Η «Νέα Σπορά» θα προσπαθήσει να παρακολουθήσει την πολιτική επικαιρότητα και τις γρήγορες εξελίξεις που έχουμε, γιατί θεωρεί κρίσιμο το γεγονός ότι η νέα κυβέρνηση, με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ, έχει πλέον μπροστά της να αποδείξει το εάν μπορεί να αλλάξει η Ευρωπαϊκή Ένωση, η πολιτική της, να απαλλαγεί από τη λιτότητα, τις αντιθέσεις της, να λειτουργήσουν οι θεσμοί, να ρυθμίσει το μέγα πρόβλημα του χρέους, να επιλύσει το πρόβλημα της ανάπτυξης και να δρομολογήσει μια νέα πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα την παρασύρει στο να μετατραπεί από μια αντιδραστική Ένωση, που αντιστρατεύεται τα συμφέροντα των λαών, σε μια Ένωση της ευημερίας των λαών.
Αυτήν την προοπτική μας υποσχέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ότι ξανοίγεται μπροστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αρχής γενομένης από τη χώρα μας, με την ανάδειξη της νέας κυβέρνησης, που αντιπροσωπεύει το «νέο πνεύμα» και το «νέο άνεμο» που φιλοδοξεί να επικρατήσουν σ’ ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κλειδί, προς αυτήν την κατεύθυνση είναι η επίλυση του προβλήματος της ανάπτυξης, με ένα νέο μείγμα οικονομικής πολιτικής, που θα βάζει τον «άνθρωπο πάνω από τα κέρδη».
Γι’ αυτό το λόγο η «Νέα Σπορά» θα σταθεί σε μια συνέντευξη, που παραχώρησε ο αντιπρόεδρος της νέας κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, στο τηλεοπτικό κανάλι Mega, προσκαλεσμένος στο δελτίο ειδήσεων, που ομολογουμένως μας εντυπωσίασε, που αφορούσε στο βασικό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει η χώρα μας και συνολικά η Ευρωπαϊκή Ένωση, το πρόβλημα της ανάπτυξης.
Σ’ αυτήν τη συνέντευξη ο Γιάννης Δραγασάκης παρουσίασε τη συγκεκριμένη πολιτική, που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση, ως μια σύλληψη από το 2010, που ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακόμη ένα μικρό κόμμα. Εξήγησε ότι η στρατηγική σύλληψη του ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνεται στο γεγονός ότι το πρόβλημα της χώρας μας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το ζήτημα της ανάπτυξης, ότι το συγκεκριμένο πρόβλημα της χώρας μας είναι «μέρος» του γενικότερου προβλήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κατά συνέπεια, η επίλυση του αναπτυξιακού προβλήματος της χώρας μας συνεπάγεται και φέρνει σε προτεραιότητα την επίλυση του γενικότερου αναπτυξιακού προβλήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό είναι το «νέο», ισχυρίστηκε, που έφερε στην πολιτική ζωή ο ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς να διακινδυνεύει την έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ, έκανε το πρόβλημα της χώρας μας πρόβλημα όλης της Ευρωπαϊκής Ένωσης! Και δεν περιορίστηκε μόνο σ’ αυτήν τη διάσταση του αναπτυξιακού προβλήματος, της χώρας μας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το γενίκευσε και του έδωσε χαρακτηριστικά παγκόσμιου προβλήματος και με την έννοια αυτή υπαινίχθηκε ότι συμβάλλει στην επίλυση ενός σημαντικού προβλήματος, που ταλαιπωρεί συνολικά την ανθρωπότητα, γεγονός που βάζει σε προτεραιότητα και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, και με την έννοια αυτή ο Γιάννης Δραγασάκης βρέθηκε «παρακαθήμενος» του Μπαράκ Ομπάμα και της πολιτικής του, ο οποίος συνεχώς και σταθερά μιλάει για μια πολιτική, που δε θα ακολουθεί μονομερώς τη λιτότητα αλλά, κυρίως, θα προβλέπει και θα αποσκοπεί στην ανάπτυξη, όμως, με την προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων – που, κυρίως, διέπονται από το πνεύμα του ΟΟΣΑ και που καταβαραθρώνουν, στην πραγματικότητα, τα εργατικά δικαιώματα και την τιμή της εργατικής δύναμης.
Μια συγκεκριμένη απάντηση στα παραπάνω είναι η εξής: Εάν ο Μπαράκ Ομπάμα ενδιαφερόταν για την καταπολέμηση της λιτότητας το πρώτο πράγμα που θα έκανε για την ίδια του τη χώρα θα ήταν να πάρει μέτρα ενίσχυσης των εισοδημάτων των εργαζομένων, πράγμα που απέφυγε να κάνει στα όσα χρόνια είναι πρόεδρος των ΗΠΑ. Μόλις πρόσφατα εξάγγειλε ορισμένα μέτρα, που θα ενισχύσουν τη «μεσαία αστική τάξη» και δευτερευόντως τους εργαζόμενους και τα οποία απομένει να δούμε εάν και κατά πόσο θα εφαρμοστούν. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι το μέγεθος, που αυξάνει σταθερά στις ΗΠΑ, εκτός από το δημόσιο χρέος και τη συγκέντρωση του πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια, είναι το νούμερο των ανθρώπων που καταφεύγουν στα συσσίτια.
Θα συνιστούσαμε στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και λόγω της αρμοδιότητας που έχει στην κυβέρνηση αλλά και ως «οικονομικού εγκεφάλου» του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ να αποφεύγει τις εύκολες γενικεύσεις, γιατί τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τους ΑΝΕΛ, που συμμερίστηκαν το ίδιο πρόγραμμα, είναι στην κυβέρνηση και διαχειρίζονται τις τύχες της χώρας και των εργαζομένων, που έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες θυσίες αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και υφίστανται τις συνέπειες μιας πρωτοφανούς εξαθλίωσης για τη νεότερη ιστορία της χώρας μας.
Και το λέμε αυτό, γιατί το πρόβλημα της ανάπτυξης δε μπορεί να παρουσιάζεται με τον τόσο γενικό και αφηρημένο τρόπο, που επιχείρησε να το παρουσιάσει ο Γιάννης Δραγασάκης. Το πρόβλημα της ανάπτυξης δεν αφορά όλες τις χώρες εξ ίσου και με τον ίδιο τρόπο. Επομένως δεν επιδέχεται και μιας ενιαίας απάντησης.
Η ευρωζώνη π.χ. έχει από το 2008 μέχρι σήμερα μηδενική ανάπτυξη. Οι ΗΠΑ έχουν πετύχει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μεν, αλλά δεν είναι σε θέση να σταθεροποιήσουν τους ρυθμούς αυτής της ανάπτυξης ακόμη και με τον εκφραστή αυτής της πολιτικής, τον ίδιο τον Μπαράκ Ομπάμα.
Οι ΗΠΑ εκμεταλλευόμενοι την ισχυρή τους, ακόμη, πολιτικοστρατιωτική και οικονομική τους θέση, τη δυνατότητα που τους παρέχει το δολάριο ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος, τη μεγαλύτερη ευκολία που έχουν στη νομισματική τους πολιτική με τη δυνατότητα στο να «κόβουν» δολάριο, γεγονός που δεν είναι απεριόριστης διάρκειας, στην πραγματικότητα εξάγουν ένα μέρος των αναπτυξιακών τους προβλημάτων στις υπόλοιπες χώρες και στον ανταγωνισμό τους με το ευρώ.
Αυτό δε σημαίνει ότι οι ΗΠΑ και η Ελλάδα αντιμετωπίζουν το ίδιο, σε διαστάσεις και ποιότητα, αναπτυξιακό πρόβλημα, που μπορεί να υπακούσει σε μια «αναπτυξιακή συνταγή», τύπου Μπαράκ Ομπάμα, που φαίνεται να έχει υιοθετήσει η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Η Ελλάδα υπέστη μια πολύ σοβαρή συρρίκνωση των παραγωγικών της δυνάμεων εξ αιτίας της ίδιας της ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ευρωζώνη.
Πολύ περισσότερο αυτή η συνταγή δε σημαίνει ότι μπορεί να εφαρμοστεί και στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τις υπάρχουσες αντιθέσεις, το οξύτατο πρόβλημα του χρέους και τις διαφορετικές γεωστρατηγικές επιδιώξεις της Γερμανίας, που τη φέρνουν αντιμέτωπη με την πολιτική του Μπαράκ Ομπάμα, γιατί η οικονομική πρόταση του Μπαράκ Ομπάμα της τις αναιρούν. Έτσι εξηγείται και το γεγονός της άρνησης της Γερμανίας να αποδεχτεί την πρόταση του Μπαράκ Ομπάμα και κατ’ επέκταση να αποδεχτεί και τις προτάσεις της Ελληνικής κυβέρνησης, έστω και εάν «υπόσχονται», από πρώτη άποψη, την επίλυση του αναπτυξιακού προβλήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μια άλλη διάψευση αυτής της γενίκευσης σε σχέση με την ανάπτυξη, ως παγκόσμιου προβλήματος, έρχεται και από την περίπτωση της Κίνας, που παρουσιάζει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, μιας ετήσιας τάξης πάνω από 7%, και που εδώ και μερικά χρόνια έχει ξεπεράσει τις ΗΠΑ στη βιομηχανική παραγωγή και για τον επόμενο χρόνο προβλέπεται να τις ξεπεράσει και στο ΑΕΠ, σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, κατακτώντας έτσι την πρώτη θέση στην κλίμακα της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος.
Να, λοιπόν, παρουσιάσαμε τρία διαφορετικά παραδείγματα, το ένα της ευρωζώνης, και κατ’ επέκταση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αντιμετωπίζει μακροχρόνιο πρόβλημα ανάπτυξης και που για το 2014 το ποσοστό ανάπτυξής της περιστρέφεται γύρω από τη μονάδα, των ΗΠΑ, που για το 2014 θα παρουσιάσουν μια ετήσια ανάπτυξη της τάξης του 2.4% περίπου και της Κίνας, που έχει σταθερή μακροχρόνια ανάπτυξη και που για το 2014 θα πετύχει ρυθμούς ανάπτυξης γύρω στο 7.34%.
Ο Γιάννης Δραγασάκης, επομένως, γενικεύει ένα σημαντικό πρόβλημα και το γενικεύει και με λάθος τρόπο ως προς το κύριο ζητούμενο. Δεν κάνει λάθος, μόνο, ως προς την οικονομική ανάπτυξη αυτή καθ’ εαυτή, αλλά αναφέρεται και για μια ανάπτυξη που δε θα έχει στο κέντρο της προσοχής της την επίλυση των προβλημάτων των εργαζομένων. Μιλάει για μια ανάπτυξη, που, πρωτίστως, θα επικεντρώνεται στην επίλυση των προβλημάτων της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Αυτό αφορά η οικονομική πολιτική ανάπτυξης των ΗΠΑ και το ίδιο πράγμα αφορά και η οικονομική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης. Το τι θα αποκομίσουν οι εργαζόμενοι από αυτήν την ανάπτυξη είναι ένα άλλο θέμα.
Παραπέρα, όμως, ο Γιάννης Δραγασάκης παρουσίασε την πολιτική της κυβέρνησης στο τι διεκδικεί αυτήν τη στιγμή, σε σχέση με το χρέος και την ανάπτυξη, με έναν ειδυλλιακό τρόπο, έξω και πέρα από τη σημερινή πραγματικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όταν ρωτήθηκε το τι θα κάνει η κυβέρνηση εάν η Γερμανία θα αρνηθεί να συμμεριστεί τις διεκδικήσεις της κυβέρνησης ο Γιάννης Δραγασάκης αυτήν την άρνηση την παρουσίασε σα σύγκρουση απόψεων, στο πλαίσιο ισότιμων εταίρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης!
Γι’ αυτό ακριβώς επέμενε να παρουσιάζει ως θεσμικό εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, έξω και πέρα από τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς, που υπάρχουν μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εμμένοντας και υπερβάλλοντας για το θεσμικό ρόλο των ανώτατων οργάνων της, σα να αγνοούσε ότι η βαρύτητα του κάθε κράτους – μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι η ίδια και επομένως η επίδραση, που εξασκεί το κάθε ξεχωριστό μέλος – κράτος στα θεσμικά όργανα είναι διαφορετική και εξαρτάται από την ξεχωριστή συνολική τους ισχύ.
Είναι χρήσιμο να του υπενθυμίσουμε μιαν αλήθεια, που είμαστε σίγουροι ότι δεν την αγνοεί. Ότι η ανισόμετρη πολιτική και οικονομική ανάπτυξη του καπιταλισμού είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού και δεν ξεπερνιέται με τη γνωστή θεσμολαγνεία του ΣΥΡΙΖΑ, εάν δεν είναι υποκριτική και σκόπιμα προβαλλόμενη. Και εάν αυτό το γεγονός, της υπόκλισης στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του εξωραϊσμού της λειτουργίας τους αφορούσε ειδικά στο ΣΥΡΙΖΑ, όταν αυτός ήταν ένα μικρό κόμμα, τώρα, αφορά μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, στη χώρα και στους εργαζόμενους.
Με την έννοια αυτή αναρωτιόμαστε τι ακριβώς μπορεί να συμβαίνει; Η κυβέρνηση και τα στελέχη της επιδίδονται σ’ ένα παιχνίδι υπερπτήσεων στον ανοιχτό ορίζοντα της θεσμολαγνείας τους – σκόπιμης ή μη σκόπιμης, ή η κυβέρνηση έχει συμπαραταχθεί σ’ ένα άλλο παιχνίδι, που έχει και γεωστρατηγική σημασία και που παίζεται αυτήν τη στιγμή μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και που αφορά τις σχέσεις των ΗΠΑ και της Γερμανίας;
Από την πλευρά μας θα υποστηρίξουμε ότι η κυβέρνηση έχει πλήρη γνώση της πολιτικής που προωθεί, γιατί την ίδια στιγμή που παραδίδει μαθήματα περί των θεσμών την ίδια στιγμή έχει κάνει ήδη τις υποχωρήσεις της, συμβάλλοντας, όμως, ταυτόχρονα, και σ’ ένα γεωστρατηγικό παιχνίδι, που βρίσκεται εν εξελίξει.
Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να εξηγήσουμε όχι μόνο την επανάληψη των παρεμβάσεων του Μπαράκ Ομπάμα, σε σχέση με τη χώρα μας, αλλά και την πολιτική σύμπτωση μεταξύ της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και των παρεμβάσεων του Μπαράκ Ομπάμα, πάνω στην οικονομική πολιτική, που πρέπει να ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εδώ, πλέον δεν έχει σημασία να εξηγήσουμε από την πλευρά μας την αποτελεσματικότητα της πολιτικής του Μπαράκ Ομπάμα. Είναι γνωστή και σε σχέση με τους εργαζόμενους αλλά, επίσης, είναι γνωστή και σε σχέση με τους γεωστρατηγικούς στόχους των ΗΠΑ. Και από την πλευρά μας έχουμε σταθεί με αναλυτικά άρθρα, ειδικά σ’ ό,τι αφορά τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ, με αφορμή τις εξελίξεις στην Ουκρανία.
Αυτό που απομένει να δούμε είναι το πώς εξελίσσεται η πολιτική της σημερινής κυβέρνησης, από πού ξεκίνησε και που έφτασε, το πώς θα αποκρυσταλλωθεί στις προγραμματικές της δηλώσεις, στις συμμαχίες που επιδιώκει και πάνω απ’ όλα τη σχέση αυτής της πολιτικής με τους εργαζόμενους και την επίλυση των οξύτατων προβλημάτων τους. Αυτό ακριβώς θα είναι και το κριτήριο για να διαπιστώσουμε στο τέλος «εν τοις πράγμασι» το όραμα του ΣΥΡΙΖΑ για μια νέα Ευρώπη των λαών. Από την πλευρά μας γνωρίζουμε την απάντηση σ’ αυτό το θέμα, αλλά τώρα είναι και η ευκαιρία, που η «Αριστερά» είναι στην εξουσία, να αντιμετωπίσουμε και την «ασύγγνωστη ευπιστία» των λαϊκών μαζών.
COMMENTS