Μαθήματα υποτέλειας σε χωριστά δωμάτια

Είναι ήδη γνωστό ότι κοινές συναντήσεις μεταξύ του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και του Γιάννη Βαρουφάκη με την τριάδα: Κριστίν Λαγκάρντ, Πιέρ Μοσκοβισί, Γερούν Ντάισελμπλουμ δεν πραγματοποιήθηκαν, παρά την κρισιμότητα των «σκληρών διαπραγματεύσεων».

Αυτό που λέγεται, και προβλήθηκε και από τα Ελληνικά ΜΜΕ, ήταν ότι ο «εφοριακός» Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο «διάσημος οικονομολόγος» συναντούσαν την τριάδα εναλλάξ. Και πράγματι έτσι έγινε. Κατά τη γνώμη μας η διαδικασία αυτή επιλέχτηκε όχι γιατί ο εφοριακός δεν ήθελε να «δει στα μάτια του» το διάσημο οικονομολόγο, αν και πρέπει να πούμε ότι στη διπλωματία και τέτοιες λεπτομέρειες παίζουν ρόλο.

Ο ουσιαστικός λόγος είναι ότι πράγματι στο πλαίσιο του Eurogroup υπήρχαν αντιθέσεις, που αφορούσαν ξεχωριστά και τη Γερμανία και την Ελλάδα, τις οποίες η τριάδα έπρεπε να διευθετήσει, αντιθέσεις, πάνω στις οποίες πάτησαν ορισμένες χώρες για να «χαμηλώσουν», έστω για λίγο τη Γερμανία με την ευκαιρία του Ελληνικού ζητήματος.

Όταν, όμως, η Γερμανία αποφάσισε να βάλει τη σφραγίδα της στις εξελίξεις (έτσι εξηγούνται ορισμένες κατηγορίες σε βάρος της Ελληνικής αντιπροσωπείας ότι «το παράκανε», ότι «το παρατράβηξε», ότι μέσα στην Ευρώπη επιλέγει συμμάχους εκτός Ευρώπης, κλπ) της ήταν αρκετό ένα «ξεκαθάρισμα λογαριασμών» με την τριάδα αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι από την Τρίτη (24/02/2015) η Ελλάδα θα έχει κλειστές τράπεζες.

Από εκείνη τη στιγμή και μετά ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, το προστατευμένο παιδί της Γερμανίας απαιτούσε από τον Γιάννη Βαρουφάκη να απαντά με ένα ξερό «ναι» ή με ένα ξερό «όχι», γιατί δεν ήθελε πλέον «να ακούει θεωρίες», ενώ ο Γιάννης Βαρουφάκης κατέφυγε στο να διασώσει ορισμένες φράσεις πίσω από τις οποίες θα καλύπτονταν οι τίτλοι της «Αυγής» της επόμενης ημέρας, αυτοί που θα ακολουθούσαν μετά τον «έντιμο συμβιβασμό», όπως: «Κυρίαρχη χώρα», έστω και εάν η κυβέρνηση είχε απολέσει ολοκληρωτικά το πρόγραμμα με βάση το οποίο εκλέχτηκε!

Το συμπέρασμα απ’ όλη αυτήν την ιστορία των «σκληρών διαπραγματεύσεων» είναι ότι στο πεδίο των οικονομικών συμφερόντων των δανειστών ή άλλως – και κατ’ ευφημισμόν – των εταίρων μας, των αντιθέσεών τους, η χώρα μας δεν έχει καμία ελπίδα να επιλύσει τα  ζωτικά της προβλήματα, για τα οποία έχει άμεση ευθύνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση, ότι στερείται κάθε δικαιώματος κυριαρχίας, ότι στην πράξη αναιρείται ακόμη και η πρόσφατη εκλογική ετυμηγορία του Ελληνικού λαού. Γι’ αυτό το λόγο και ο Πιέρ Μοσκοβισί επαναλάμβανε μονότονα ότι: «δεν πρέπει να είμαστε ιδεολογικοί πρέπει να είμαστε λογικοί»!

Και για να μην πούμε εμείς από την πλευρά μας ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα ας το αφήσουμε σ’ έναν κατ’ εξοχήν απολογητή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος διατυπώνει την άποψή του στην «Καθημερινή της Κυριακής» και δεν είναι άλλος από τον ίδιο το διευθυντή της: «Έχουμε εισέλθει σε μια πολύ μεγάλη περιπέτεια από την οποία κανείς δεν μπορεί να μας πει αν και πότε θα βγούμε. Εύχομαι η ζημιά για την οικονομία αλλά και την ευημερία του μέσου πολίτη να είναι περιορισμένη. Και αφήνω κατά μέρος άλλες ανησυχίες. Τι δείχνουν τα πράγματα τώρα. Ας είμαστε ρεαλιστές. Η σημερινή κυβέρνηση μοιάζει, μετά το Eurogroup της Παρασκευής, ότι μπορεί να πάρει ένα deal που θα είναι ελαφρώς καλύτερο από αυτό που θα έπαιρνε ο κ. Σαμαράς αν δεν άλλαζε ρότα μετά τις ευρωεκλογές. Χαμηλότερο στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα. Τίποτα περισσότερο. Ο ελληνικός «τσαμπουκάς» προσέκρουσε στην ωμή πραγματικότητα: τα άδεια ταμεία, την απόλυτη εξάρτηση των τραπεζών και της οικονομίας από την ΕΚΤ» (τονισμός δικός μας).

Αυτή είναι η ουσία μιας ομολογίας και η αποθέωση της υποκρισίας όχι μόνο ενός αστικού εντύπου αλλά και ολόκληρης της αστικής τάξης, η οποία προκειμένου να κατοχυρώσει τα δικά της ταξικά συμφέρονται χαντάκωσε τα συμφέρονται της χώρας μας και των εργαζομένων, οδηγώντας τα πράγματα στη χρεοκοπία, στην παραγωγική συρρίκνωση, στην αποδιάρθρωση της οικονομίας, της πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής, στον άκρατο δανεισμό για να φτάσει η χώρα μας «στην απόλυτη εξάρτηση» από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Πάνω στη συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση χτίστηκε και υποστηρίχτηκε από το 1958 και μετά το «Ευρωπαϊκό όραμα», για το οποίο γράφτηκαν άπειρα άρθρα που εξυμνούσαν το εγχείρημα και που επιφύλασσαν ένα λαμπρό μέλλον για το λαό μας και τη νεολαία.  Σήμερα οι πολιτικοί και ιδεολογικοί απολογητές του εγχειρήματος, αυτοί, που, τώρα, παρουσιάζονται «λογικοί» δεν είναι σε θέση να μας πουν «πότε θα βγούμε από την περιπέτεια».

Σ’ αυτό το αντιδραστικό όραμα, στον εξωραϊσμό του, στην εκλαΐκευσή του, συνέδραμαν αποφασιστικά οι αποσπασμένες δυνάμεις από το ΚΚΕ από το 1968 αλλά και πιο πρόσφατα, μετά τη διάσπαση του ενιαίου Συνασπισμού. Και συνεχίζουν να συνδράμουν ακόμη και σήμερα ως κυβέρνηση.

Η πορεία των πολιτικών πραγμάτων η ίδια το έφερε αυτές οι δυνάμεις, που υπόσχονταν προεκλογικά συνολικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση μια αλλαγή πορείας όσο και για την ίδια τη χώρα μας να υποστούν μια πολιτική ψυχρολουσία και ένα πολιτικό φιάσκο μέσα σε λίγες μόνο ημέρες διακυβέρνησης της χώρας. Να βρεθούν με τον εκπρόσωπο της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στα ξεχωριστά δωμάτια και μετά από τις διαβουλεύσεις με την τριάδα ο μεν ένας να δηλώνει ότι έγινε παράταση του μνημονίου, ότι θα γίνει αξιολόγηση και ότι «πρέπει να βρουν τρόπο να το πουν στους ψηφοφόρους τους», ενώ ο εκπρόσωπος της χώρας μας να δηλώνει ότι «εγώ δεν άκουσα τον Γερούν να μιλάει για μνημόνιο».

Εδώ πλέον μίλησε η ίδια η πραγματικότητα. Δεν υπάρχει καλή και κακή Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν υπάρχει καλό και κακό ευρώ. Υπάρχουν μόνο Ευρωπαϊκή Ένωση και ευρώ. Και το ιστορικό χρέος της χώρας μας και του λαού μας, εάν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα προβλήματα, που διατρέχουν την κοινωνία μας είναι να αποφασίσουμε την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ.

Κάθε άλλος δρόμος, είτε αυτός είναι της ανοιχτής υποτέλειας, που γνωρίσαμε με την κυβέρνηση Σαμαρά, είτε είναι αυτός που υπόσχεται μια άλλη Ευρώπη, όπως της σημερινής κυβέρνησης, οδηγεί ξανά στο ίδιο τέρμα. Στην υποτέλεια. Και όχι μόνο αυτό. Επηρεάζει άμεσα τις εσωτερικές εξελίξεις. Οι «παλιοί» παίκτες της υποτέλειας έσπευσαν να εκφράσουν τη χαρά τους για τη μεταστροφή της κυβέρνησης. Να περιμένουν στη γωνία για τη ρεβάνς, εκμεταλλευόμενοι τα πολιτικά γεγονότα, αναμένοντας μέχρι και την πτώση της κυβέρνησης.

Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση μελετάει ακόμη και το ενδεχόμενο νέων εκλογών, τώρα, που, «το σίδερο είναι ζεστό», όχι για να αλλάξει ρότα, όχι για να πάει σε ρήξη, μετά και τον ανοιχτό εκβιασμό που υπέστη και έζησε, αλλά για να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο.

Αυτή η εξέλιξη, όμως, δεν ήταν μόνο διδακτική για τους σύγχρονους κυβερνητικούς πρωταγωνιστές. Ήταν διδακτική και για το ίδιο το Κόμμα μας. Μπροστά σ’ αυτά που συνέβησαν διαπιστώσαμε τις δυνάμεις του Κόμματος να περιέρχονται στην ίδια αμηχανία, ίσως και μεγαλύτερη, σε σχέση και με εκείνα τα λαϊκά τμήματα, που βγήκαν στις πλατείες να στηρίξουν την κυβέρνηση.

Η χώρα μας έφτασε στα πρόθυρα να ζήσει ένα πιστωτικό γεγονός. Να κλείσουν οι τράπεζές της με εντολή Μάριο Ντράγκι. Η χώρα μας θα έφτανε μπροστά στο ίδιο γεγονός, που έζησε η μαρτυρική Κύπρος με Πρόεδρο και κυβέρνηση του ΑΚΕΛ.

Ερώτημα: Τέτοιες εξελίξεις μας λένε κάτι ή όχι; Γιατί εάν δε μας λένε είναι και μια εξήγηση για τη στάση της ηγεσίας του Κόμματος. Εάν όμως μας λένε σε ποια συμπεράσματα πρέπει να καταλήξουμε; Αυτά τα συμπεράσματα θα είναι και το επόμενο θέμα μας.

COMMENTS