Η πολιτική κρίση οξύνεται

Το καινούργιο πολιτικό στοιχείο της σημερινής κατάστασης είναι η «αποσύνθεση» του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος από κυβερνητική πια θέση έχει μπει και σε, οριστική και αμετάκλητη, με τα ως τώρα δεδομένα, τροχιά διάσπασης.

Ταυτόχρονα η de facto συμμαχία των κυβερνητικών κομμάτων με τα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης για την υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων δε δημιουργεί τις προϋποθέσεις πολιτικής σταθερότητας και υπέρβασης της πολιτικής κρίσης της αστικής τάξης.

Από μια άποψη η εξέλιξη αυτή αποτελεί και παράγοντα όξυνσης της πολιτικής κρίσης, καθώς δημιουργεί περαιτέρω εμπόδια στη διαμόρφωση των όρων, που απαιτούνται για την αντικατάσταση του παλιού αστικού δικομματισμού με ένα νέου τύπου αστικό διπολισμό.

Η αιτία βρίσκεται στο γεγονός ότι είναι διαμορφωμένη πια –αυτό αποτυπώθηκε και στο δημοψήφισμα- μια σαφής κοινωνική πλειοψηφία, μια συμμαχία της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, που στρέφεται ενάντια στην πολιτική των μνημονίων και, ταυτόχρονα, έχει μεγαλύτερο βάθος, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η αντίθεση των κοινωνικών αυτών δυνάμεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη. Έχει γίνει δηλαδή περισσότερο κατανοητό ότι η πολιτική των μνημονίων είναι η γενική οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το γεγονός αυτό πολιτικά αντανακλάται στη διαμάχη που έχει ξεσπάσει μεταξύ της αστικής αντιπολίτευσης και του πρωθυπουργού για την «ιδιοκτησία του μνημονίου», θέμα για το οποίο έχουμε ξαναγράψει αναλυτικά. Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, αλλά και το Ποτάμι αξιώνουν από τον πρωθυπουργό να αναλάβει την ιδιοκτησία του μνημονίου. Την ίδια στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας το αρνείται αυτό για τον απλούστατο λόγο ότι έτσι θα εμφανιστεί ανακόλουθος με τη θέση ότι το τρίτο μνημόνιο δεν είναι επιλογή της κυβέρνησης αλλά επιβολή των δανειστών και «πραξικόπημα» σε βάρος της χώρας.

Αυτή η πολιτική γραμμή, που εφαρμόζεται από την πλευρά του Αλέξη Τσίπρα και των στενών συνεργατών του, στοχεύει στη συγκράτηση του ριζοσπαστισμού των λαϊκών μαζών και στη δημιουργία εμποδίων για τον απεγκλωβισμό τους από την επιρροή του μνημονιακού πλέον ΣΥΡΙΖΑ.

Ως συνέχεια αυτού του στόχου ο Αλέξης Τσίπρας – και κάτω από την πίεση που του ασκείται από την αστική αντιπολίτευση «για να κυβερνήσει» – με την ίδια πολιτική γραμμή, προσπαθεί να ξεπεράσει και το σκόπελο της εσωκομματικής του κρίσης με όσο το δυνατό μικρότερες απώλειες στελεχών, που θα ακολουθήσουν είτε το δρόμο της «Αριστερής Πλατφόρμας» είτε θα αποστρατευθούν μπροστά στην απογοήτευση, που υπάρχει διάχυτη στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος για την κατάρρευση της ως τώρα στρατηγικής και τακτικής της κυβέρνησης, που συμπυκνώθηκε στο σύνθημα «τέλος στη λιτότητα, κατάργηση των μνημονίων» με «αλλαγή της Ευρώπης».

Παράλληλα, όμως, αυτή η γραμμή του πρωθυπουργού τον καθιστά κυρίαρχο και πιο αξιόπιστο για την αστική τάξη, ως προς την ικανότητα παραπλάνησης των λαϊκών μαζών, αλλά εμποδίζει τις δυνατότητες ανάκαμψης των κομμάτων της αστικής αντιπολίτευσης και πρώτα απ’ όλα της Νέας Δημοκρατίας.

Έτσι, λοιπόν, εμφανίζεται το παράδοξο, από πρώτη ματιά, γεγονός, που όμως αντανακλά και πραγματικές καταστάσεις και σε οικονομικό και σε πολιτικό επίπεδο, το σύνολο των κομμάτων – κυβερνητικών και αντιπολιτευτικών – που τάσσονται υπέρ της ψήφισης του τρίτου μνημονίου, ως δρόμου παραμονής στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να διαφωνούν και να κριτικάρουν ως αντιλαϊκό, υφεσιακό και αδιέξοδο το νέο μνημόνιο, που έχουν δηλώσει εκ των προτέρων ότι θα το ψηφίσουν!

Την ίδια στιγμή ωστόσο τα πράγματα περιπλέκονται και το πολιτικό αδιέξοδο της αστικής τάξης οξύνεται από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ απαιτούν την «υιοθέτηση της ιδιοκτησίας του προγράμματος» από την κυβέρνηση και τον Αλέξη Τσίπρα. Αυτό εκφράστηκε απερίφραστα πριν από λίγες μέρες από την γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία το έθεσε ως όρο προκειμένου το Ταμείο να συμφωνήσει σε μια αναδιάρθρωση του χρέους, στην οποία προσδοκά ο πρωθυπουργός για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για το τρίτο μνημόνιο.

Έτσι λοιπόν παρατηρούμε ένα αξιοσημείωτο για τα σύγχρονα πολιτικά δεδομένα της χώρας μας γεγονός: η αστική τάξη να μη διαθέτει εκείνη ή εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις και ταυτόχρονα τον ηγέτη ή τους ηγέτες, μετά τον Αντώνη Σαμαρά και τον Ευάγγελο Βενιζέλο, που να μπορούν να υπερασπιστούν μαχητικά μπροστά στις μάζες την αντιλαϊκή πολιτική, που απορρέει από την ευρωενωσιακή στρατηγική της αστικής τάξης! Και αυτό ακριβώς προκαλεί και τα προβλήματα «εμπιστοσύνης» με τους εταίρους της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πέραν των όποιων άμεσων πολιτικών σκοπιμοτήτων από την πλευρά των πρωταγωνιστών της πολιτικής σκηνής της χώρας μας αυτή τη στιγμή, από μόνο του αυτό το γεγονός αποτυπώνει την ιδεολογική και πολιτική χρεοκοπία της αστικής τάξης στο έδαφος της οικονομικής χρεοκοπίας, που επέφερε στη χώρα μας και στο ελληνικό κράτος η αστική στρατηγική της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ.

Προς το παρόν η αστική τάξη επικεντρώνει τις αγωνίες της και εστιάζει την πρόθεσή της στο να διευκολύνει τον Αλέξη Τσίπρα να απαλλαγεί από τα «βαρίδια» στο ΣΥΡΙΖΑ ωθώντας και προτρέποντας στη διάσπασή του. Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζει στον Αλέξη Τσίπρα την επιφόρτισή του με την «εθνική αποστολή» και δεν παραλείπει να υπομνήσει στην αστική αντιπολίτευση ως πρωταρχικό της καθήκον να δώσει «χείρα βοηθείας» στον πρωθυπουργό για να υπηρετηθεί το «εθνικό συμφέρον».

Όπως είπαμε αρχικά η κοινωνική βάση της σημερινής εικόνας του πολιτικού συστήματος της αστικής τάξης βρίσκεται στο γεγονός ότι έχει διαμορφωθεί de facto και μάλιστα ως πλειοψηφικό ρεύμα η κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα που αντιτίθεται στην πολιτική των μνημονίων και ταυτόχρονα έχει βαθύνει η αντίθεσή τους με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, έχει με δυο λόγια ανέβει το επίπεδο της ταξικής και πολιτικής ωρίμανσης της συνείδησης των μαζών.

Το κενό που υπάρχει στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι ότι αυτή η κοινωνική συμμαχία, που έχει σαφώς αντιιμπεριαλιστικά, αντιμονοπωλιακά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά, ασχέτως του βάθους της και της ποικιλίας της, δεν αντιπροσωπεύεται πολιτικά.

Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται ως αδυναμία του ΚΚΕ, διότι θα ήταν και το μόνο κόμμα που θα μπορούσε να εκφράσει αυθεντικά και ολοκληρωμένα αυτήν την κοινωνική συμμαχία. Η εξήγηση βρίσκεται στην εδώ και χρόνια εγκατάλειψη της τακτικής του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου και της υιοθέτησης του στόχου του «άμεσου σοσιαλισμού».

Αυτός είναι και ο λόγος που επιτρέπει στην αστική τάξη και στις πολιτικές της δυνάμεις να ελίσσονται δημαγωγώντας γύρω από την «αντίθεσή» (!) τους στην πολιτική των μνημονίων, αλλά ταυτόχρονα να την εφαρμόζουν παίζοντας το παιχνίδι με το «μουτζούρη», όπως αυτό αποτυπώνεται στις πολιτικές κόνξες μεταξύ του Βαγγέλη Μεϊμαράκη, της Φώφης Γεννηματά και του Σταύρου Θεοδωράκη από τη μια μεριά και του Αλέξη Τσίπρα από την άλλη.

Ωστόσο με τη στάση τους αυτή παρατείνουν αυτό το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται. Έχουν την άνεση άλλωστε να το κάνουν από τη στιγμή, που δεν απειλούνται ουσιαστικά, καθώς επί της ουσίας οι λαϊκές μάζες, παρά την ωρίμανση της συνείδησής τους, είναι ακαθοδήγητες πολιτικά, ιδεολογικά και οργανωτικά και το τελευταίο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι ο βασικότερος όρος για έναν επιτυχημένο, ενάντια στην αστική τάξη και την πολιτική της εξουσία, αγώνα των λαϊκών μαζών.

Επιπλέον ακόμα δεν έχει διαφανεί με βεβαιότητα αν από τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ θα προκύψει κάποια «αξιόπιστη» νέα πολιτική δύναμη, ικανή να αντιπροσωπεύσει έστω και ατελώς αυτήν την κοινωνική συμμαχία, που εκφράστηκε μέσα από -και με αφορμή- το δημοψήφισμα με το 61% του ΟΧΙ.

Υπό την έννοια αυτή το πώς θα καταλήξει πολιτικά ο κοινωνικός διαχωρισμός, που εκφράστηκε, από την άποψη των σχέσεων των τάξεων, στο δημοψήφισμα είναι ένα ανοιχτό ζήτημα, που παίρνει υπόψη της στους σχεδιασμούς της η αστική τάξη. Αυτός είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο θα προσπαθήσει να διαμορφώσει το νέο πολιτικό τοπίο για να αποτρέψει τον πλήρη απεγκλωβισμό των λαϊκών μαζών από την αστική στρατηγική.

Τα πρώτα σημάδια, για τις προσπάθειες πολιτικής έκφρασης του ΟΧΙ, που έχουμε, είναι ότι οι δυνάμεις αυτές του ΣΥΡΙΖΑ, που διαφοροποιούνται – και όποιες άλλες φλερτάρουν μαζί τους, δυσκολεύονται ακόμα πάρα πολύ να ξεφύγουν από τον ορίζοντα της αστικής στρατηγικής, καθώς δε μπορεί μια εναλλακτική λύση από την άποψη των άμεσων και των μακροπρόθεσμων συμφερόντων των λαϊκών μαζών να εξαντλείται αποκλειστικά στην έξοδο από το ευρώ και να παρακάμπτει μια σειρά ζητήματα, που αφορούν στην ξεκάθαρη τοποθέτηση γύρω από το μείζον πρόβλημα της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, το πρόβλημα της εξουσίας, αλλά και αυτού καθ’ εαυτού του χαρακτήρα του εργατικού κινήματος και των εθνικών και διεθνικών σκοπών του. Την προοπτική του σοσιαλισμού.

Γι’ αυτό το λόγο και έχουμε σημειώσει εδώ και μια τριετία, από την πρώτη εμφάνιση της «Νέας Σποράς», ότι ο παράγοντας εκείνος, που θα κρίνει την πορεία της ταξικής πάλης και των εξελίξεων είναι η στάση του ΚΚΕ. Κατά τη γνώμη μας η στάση του Κόμματος είναι βαρόμετρο για την οποιαδήποτε εξέλιξη.

Το ερώτημα είναι τι άλλο περιμένει η ηγεσία του Κόμματος για να «καταλάβει» ότι η σημερινή αδιέξοδη για το εργατικό κίνημα και τους πολιτικούς σκοπούς του, στάση που κρατάει, έχει συντριβεί από την ίδια τη ζωή;

Η ανάγκη για την κατάθεση μιας συγκεκριμένης πρότασης – σαφώς επικαιροποιημένης, που θα παίρνει υπόψη της τα σημερινά οικονομικά και πολιτικά δεδομένα, τις γεωστρατηγικές τάσεις, την κατάσταση που υπάρχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα στην περιοχή μας – στην κατεύθυνση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου, της εξουσίας που πρέπει να καταλάβει με ανοιχτό το δρόμο για το σοσιαλισμό είναι αδήριτη.

COMMENTS