Ένα παλιό μας άρθρο για το δημοψήφισμα

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Α
ναδημοσιεύουμε ένα προηγούμενο άρθρο μας γύρω από το δημοψήφισμα. Πρόκειται για ένα άρθρο, που αναρτήθηκε στη «Νέα Σπορά» στις 30/04/2015, με την ευκαιρία της συζήτησης, που είχε ανοίξει με πρωτοβουλία της κυβέρνησης.

Η «Νέα Σπορά» έσπευσε να πάρει μέρος σ’ αυτήν τη συζήτηση αναπτύσσοντας τη δικιά της θέση. Φυσικά, από τότε που αναρτήθηκε αυτό το άρθρο, έχουν αλλάξει πολλά. Η κυβέρνηση, τότε, ισχυριζόταν ότι είχε υπογράψει μια συμφωνία με τους «θεσμούς», αυτήν της 20ης του Φλεβάρη, η οποία δεν περιείχε την υποχρέωση της κυβέρνησης να πάει σ’ ένα νέο μνημόνιο.

Τότε, βέβαια, η κυβέρνηση στήριζε την επιχειρηματολογία της, σε σχέση με την αστική αντιπολίτευση, πάνω στο e-mail του Γκίκα Χαρδούβελη. Κατηγορούσε την αστική αντιπολίτευση, ότι υπονόμευσε το μέλλον του Ελληνικού λαού με όσα δεχόταν η μέσω του συγκεκριμένου e-mail.

Σήμερα η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει καταθέσει για συμφωνία με τους «θεσμούς», δηλαδή τη γνωστή τρόικα, μια δική της πρόταση. Μια πρόταση 8δισ. ευρώ, που έχει ενσωματώσει σχεδόν όλες τις απαιτήσεις των λεγόμενων εταίρων μας, μια πρόταση που θα φέρει την παραπέρα εξαθλίωση των εργαζομένων, την παραπέρα καταστροφή των μικροαστικών στρωμάτων, το βάθεμα της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης της χώρας μας.

Τα πράγματα, λοιπόν, έχουν αλλάξει ουσιαστικά από τον περασμένο Απρίλη και μετά από ένα γεμάτο πεντάμηνο διαπραγματεύσεων, που χαρακτηρίστηκαν από την αμετακίνητη στάση των λεγόμενων εταίρων και την ενδοτικότητα της κυβέρνησης.

Από τις διαπραγματεύσεις φάνηκε καθαρά ότι η κυβέρνηση έπρεπε να έχει αποχωρήσει από τις διαπραγματεύσεις, αφού δε γινόταν σεβαστή η λαϊκή εντολή, η οποία είχε σαφή χαρακτήρα: «Όχι» σ’ ένα νέο μνημόνιο. Δεν τόλμησε να έρθει σε ρήξη με τους εταίρους. Κατέληξε να προτείνει ένα δικό της μνημόνιο. Δηλαδή και η κυβέρνηση παραβίασε τη λαϊκή εντολή.

Θεωρούμε ότι το άρθρο που είχαμε αναρτήσει έχει την επικαιρότητά του, γι αυτό και παίρνουμε την πρωτοβουλία να το αναδημοσιεύσουμε. Φυσικά η «Νέα Σπορά» θα παρακολουθήσει τις εξελίξεις, ειδικά της σημερινής ημέρας, και μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης στη βουλή θα πάρει θέση.


 

Για το δημοψήφισμα

 

Η κυβέρνηση προτίθεται να προσφύγει στη λαϊκή ετυμηγορία, όπως λέγεται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό αλλά και από άλλα κυβερνητικά στελέχη, μέσω δημοψηφίσματος, για να επικυρώσει ή όχι τη νέα συμφωνία που θα συνάψει με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ισχυρίζονται.

Η λογική απορία η οποία προκύπτει είναι: Για ποιο λόγο χρειάζεται ένα δημοψήφισμα; Η μόνη περίπτωση, για την κυβέρνηση πάντα, που θα πρέπει να γίνει δημοψήφισμα είναι εάν οι λεγόμενοι εταίροι μας «τα στυλώσουν» και επιμένουν να υπογράψει η κυβέρνηση μια αντιλαϊκή συμφωνία. Να υπογράψει, δηλαδή, μια συμφωνία, η οποία δε θα αποτυπώνει, παρά το e-mail του Γκίκα Χαρδούβελη. Τότε θα υπάρχει μια «δικαιολογία», που επί της ουσίας για μας δεν υπάρχει. Όπως δεν υπήρχε καμία δικαιολογία για την υπογραφή της συμφωνίας της 20ης του Φλεβάρη.

Για να ξεκαθαρίσουμε, σε ό,τι μας αφορά, τα πράγματα. Δε μιλάμε για τη θέση της «Νέας Σποράς». Μιλάμε για τη θέση της κυβέρνησης. Για τη «Νέα Σπορά» ούτε σ’ αυτήν την περίπτωση θα έπρεπε να προσφύγει σε δημοψήφισμα. Τη δική μας θέση την έχουμε αναπτύξει, πολύ έγκαιρα, και έχουμε υποστηρίξει ότι η κυβέρνηση θα έπρεπε να έχει αποχωρήσει από τις διαπραγματεύσεις. Και τη θέση αυτήν την υποστηρίζουμε με βάση την επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, γιατί δε γίνεται από τη μια να ισχυρίζεται ότι οι εταίροι την πιέζουν να υπογράψει μια αντιλαϊκή συμφωνία, που θα περιείχε μέτρα τύπου e-mail Χαρδούβελη, και από την άλλη αυτή να συνεχίζει να διαπραγματεύεται.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσε υποτελή τη στάση της προηγούμενης κυβέρνησης, η οποία είχε κατασταλάξει στην πρόταση Χαρδούβελη. Απαιτούσε από την τότε κυβέρνηση να μην υπογράψει μια νέα συμφωνία και να πραγματοποιηθούν εθνικές εκλογές, όπως και έγινε. Το ερώτημα είναι: Με γνωστή τη θέση των «Θεσμών», γιατί η κυβέρνηση συνεχίζει να διαπραγματεύεται;

Η αποχώρηση, βέβαια, θα σήμαινε ρήξη με τους εταίρους. Ρήξη, η οποία δε μπορούμε να πούμε από τώρα που θα οδηγούσε. Έτσι κι αλλιώς, όμως, θα δρομολογούσε εξελίξεις σε αντίθετη κατεύθυνση απ’ αυτήν που επιθυμούν οι εταίροι, γιατί και αυτοί, κατά τον Ευάγγελο Βενιζέλο, που γνωρίζει πολλά από τις διασυνδέσεις που έχει μαζί τους, από την πλευρά τους «δε θα κατέληγαν σε μια συμφωνία υπό την αίρεση ενός δημοψηφίσματος» (δήλωση στον Real.fm).

Σύμφωνα με όσα μέχρι τώρα, ως «Νέα Σπορά», έχουμε υποστηρίξει η εξέλιξη αυτή δε θα ήταν έξω από το νόημα της ετυμηγορίας του Ελληνικού λαού στις εθνικές εκλογές, μια και ο Ελληνικός λαός τάχτηκε υπέρ της ρήξης εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση επέμενε σε μια συμφωνία με βάση το e-mail Χαρδούβελη, πράγμα που συμβαίνει.

Γιατί η κυβέρνηση τι ισχυρίζεται; Οι «θεσμοί» την πιέζουν να υπογράψει μια συμφωνία, που φέρνει την κυβέρνηση να «πέσει» πάνω στην πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, την οποία ο Ελληνικός λαός απέρριψε στις πρόσφατες εθνικές εκλογές, οι οποίες ανέδειξαν κυβέρνηση το ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Μια τέτοια συμφωνία, με όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση, δε θα είναι καν στο πλαίσιο ενός «έντιμου συμβιβασμού».

Εάν η κυβέρνηση δεχτεί να υπογράψει μια νέα συμφωνία, στο πλαίσιο ενός «έντιμου συμβιβασμού», και τη φέρει σε δημοψήφισμα, τότε, πρέπει να αναγνωρίσει, και ήδη αρχίζει να το αναγνωρίζει, ότι αυτή είναι πίσω από τις προεκλογικές δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ και πίσω από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Μόνο που τότε ποιος θα απαντήσει στο ερώτημα: Γιατί χρειάζονταν οι εθνικές εκλογές;

Προκειμένου, λοιπόν, να νομιμοποιήσει η κυβέρνηση τον «έντιμο συμβιβασμό», ρίχνει στο τραπέζι το δημοψήφισμα για να τον «εμβαπτίσει» στη λαϊκή ετυμηγορία. Να πάρει το «καλώς έχει». Εάν τελικά το πραγματοποιήσει, γιατί ο ίδιος ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «δε θα χρειαστεί να φτάσουμε έως εκεί», πράγμα που σημαίνει ότι η κυβέρνηση επιδιώκει να καταλήξει σε συμφωνία χωρίς τελικά να πάει σε δημοψήφισμα. Άλλωστε γι’ αυτό προετοιμάζει τον Ελληνικό λαό και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ.

Έτσι κι αλλιώς, όμως, μια πιθανή προσφυγή σε δημοψήφισμα, ακόμη και από μόνη της η συζήτηση που άνοιξε γι’ αυτό το θέμα, αποτελεί ένα πολιτικό ζήτημα. Από την πλευρά μας, σε προηγούμενη ανάρτησή μας, έχουμε τοποθετηθεί και έχουμε υποστηρίξει ότι αυτή η ενέργεια της κυβέρνησης ισοδυναμεί μ’ έναν πολιτικό εκβιασμό, γιατί ο Ελληνικός λαός τελεί υπό το κράτος ενός διλήμματος ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία «θα πάψουν να υπάρχουν μισθοί και συντάξεις, ότι θα καταστραφεί η οικονομία» (δηλώσεις Νέας Δημοκρατίας, ΠΑΣΟΚ, Ποταμιού).

Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση δεν αντιπαρατίθεται απέναντι στη συνενωμένη αστική αντιπολίτευση, που επιστρατεύει μια τέτοια άποψη, ενώ στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, γνωστά για την ευρωλαγνεία τους (Παπαδημούλης), διατείνονται με συνεχείς παρεμβάσεις τους ότι: «η κυβέρνηση και οι θεσμοί πρέπει να κλειστούν σ’ ένα δωμάτιο μέχρι να βγεί λευκός καπνός», εκφράζοντας έτσι την αντίθεσή τους στην προκήρυξη δημοψηφίσματος, ακόμη και σε νέες εθνικές εκλογές.

Παρ’ όλα αυτά ο κύριος λόγος, που η Ευρωπαϊκή Ένωση, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, που δε θέλουν το δημοψήφισμα είναι ότι δε δέχονται η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης να τελεί, σε καμία εκδοχή της, υπό τη λαϊκή κρίση, μια και γνωρίζουν ότι με τη μία ή την άλλη μορφή ο Ελληνικός λαός θα εκφράσει τη δυσαρέσκειά του.

Γνωρίζουν, και εδώ συμπεριλαμβάνεται και η κυβέρνηση, ότι μ’ ένα δημοψήφισμα, που θα δοθεί η δυνατότητα να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του Ελληνικός λαός, με οποιαδήποτε μορφή, πολύ περισσότερο, μ’ ένα αρνητικό αποτέλεσμα για την καινούργια συμφωνία, είναι ένας μεγάλος κίνδυνος για την πολιτική που εφαρμόζουν. Και αυτό δεν αφορά μόνο τη χώρα μας. Ασφαλώς θα έχει επίδραση και σε άλλες χώρες.

Παραπέρα ο κίνδυνος αυτός γίνεται ακόμη πιο σοβαρός, γιατί μπορεί να ανοίξει ο δρόμος της αμφισβήτησης, όχι μόνο του ευρώ, αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με πρακτικούς πολιτικούς όρους. Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος, που η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα αστικά κόμματα δε θέλουν να γίνεται καν λόγος για τη διενέργεια του δημοψηφίσματος.

Είναι χαρακτηριστική, απ’ αυτήν την άποψη, η στάση των αστικών ΜΜΕ: «Η συζήτηση για δημοψήφισμα που έχει ανοίξει με πρωτοβουλία κυβερνητικών στελεχών αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού, είναι μια πολιτικά έωλη πρωτοβουλία που εγκυμονεί παράλληλα πολλαπλούς κινδύνους και για τη διαπραγματευτική διαδικασία, αλλά και για την οικονομία», μας λέει το e-Βήμα σε κεντρικό του άρθρο.

Το επιχείρημα είναι συγκεκριμένο. Ένα δημοψήφισμα θέτει υπό αμφισβήτηση μια ενδεχόμενη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα θεωρηθεί εχθρική ενέργεια απ’ αυτήν, οι αγορές θα πάψουν να εμπιστεύονται τη χώρα μας, γιατί δε θα υπάρχει η εγγύηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επομένως θα επέλθει η κατάρρευση της οικονομίας της.

Είναι ένα «επιχείρημα», το οποίο αποσκοπεί στην καλλιέργεια του φόβου, να τρομοκρατήσει τον Ελληνικό λαό, για να φτάσει να «απαιτήσει» ο ίδιος από την κυβέρνηση να προχωρήσει σε συμφωνία και να εξασφαλιστεί η συναίνεσή του. Εδώ εστιάζεται ο αποπροσανατολισμός που επιχειρείται σε βάρος του Ελληνικού λαού.

Και η κυβέρνηση, όμως, χρησιμοποιεί το δημοψήφισμα για αποπροσανατολιστικούς λόγους. Άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ την εποχή που ο Γιώργος Παπανδρέου έκανε λόγο για την πραγματοποίηση δημοψηφίσματος είχε χρησιμοποιήσει ανάλογα επιχειρήματα. Είχε χαρακτηρίσει το δημοψήφισμα «επικίνδυνη ζαριά» και είχε αντιταχτεί. Τώρα το χρησιμοποιεί για να εξασφαλίσει εκ των προτέρων τη συναίνεση του Ελληνικού λαού.

Το επίδικο ζήτημα που έχουμε μπροστά μας τώρα είναι το πώς χειρίζεται αυτήν την εξέλιξη ένα επαναστατικό κόμμα. Έστω και αν η κυβέρνηση μπλοφάρει, έστω και σαν ανοιχτή πολιτική συζήτηση.

Το δημοψήφισμα δίνει τη δυνατότητα μιας πλατιάς ενημέρωσης προς τον Ελληνικό λαό για την ανάγκη της αποδέσμευσης, της εκλαΐκευσης και κατανόησης των πραγματικών συνεπειών, που υπέστη η χώρα μας από την παραμονή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη συζήτηση που έχει ανοίξει, επομένως, για το δημοψήφισμα ένα επαναστατικό κόμμα δε μπορεί με έμμεσο τρόπο να το απορρίπτει.

Το δημοψήφισμα – και η συζήτηση γι’ αυτό, δίνουν τη δυνατότητα να αναπτυχθεί μια εναλλακτική πρόταση για μια άλλη ανάπτυξη, που θα υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες. Προσφέρεται να γίνουν γνωστές οι αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας μας, να αντιμετωπιστεί, πολύ συγκεκριμένα, η καταστροφολογία των αστικών κομμάτων, αλλά και η τακτική της κυβέρνησης, η πολιτική των αστικών κομμάτων και της κυβέρνησης. Δίνει τη δυνατότητα για την εκλαΐκευση μιας άλλης πρότασης εξουσίας, της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, κυρίως των κατώτερων και μεσαίων. Τέλος, δίνει τη δυνατότητα απελευθέρωσης κοινωνικών δυνάμεων.

Απ’ αυτήν την άποψη δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται το δημοψήφισμα από την πλευρά και μόνο του ερωτήματος, που θα τεθεί. Ή και της νωπής εντολής, που έχει η κυβέρνηση. Ή να υπεκφεύγει ένα επαναστατικό κόμμα να τοποθετηθεί. Το ζήτημα του ερωτήματος, που πράγματι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποπροσανατολίσει τον Ελληνικό λαό, μπορεί να το αντιμετωπίσει δίνοντας το δικό του νόημα στην έκφραση της ψήφου του Ελληνικού λαού. Και αυτή η ερμηνεία της ψήφου θα παίξει τον ουσιαστικό της ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις.

Μ’ αυτήν την έννοια ένα επαναστατικό κόμμα δεν πρέπει να φοβηθεί ως αρνητική εξέλιξη ακόμη και ένα αποτέλεσμα, που «νομιμοποιεί» την αστική πολιτική με την ψήφο του Ελληνικού λαού. Σημασία έχει το πραγματικό αντίκρισμα στις σχέσεις των τάξεων, στο κέρδισμα νέων δυνάμεων. Η διαφοροποίηση των δυνάμεων υπέρ της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Αυτή η αλλαγή στο συσχετισμό των δυνάμεων είναι που θα μετρήσει για τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις.

COMMENTS