Γύρω από το δίλημμα : «Ευρώ ή δραχμή» (4)

Λαοκρατική δημοκρατία και τα μεταβατικά αιτήματα

Το άμεσο ερώτημα που έχουμε να απαντήσουμε για τη λαοκρατική δημοκρατία (ή άλλως το Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο ως εξουσία) είναι: υπάρχει αντικειμενική βάση ύπαρξής της στη χώρα μας όταν οι υλικές συνθήκες είναι ώριμες για το πέρασμα στο σοσιαλισμό;

Η ηγεσία του Κόμματος σ’ αυτό το ερώτημα απαντάει αρνητικά, γι’ αυτό το λόγο έχει προσαρμόσει το Πρόγραμμα του Κόμματος και την καθημερινή της πολιτική παρέμβαση στο άμεσο πέρασμα στο σοσιαλισμό, ενώ όλα τα μεταβατικά αιτήματα τα έχει μεταφέρει στη μεταβατική περίοδο, κατά την οποία θα έχει κατακτηθεί η πολιτική εξουσία από την εργατική τάξη και θα πραγματοποιηθεί ο επαναστατικός μετασχηματισμός του καπιταλισμού σε σοσιαλισμό.

Η τοποθέτηση αυτή της ηγεσίας του Κόμματος στηρίζεται στο γεγονός, ότι η λαοκρατική δημοκρατία (ή δημοκρατική δικτατορία της εργατικής τάξης και της αγροτιάς) ήταν μια Λενινιστική επεξεργασία, που απαντούσε κυρίως στο αίτημα της πτώσης της τσαρικής απολυταρχίας αλλά και της μη κατάληψης της εξουσίας από την αστική τάξη στις τότε συνθήκες της Ρωσίας. Επομένως δεν είχε ως άμεσο στόχο τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Αυτό, όμως, που παραλείπει να πει η ηγεσία είναι ότι και μετά τη θέση του Β. Ι. Λένιν ότι: «η αστικοδημοκρατική επανάσταση τελείωσε», ότι το πρόβλημα που είχαν μπροστά τους οι Μπολσεβίκοι να επιλύσουν ήταν: «το πέρασμα από το πρώτο στάδιο της επανάστασης στο δεύτερο», ο Β. Ι. Λένιν και στο νέο αναθεωρημένο πρόγραμμα, τονίζοντας, ταυτόχρονα, ότι η εποχή των σοσιαλιστικών επαναστάσεων άνοιξε, επέμενε στη λαοκρατική δημοκρατία. «Για περισσότερη λαοκρατική δημοκρατία» με το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ.

Το πρόγραμμα, που είχε προετοιμάσει ο Β. Ι. Λένιν, συνδύαζε το μάξιμουμ στρατηγικό στόχο, το πέρασμα στο σοσιαλισμό και το μίνιμουμ πρόγραμμα που αφορούσε στη λαοκρατική δημοκρατία με πυρήνα τα άμεσα προβλήματα των λαϊκών μαζών και τα μεταβατικά αιτήματα.

Επομένως η λαοκρατική δημοκρατία δεν ήταν μόνο απάντηση στη τσαρική απολυταρχία, γιατί ταυτόχρονα δεν πρέπει να ξεχνάμε και την εκτίμηση του Β. Ι. Λένιν ότι παρά την ύπαρξη της τσαρικής απολυταρχίας ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής κυριαρχούσε στην τότε Ρωσία.

Ήταν απάντηση και κυρίως στην αστική τάξη, που διεκδικούσε την εξουσία, που την έκλεψε από την εργατική τάξη και τους αγρότες, γιατί ήταν αυτές οι τάξεις που κυρίαρχα διεξήγαγαν τον αγώνα ενάντια στην τσαρική απολυταρχία. Είναι απάντηση στην αστική τάξη και μετά την άνοδό της στην εξουσία, που οι Μπολσεβίκοι διεκδικούσαν το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ και την αφαίρεση της εξουσίας από την αστική τάξη, καθορίζοντας και το χαρακτήρα της εξουσίας των Σοβιέτ ως κράτος τύπου Κομμούνας.

Και όλα αυτά συνέβαιναν σε μια χώρα με διαμορφωμένο τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, με διαμορφωμένο τον κρατικομονοπωλιακό καπιταλισμό που ήταν μια ιμπεριαλιστική χώρα, που έπαιρνε μέρος σ’ έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο για να κερδίσει καινούργια εδάφη.

Πως, λοιπόν, καθορίζεται η λαοκρατική δημοκρατία και ποιες είναι οι συνθήκες που την επιβάλλουν; Η λαοκρατική δημοκρατία αντιστοιχεί σε συγκεκριμένη βαθμίδα ανάπτυξης του καπιταλισμού, του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού, το κύριο οικονομικό πρόγραμμά της αφορά βασικούς οικονομικούς κλάδους, που έχουν ήδη διαμορφωθεί σε μονοπώλια, παίρνει ενεργή αντιιμπεριαλιστική θέση απέναντι στην ιμπεριαλιστική επεκτατικότητα, στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο απ’ όπου και εάν προέρχεται, υπερασπίζεται τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων σε μια εποχή, που κυριαρχεί η πολιτική αντίδραση, ανεξάρτητα της τυπικής ύπαρξης ή και μη ύπαρξης του αστικού κοινοβουλίου, υπερασπίζεται την εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία, ως κράτος στηρίζεται στην άμεση κινητοποίηση των λαϊκών μαζών, που με δικτατορικά μέτρα και την άσκηση βίας δεν επιτρέπει την παλινόρθωση της αστικής τάξης στην εξουσία, προετοιμάζει, στο υλικό επίπεδο, το πέρασμα στο σοσιαλισμό, αφού περνάει σε κρατικό έλεγχο βασικούς τομείς της οικονομίας, ταυτόχρονα, διαμορφώνει τις συνθήκες να εξελιχτεί και από την άποψη του υποκειμενικού παράγοντα σε δικτατορία του προλεταριάτου.

Πρόκειται επομένως, και ειδικά για τις σημερινές συνθήκες της χώρας μας, για μια μορφή εξουσίας, που έχει αρνηθεί την αστική εξουσία, που δεν είναι ακόμη δικτατορία του προλεταριάτου, αλλά μπορεί να εξελιχτεί σε δικτατορία του προλεταριάτου, που συγκεντρώνει, συσπειρώνει αντίστοιχες κοινωνικές δυνάμεις και διαμορφώνει την πολιτική και ταξική τους συνείδηση για την επίλυση των άμεσων προβλημάτων τους. Παράλληλα επιδιώκει την άνοδο αυτών των κοινωνικών δυνάμεων – της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, στην εξουσία για να τα επιλύσει και, ταυτόχρονα, η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των κοινωνικών δυνάμεων έχει ζωτικό συμφέρον για το πέρασμα στο σοσιαλισμό.

Δηλαδή η λαοκρατική δημοκρατία δεν πρόκειται απλώς για ένα μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, που περιορίζεται στη διεκδίκηση επίλυσης ζωτικών προβλημάτων των εργαζομένων από την αστική τάξη. Δεν αγωνίζεται απλώς για μια πιο προοδευτική δημοκρατία στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας.

Πρόκειται για μια μορφή εργατικής εξουσίας, που η εργατική τάξη και οι συμμαχικές δυνάμεις προς αυτήν, έχουν δημιουργήσει αντιπροσωπευτικούς θεσμούς οργάνωσης των λαϊκών μαζών, που θα αποτελούν τη βάση της κρατικής οργάνωσης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και που θα εξελιχτούν στη δικτατορία του προλεταριάτου, διαφορετικά θα υπάρχει ο κίνδυνος εκφυλισμού και ενσωμάτωσης αυτών των αντιπροσωπευτικών θεσμών στο αστικό πολιτικό σύστημα.

Γι’ αυτήν την εξέλιξη πρωταρχικός είναι ο ρόλος της επαναστατικής πρωτοπορίας στο να μπορέσει να διαμορφώσει και να καταθέσει ένα αντίστοιχο πρόγραμμα, ένα πρόγραμμα εξουσίας, που να εκφράζει τα άμεσα και ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.

Και εδώ οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε το χαρακτήρα των άμεσων προβλημάτων και τη σχέση τους με τα μεταβατικά αιτήματα. Άμεσο αίτημα δεν είναι μόνο η διεκδίκηση της αύξησης των μισθών, των συντάξεων, η αναπλήρωση των απωλειών. Δεν είναι μόνο ο αγώνας για τη ματαίωση των συνεπειών από την εφαρμογή των μνημονίων. Όλα αυτά τα αιτήματα πρέπει να διεκδικούνται και οι αγώνες για τη μη εφαρμογή του μνημονίου πρέπει να αναπτύσσονται.

Η απάντηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, των μικροαστικών στρωμάτων, δε μπορεί να περιορίζεται μόνο σ’ αυτό το επίπεδο, γιατί η επίλυση των άμεσων προβλημάτων των εργαζομένων πέρα από οικονομική είναι και πολιτική.

Άμεσα αιτήματα είναι και τα μεταβατικά αιτήματα, γιατί η επίλυση βασικών προβλημάτων των εργαζομένων περνάνε μέσα από την υλοποίηση των μεταβατικών αιτημάτων. Θα φέρουμε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα.

Εάν π.χ. δεν περάσει σε κρατική ιδιοκτησία ο τομέας της ενέργειας είναι αδύνατον να δοθεί φιλολαϊκή λύση στο πρόβλημα των οικογενειών, πάνω από 250.000 οικογένειες, που τους έχει κοπεί το ρεύμα με την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής. Είναι επίσης αδύνατον να υπάρξει μια φιλολαϊκή ανάπτυξη εάν δεν ανατραπούν οι όροι με τους οποίους χρησιμοποιεί η αστική τάξη την ενέργεια.

Εάν δε δημιουργηθεί κρατικός τομέας φαρμακοβιομηχανίας είναι αδύνατον να επιλυθεί το πρόβλημα της λειτουργίας του δημόσιου συστήματος υγείας και της προμήθειας φτηνών φαρμάκων από τους άνεργους, τους εργαζόμενους, τους ανασφάλιστους, τους ασφαλισμένους, τους μετανάστες.

Εάν δε δημιουργηθεί κρατικό τραπεζικό μονοπώλιο είναι αδύνατο να επιλυθεί το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, να γλυτώσουν οι εργαζόμενοι τα σπίτια τους. Να μπουν οι τράπεζες στην υπηρεσία της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας μας, να απαλλαγούν οι μικροί και μεσαίοι αγρότες από το άγχος της απώλειας των χωραφιών τους.

Εάν δεν κρατικοποιηθούν βασικοί τομείς της οικονομίας είναι αδύνατο να δοθεί η μάχη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας μας. Να λυθεί το πρόβλημα της διατροφικής εξάρτησης. Της αξιοποίησης των ιδιαίτερων παραγωγικών της δυνατοτήτων. Της απεξάρτησης από τις εισαγωγές προϊόντων, που υπάρχει η δυνατότητα να παράγονται στη χώρα μας.

Εάν δεν κρατικοποιηθούν τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, οι τηλεπικοινωνίες, οι δρόμοι είναι αδύνατο να υπάρξει αξιόπιστο δίκτυο επικοινωνιών και μεταφορών, που θα βοηθήσει αποφασιστικά την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας μας.

Εάν δεν επανέλθουν σε συνεταιριστική μορφή ή και κρατική όλες οι ιδιωτικοποιημένες βιομηχανίες τύπου Δωδώνης, Ροδόπης, ΜΕΒΓΑΛ, Όλυμπος, τα εργοστάσια παρασκευής ζάχαρης κλπ, εάν δεν προωθηθεί ο παραγωγικός συνεταιρισμός είναι αδύνατον να υπάρξει φιλολαϊκή ανάπτυξη της πρωτογενούς παραγωγής, εξ αιτίας της κοινής αγροτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εάν δεν υπάρξει εργατικός έλεγχος στην παραγωγή και στην κατανομή είναι αδύνατο να αντιμετωπιστούν σοβαρά προβλήματα όχι μόνο αυτής καθ’ εαυτής της παραγωγικής διαδικασίας αλλά και των βιοτικών προβλημάτων του εργαζόμενου λαού.

Όλα, όμως, αυτά τα μεταβατικά αιτήματα στην πραγματικότητα δε συνιστούν παρά ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο για να πραγματοποιηθεί προϋποθέτει την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.

Δεν πρόκειται για άμεσα σοσιαλιστικά μέτρα αλλά μπορούν στο σύνολό τους και στην εξέλιξή τους να συνιστούν πέρασμα στο σοσιαλισμό με την προϋπόθεση ότι στην εξουσία θα βρεθεί η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της, τα μικροαστικά στρώματα, τα κατώτερα και τα μεσαία. Αυτό, όμως, είναι και το περιεχόμενο της λαοκρατικής δημοκρατίας.

Υπάρχει άλλο ένα επιχείρημα από την πλευρά της ηγεσίας. Ότι έχουν αλλάξει οι συνθήκες σε σχέση μ’ αυτές που επικρατούσαν στην τότε Ρωσία. Ασφαλώς και έχουν αλλάξει οι συνθήκες και ακριβώς αυτό το επιχείρημα της ηγεσίας του Κόμματος μας επιτρέπει να προσδιορίσουμε τι ακριβώς έχει αλλάξει και τι δεν έχει αλλάξει.

Πρώτο: Η χώρα μας δε βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, σ’ έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο, όπως τότε η Ρωσία, που αντικειμενικά επιτάχυνε τις πολιτικές εξελίξεις, που έφερε τη Ρωσία μπροστά σε μια ανείπωτη καταστροφή και έδινε τη δυνατότητα με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς να αναπτύσσεται η πολιτική και ταξική συνείδηση των λαϊκών μαζών.

Αυτός ο παντοδύναμος σκηνοθέτης, κατά την έκφραση του Β. Ι. Λένιν, έπαιξε καταλυτικό ρόλο και για την πτώση της τσαρικής απολυταρχίας αλλά και για την αντιμετώπιση της αστικής εξουσίας, και παραπέρα, για την αποκάλυψη του ρόλου των οπορτουνιστικών ηγεσιών των Μενσεβίκων και των Εσέρων, για την αλλαγή του συσχετισμού των δυνάμεων μέσα στα Σοβιέτ και το ξέσπασμα της εξέγερσης.

Η χώρα μας, όμως, βρίσκεται μπροστά σε μια ανείπωτη καταστροφή, πρωτοφανή για ειρηνική περίοδο, έχει χρεοκοπήσει, είναι έρμαιο των δανειστών, έχει ενταθεί η πολιτική και οικονομική εξάρτηση. Βασικός παράγοντας της χρεοκοπίας της χώρας μας, της παραγωγικής της συρρίκνωσης, είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι άλλοι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί και δεν προβλέπεται για τα επόμενα χρόνια να μπορέσει να ξεφύγει απ’ αυτήν την κατάσταση της οικονομικής στασιμότητας και της εξαθλίωσης των εργαζομένων, της καταστροφής των μικροαστικών στρωμάτων.

Με δυο λόγια, στις σύγχρονες συνθήκες, ο παντοδύναμος σκηνοθέτης μέσα από τον οποίο περνάνε όλες οι οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οικονομική κρίση και η χρεοκοπία της χώρας μας. Οι συνθήκες άλλαξαν ο παντοδύναμος σκηνοθέτης, αν και διαφορετικός, παραμένει.

Δεύτερο: Η ηγεσία του Κόμματος ισχυρίζεται ότι έχει αλλάξει η κοινωνική σύνθεση στη χώρα μας σε σχέση μ’ αυτήν που υπήρχε στην τότε Ρωσία. Αυτό είναι αλήθεια. Η εργατική τάξη της χώρας μας είναι η πλειοψηφούσα κοινωνική δύναμη σε σχέση με τα μικροαστικά στρώματα.

Αυτό το στοιχείο επιβάλλει, κατά την ηγεσία του Κόμματος, στην εργατική τάξη με τους πιο κοντινούς συμμάχους της, τα πιο φτωχά μικροαστικά στρώματα και τους μισοπρολετάριους να βάλει ως άμεσο στρατηγικό στόχο το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Και αυτό είναι αλήθεια.

Αυτό, όμως, που είναι βέβαιο, και το έχουμε αναφέρει σε πληθώρα άρθρων μας, είναι ότι μπορεί οι υλικές συνθήκες να είναι ώριμες για το πέρασμα στο σοσιαλισμό αλλά δεν είναι ώριμες οι αντίστοιχες υποκειμενικές συνθήκες.

Η λαοκρατική δημοκρατία, και εδώ βρίσκεται η επικαιρότητά της, είναι λάθος είναι να αντιμετωπίζεται αποκλειστικά και μόνο ως εξουσία. Είναι εξουσία αλλά δεν είναι μόνο εξουσία. Πολύ περισσότερο είναι λάθος να αντιμετωπίζεται ως ένα πρόγραμμα, που θα περιέχει ορισμένα μεταβατικά αιτήματα, που θα βοηθήσουν στο πέρασμα στο σοσιαλισμό. Αυτή είναι απλοποίηση της λαοκρατικής δημοκρατίας.

Η πραγματοποιημένη λαοκρατική δημοκρατία της εποχής του Β. Ι. Λένιν ήταν εξουσία, ήταν κυβέρνηση, δίπλα στην αστική εξουσία, όχι δικτατορία του προλεταριάτου αλλά τύπου Κομμούνας, πάντως γνήσια επαναστατική λαϊκή εξουσία, γι’ αυτό, άλλωστε, γινόταν λόγος από τον Β. Ι. Λένιν για δυαδική εξουσία.

Με την πραγματοποιημένη λαοκρατική δημοκρατία ο Β. Ι. Λένιν ακολούθησε μια τακτική, που αποσκοπούσε και στη συνειδητοποίηση των λαϊκών μαζών για το ολοκληρωτικό πέρασμα της εξουσίας στους κρατικούς αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, που είχαν δημιουργήσει οι εργάτες, οι στρατιώτες και οι ναύτες, οι αγρότες, οι εργάτες γης, οι φτωχοί, οι άνεργοι. Τα Σοβιέτ. Δηλαδή δεν ήταν μόνο εξουσία, ήταν και τακτική.

Επομένως τη λαοκρατική δημοκρατία, στις σύγχρονες συνθήκες, πρέπει να την αντιμετωπίσουμε ως μια πορεία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της να δημιουργήσουν δικά τους αντιπροσωπευτικά κρατικά όργανα, στα οποία θα έχουν οργανωθεί οι λαϊκές μάζες, θα διεκδικούν το ολοκληρωτικό πέρασμα της εξουσίας σ’ αυτά (τα λαϊκά κρατικά όργανα).

Ταυτόχρονα αυτή η πορεία θα είναι μια επαναστατική διαδικασία συσπείρωσης και ενότητας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, συνειδητοποίησης της ανάγκης να προχωρήσουν μπροστά, να ξεπεράσουν τα αστικά πλαίσια, να προχωρήσουν στο σοσιαλισμό. Και με την έννοια αυτή ως εξουσία, που θα έχει εκδιώξει την αστική τάξη θα είναι και κυβέρνηση, που θα στηρίζεται στα δικά της κρατικά όργανα.

Δεν πρόκειται, λοιπόν για μια ενδιάμεση εξουσία – και ούτε ο Β. Ι. Λένιν την αντιμετώπιζε ως ενδιάμεση εξουσία, ούτε πολύ περισσότερο για στάδιο, αφού θα είναι, κατά βάση, μια εργατική εξουσία, μια και η εργατική τάξη είναι η πλειοψηφούσα κοινωνική δύναμη στη χώρα μας.

Θα αντιπροσωπεύει μια εργατική εξουσία, που θα αντιστοιχεί στις συγκεκριμένες «μεταβατικές στιγμές», στη συγκεκριμένη «μεταβατική κατάσταση», που δε μπορεί να παραμείνει στατική, γιατί θα κινδυνεύει να εκφυλιστεί, που είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει μπροστά και να καταλήξει σε δικτατορία του προλεταριάτου μέσα στο πλαίσιο μιας και ενιαίας επαναστατικής διαδικασίας.

Και με την έννοια αυτή, από τη στιγμή που η εργατική τάξη και οι πιο στενοί της σύμμαχοι δεν είναι ώριμοι αυτήν τη στιγμή για το άμεσο πέρασμα στο σοσιαλισμό, βοηθάει το γεγονός ότι η εργατική τάξη που είναι πλειοψηφούσα κοινωνική δύναμη να ενισχυθεί ο επαναστατικός χαρακτήρας της λαοκρατικής δημοκρατίας, διευκολύνει την προσέγγιση των μικροαστικών στρωμάτων, ειδικά των κατώτερων και μεσαίων, διευκολύνει τελικά το πέρασμα στο σοσιαλισμό.

Τρίτο: Η ηγεσία του Κόμματος έχει επί της ουσίας, με άρρητο τρόπο, αρνηθεί την έννοια του κρατικομονωπωλιακού καπιταλισμού. Δεν το έχει παραδεχτεί ανοικτά μέχρι τώρα. Από την πλευρά μας θα επιμείνουμε ότι ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός όχι μόνο είναι παρών αλλά στην ουσία του έχει ενισχυθεί με δεδομένο ότι αντιπροσωπεύει μια βαθμίδα ανάπτυξης του καπιταλισμού στην ιμπεριαλιστική εποχή, που χαρακτηρίζει τη σύμφυση του κράτους με τα μονοπώλια.

Ποιος μπορεί σήμερα να αρνηθεί ότι το κράτος υπηρετεί τα μονοπώλια και ότι η σύμφυση του κράτους με τα μονοπώλια έχει δυναμώσει; Ακόμη και αστοί οικονομολόγοι δέχονται πλέον αυτή τη σύμφυση, γι’ αυτό το λόγο και παρουσιάζουν το Eurogroup ως το χώρο των χρηματαγορών και των μονοπωλιακών συμφερόντων.

Σ’ αυτό το θέμα δε θα δώσουμε παραπέρα έκταση, γιατί έχουμε αναφερθεί στην αρθρογραφία μας, θα ξαναθυμίσουμε, όμως, ότι όλη η επεξεργασία του Β. Ι. Λένιν για τη λαοκρατική δημοκρατία και τα μεταβατικά αιτήματα στηρίζεται στην ύπαρξη του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού.

Τέταρτο: Ο τρόπος που έχει αρνηθεί όλη την επεξεργασία του Β. Ι. Λένιν η ηγεσία του Κόμματος για τη λαοκρατική δημοκρατία θυμίζει την επιχειρηματολογία των αριστερίστικων οργανώσεων, που παρουσιάζουν τη λαοκρατική δημοκρατία ως ιδιομορφία της Ρωσίας.

Αυτό είναι τεράστιο λάθος. Η λαοκρατική δημοκρατία είναι επεξεργασία του Καρλ Μαρξ και του Φρίντριχ Ένγκελς και το μόνο που έκανε ο Β. Ι. Λένιν ήταν να την προσαρμόσει στις συνθήκες της Ρωσίας αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα το καθήκον της απαλλαγής της Ρωσίας από την τσαρική απολυταρχία. Αυτό που έχουμε να πάρουμε από τη Λενινιστική σκέψη είναι το εφαρμοσμένο μέρος μιας θεωρητικής επεξεργασίας, που έχει ξεκινήσει από τους πρώτους δασκάλους της θεωρίας μας, που θεωρητικά επίσης προχώρησε από τον Β. Ι. Λένιν και εφαρμόστηκε με υποδειγματικό τρόπο.

Με την έννοια αυτή δεν αφορά χώρες, που ακόμη δεν έχει πραγματοποιηθεί η αστικοδημοκρατική επανάσταση, αλλά αφορά και χώρες, που η αστική τάξη είναι ήδη στην εξουσία. Άλλωστε σημειώσαμε παραπάνω ότι ο Β. Ι. Λένιν επιμένει στη λαοκρατική δημοκρατία και μετά την αστικοδημοκρατική επανάσταση του Φλεβάρη του ’17 και προσαρμόζει όλη την τακτική του, ειδικά μετά τον Απρίλη του ’17, και προγραμματικά, πάνω στη λαοκρατική δημοκρατία και το πέρασμα της εξουσίας στα Σοβιέτ.

Πέμπτο: Αυτό που επίσης δεν έχει αλλάξει σε σχέση με τη λαοκρατική δημοκρατία είναι η ιστορική εμπειρία των χωρών που οικοδόμησαν το σοσιαλισμό. Συμπεριλαμβανομένης και της Σοβιετικής Ένωσης και οι άλλες σοσιαλιστικές χώρες πέρασαν από συνθήκες λαοκρατικής δημοκρατίας. Θα ήταν ενδιαφέρον εδώ να ρωτήσουμε την ηγεσία του Κόμματος εάν οι χώρες αυτές οικοδόμησαν το σοσιαλισμό ή δεν οικοδόμησαν τελικά το σοσιαλισμό, μια και η ηγεσία του Κόμματος τη λαοκρατική δημοκρατία την αναγνωρίζει ως κυβερνητισμό των Αριστερών και Κομμουνιστικών Κομμάτων σε καπιταλιστικές συνθήκες.

Έκτο: Η ηγεσία του Κόμματος κατ’ επανάληψη έχει επικαλεστεί ένα απόσπασμα από τον Β. Ι. Λένιν, από μια τοποθέτηση, που έχει κάνει στο Α’ Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς το 1919 με θέμα: «Θέσεις και εισήγηση για την αστική δημοκρατία και τη δικτατορία του προλεταριάτου». Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:

«Το κυριότερο πράγμα που δεν καταλαβαίνουν οι σοσιαλιστές και που φανερώνει πως θεωρητικά είναι κοντόφθαλμοι, πως είναι αιχμάλωτοι των αστικών προκαταλήψεων και πως πρόδοσαν πολιτικά το προλεταριάτο, είναι τούτο, ότι στην καπιταλιστική κοινωνία, όταν η ταξική πάλη, που βρίσκεται στη βάση της κοινωνίας αυτής, οξύνεται κάπως σοβαρά, δεν μπορεί να υπάρξει τίποτε το ενδιάμεσο, παρά τούτο μόνο: είτε δικτατορία της αστικής τάξης, είτε δικτατορία του προλεταριάτου. Κάθε ονειροπόλημα μικροαστού για κάποια τρίτη λύση είναι αντιδραστικό θρηνολόγημα μικροαστού. Αυτό το μαρτυρεί και η πείρα της υπερεκατόχρονης εξέλιξης της αστικής δημοκρατίας και του εργατικού κινήματος όλων των προηγμένων χωρών, και ιδιαίτερα η πείρα της τελευταίας πενταετίας. Αυτό διδάσκει και όλη η επιστήμη της πολιτικής οικονομίας, όλο το περιεχόμενο του μαρξισμού, που εξηγεί ότι σε κάθε εμπορευματική οικονομία είναι οικονομικά αναπόφευκτη η δικτατορία της αστικής τάξης, που δεν υπάρχει άλλος να την αντικαταστήσει, εκτός από την τάξη των προλετάριων, τάξη που αναπτύσσεται, πληθαίνει, συσπειρώνεται, δυναμώνει από την ίδια την εξέλιξη του καπιταλισμού».

Που γίνεται η διαστρέβλωση; Ο Β. Ι. Λένιν απαντάει σε ένα συγκεκριμένο θέμα. Υπάρχει και ενισχύεται η δικτατορία του προλεταριάτου στη νεαρή Σοβιετική Ρωσία. Την ίδια στιγμή έχουν εμφανιστεί Σοβιέτ σε άλλες χώρες και ο Β. Ι. Λένιν ενισχύει την παραπέρα επέκτασή τους.

Ακριβώς εκείνη τη στιγμή από την πλευρά των οπορτουνιστικών δυνάμεων εγείρεται ένα θέμα, που δεν αφορά τη Σοβιετική Ρωσία αλλά τις χώρες που συνυπάρχουν τα Σοβιέτ με το αστικό κοινοβούλιο.

Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις προκειμένου να ενσωματώσουν τα Σοβιέτ στην αστική νομιμότητα προτείνουν έναν ενδιάμεσο συνδυασμό έκφρασης της εξουσίας του αστικού κοινοβουλίου και των Σοβιέτ, που ήδη έχουν αποκτήσει δύναμη και επεκτείνονται. Ουσιαστικά προσπαθούν να ακυρώσουν τη λειτουργία των Σοβιέτ ως κρατικών οργάνων της εργατικής τάξης.

Σ’ αυτήν την προσπάθεια των οπορτουνιστικών δυνάμεων απαντά ο Β. Ι. Λένιν θέτοντας το ζήτημα ότι ανάμεσα στα Σοβιέτ και στο αστικό κοινοβούλιο, ανάμεσα στην αστική δικτατορία και τη δικτατορία της εργατικής τάξης δεν μπορεί να υπάρχει καμία ενδιάμεση μορφή εξουσίας. Πολύ περισσότερο όταν οξυνθεί η ταξική πάλη.

Αλλά θα ρωτήσουμε με τη σειρά μας την ηγεσία του Κόμματος: Ποια σχέση έχει αυτή η θέση του Β. Ι. Λένιν με την επεξεργασία του για τη λαοκρατική δημοκρατία; Θεώρησε ποτέ ο Β. Ι. Λένιν τη λαοκρατική δημοκρατία, έτσι όπως εκφραζόταν μέσα από τα Σοβιέτ, ως ενδιάμεση μορφή εξουσίας ή έβλεπε ως έσχατη περίπτωση και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τη συνύπαρξή τους (σε συνθήκες δυαδικής εξουσίας) μέχρι η μια εξουσία εκδιώξει την άλλη;

Αγνοεί η ηγεσία του Κόμματος ότι ο Β. Ι. Λένιν έβλεπε την ύπαρξη των Σοβιέτ στην κίνησή τους, γι’ αυτό άλλωστε κάνει λόγο και για τον κίνδυνο εκφυλισμού τους εάν δεν «προχωρήσουν μπροστά»; Αυτές τις σκέψεις ο Β. Ι. Λένιν τις διατυπώνει και στον πρώτο του λόγο στην πρώτη συνεδρίαση του Πανρωσικού Σοβιέτ.

Νομίζουμε ότι δώσαμε σε απτές γραμμές το περιεχόμενο της λαοκρατικής δημοκρατίας και τη σχέση της με τα άμεσα και μεταβατικά αιτήματα, θεωρώντας ότι αυτή η επεξεργασία, που ξεκινάει από τον Καρλ Μαρξ και τον Φρίντριχ Ένγκελς και στη συνέχεια επεκτείνεται από τον Β. Ι. Λένιν αντιστοιχεί και στις σημερινές συνθήκες της χώρας μας.

Κλείνοντας αυτό το θέμα υπενθυμίζουμε ότι πάνω στη κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα της πόλης και του χωριού, τα κατώτερα και τα μεσαία, με το συγκεκριμένο περιεχόμενο της λαοκρατικής δημοκρατίας μπορούν να οικοδομηθούν και οι αντίστοιχες πολιτικές συμμαχίες.

Στην επόμενη συνέχεια: Λαοκρατική Δημοκρατία και ευρωπαϊκή Ένωση – Ευρώ.

COMMENTS