Τέρμα τώρα στη διαπραγμάτευση

Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της βουλής διαβεβαίωσε τον Ελληνικό λαό ότι: «Δεν κάνουμε πίσω σε όσα έχουμε εξαγγείλει. Η κυβέρνηση υλοποιεί αυτό για το οποίο δεσμεύθηκε» και μάλιστα αυτή η τοποθέτηση έγινε εν όψει της συνάντησης με την Άγκελα Μέρκελ αλλά και της εξαμερούς συνάντησης με τον Φρανσουά Ολάντ, την Άγκελα Μέρκελ, τον Μάριο Ντράγκι, τον Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ και τον Ντόναλντ Τουσκ.

Αυτά είπε ο πρωθυπουργός κατά την ομιλία του στη βουλή για το νομοσχέδιο για την «ανθρωπιστική κρίση». Φυσικά ο πρωθυπουργός δεν ήταν ακριβής, γιατί ήδη έχει κάνει πίσω απ’ όσα, αυτά τα λίγα, δεσμεύτηκε για την αντιμετώπιση της «ανθρωπιστικής κρίσης», τα οποία, βέβαια, δεν αντιστοιχούν σε καμία περίπτωση στις πραγματικές ανάγκες των εργαζομένων.

Την ίδια στιγμή θέλησε να στείλει ένα μήνυμα με παραλήπτες τους ιθύνοντες κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τους οποίους θα συνομιλήσει στην εξαμερή συνάντηση, με την ευκαιρία της παρέμβασης του Ντέκλαν Κοστέλο, που σε επιστολή του (με e-mail) προς την Ελληνική κυβέρνηση διευκρινίζει ότι η ψήφιση του νόμου για την ανθρωπιστική κρίση είναι «μονομερής ενέργεια μη συμβατή με τις αποφάσεις των Ευρωπαϊκών θεσμών».

Ο Ντέκλαν Κοστέλο προσαρμόστηκε πολύ γρήγορα σ’ ό,τι αφορά τη μετονομασία της τρόικας σε «θεσμούς», αλλά, απ’ ότι φαίνεται, δεν ξέχασε το ρόλο που είχε ως επικεφαλής της τρόικας, όταν επισκεπτόταν τη χώρα μας, από την πλευρά του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Ο πρωθυπουργός απάντησε: «Αν το κάνουν για να μας τρομάξουν πρέπει να ξέρουν ότι δεν φοβόμαστε. Είναι απειλές κενές περιεχομένου, είναι απειλές που απαξιώνουν όσους τις εκτοξεύουν» τόνισε με έμφαση ο πρωθυπουργός.

Στην ίδια ομιλία, όμως, ο πρωθυπουργός παρουσίασε την πολιτική, που θα εφαρμόσει στην Ελλάδα ως «ορμητικό ποτάμι», που θα συμπαρασύρει ολόκληρη την Ευρώπη! Τόνισε ότι: «η πολιτική αλλαγή που ξεκίνησε από την Ελλάδα έρχεται σαν ορμητικό ποτάμι στην Ευρώπη, στην Ισπανία, στην Ιρλανδία και αλλού. Είναι ανάγκη των λαών να αναπνεύσουν». Ο πρωθυπουργός έκανε απολύτως φανερό σε ποιες δυνάμεις ελπίζει για να πνεύσει ο άνεμος της αλλαγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε δυνάμεις που δε θέτουν σε αμφισβήτηση το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως άλλωστε και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Τα ερωτήματα που προκύπτουν τώρα είναι: Πως μπορεί να ισχυρίζεται τα όσα από το βήμα της βουλής ισχυρίστηκε, ο πρωθυπουργός από τη στιγμή που έχει υπογράψει την παράταση της Δανειακής Σύμβασης; Είναι δυνατόν η πορεία της χώρας και ο Ελληνικός λαός να εξαρτώνται από την ερμηνεία μιας συμφωνίας, στο πλαίσιο της «δημιουργικής ασάφειας», πάνω στην οποία οι συμβαλλόμενοι ερμηνεύουν διαφορετικά τα όσα υπέγραψαν;

Όταν υπάρχει μια συμφωνία, εν προκειμένω η Δανειακή Σύμβαση, και υπογράφεται η παράτασή της, αυτό που ισχύει είναι ότι η χρονική παράταση συμπαρασύρει και τους όρους της συμφωνίας. Εκτός και εάν προβλέπονται ρητοί όροι, όσοι όροι αλλάζουν. Εκ μέρους των κυρίαρχων κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποστηρίζεται ότι δεν άλλαξαν οι όροι της συμφωνίας αλλά απλώς παρατάθηκαν.

Γι’ αυτό το λόγο και όλη η υπόθεση της νέας συμφωνίας για την παράταση, από την πλευρά των κυρίαρχων κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατέληξε να γίνει ένα παιχνίδι λέξεων γύρω από το όνομα της τρόικας, εάν θα εξακολουθήσει να αποκαλείται όπως πριν ή όχι. Και μεταξύ «σοβαρού και αστείου» η τρόικα μεταβαπτίστηκε σε «θεσμούς»

Η κυβέρνηση, προφανώς, δεν έχει υπογράψει μια άλλη συμφωνία από αυτήν που θεωρούν ότι υπέγραψαν και οι λεγόμενοι εταίροι μας. Δίνει, όμως, μια διαφορετική ερμηνεία, για την οποία από τις στήλες της «Νέας Σποράς» έχουμε, ήδη, κάνει λόγο. Αποσπάει το μνημόνιο, που συνοδεύει τη Δανειακή Σύμβαση από την ίδια τη Δανειακή Σύμβαση και μ’ αυτόν τον τρόπο υποστηρίζει ότι δεν υφίσταται πλέον μνημόνιο, ενώ υφίσταται. Σ’ ό,τι αφορά την αξιολόγηση θεωρεί ότι θα πραγματοποιηθεί όχι για το προηγούμενο διάστημα αλλά για το τετράμηνο της παράτασης.

Στην περίπτωση αυτή υπάρχει μία και μοναδική οδός για να διαπιστωθεί το τι υπέγραψε η κυβέρνηση: να φέρει τη συμφωνία στη βουλή και να γνωρίσει η βουλή τη νέα συμφωνία.

Παράλληλα, όμως, με τη μάχη της ερμηνείας, που προκαλεί η δημιουργική ασάφεια υπάρχει και η ίδια η πράξη. Η ίδια η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι συμφωνεί με το 70% του υπάρχοντος μνημονίου. Για το υπόλοιπο 30%, που είναι οι μεταρρυθμίσεις, πάλι η κυβέρνηση συμφωνεί. Από την άλλη το πρόγραμμα των εκατό ημερών το έκανε πρόγραμμα τετραετίας και στη συνέχεια το ψαλίδισε ακόμη περισσότερο. Με δυο λόγια η λιτότητα εξακολουθεί να βασιλεύει.

Την ίδια στιγμή σήμανε την «όπισθεν ολοταχώς» στο ζήτημα του χρέους και το αναγνώρισε πλήρως, αναγνώρισε ότι θα τηρήσει όλες της τις υποχρεώσεις, απέσυρε την πρόθεσή της να ακυρώσει τους μνημονιακούς νόμους. Μέχρι εδώ η κυβέρνηση βαδίζει με βάση τη Δανειακή Σύμβαση, που παρέτεινε και το μνημόνιο, που τη συνόδευε.

 Το νομοσχέδιο που έφερε στη βουλή για την ανθρωπιστική κρίση, παρ’ όλο που αφορά σε δαπάνη 200εκατ. ευρώ, ο Ντέκλαν Κοστέλο φρόντισε «δεόντως» να το χαρακτηρίσει και αυτό ως μονομερή ενέργεια, ενώ τα κλιμάκια που ήρθαν στη χώρα μας για να ελέγξουν τα στοιχεία διαπιστώνουν ένα δημοσιονομικό κενό της τάξης των 2-3δισ. ευρώ, ζητούν νέα μέτρα και παράλληλα ζητούν απολύσεις από το δημόσιο, ιδιωτικοποιήσεις κλπ.. Ακόμη και μέτρα για τις Ελληνικές τράπεζες εξήγγειλε ο πολύς Γερούν Ντάισελμπλουμ. Δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται ακριβώς πάνω στις προηγούμενες γραμμές, που είχε χαράξει με βάση τη Δανειακή Σύμβαση και το μνημόνιο.

Μέχρι τώρα, λοιπόν, δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς τη Δανειακή Σύμβαση, το μνημόνιο που τη συνοδεύει, την αξιολόγηση, που έχει συμφωνηθεί, και τις «λοιπές υποχρεώσεις» της κυβέρνησης, μεταξύ αυτών και η υπογραφή μιας νέας συμφωνίας, από τον Ιούνη και μετά.

Ούτε καν αυτή η αντιμνημονιακή ρητορεία της κυβέρνησης δεν έχει αλλάξει. Το μόνο που προστέθηκε είναι η «δημιουργική ασάφεια», που φαίνεται ότι βολεύει πάρα πολύ την κυβέρνηση, γιατί της επιτρέπει να αναπτύσσει μια διγλωσσία, που τη χρησιμοποιεί κατά περίσταση.

Αυτή η δημιουργική ασάφεια στο εσωτερικό της χώρας μας εκφράζεται με αναφορές της κυβέρνησης στην «εθνική ανεξαρτησία, την κυριαρχία, την αξιοπρέπεια και την περηφάνια του Ελληνικού λαού».

Από την πλευρά μας, ως «Νέα Σπορά», δεν θα υποτιμήσουμε ούτε αυτήν τη διγλωσσία της κυβέρνησης. Τουλάχιστον ως προς το ένα σκέλος της, που αναφέρεται στα ζητήματα της εθνικής ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας, της αξιοπρέπειας και της περηφάνιας του Ελληνικού λαού.

Η κυβέρνηση, εφόσον μάχεται για την αξιοπρέπεια και την περηφάνια του Ελληνικού λαού, για την εθνική του ανεξαρτησία και την κυριαρχία του, οφείλει να απαντήσει σ’ ένα πολύ σαφές ερώτημα: πως εξασφαλίζει όλα τα παραπάνω, όταν, ταυτόχρονα, η ίδια η κυβέρνηση διατείνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει περάσει τη θηλιά στο λαιμό του Ελληνικού λαού;

Αυτό που μπορεί να συμπεράνει κανείς πολύ εύκολα πλέον, γιατί έχει συνολικά τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίαρχα των μεγάλων αφεντικών της «σερβιρισμένη στο πιάτο» του, είναι ότι από την πλευρά των αφεντικών δε γίνεται καν ανεκτή ούτε η διατύπωση μιας αντιμνημονιακής ρητορείας. Εκεί «σκάλωσε» και ο Αντώνης Σαμαράς, που βιάστηκε να «σκίσει  σελίδα – σελίδα» το μνημόνιο.

Η μνημονιακή πολιτική, ως η γενική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι μακράς διαρκείας πολιτική για λογαριασμό των δυνάμεων του κεφαλαίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο πλαίσιο του παγκόσμιου ανταγωνισμού μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Και η θηλιά, επομένως, θα είναι «μακράς διαρκείας».

Εμείς ξέρουμε, κατά το στίχο «κι αν είναι ο λάκκος σου βαθύς, χρέος με τα χέρια σου να σηκωθείς», ότι το χρέος είναι να απαλλαγεί ο Ελληνικός λαός από τη θηλιά. Και θηλιά είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση, λοιπόν, εάν θέλει να απαλλάξει τον Ελληνικό λαό από τη θηλιά πρέπει να σταματήσει «εδώ και τώρα» τη διαπραγμάτευση, αυτό ως πρώτο βήμα. Να πάρει άμεσα μέτρα για να μην υπάρξει άλλη διαφυγή κεφαλαίων από τη χώρα μας, να προχωρήσει σε στάση πληρωμών προς τους δανειστές και από εκεί και μετά θα «αναλάβει» ο ίδιος ο Ελληνικός λαός, με τη δράση του, να βγάλει τη θηλιά από το λαιμό του. Να απαλλαγεί οριστικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Διαφορετικά η κυβέρνηση έχει στήσει ένα άχαρο και αντιλαϊκό ντεκόρ, που θα της χρησιμεύσει είτε για να μεθοδεύσει μια νέα προσφυγή στις κάλπες είτε, πολύ περισσότερο, για την υπογραφή ενός νέου αντιλαϊκού και χειρότερου μνημονίου, γιατί συνήθως τα μεγάλα λόγια τα ακολουθούν οι μεγάλες υποχωρήσεις.

Οπότε η κυβέρνηση επικαλείται τη θηλιά όχι για να απαλλάξει τον Ελληνικό λαό απ’ αυτήν, αλλά για να εξακολουθεί να παραμένει στο λαιμό του σ’ ένα αργό και βασανιστικό θάνατο, και μάλιστα με το σταγονόμετρο, όπως και οι δόσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

COMMENTS