«Οχυρό» αστικής δημαγωγίας και μικροαστικής παραπλάνησης

Για τις ιδεολογικοπολιτικές μεταλλάξεις, που επιφυλάσσεται στο τμήμα εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ που θα ακολουθήσει τις πολιτικές επιλογές του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να εφαρμόσει το μνημόνιο, έχουμε αναφερθεί εκτεταμένα με την αρθρογραφία μας τις τελευταίες μέρες, αμέσως μετά τη συμφωνία της 12ης του Ιούλη της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης.

Σ’ αυτό το άρθρο μας θα κάνουμε μία και μόνο επισήμανση, σε σχέση με το βασικό επιχείρημα, που προβάλλουν η συγκυβέρνηση στο σύνολό της, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και το τμήμα εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ για να δικαιολογήσουν την από εδώ και πέρα παρουσία τους στη διακυβέρνηση της χώρας. Την επαναδιεκδίκησή της στο μέλλον, από τη στιγμή, που ουσιαστικά παραμερίζονται και επίσημα οι όποιες διαφορές υπήρχαν με τα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης, πάνω στη γενική οικονομική πολιτική, που ακολουθείται στη χώρα μας, όπως και σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με προγράμματα λιτότητας ή με προγράμματα υπό την έννοια των μνημονίων.

Το κύριο επιχείρημα, που έχει εκφραστή τον ίδιο τον πρωθυπουργό, είναι πως από τη μια μεριά υπάρχει η διαπραγμάτευση με τους εταίρους-δανειστές και από την άλλη η ανάγκη βαθιών αλλαγών στο εσωτερικό της χώρας σε βάρος της «διαπλοκής» και της «διαφθοράς» των «οργανωμένων συμφερόντων».

Μάλιστα ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε «εγγύηση» υπέρ των «λαϊκών στρωμάτων», των «μεροκαματιάρηδων των λαϊκών συνοικιών και των φτωχών γειτονιών» την πρωθυπουργία του και την παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση, παρά την εφαρμογή του μνημονίου, γιατί, όπως είπε ο ίδιος, «η παρουσία της Αριστεράς στην κυβέρνηση δεν είναι επιδίωξη αξιώματος. Είναι οχυρό μάχης για τα συμφέροντα του λαού μας! Οχυρό μάχης για την προστασία των αδικημένων! Οχυρό μάχης για τις μεγάλες ταξικές συγκρούσεις εντός της χώρας με τα οργανωμένα συμφέροντα»!!!

Διάνθισε δε, το επιχείρημα αυτό με μια πραγματική κατάσταση του Ελληνικού καπιταλισμού, αλλά διαστρεβλωμένα απεικονισμένη και «δικαιολογητική» της άποψης που εξέφρασε, με την παρακάτω φράση: «Κάποιοι –είπε– πιστεύουν ότι ο ρόλος μιας κυβέρνησης της Αριστεράς περιορίζεται στη διαπραγμάτευση και στη σύγκρουση με τους έξω. Εντούτοις, πάντοτε πίστευα και συνεχίζω να πιστεύω ότι για όλα τα δεινά της χώρας μας δεν ευθύνονται οι έξω. Υπάρχουν εγγενείς αδυναμίες στην οικονομία και στο πολιτικό σύστημα. Σημαντικές διαχωριστικές γραμμές για τις οποίες θα άξιζε να συγκρουστούμε»!

Σε γενικές γραμμές το καταρχήν επιχείρημα του Αλέξη Τσίπρα συνίσταται στο να αποϊδεολογικοποιεί το μνημόνιο, που είναι η γενική οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης –γι’ αυτό άλλωστε την αποδέχτηκε και ο ίδιος, όπως την αποδέχεται και την εφαρμόζει η αστική τάξη και τα κόμματά της.

Σ’ αυτό συμπίπτει με την αστική αντιπολίτευση και τις προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις. Παραπέρα όμως, και εκεί βρίσκεται το «ζουμί», ο πρωθυπουργός προσπαθεί να παγιδεύσει την εργατική τάξη και τα μικροαστικά στρώματα, ότι, σε αντίθεση με τα άλλα αστικά κόμματα, ο ίδιος, ως «αριστερός ριζοσπάστης», θα τα βάλει με την ντόπια άρχουσα τάξη.

Είναι πασίδηλο ότι ο Αλέξης Τσίπρας τοποθετείται έτσι, γιατί παίρνει υπόψη του την άνοδο της ταξικής και πολιτικής συνείδησης των λαϊκών μαζών. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος, που χρησιμοποιεί εκφράσεις, όπως «ταξικές συγκρούσεις εντός της χώρας», εκφράσεις, που όχι μόνο αναγνωρίζουν την πάλη των τάξεων, αλλά και τον εμφανίζουν να στέκεται δήθεν στο πλευρό των καταπιεσμένων τάξεων από την κυρίαρχη αστική τάξη!

Το πιο σημαντικό, όμως, ζήτημα, που ανακύπτει από αυτήν την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ είναι ο τεχνητός διαχωρισμός ανάμεσα στη στάση και τις ευθύνες του ιμπεριαλισμού, όπως αυτές συγκεκριμενοποιούνται στο ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρώ, για την οικονομική κρίση του Ελληνικού καπιταλισμού και στην ντόπια αστική τάξη, που είναι μπλεγμένη στα δίκτυα της εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό και οι ευθύνες της είναι αδιαμφισβήτητες για την κρίση του Ελληνικού καπιταλισμού.

Για να εκφραστούμε με τα λόγια του ίδιου του πρωθυπουργού γίνεται ένας τεχνητός διαχωρισμός ανάμεσα στις ευθύνες των «έξω» επικυρίαρχων και των «μέσα» κυρίαρχων για την κρίση.

Τι παραβλέπει, όμως, αυτή η άποψη; Αυτή η άποψη αν θέλουμε να μιλήσουμε με μαρξιστικούς-λενινιστικούς όρους είναι δεξιός οπορτουνισμός, που παραβλέπει το καθεστώς εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισμού από τον ιμπεριαλισμό και πως αυτό το καθεστώς της εξάρτησης, όπως αποτυπώνεται από τις επιπτώσεις της συμμετοχής της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, όχι μόνο αποτελεί παράγοντα όξυνσης της κρίσης του Ελληνικού καπιταλισμού, αλλά είναι και ο κατεξοχήν κύριος υπεύθυνος της στήριξης της ντόπιας άρχουσας τάξης και των φαινομένων «διαπλοκής» και «διαφθοράς».

Δεν θα προχωρήσουμε σε περαιτέρω θεωρητική ανάλυση. Θα σταθούμε σε δύο χειροπιαστά παραδείγματα για να δείξουμε το ουτοπικό και την εκ του πονηρού πρόθεση του πρωθυπουργού να υποστηρίξει αυτήν την άποψη με μοναδικό στόχο την παραπλάνηση των λαϊκών μαζών, το φρενάρισμα του ριζοσπαστισμού τους.

Πρώτο: Επί πέντε χρόνια εφαρμόστηκαν μνημόνια στη χώρα μας. Πόσο τυχαίο είναι το γεγονός ότι οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και το καθεστώς διαφθοράς και διαπλοκής γιγαντώθηκε; Πόσο τυχαίο είναι ότι οι κατεξοχήν εκφραστές της πολιτικής των μνημονίων, που προπαγάνδιζαν από το πρωί ως το βράδυ την «αναγκαιότητα» αυτής της οικονομικής πολιτικής ήταν οι δυνάμεις του εγχώριου κεφαλαίου; Και γιατί αυτό να αλλάξει τώρα με το τρίτο μνημόνιο;

Δεύτερο: Σε συνέχεια της πρώτης επισήμανσης οφείλουμε να κατανοήσουμε τι ακριβώς μας κατέδειξε περίτρανα η εβδομάδα που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος. Εκεί είδαμε χέρι-χέρι και με μια φωνή και μια ψυχή, την Ελληνική αστική τάξη, με προεξάρχοντα το ΣΕΒ, τις δυνάμεις της «διαπλοκής», όπως αυτές εκφράζονται, για να χρησιμοποιήσουμε και πάλι τα λόγια του πρωθυπουργού, από το «αμαρτωλό τρίγωνο» των τραπεζιτών, των ιδιοκτητών ΜΜΕ και των αστικών κομμάτων, μαζί με τους εκπροσώπους του Ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού να τάσσονται υπέρ του ΝΑΙ στη συνέχιση της πολιτικής των μνημονίων.

Αναρωτιέται κανείς τι είναι πιο απαράδεκτο; Το επιχείρημα ή ο φορέας του επιχειρήματος; Επιχείρημα που, ούτε λίγο ούτε πολύ, ισχυρίζεται ότι στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα «δεν θα αλλάξει το μνημόνιο την Αριστερά, αλλά θα συμβεί το αντίθετο, θα αλλάξει η Αριστερά το μνημόνιο»!

Και επί τέλους, με ποια αξιοπιστία μπορεί να τα λέει κανείς αυτά τα περί ταξικής μάχης κατά της άρχουσας τάξης όταν είχε μαζί του τη συντριπτική πλειοψηφία του Ελληνικού λαού, της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, με το συγκλονιστικό 61% και κάτω από τους όρους, που αυτό επιτεύχθηκε, και πήγε μέσα σε λίγες ώρες και το ξεπούλησε υπογράφοντας ό,τι απαίτησε η …διαπλοκή;

Και για να «πέσει» η υπογραφή προχώρησε σ’ ένα, επί της ουσίας και επί της διαδικασίας, συνταγματικό «πραξικόπημα» σε βάρος της λαϊκής κυριαρχίας. Έχει και το θράσος τα όριά του κύριε πρωθυπουργέ και δεν δικαιούστε να τα λέτε αυτά και μάλιστα να τα λέτε εξ’ ονόματος της Αριστεράς.

Το συμπέρασμα, που προκύπτει από τα παραπάνω, είναι ξεκάθαρο, για όποιον θέλει να υπηρετήσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων: Είναι αδύνατο να χτυπήσεις τη ντόπια άρχουσα τάξη, να διεξάγεις ανειρήνευτη ταξική πάλη ενάντιά της αν δε σπάσεις τον ομφάλιο λώρο της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, που συγκεντρώνεται στο άμεσο καθήκον της αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, εκδιώκοντας την αστική τάξη από την εξουσία. Όλη η πολιτική δύναμη της εγχώριας αστικής τάξης βρίσκεται εκεί ακριβώς. Έτσι αισθάνεται ασφαλής. Και αυτό δικαιολογεί την επιμονή της στην παραμονή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ.

Όλα τ’ άλλα είναι θρηνολογήματα για να δικαιολογήσουν την αστική μετάλλαξη, στην πιο καλοπροαίρετη εκδοχή, του μικροαστικού ριζοσπαστισμού. Στην καλύτερη των περιπτώσεων το αποτέλεσμα μιας τέτοιας μάχης, που περιγράφει ο πρωθυπουργός, να οδηγούσε σε αλλαγή φρουράς της «διαπλοκής», με ανακατανομές τζακιών στους κόλπους της αστικής τάξης.

Το έργο το έχουμε ξαναδεί με το ΠΑΣΟΚ σε προηγούμενες δεκαετίες. Αλλά και σ’ αυτήν την περίπτωση τα περιθώρια είναι περιορισμένα αν κανείς κρίνει τη διαχρονική εξέλιξη της αστικής τάξης της Ελλάδας κατά τον 20ο αιώνα αλλά και τις αρχές του 21ου αιώνα, όπου λίγο ή πολύ ο βασικός κορμός της αστικής τάξης παρέμεινε άθικτος και παρέδιδε τη σκυτάλη «από το μπαμπά στο γιο».

Στη βάση όλων των παραπάνω, η άποψη που προωθεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ως πρωθυπουργός πλέον, για να αποτρέψει τον πλήρη απεγκλωβισμό των εργαζομένων και των μικροαστών από την αστική πολιτική, είναι μια χρήσιμη ευκαιρία για την ηγεσία του ΚΚΕ να ξεφύγει από το λήθαργο και τη χειμερία νάρκη του αριστερισμού της, ενός αριστερισμού, που αρνείται το καθεστώς της εξάρτησης καταδικάζοντας έτσι και τον εσωτερικό ταξικό αγώνα της Ελληνικής εργατικής τάξης στο αδιέξοδο.

Με τον τρόπο αυτό επιτρέπει και διευκολύνει τους σύγχρονους Κέρενσκι να ξεπλένουν και να στεριώνουν την εξουσία της εγχώριας αστικής τάξης, μπροστά στις οικονομικές και πολιτικές δυσκολίες στις οποίες η τελευταία βρίσκεται, εξαιτίας της χρεοκοπημένης στρατηγικής της, στην οποία ωστόσο επιμένει γιατί αισθάνεται ξεκρέμαστη χωρίς την προστασία των νταβατζήδων του ιμπεριαλισμού.

COMMENTS