Η εμφάνιση του πρωθυπουργού στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων θεωρήθηκε ότι εντάσσεται στο πλαίσιο της προετοιμασίας της κυβέρνησης για προσφυγή σε εκλογές το Φθινόπωρο, αφού, βέβαια, θα έχει υπογραφεί προηγουμένως η συμφωνία μέχρι τις 20 Αυγούστου, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση και όπως διαβεβαιώνει ότι είναι δυνατό να γίνει. Στην ίδια κατεύθυνση, για την υπογραφή της συμφωνίας μέχρι τις 20 Αυγούστου, έρχεται ουσιαστικά να μας διαβεβαιώσει και ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ δηλώνοντας ότι όλες οι πληροφορίες που έχει ενισχύουν αυτό το γεγονός.
Απ’ ότι φαίνεται η κυβέρνηση βιάζεται να κλείσει τη συμφωνία μέχρι τις 20 Αυγούστου, γιατί αμέσως μετά ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να διεξάγει τις συνεδριακές του διαδικασίες για το έκτακτο συνέδριο που αποφασίστηκε στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κεντρικής του Επιτροπής.
Σ’ αυτό το συνέδριο ο ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από τα εσωκομματικά του προβλήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει – και τα οποία δεν προέρχονται μόνο από την «Αριστερή Πλατφόρμα» αλλά και από άλλες τάσεις, όπως οι ¨πασοκογενείς», το κύριο μέλημα του πρωθυπουργού θα είναι να καθορίσει το νέο «στρατηγικό αφήγημα» της κυβέρνησης.
Όλα, όμως, δείχνουν ότι αυτό το νέο στρατηγικό αφήγημα – από λεκτικές επινοήσεις στο ΣΥΡΙΖΑ δε στερούνται έμπνευσης, θα είναι πολύ παλιό και χρησιμοποιημένο. Το επανέλαβε και ο πρωθυπουργός στην ομιλία του στο υπουργείο που επισκέφθηκε.
Το βασικό μοτίβο του αφηγήματος είναι ότι η κυβέρνηση υλοποιεί μια πολιτική, που δε θέλει να υλοποιήσει (!!!), ότι θα αγωνιστεί να βρει ισοδύναμα μέτρα έτσι ώστε να ανακουφίσει κάπως τους εργαζόμενους από την πολιτική που «υποχρεώνεται» να εφαρμόσει, ότι θα προσπαθήσει να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση και πέραν της υπογραφής της συμφωνίας για να υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη με τη δικαιότερη κατανομή των βαρών, που θα φέρει το νέο μνημόνιο, και η κατακλείδα, ότι θα πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει στην κυβέρνηση, γιατί εάν επανέλθουν οι προηγούμενες πολιτικές δυνάμεις τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα.
Στην κατεύθυνση αυτή, λοιπόν, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι για τους αγρότες θα προσπαθήσει να αλλάξει το ΦΠΑ από το 23% στο 13% για τους μόνιμα απασχολούμενους αγρότες, ώστε οι «νέοι αγρότες να παραμείνουν στις εργασίες τους»!
Την ίδια στιγμή εμφανίζεται αναπόδραστη και ανεπίστρεπτη η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ, και αυτό φάνηκε και από τη συνέντευξη, που παραχώρησε ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, όπου τώρα έκανε ένα βήμα παραπάνω καλώντας τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να καταψηφίσουν τη νέα συμφωνία, όταν θα έρθει στη βουλή, φάνηκε επίσης από το χαρακτήρα της επίσκεψής του στη Θεσσαλονίκη, την ίδια στιγμή που ο Δημήτρης Στρατούλης επισκεπτόταν το Βόλο, αλλά και από τη συνέντευξη, που παραχώρησε η Ζωή Κωνσταντοπούλου από το τηλεοπτικό κανάλι της βουλής, όπου εξέφρασε την υποστήριξή της στην «Αριστερή Πλατφόρμα».
Είναι φανερό ότι και αυτές οι κινήσεις εντάσσονται στο πλαίσιο της προσφυγής σε εκλογές και το πιθανότερο είναι να δούμε την εμφάνιση νέων κομματικών σχηματισμών από «τα’ αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα τόσο ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έχει εκφράσει κατ’ επανάληψη την αρνητική του στάση απέναντι στο ενδεχόμενο νέων εθνικών εκλογών όσο και οι Σταύρος Θεοδωράκης και Φώφη Γεννηματά.
Το σκεπτικό τους είναι απλό. Νέα Δημοκρατία, Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ θα βάλουν πλάτη για την ψήφιση της συμφωνίας αλλά μέχρι εκεί. Το περιεχόμενο της συμφωνίας ανήκει στην κυβέρνηση.
Βρισκόμαστε, δηλαδή, μπροστά στον παραλογισμό η κυβέρνηση να αρνείται την πολιτική που εφαρμόζει αλλά να υπογράφει μια συμφωνία από την οποία προκύπτει αυτή η πολιτική και τα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης να αρνούνται το περιεχόμενο της συμφωνίας αλλά να ψηφίζουν αυτή τη συμφωνία.
Μ’ αυτόν τον τρόπο έχουν τα χέρια λυμένα για να κάνουν κριτική στην κυβέρνηση πατώντας πάνω στα αποτελέσματα μιας πολιτικής, που σίγουρα θα εντείνει τη δυσαρέσκεια του Ελληνικού λαού και η προσπάθειά τους θα είναι να ψαρέψουν σε θολά νερά. Γι αυτόν το λόγο και δεν επιθυμούν να γίνουν γρήγορα οι εκλογές, γιατί απαιτείται χρόνος για να «πιάσουν τόπο» τα νέα μέτρα. Και για να εφαρμοστούν, οπότε ικανοποιούνται οι απαιτήσεις των εταίρων και του ντόπιου κεφαλαίου αλλά και για να δοθεί η «δυνατότητα» στην αστική αντιπολίτευση να σπεκουλάρει, πάνω σε μια πολιτική, που θέλει να εφαρμοστεί, με το ψευδεπίγραφο επιχείρημα ότι: «εμείς θα φέρναμε καλύτερη συμφωνία και με λιγότερες αδικίες»!!!
Κυνισμός και εμπαιγμός, ταυτόχρονα, που δείχνει το ανεξάντλητο θράσος των πολιτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης, που δεν ερωδιούν μπροστά σε τίποτα και ποτέ, εάν πρόκειται για το ταξικό συμφέρον της αστικής τάξης και του κεφαλαίου.
Έτσι σχεδιάζουν τη συνέχεια η κυβέρνηση και τα κόμματα της αστικής τάξης. Καθένας για λογαριασμό του. Το αφήγημά τους είναι εξ ίσου βάρβαρο. Προϋποθέτει την εφαρμογή της πολιτικής του νέου μνημονίου. Το παιχνίδι που θα παιχτεί θα είναι ανάμεσα στους «καλούς» και τους «κακούς» του μνημονίου, της ίδιας πολιτικής, με θύματα τους εργαζόμενους και τα μικροαστικά στρώματα, που θα υποστούν μια παραπέρα δυσβάσταχτη εξαθλίωση και καταστροφή.
Υπάρχει, όμως, και η αστική τάξη, που μέσα από τα αστικά ΜΜΕ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν επιθυμεί εκλογές, γιατί αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως είναι η οικονομική ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας και προς αυτήν την κατεύθυνση δε βοηθάνε οι εκλογές. Αυτό είναι το επιχείρημα. Αποσιωπά, βέβαια, το γεγονός ότι αυτό το πρόγραμμα δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα οδηγήσει στην οικονομική ανάκαμψη. Και αυτό το ισχυρίζονται σχεδόν όλοι οι αστοί οικονομικοί σχολιαστές.
Αυτό που ενδιαφέρει, όμως, την αστική τάξη είναι να εφαρμοστεί η συμφωνία. Στην κατεύθυνση αυτή η καλύτερη λύση γι’ αυτήν θα ήταν μια κυβέρνηση «ειδικού σκοπού» ή μια κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Και εδώ έρχεται και «κουμπώνει» και η εκτίμηση της Ντόρας Μπακογιάννη, που δήλωσε ότι εάν γίνουν εκλογές δε θα προκύψει αυτοδυναμία.
Οπότε που οδηγούμαστε; Μα στις κυβερνήσεις συνεργασίας.
Η αστική τάξη, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο προετοιμάζει το πολιτικό και κομματικό της σύστημα. Αυτή κάνει τη δουλειά της. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι αυτό, γιατί τι άλλο θα περίμενε κανείς από την αστική τάξη; Να βρει τρόπο να εξασφαλίσει την εξουσία της.
Το πρόβλημα είναι απέναντι σ’ ένα «αφήγημα» βάρβαρο, κυνικό, ψευδεπίγραφο και παραπλανητικό, που θα το υποστούν στην πλάτη τους οι εργαζόμενοι και τα μικροαστικά στρώματα, ποια άλλη συγκεκριμένη πρόταση αντιτάσσεται.
Και η «Νέα Σπορά» εγκαίρως και κατ’ επανάληψη έχει καταθέσει την πρότασή της. Είναι καιρός και η ηγεσία; Του Κόμματος να σκύψει πάνω σ’ αυτήν την πρόταση, γιατί το πολιτικό και κομματικό τοπίο μάλλον θα αλλάξει και, ίσως, πολύ γρήγορα.
COMMENTS