Σ’ όλους τους τόνους ο ΣΕΒ, τα αστικά ΜΜΕ, η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, καλούν την κυβέρνηση να κλείσει συμφωνία με τους «θεσμούς», προκειμένου η χώρα μας να παραμείνει στο ευρώ. Επικαλούνται την κατάσταση στην αγορά, ότι οι επιχειρήσεις έχουν φτάσει στα πρόθυρα της κατάρρευσης από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στη ρευστότητα.
Από την άλλη η κυβέρνηση εντείνει αυτήν τη δραματικότητα που έχει δημιουργηθεί φροντίζοντας να τροφοδοτεί τους εργαζόμενους με αντιφατικές τοποθετήσεις για το εάν θα καταβάλει τη δόση στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο*, για την ανάγκη προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, είτε με δημοψήφισμα είτε με εκλογές. Αφήνει ανοιχτό να αιωρείται ακόμη και το ενδεχόμενο μιας χρεοκοπίας (δηλώσεις Σκουρλέτη στον Real fm), που κάνει το πάν, βέβαια, για να την αποφύγει.
Την ίδια στιγμή αποκαλύπτεται στο Γερμανικό Τύπο, ότι η χώρα μας θα καταφύγει στην έκδοση του geuro (Greek euro – Ελληνικό ευρώ), προκειμένου να μπορέσει να πληρώσει τους μισθούς και τις συντάξεις, τονίζοντας ότι το θέμα έχει ήδη συζητηθεί μεταξύ συγκεκριμένων κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την κυβέρνηση, πράγμα, που μέχρι τώρα δεν έχει διαψευστεί από αυτήν. Δε λείπουν και άλλα σενάρια, τα οποία έχουν εμφανιστεί, που φτάνουν μέχρι και την ανοιχτή χρεοκοπία.
Προβλέπεται, σ’ ένα απ’ αυτά, ότι εάν οι λεγόμενοι εταίροι μας διαπιστώσουν περαιτέρω δυσκολίες, προκειμένου να καταλήξουν σε συμφωνία με την Ελληνική κυβέρνηση, θα καταφύγουν στη σύνταξη ενός προγράμματος – συμφωνίας, το οποίο θα το θέσουν υπόψη της κυβέρνησης υπό τύπο τελεσιγράφου. Και η κυβέρνηση οφείλει να αποφασίσει την περαιτέρω πορεία της.
Είναι φανερό ότι η χώρα μας περνάει μια πραγματικά δύσκολη κατάσταση, που τη φέρνει να έχει εγκλωβιστεί στη μέγγενη των πιέσεων, από τη μια μεριά από τους εταίρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από την άλλη από τους εγχώριους πολιτικούς και οικονομικούς κύκλους.
Σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές έχει σημασία οι εργαζόμενοι να μη χάνουν το προσανατολισμό τους. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση έχουν επιδοθεί σ’ ένα προπαγανδιστικό παιχνίδι, πολύ γνωστό στην «τέχνη» της πληροφόρησης, αμερικάνικης έμπνευσης, κατασκευής και εφαρμογής, που βασίζεται σε μια «υπερπληροφόρηση», που κρύβει πολλά και σημαντικά, από την οποία πολύ δύσκολα μπορεί κάποιος να «βγάλει άκρη».
Ο σκοπός αυτής της υπερπληροφόρησης είναι να καλλιεργήσει μια κινδυνολογία, μέσα από τον υπερτονισμό μιας ήδη δραματικής κατάστασης, που αφορά στη χρεοκοπία της χώρας μας, αυτή είναι η βάση της, και την ίδια στιγμή να αξιοποιείται για κάθε ενδεχόμενη πολιτική εξέλιξη.
Έτσι βλέπουμε να καταγγέλλει ο Αντώνης Σαμαράς την κυβέρνηση για την καθυστέρησή της να υπογράψει μια συμφωνία με τους εταίρους, τη στιγμή που γνωρίζει ότι αυτή θα είναι κατά πολύ χειρότερη ακόμη και από το e-mail Χαρδούβελη.
Την ίδια στιγμή καταγγέλλει την κυβέρνηση ότι προετοιμάζει τη χώρα για έξοδο από το ευρώ, ενώ παράλληλα τη μέμφεται ότι θα επιβάλει νέους φόρους, που προφανώς είναι απαίτηση των εταίρων, με τους οποίους καλεί την κυβέρνηση να υπογράψει τη συμφωνία.
Παράλληλα παρουσιάζει τον Αλέξη Τσίπρα έρμαιο της εσωκομματικής αντιπολίτευσης της «Αριστερής Πλατφόρμας», παρακάμπτοντας το γεγονός ότι μέχρι τώρα αυτή δεν έχει φέρει σοβαρά εμπόδια στην άσκηση της πολιτικής της κυβέρνησης. Μ’ αυτόν τον τρόπο υποβαθμίζει την άσκηση πίεσης πάνω στην κυβέρνηση από την πλευρά των εταίρων.
Οι στόχοι πολλαπλοί από την πλευρά του Αντώνη Σαμαρά. Η κυβέρνηση θα χρεωθεί μια αντιλαϊκή συμφωνία, η οποία θα είναι στην πραγματικότητα ένα νέο μνημόνιο και μια νέα δανειακή σύμβαση, που θα προβλέπει ένα νέο δανεισμό για τη χώρα μας πολλών δισ. ευρώ, υπολογίζονται μεταξύ 40 και 50δις ευρώ.
Η χώρα μας, βέβαια, καταχρεωμένη θα παραμείνει στο ευρώ, που είναι και ο στρατηγικός στόχος της αστικής τάξης και τις συνέπειες θα τις υποστεί ο Ελληνικός λαός, που θα είναι σε σημαντικό βαθμό χειρότερες από πριν και μεγαλύτερου βάθους χρόνου.
Η σύγκριση μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ γίνεται μεταξύ των χειρότερων εκδοχών της διακυβέρνησης, αλλά αυτό δεν απασχολεί τον Αντώνη Σαμαρά, μια και το κριτήριο είναι «ανάμεσα σε δύο κακά διάλεξε το μικρότερο». Ως «μικρότερο κακό» ο Αντώνης Σαμαράς θεωρεί τη Νέα Δημοκρατία και προφανώς τον ίδιο τον εαυτό του!
Ο Αντώνης Σαμαράς ελπίζει μέσα από μια τέτοια εξέλιξη να ξεπλύνει τη δικιά του πολιτική, να παρουσιάσει το ΣΥΡΙΖΑ ως χειρότερη εκδοχή στη διακυβέρνηση και να πάρει την πολιτική ρεβάνς, δίνοντας απάντηση, ταυτόχρονα, και στους εσωκομματικούς του αντιπάλους.
Οι εσωκομματικοί αντίπαλοι, τώρα, του Αντώνη Σαμαρά πιέζουν και αυτοί την κυβέρνηση να υπογράψει μια συμφωνία, την οποία θα την επικαλούνται για να αντιπαρατεθούν στο ΣΥΡΙΖΑ και ταυτόχρονα στον Αντώνη Σαμαρά. Με ομολογία τους στα αστικά ΜΜΕ, Ντόρα Μπακογιάννη στον Real Fm, που περιέχει αρκετές δόσεις πολιτικού κυνισμού, ισχυρίζονται ότι όσο η κυβέρνηση δεν θα υπογράψει μια συμφωνία αυτοί δε θα θέτουν ζήτημα αλλαγής στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας.
Από τη στιγμή, όμως, που η κυβέρνηση θα υπογράψει τη συμφωνία «ασφαλώς και θα τεθεί». Και εκεί «υπάρχει πεδίο δόξας λαμπρό για κριτική»! Η πορεία της χώρας, δηλαδή, εξαρτάται από τις εσωκομματικές αντιπαραθέσεις της Νέας Δημοκρατίας, τη στιγμή, που καταγγέλλουν την κυβέρνηση ότι για λόγους εσωκομματικής ισορροπίας διακινδυνεύει τα συμφέρονται της χώρας.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι, μόνο που το Ποτάμι έχει μια άλλη τακτική, που σχετίζεται με το ενδεχόμενο συμμετοχής του στη διακυβέρνηση της χώρας από κοινού με το ΣΥΡΙΖΑ και αφού αυτός θα έχει απαλλαγεί από την «Αριστερή Πλατφόρμα».
Από την πλευρά της κυβέρνησης, τώρα, δίνονται συνεχείς διαβεβαιώσεις ότι επιθυμεί να υπογράψει μια «έντιμη συμφωνία», την οποία εν ανάγκη θα την φέρει προς έγκριση από τον Ελληνικό λαό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση προσπαθεί να αξιοποιήσει τη στήριξη, που της παρέχει ακόμη ο Ελληνικός λαός, ελλείψει και μιας άλλης εναλλακτικής πρότασης.
Η κυβέρνηση αποσκοπεί, ανεξάρτητα από το εάν θα καταφύγει σε δημοψήφισμα ή εκλογές, να πλασάρει μια νέα συμφωνία, σαφώς αντιλαϊκή, με το λιγότερο δυνατό πολιτικό κόστος αξιοποιώντας τις πραγματικές πιέσεις, που υφίσταται από τους «θεσμούς» και που προκαλούν τη δυσαρέσκεια του Ελληνικού λαού. Αξιοποιεί, δηλαδή, μια υγιή στάση του Ελληνικού λαού για να πέσει «στα μαλακά» μια αντιλαϊκή συμφωνία, έχοντας η κυβέρνηση ως δεδομένο ότι αυτός δεν επιστρέφει προς τη Νέα Δημοκρατία.
Παρ’ όλα αυτά τα παιχνίδια τακτικισμού, έχει μεγάλη σημασία να τονίσουμε ότι αυτό που διαπιστώνουμε από τις δημοσκοπήσεις είναι ότι ανεβαίνει σταθερά, έστω και αργά, το ποσοστό του λαού, που τάσσεται καθαρά ενάντια σε μια αντιλαϊκή συμφωνία και ταυτόχρονα είναι υπέρ της ρήξης με την Ευρωπαϊκή ένωση.
Το γεγονός αυτό είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα της υπερ(παρα)πληροφόρησης. Το επίσης σημαντικό γεγονός είναι ότι ένα ποσοστό της τάξης του 40% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ απαιτεί ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση, δείγμα ότι ακόμη οι λαϊκές μάζες, αφ’ ενός, δεν επιστρέφουν στη Νέα Δημοκρατία, αφ’ ετέρου, δεν έχουν ενσωματωθεί ακόμη από την ασκούμενη πολιτική της κυβέρνησης.
Η «Νέα Σπορά» πολύ έγκαιρα είχε επισημάνει τη σημασία αυτού του γεγονότος. Ο χρόνος που περνάει είναι πολύτιμος. Οι λαϊκές μάζες από την πλευρά τους στέλνουν σαφή μηνύματα. Το πρόβλημα είναι εάν οι «ενδιαφερόμενοι» τα καταλαβαίνουν και τα αξιοποιούν.
*Όταν γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχε πληρωθεί ακόμη η δόση προς το ΔΝΤ.
COMMENTS