων και κατ’ επέκταση και των θέσεων που έπαιρναν οι κοινωνικές τάξεις και απέναντι στον πυρήνα της αστικής στρατηγικής.
Άλλωστε, από τα κόμματα του κοινοβουλίου το μοναδικό κόμμα με καθαρή θέση υπέρ της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και κατ’ επέκταση και από το ευρώ είναι το ΚΚΕ, ασχέτως του πως το χειριζόταν στον καθημερινό πολιτικό του λόγο και στις πολιτικές του πρωτοβουλίες, που προέκυπταν από τη γενικότερη ιδεολογικοπολιτική του σύλληψη με την αποκλειστική προβολή της αντίθεσης κεφάλαιο-εργασία, καπιταλισμός-σοσιαλισμός και τη βίαιη και άγαρμπη υποτίμηση της κυρίαρχης αντίθεσης «ιμπεριαλισμός, μονοπώλια-λαός», που με τη σειρά της αυτή η σύλληψη εκπορευόταν από την εγκατάλειψη των Λενινιστικών επεξεργασιών για τον ιμπεριαλισμό, που υποδεικνύουν και συγκεκριμένη τακτική για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και το πέρασμα στο σοσιαλισμό.
Το καινούργιο στοιχείο που διαβλέπουμε στη ρητορική του Κόμματος είναι ότι πλέον η στάση των κομμάτων, άρα και των κοινωνικών τάξεων απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση υποβαθμίζεται σε σημείο εξαφάνισης. Για πρώτη φορά, -τουλάχιστον στη δική μας αντίληψη, δεν είχε υποπέσει ως τώρα κάτι παρόμοιο- ο γραμματέας του Κόμματος λέει ρητά και μάλιστα ορθά κοφτά ότι ΔΕΝ αποτελεί διαχωριστική γραμμή η στάση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο σε απλά ελληνικά μεταφράζεται πως δεν διαχωρίζονται οι στρατηγικές των κομμάτων από τη θέση που παίρνουν υπέρ ή κατά της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για να το πούμε πιο απλά και να φανεί το σχιζοφρενικό του πράγματος, η ηγεσία του Κόμματος ουσιαστικά λέει πως δεν έχει καμία αξία για το χαρακτήρα και την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία και ταυτότητα ενός κόμματος το αν υιοθετεί τη βασική στρατηγική επιλογή της αστικής τάξης και του ελληνικού καπιταλισμού, που στην παρούσα φάση είναι η «πάση θυσία παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ»! Εξυπακούεται και η παραμονή στο ΝΑΤΟ.
Στο πλαίσιο αυτών των προβληματισμών είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι η θέση πως «Διαχωριστική γραμμή δεν είναι ούτε το νόμισμα, ούτε η ΕΕ, είναι η ίδια η ιδιοκτησία στα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής. Πραγματική διαχωριστική γραμμή τελικά είναι το ερώτημα σχεδιασμένη ανάπτυξη της οικονομίας σε όφελος του λαού ή ανάπτυξη για το καπιταλιστικό κέρδος;» σε συνδυασμό με τη θέση «να απαλλαγούμε από τους πραγματικούς υπεύθυνους: την εξουσία του κεφαλαίου και τις ενώσεις του» συνιστά μάλλον μετατόπιση της γραμμής του Κόμματος από την προηγούμενη θέση του.
Θέση που διαμορφώθηκε καταληκτικά στην περίοδο της οικονομικής κρίσης και συμπυκνωνόταν στην πρόταση «λαϊκή οικονομία με εργατική-λαϊκη εξουσία (ή με το λαό στην εξουσία σε άλλες πιο πρόσφατες εκδοχές), με αποδέσμευση από την ΕΕ, με μονομερή διαγραφή του χρέους, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και κεντρικό πανεθνικό σχεδιασμό της οικονομίας», δηλαδή αποδέσμευση αποκλειστικά με σοσιαλιστική επανάσταση.
Θέση με την οποία είτε έδωσε ανοιχτά την πρώτη εκλογική μάχη του 2012 και θέση από την οποία απέρρεε η γραμμή είτε της ισχυρής εργατικής αντιπολίτευσης με την οποία δόθηκε κατ’ ουσίαν η μάχη στην τελική ευθεία των δίδυμων εκλογών του 2012, ή της ενίσχυσης του ΚΚΕ για την αναπλήρωση των απωλειών από την κρίση με βάση την οποία δόθηκε η εκλογική μάχη του Γενάρη του 2015. Και φυσικά με τη θέση για αποδέσμευση αποκλειστικά με σοσιαλιστική επανάσταση δόθηκε και η μάχη του δημοψηφίσματος και μάλιστα με τη μορφή της άκυρης ψήφου. Σε όλες αυτές τις εκλογικές διαδικασίες και στις άλλες, που μεσολάβησαν την τελευταία πενταετία (ευρωεκλογές, τοπικές και περιφερειακές), τα αποτελέσματα ήταν τραγικά για το κύρος του ΚΚΕ και των δεσμών του με τις μάζες και αυτές καθ’ αυτές τις κομματικές δυνάμεις.
Ως προς τα παραπάνω ζητήματα της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένουμε από την ηγεσία τις απαντήσεις της και σε κάθε περίπτωση δεσμευόμαστε ότι θα επανέλθουμε άμεσα.
Θα κλείσουμε αυτό το κείμενο με μια παρατήρηση, που αφορά στην άμεση πολιτική μάχη που έχουμε μπροστά μας. Η εξαφάνιση από το λεξιλόγιο του γραμματέα του Κόμματος, στην πρώτη προεκλογική συγκέντρωση του ΚΚΕ, της φράσης «αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση», έστω με τον τρόπο που προβάλλεται με τον οποίο εμείς διαφωνούμε, γίνεται με επίκεντρο την κριτική προς το νεοσύστατο κόμμα της «Λαϊκής Ενότητας» του Παναγιώτη Λαφαζάνη, που προέκυψε από τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ μετά την ψήφιση του τρίτου μνημονίου.
Αυτό πέραν του ότι λέγεται ρητά, υποδηλώνεται και από τις φράσεις για «σικέ ρήξη με την ευρωζώνη και την ΕΕ», για «την απατηλή δήθεν αντιμνημονιακή διαχωριστική γραμμή» και για «νέα αριστερά δήθεν αντιμνημονιακά αναχώματα». Την ίδια αντίληψη υποδηλώνει και η κριτική που έχει ασκηθεί από την ηγεσία του Κόμματος προς την «ΛΑΕ», πρώην Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ, για «καπιταλισμό της δραχμής».
Δε θα διαφωνήσουμε με την ηγεσία του Κόμματος ότι η Λαϊκή Ενότητα είναι ένα καθαρά μικροαστικό κόμμα, που δεν ξεφεύγει από τα όρια της αστικής διαχείρισης, με όσα υποστηρίζει μέχρι τώρα, που οι πρώτες εμφανίσεις της δημιουργούν την πεποίθηση ότι αντικειμενικά λειτουργεί ως ανάχωμα στην παραπέρα ριζοσπαστικοποίηση των διαθέσεων των μαζών.
Η εκτίμησή μας για το ότι όλα τα πρώτα σημάδια συνηγορούν στο ότι η Λαϊκή Ενότητα, με το σημερινό πλαίσιο της πολιτικής της, θα λειτουργήσει ως ανάχωμα στο ριζοσπαστισμό των μαζών, προκύπτει από το γεγονός ότι σε ορισμένα σημεία υπολείπεται ακόμα και από αυτό το πρόγραμμα του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ και στο κεντρικό σημείο στο οποίο διαφοροποιούνταν από τον Αλέξη Τσίπρα, που ήταν η θέση της εξόδου από το ευρώ, που στηριζόταν στο σύνθημα «όχι με κάθε θυσία στο ευρώ», που σε κάποιο στάδιο ήταν σύνθημα όλου του ΣΥΡΙΖΑ.
Η θέση της Λαϊκής Ενότητας για το «αν χρειαστεί» αποτελεί συντηρητική αναδίπλωση ύστερα από 8 μήνες κυβερνητικής εμπειρίας, που οδήγησε στη διάσπαση της κυβερνητικής πλειοψηφίας εξαιτίας της υπογραφής του τρίτου μνημονίου, στο όνομα της παραμονής στο ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση και για μια κριτική που ασκείται «από τα αριστερά».
Κατά συνέπεια θέλουμε να ρωτήσουμε: έχει την ψευδαίσθηση η ηγεσία του Κόμματος ότι μπορεί να είναι πειστική μπροστά στις λαϊκές μάζες στην κριτική της –που στη γενικότητά της είναι σωστή- προς την «Λαϊκή Ενότητα», όταν «αποσύρει» το ζήτημα της ρητής επαναβεβαίωσης της αποδέσμευσης, που παίρνει ένα κόμμα απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Προσθετικά σ’ αυτήν την απορία μας θα μας εξηγήσει η ηγεσία του Κόμματος, πως μπορεί να είναι πειστική μπροστά στις μάζες όταν πια αναγνωρίζει δια στόματος Δημήτρη Κουτσούμπα «θετικό προβληματισμό» και «ριζοσπαστισμό» σ’ αυτές;
Και με την ευκαιρία ως «Νέα Σπορά» θέλουμε να εκφράσουμε τη γνώμη μας για τη ΛΑΕ για άλλη μια φορά. Θεωρούμε ότι είναι ένα μικροαστικό κόμμα, που δεν υπερβαίνει ουσιαστικά το μητρικό πολιτικό αποτύπωμα του ΣΥΡΙΖΑ και κρατάει απολογητική στάση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν υποτιμάμε καμία διαφοροποίηση από την κυρίαρχη πολιτική που εφαρμόζεται. Η διαφοροποίηση, όμως, της ΛΑΕ δεν αποτελεί μια εναλλακτική ριζοσπαστική ανατρεπτική πολιτική πρόταση απέναντι στη μνημονιακή πολιτική, που προέρχεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτελεί τη γενική της πολιτική για τη χώρα μας.
Η θέση της Λαϊκής Ενότητας για την κατάργηση των μνημονίων με «έξοδο από το ευρώ αν χρειαστεί», που σημαίνει ότι υπονοείται πως μπορεί να μην υπάρχουν μνημόνια στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, αποτελεί συντηρητική πολιτική αναδίπλωση σε σχέση με το ριζοσπαστισμό, που επέδειξαν οι εργατικές και μικροαστικές μάζες στο όνομα των οποίων μιλάει.
Και αυτό το λέμε διότι αυτά που υποστηρίζει η Λαϊκή Ενότητα έρχονται, αμέσως μετά την έκφραση των λαϊκών μαζών με το συντριπτικό 62% στο δημοψήφισμα για το «ΟΧΙ» σ’ ένα νέο μνημόνιο, όταν οι ηγετικοί κύκλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αστική τάξη σύσσωμη, σε συνθήκες πρωτοφανούς τρομοκρατίας, οικονομικής, ιδεολογικής, πολιτικής και εργοδοτικής, απειλούσε ότι η επικράτηση του «ΟΧΙ» θα σήμαινε έξοδο από το ευρώ και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από την άποψη αυτή είναι υποκρισία τα περί «ΟΧΙ μέχρι το τέλος», που διατυμπανίζουν τα στελέχη της ΛΑΕ.
Η αντιμνημονιακή θέση, έτσι όπως εκφράζεται σήμερα από τη «Λαϊκή Ενότητα», στην καλύτερη των περιπτώσεων είναι μια επανάληψη της γραμμής του ΣΥΡΙΖΑ των πρώτων βημάτων του ΣΥΡΙΖΑ 2012-2013. Το τέλος αυτής της πορείας είναι γνωστό.
Από την άλλη, όταν κοντά στο ευρώ η ηγεσία του Κόμματος θεωρεί «απατηλό δίλημμα» την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να προβάλει τη βασική αντίθεση, αντιλαμβάνεται τι σημαίνει αυτό, όταν η βασική επιχειρηματολογία του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αστικών κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι η υπεράσπιση του μνημονίου για την παραμονή στο ευρώ, γιατί δήθεν η μόνη εναλλακτική πρόταση είναι αυτή του Σόιμπλε για ένα χειρότερο «μνημόνιο με δραχμή»;
Και ύστερα απ’ όλα αυτά μπορεί να μας εξηγήσει η ηγεσία του Κόμματος, πως μπορεί να δυναμώσει (πολιτικά και εκλογικά) το ΚΚΕ, να διαχωριστεί πολιτικά με αποτελεσματικό τρόπο από τη ΛΑΕ του Λαφαζάνη και να εμποδίσει τον εγκλωβισμό των ριζοσπαστικοποιημένων λαϊκών μαζών σε «νέα αριστερά δήθεν αντιμνημονιακά αναχώματα», όταν η γραμμή, που δίνει τη μάχη η ηγεσία του Κόμματος σ’ αυτές τις εκλογές, είναι στο μεγάλο της μέρος με καθαρά αντιμνημονιακό περιεχόμενο;
Νομίζει ότι εάν μιλήσει για «ανατροπή» το περιεχόμενο της οποίας είναι «δυνατό ΚΚΕ» για «να αντιπαλέψουμε το μνημόνιο που χρεοκοπεί το λαό. Να ανοίξουμε το δρόμο για να απαλλαγούμε οριστικά από τις αντιλαϊκές συμφωνίες-μνημόνια», και προσθέσει: «Να απαλλαγούμε από τους πραγματικούς υπεύθυνους: την εξουσία του κεφαλαίου και τις ενώσεις του», μπορεί να δώσει την εκλογική μάχη στη βάση της αντίθεσης σοσιαλισμός – καπιταλισμός;
Πόσο μυαλό χρειάζεται κάποιος για να αντιληφθεί το στοιχειώδες και το αυτονόητο, ότι, δηλαδή, για να απαλλαγεί από τα μνημόνια και την εξουσία του κεφαλαίου και των ενώσεών του, στην περίπτωση της Ελλάδας πρώτη και άμεση, αλλά όχι η μοναδική φυσικά, προϋπόθεση είναι η αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη; Με δεδομένο πάντα το γεγονός της άσχημης κατάστασης του Εργατικού και Κομμουνιστικού Κινήματος και συνολικά του επιπέδου της ταξικής πάλης στις άλλες χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης την παρούσα συγκεκριμένη στιγμή.
Πόσο μυαλό χρειάζεται κάποιος για να κατανοήσει ότι η απάντηση στο δίλημμα σοσιαλισμός-καπιταλισμός και μάλιστα υπέρ του σοσιαλισμού προϋποθέτει –φυσικά σε μια αδιάσπαστη και διαλεκτική ενότητα- την απάντηση στο «απατηλό δίλημμα» «εντός ή εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης», «ευρώ ή εθνικό νόμισμα»;
Τι να υποθέσουμε ως προς αυτήν την εξαφάνιση του αιτήματος της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση; Ότι είναι μια τυχαία παράλειψη; Ότι είναι ένας υπερβολικός σχολαστικισμός της «Νέας Σποράς» ή ότι η ηγεσία προετοιμάζει μια άλλη θέση, την οποία θα τη δούμε σε ολοκληρωμένη μορφή στο άμεσο προσεχές μέλλον;
COMMENTS